Αν, λέει, αυτό που δε θέλω, αυτό κάνω, σημαίνει ότι καθόλου δεν το κατεργάζομαι εγώ, αλλά το κατεργάζεται η "οικούσα εν εμοί αμαρτία". Στα μέλη του σώματός μου, συνεχίζει ο Απόστολος, βλέπω "άλλον νόμον" που με αιχμαλωτίζει στον νόμον που υπάρχει στα μέλη μου και αντιστρατεύεται το νόμο του νου μου.
Ο Απόστολος είναι φανερό ότι μιλάει για την επιθυμία του σώματος, και χρησιμοποιεί τη λέξη "νόμος" γιατί η επιθυμία του σώματος για την οποία μιλάει δεν είναι μια απλή επιθυμία χωρίς δύναμη να εξαναγκάσει αυτόν που τη νιώθει, να υπακούσει σ΄ αυτήν. Με τη λέξη "νόμος" εννοεί την επιθυμία που έχει τη δύναμη του εξαναγκασμού, ώστε να μην μπορεί αυτός που τη νιώθει, να την αγνοήσει.
Υπάρχει δηλαδή μια άλλη επιθυμία στα μέλη του σώματός του, η οποία έχει τη δύναμη να τον εξαναγκάζει να υπακούσει σ΄ αυτήν και η οποία αντιστρατεύεται την επιθυμία του νου του,
Σύμφωνα με τους Πατέρες της Εκκλησίας, ένα πράγμα μπορούμε μόνο να κάνουμε για να δαμάσουμε την επιθυμία αυτή. Να μην τη δίνουμε τροφή, για να μην έχει δύναμη. Γι΄ αυτό ο Κύριος είπε, "τούτο το γένος δεν μπορεί να σωθεί, ειμή δια προσευχής και νηστείας". Η νηστεία είναι αυτό ακριβώς, να μη δίνουμε τροφή στην επιθυμία που μας αιχμαλωτίζει. Με την προσευχή θα διακρίνουμε κάθε φορά, αν πρόκειται για μη επιλήψιμη επιθυμία ή αν πρόκειται για την επιθυμία η οποία καταργεί την ελευθερία μας.
Το κριτήριο για να διακρίνουμε τις επιθυμίες μας, αν είναι κατά Θεόν ή είναι του εχθρού του ανθρώπου, τουτέστιν του διαβόλου, είναι το κριτήριο της ελευθερίας. Αν οι επιθυμίες μας δεσμεύουν την ελευθερία μας ή όχι. Οι επιθυμίες του Θεού σέβονται την ελευθερία μας. Το εντελώς αντίθετο συμβαίνει με τις επιθυμίες του διαβόλου, τις οποίες υπηρετούμε, όπως οι δούλοι τα αφεντικά τους.
Του Μόσχου Εμμ. Λαγκουβάρδου