Στη χώρα μας και φέτος ο λαός μας εορτάζει την εξ αγάπης έλευση του Χριστού «ίνα σώση τον άνθρωπον». Ωστόσο δεν αισθανόμαστε καθόλου ικανοποιημένοι, όταν διαπιστώνουμε ότι υπάρχουν ορισμένοι που απερίσκεπτα αντιλαμβάνονται τη δυνατότητα που πήραν από τον λαό να κυβερνήσουν, ως ευκαιρία να εφαρμόσουν και να επιβάλουν την ιδεολογία τους, υποσκάπτοντας και αποδομώντας την πίστη, την ιστορία και τις παραδόσεις του τόπου και καταργώντας ουσιαστικά την ταυτότητα και ετερότητα των Ορθοδόξων.
Η Ορθοδοξία, που έχει εξαπλωθεί σε όλον τον κόσμο και έχει μέλη σε όλα τα έθνη, τα οποία συμβιώνουν με μέλη διαφορετικών λαών και θρησκειών, διαθέτει μια μεγάλη εμπειρία που σχετίζεται με τον σεβασμό και την ανεκτικότητα έναντι του διαφορετικού σε οικουμενικό επίπεδο. Τα μέλη της ορθόδοξης Εκκλησίας έχουν συνείδηση αυτής της εμπειρίας να ζει κανείς με «άλλους» και γι αυτό γνωρίζουν να λειτουργούν υποδειγματικά, στο πλαίσιο της πίστεως, της αγάπης, της δικαιοσύνης και της αγαθοσύνης, εμπνέοντας έτσι και τους άλλους θρησκευόμενους λαούς, προκειμένου να ζουν όλοι μαζί σε συνθήκες αγάπης, δικαιοσύνης, ελευθερίας, αλληλεγγύης και ειρήνης. Ουδέποτε στην ιστορική της πορεία επιδίωξε να προσεγγίσει τη θρησκευτική διαφορετικότητα μέσα από διάθεση δίωξης, καθυπόταξης, αφορισμού ή εξαφάνισής της.
Δείγματα εμμονής σε ξεπερασμένα ιδεολογικά σχήματα, που δεν αποδέχονται τη διαφορετικότητα του «άλλου», αποτελούν σήμερα στην Ελλάδα δύο από τους πνευματικούς απογόνους του ήδη αποδομημένου εδώ και πολλά χρόνιασε ολόκληρη την Ευρώπη, πλην της Ελλάδας, διαφωτισμού που είναι ο νεοφιλελεύθερος καπιταλισμός και ο νεομαρξισμός. Οι οπαδοί αυτών των αυταρχικών κοσμοθεωριών πιστεύουν δυστυχώς ότι ακόμη και στις μέρες μας, μια μειοψηφία, είτε με την οικονομική επιφάνεια και ισχύ που διαθέτει είτε με την ιδεολογική ισχύ της εξουσίας, έχει το δικαίωμα να παρεμβαίνει στις πνευματικές πεποιθήσεις και στις πολιτισμικές δομές της πλειονοψηφίας του λαού και να προσπαθεί να της επιβάλλει, μέσω της παιδείας, νέα θρησκευτικά, πολιτισμικά και ιστορικά χαρακτηριστικά. Τον τελευταίο καιρό παρατηρούμε έκπληκτοι ότι φορείς αυτών των ιδεολογιών, με τη συνδρομή και μιας μικρής ομάδας καιροσκόπων θεολόγων, επιχειρούν να επιβάλλουν στην Ελλάδα τις αρχές ενός διαθρησκειακού διεθνισμού και μιας θρησκευτικής και πολιτισμικής ομογενοποίησης. Στόχος τους είναι η μέσω της παιδείας ιδεολογική διαφώτιση και καθοδήγηση για την επικράτηση του ιστορικού υλισμού και την αποδόμηση των παραδοσιακών πνευματικών στοιχείων του λαού, μεταξύ των οποίων συμπεριλαμβάνονται οι αλήθειες της ορθόδοξης πίστεως καθώς και οι ιστορικές μνήμες των αγώνων και των μαρτυρίων του Ελληνισμού. Και εδώ βρίσκεται η αντιφατικότητα αυτών των πολιτικών παραγόντων. Εμφανίζονται θετικοί και ευγνώμονες για το ενδιαφέρον και τη βοήθεια της ορθόδοξης Εκκλησίας σε αξιοπαθούντες, αλλά αρνούνται την υπερλογική αιτία αυτής της βοήθειας, που είναι το Πνεύμα του Χριστού, το οποίο καλλιεργεί, εμπνέει, προκαλεί και στηρίζει παν έργον αγαθόν. Θέλουν τα Χριστούγεννα, αλλά, αν είναι δυνατό, χωρίς Χριστό, «τον αληθινό Θεό ημών» και ως μία εμπορική, φολκλορική εορταστική εκδήλωση για μοίρασμα δώρων ή συνεστιάσεις. Η Εκκλησία, όμως, εορτάζει ταπεινά τη σωτηρία του κόσμου και του ανθρώπου μέσα από την ενανθρώπηση του μοναδικού Σωτήρα και Λυρωτή, που μνημονεύεται στη λατρεία ως «μυστήριον ξένον και παράδοξον» και ως «σαρκωθείς Θεός», για τον οποίον διερωτάται ο υμνωδός, αν «είδεν άλλο μείζον καινόν η κτίσις». Υποτιμάται η αλήθεια και το μήνυμα της γεννήσεως του Χριστού, όταν μεθοδευμένα επιχειρείται η αποπομπή της ορθόδοξης χριστιανικής διδασκαλίας των θρησκευτικών από την παιδεία, χαρακτηριζόμενη περιφρονητικά και επιπόλαια από τον Υπουργό Παιδείας ως αναχρονιστική. Περιφρονείται το μεγαλύτερο και σπουδαιότερο κομμάτι του Ελληνικού πολιτισμού, που είναι η ορθοδοξία, όταν μεθοδεύεται να διδάσκεται ως συνονθύλευμα, αναμεμειγμένη, δηλαδή, με όλες τις θρησκείες. Τι και αν ο Χριστός είναι για όλο σχεδόν το λαό μας ο Θεός, ο εξ ουρανών αποκαλυφθείς και διά της Παρθένου εν τη γη φανερωθείς. Το σχέδιο είναι να επιβληθεί στα βαπτισμένα στον Χριστό παιδιά του ελληνικού σχολείου, όχι αυτό που διδάσκει η ορθόδοξη πίστη τους για τον Χριστό, αλλά αυτό που ο μαρξισμός και ο καπιταλισμός, μέσα από την παρερμηνεία, αποδέχεται για τον Χριστό και την πίστη. Μετά από όσα είπε για τα θρησκευτικά τόσο ο Υπουργός Παιδείας όσο και η νεολαία του ΣΥΡΙΖΑ, είμαστε πλέον βέβαιοι για τις προθέσεις και τις μεθοδεύσεις ορισμένων. Με βάση όλα τα παραπάνω, η Εκκλησία μας θα πρέπει να στηρίξει τη χριστοκεντρική παιδεία, τη χριστιανική αγωγή των νέων, όπως ορίζει ο καταστατικός της χάρτης και για κανένα λόγο, δεν πρέπει να αποδεχθεί αυτό το πνευματικό έγκλημα της μετατροπής της χριστιανικής αγωγής και διδασκαλίας σε πολυθρησκειακό (πολυθεϊστικό) ή θρησκειολογικό μάθημα, όσο και αν προσπαθούν κάποιοι να παραπλανήσουν με ανυπόστατες διαβεβαιώσεις περί του αντιθέτου. Χρειάζεται η επαγρύπνηση και η αντίσταση όλων των πνευματικών παραγόντων του τόπου μας απέναντι στον σχεδιαζόμενο πνευματικό γενιτσαρισμό και την αποχριστιανοποίηση και αποπνευμάτωση της ελληνικής νεολαίας που αποτελεί το μέλλον της χώρας μας. Η συλλογική αντίστασή μας είναι το μόνο μέσο για να καταλάβουν όλοι που κατεργάζονται αυτό το καταστροφικό ολίσθημα σε βάρος της πνευματικής φυσιογνωμίας του τόπου μας, ότι ο μη σεβασμός στη διαφορετικότητα της πλειονοψηφίας του λαού, δεν μπορεί στην εποχή μας να επικρατήσει, κυρίως σε ένα λαό που ξέρει να αντιστέκεται για τις αξίες, τις αρετές και τα πρότυπά του και μάλιστα, ευτυχώς, στο πλαίσιο μιας δημοκρατικής και συνταγματικής συγκυρίας, που δεν είναι δυνατό να επιβληθεί δικτατορία του προλεταριάτου!
Του Ηρακλή Ρεράκη,
Καθηγητή Παιδαγωγικής της Θεολογικής Σχολής του ΑΠΘ