Μόνο το 2012 η καθολική, αλλά και η ευαγγελική εκκλησία στη Γερμανία έλαβαν 460 εκατομμύρια ευρώ από τα δημόσια ταμεία. Πρόκειται για οικονομική ενίσχυση με μορφή χορηγίας, η οποία εξηγείται ιστορικά: στα τέλη του 19ου αιώνα ο Ναπολέων είχε αποφασίσει να απαλλοτριώσει τις εκκλησίες σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες, με αποτέλεσμα εκείνες να απολέσουν σημαντικό μέρος της περιουσίας τους.
Ως αντιστάθμισμα λαμβάνουν σήμερα κρατική ενίσχυση, η οποία ρυθμίζεται νομικά σε συνθήκες που έχουν συναφθεί παλαιότερα με το Βατικανό.
Επίσης κατοχυρώνεται στο γερμανικό σύνταγμα, συνεχίζοντας τη νομική παράδοση που είχε εγκαινιάσει το «κονκορδάτο» ανάμεσα στο Βατικανό και το γερμανικό «Ράιχ» το 1933, για να ρυθμίσει τις σχέσεις κράτους και εκκλησίας.
«Πρόκειται για παραβίαση του συντάγματος» εκτιμά η Ίνγκριντ Ματέους Μάγιερ, πρώην τραπεζικό στέλεχος και πολιτικός του Σοσιαλδημοκρατικού κόμματος (SPD), η οποία υποστηρίζει τον πλήρη διαχωρισμό κράτους-εκκλησίας.
Την ίδια άποψη εκφράζει ο δημοσιογράφος και πολιτικός επιστήμονας Κάρστεν Φρερκ. «Οι οικονομικές ενισχύσεις του κράτους είναι αντισυνταγματικές. Ακόμα και το Σύνταγμα της Βαϊμάρης το 1919 ζητούσε από τον νομοθέτη να τις σταματήσει».
Τα 460 εκατομμύρια ευρώ της κρατικής ενίσχυσης είναι ένα μικρό μόνο μέρος της οικονομικής ενίσχυσης που παρέχει το κράτος προς την εκκλησία. Στα εννέα δισεκατομμύρια ευρώ φτάνουν πλέον τα έσοδα από τον αποκαλούμενο «εκκλησιαστικό φόρο», τον οποίο καλείται να πληρώσει κάθε πιστός, αλλά τον εισπράττει το κράτος για λογαριασμό της εκκλησίας.
Από κει και πέρα, επισημαίνει ο Κάρστεν Φρερκ, τα δύο μεγάλα εκκλησιαστικά δόγματα στη Γερμανία έχουν και επιπλέον έσοδα, πολλές φορές ακόμα και εκεί που οι περισσότεροι δεν φαντάζονται.
Για παράδειγμα: «Στις υπηρεσίες πρόνοιας όπως η καθολική Caritas και η “Διακονία” της ευαγγελικής εκκλησίας, η συμμετοχή της εκάστοτε εκκλησίας δεν ξεπερνάει το 2%. Υπάρχει ένας μύθος που λέει ότι η εκκλησία κάνει τόσα καλά. Μάλλον ναι, τα κάνει, αλλά δεν τα χρηματοδοτεί».
Επιπλέον το κράτος πληρώνει τους μισθούς των επισκόπων και χρηματοδοτεί την οικοδόμηση και συντήρηση ιερών ναών.
Για παράδειγμα μόνο στη Βαυαρία το τοπικό Ελεγκτικό Συνέδριο υπολόγισε ότι κάθε χρόνο η τοπική κυβέρνηση ενισχύει περίπου 700 εκκλησίες με χρήματα από τον κρατικό προϋπολογισμό, διαθέτοντας για τον σκοπό αυτό 40 εκατομμύρια ευρώ, ενώ άλλα 90 εκατομμύρια πηγαίνουν στη μισθοδοσία του τοπικού προσωπικού.
Οι αριθμοί αυτοί προκαλούν έντονες αντιδράσεις ακόμα και στους ειδήμονες, από τα στιγμή μάλιστα που οι εκκλησίες δεν υποχρεώνονται να δημοσιοποιούν τα οικονομικά τους.
Το σχόλιο από την πρώην βουλευτή των σοσιαλδημοκρατών Ίνγκριντ Ματέους Μάγιερ: «Υπάρχει απόλυτη αδιαφάνεια. Για παράδειγμα η χορηγία του κρατιδίου της Βόρειας Ρηνανίας Βεστφαλίας προς την καθολική εκκλησία ανέρχεται σε έξι εκατομμύρια ευρώ. Και οι κρατικές υπηρεσίες λένε ότι δεν γνωρίζουν πόσα από αυτά τα χρήματα πηγαίνουν στον μισθό του επισκόπου της Κολωνίας, ούτε γνωρίζουν την πλήρη έκταση της εκκλησιαστικής περιουσίας. Αυτά τα πράγματα δεν γίνονται, εδώ μιλάμε για έναν οργανισμό δημοσίου δικαίου».