Εἶναι ἀλήθεια ὅτι στή χώρα μας τά τελευταῖα χρόνια παρατηρεῖται μιά προσπάθεια ἀποδομήσεως τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ καί ἐθνικοῦ μας βίου, μέ μιά σειρά μέτρων, ὅπως εἶναι ἡ πλαστογράφηση τῆς ἱστορίας, ὁ βιασμός τῆς ἑλληνικῆς γλώσσας, ἡ περιφρόνηση τῆς παραδόσεως, ὁ παραμερισμός τῆς μακραίωνης πολιτιστικῆς κληρονομιᾶς, ἡ μειοδοσία στά ἐθνικά μας θέματα καί ἡ ἀπεμπόληση τῶν ἐθνικῶν κυριαρχικῶν μας δικαιωμάτων. Κυκλοφοροῦν διδακτικά βιβλία διαποτισμένα ἀπό τόν ἱστορικό ὑλισμό. Ὁ ἐκκλησιασμός τῶν μαθητῶν σέ πολλά σχολεῖα καθίσταται προβληματικός. Ἐνθαρρύνονται οἱ ἐκτρεπόμενοι ἐκπαιδευτικοί. Στά διδακτικά βιβλία διοχετεύονται ἀντιθρησκευτικές θέσεις. Τό Βυζάντιο καί ὁ πολιτισμός του ὑποτιμοῦνται. Ἡ συμβολή τῆς Ἐκκλησίας στούς ἀγῶνες τοῦ Ἔθνους ἀποσιωπᾶται. Γενικά ἐπιχειρεῖται μιά ἀλλοίωση τοῦ παραδοσιακοῦ μορφωτικοῦ ἰδεώδους μέ μακροπρόθεσμο στόχο τήν ἀλλοίωση τῆς ἑλληνορθοδόξου ταυτότητος τοῦ Ἔθνους.
Μπροστά σ΄ αὐτή τήν πνευματική, ἠθική καί ἐθνική ἀλλοτρίωση ἡ Πανελλήνια Ἕνωση Θεολόγων μέ τή γρηγοροῦσα ἐθνική συνείδηση καί τό ὑψηλό αἴσθημα ἑλληνορθόδοξου εὐθύνης ὑψώνει τό ἀνάστημά της καί μέ τήν παροῦσα ἐπιστημονική ἡμερίδα καί τό πλῆθος τῶν ἄλλων δραστηριοτήτων της ἀγωνίζεται νά διατηρήσει τήν πνευματική μας ἰδιοπροσωπία, ἀντιμετωπίζοντας μέ τήν «μάχαιρα τοῦ πνεύματος» ὅλους ἐκείνους, πού ἐπηρεασμένοι ἀπό τόν ἄθεο διαφωτισμό τῆς ἑσπερίας, ἀδυνατοῦν νά ἐννοήσουν τή βιολογική δύναμη πού ἔχει ἡ ἑλληνορθόδοξη παράδοση στή διατήρηση τῆς ἐθνικῆς μας ζωῆς καί φθάνουν στό σημεῖο εἴτε ἀπό ἀμάθεια εἴτε ἀπό σκοπιμότητα προπαγανδιστική νά συγχέουν τήν ἔννοια «παράδοση» μέ τήν ἔννοια «ἀντίδραση» καί «ὀπισθοδρόμηση» καί θέλουν νά βάλουν βέβηλο χέρι στήν μεγαλύτερη πολιτιστική σύνθεση τῆς ἀνθρωπότητας.
Μέ τήν ἰδιότητα τοῦ Κοσμήτορος τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς τοῦ Α.Π.Θ. θά μοῦ ἐπιτρέψετε νά ἀπευθυνθῶ σέ Σᾶς, τά μέλη τῆς Π.Ε.Θ., τούς μάχιμους Θεολόγους τῆς Β/θμιας Ἐκπαίδευσης, τούς «φορεῖς τῆς Καινῆς Διδαχῆς» καί νά σᾶς ἐπισημάνω δύο πράγματα.
Τό πρῶτο ὅτι πρέπει νά εἶναι στενός ὁ σύνδεσμός μας μέ τήν Ἐκκλησία. Δέν εἶναι δυνατόν νά νοηθεῖ οὔτε Ἐκκλησία ἄνευ Θεολογίας, οὔτε Θεολογία, τουλάχιστον Ὀρθόδοξη, ἄνευ Ἐκκλησίας.
Γιά τήν Ὀρθόδοξο Θεολογία ἰσχύουν τά λόγια τοῦ Emil Brunner ὅτι ἡ λεγόμενη ἐξωεκκλησιαστική Θεολογία εἶναι χίμαιρα. Ἡ Θεολογία ἔξω ἀπό τήν Ἐκκλησία ἰδεολογικοποιεῖται καί ἐκκοσμικεύτεται. Δέν πρέπει νά ξεχνᾶμε ὅτι ἡ Θεολογία ἀποτελεῖ δωρεά τοῦ Ἁγίου Πνεύματος στήν Ἐκκλησία, γι΄ αὐτό καί ἡ ἐκκλησία δέν μπορεῖ νά ἐπιτελέσει τό σωτηριολογικό της ἔργο, χωρισμένη ἀπό τήν Ὀρθόδοξο Θεολογία. Ἡ παρουσία τοῦ Ἁγίου Κηφισίας ἐπιβεβαιώνει τοῦ λόγου τό ἀληθές, ὅτι δηλαδή «ἡ ὀρθόδοξη Θεολογία δέν εἶναι σχολαστική καί ἰδεολογική, οὔτε ἠθική καί οὑμανιστική, ἀλλά κατεξοχήν ποιμαντική. Πού ἀσκεῖται στό χῶρο τῆς Ἐκκλησίας». Γι᾽ αὐτό πρέπει νά συνεργαζόμαστε στενά μέ τίς κατά τόπους Μητροπόλεις, νά βοηθᾶμε στό κηρυκτικό, κατηχητικό καί γενικότερα κοινωνικό τους ἔργο. Καί τό δεύτερο καί νά μή ἐμπλακοῦμε στά ἀκραῖα σχήματα, εἴτε τῆς ὑπερ- συντηρητικότητας εἴτε τῆς ἐλευθεροφροσύνης. Γιατί ἡ Θεολογία ὡς διακονία καί χαρισματική λειτουργία κινεῖται στό συνδυασμό αὐθεντίας καί ἐλευθερίας καί ἀποφεύγει αὐτές τίς ἀκρότητες. Ὀρθότατα ἔχει τονιστεῖ ὅτι ὁ ὀρθόδοξος Θεολόγος δέν εἶναι δυνατόν νά εἶναι οὔτε ἁπλῶς συντηρητικός οὔτε ἁπλῶς φιλελεύθερος, ἄλλά τό συναμφότερον, μή ἀποκλειόμενης τῆς ἐντός ὁρισμένων ὁρίων ἔνθεν κακεῖθεν δια- βαθμίσεως.
Κυρίες καί Κύριοι,
Μέ δεδομένα τά τραγικά γεγονότα πού βιώνει τά τελευταῖα χρόνια ὁ λαός μας ἀπό τήν θλιβερή οἰκονομική κατάσταση, πού εὐτελίζει τήν ἐθνική μας ἀξιοπρέπεια καί ὑπερηφάνεια, ἀλλά καί τήν ἀπογοήτευση πού νοιώθει ἀπό τό πολιτικό καί ἰδεολογικό κατεστημένο, πιστεύω πώς ἦρθε ἡ ὥρα τῆς Ἐκκλησίας καί τῆς Θεολογίας.
Καλούμαστε μέ ἀπόλυτη συνείδηση εὐθύνης νά δώσουμε δύναμη καί ἐλπίδα στόν ἀπογοητευμένο καί ψυχικά κουρασμένο σύγχρονο ἄνθρωπο, πού ζεῖ «ἐν χώρᾳ καί σκιᾷ θανάτου» περισσότερο ἀπό κάθε ἄλλη φορά ζητάει νά λυτρωθεῖ ἀπό τόν θάνατο, τό ἄγχος, τήν ἀπελπισία, τή μοναξιά, τό μεγάλο κενό τοῦ ἐσωτερικοῦ του κόσμου. Κυρίως νά τοῦ ἐμφυσήσουμε τήν ἐλπίδα ὅτι Κύριος τοῦ κόσμου καί τῆς ἱστορίας εἶναι ὁ ἐνανθρωπήσας Υἱός καί Λόγος τοῦ Θεοῦ, πού ἔχει τόν πρῶτο καί τελευταῖο λόγο γιά ὅλους καί γιά ὅλα καί ὅτι τέτοιες κρίσεις πέρασε πολλές ὁ λαός μας κατά τό παρελθόν, πού ἀντιμετωπίστηκαν ἐπιτυχῶς μέ πίστη καί ἐλπίδα στήν πρόνοια τοῦ Θεοῦ καί τήν ἑνότητα τοῦ λαοῦ μας.
Θερμά συγχαρητήρια στούς σχόντας αὐτή τήν πρωτοβουλία καί καλή ἐπιτυχία στίς ἐργασίες τῆς ἡμερίδας.
Μιχαήλ Τρίτος
Από την εφημερίδα «Ορθόδοξος Τύπος»,8/11/2013