Ο Οικουμενικός Πατριάρχης κ. Βαρθολομαίος θέλησε άτυπα να παρέμβει στα εσωτερικά της διοίκησης της Εκκλησίας της Ελλάδος,
υποδεικνύοντας στον Αρχιεπίσκοπο κ. Ιερώνυμο έμπιστο του πρόσωπο για Μητροπολίτη Ιωαννίνων. Όταν η παρέμβαση διέρρευσε (Σημ. Ο κ. Βαρθολομαίος καλόν είναι να εξετάσει το πώς προς τα έξω διέρρευσε με τόση ακρίβεια η παρέμβασή του σε ένα, από άποψη πληροφόρησης, απόλυτα στεγανοποιημένο σύστημα στην Αρχιεπισκοπή Αθηνών και στην Εκκλησία της Ελλάδος) ο Πατριάρχης επιχείρησε να δικαιολογήσει τη στάση του, αλλά εξετέθη περισσότερο. Στις 23 Ιουνίου εξέδωσε Ανακοινωθέν, στο οποίο επιβεβαιώνει «την επιθυμία και ευχή του όπως εις τον ιστορικόν Θρόνον της Ιεράς Μητροπόλεως Ιωαννίνων εκλεγή συγκεκριμένος κληρικός εγνωσμένης προσφοράς προς την Μητέρα Εκκλησία το Οικουμενικόν Πατριαρχείον, αλλά και την Αγιωτάτην Εκκλησίαν της Ελλάδος και τον Μακαριώτατον προσωπικώς».
Κατά την άποψη του Παναγιωτάτου η ενέργειά του δεν αποτελεί παρέμβαση… Αλλά τότε τι είναι;… Το δεύτερο σφάλμα του είναι πως εξομοιώνει τον Οικουμενικό Θρόνο, στην εκκλησιολογική του συμπεριφορά, με οποιοδήποτε μέλος της Εκκλησίας και τις τοπικές αρχές…. Το τρίτο σφάλμα του είναι πως ταυτίζει εννοιολογικά όρο της Πράξης του 1928, για το τυπικό δικαίωμα του Οικ. Πατριαρχείου να υποδεικνύει υποψηφίους, με την «άτυπη ευχή» και παρέμβασή του στον κ. Ιερώνυμο. Το τέταρτο σφάλμα είναι ότι ο κ. Βαρθολομαίος επικαλείται το δικαίωμα του Οικ. Πατριαρχείου να υποδεικνύει για εγγραφή στον κατάλογο των υποψηφίων πρόσωπα, όταν ο συγκεκριμένος που πρότεινε ήταν ήδη εγγεγραμμένος!…. Και το πέμπτο σφάλμα ήταν ότι δια του επισήμου Ανακοινωθέντος όλος ο πιστός λαός πληροφορήθηκε από υπεύθυνα χείλη τις φήμες που κυκλοφορήθηκαν σε βάρος συγκεκριμένων προσώπων που ζουν στην Αθήνα και είναι στελέχη του Πατριαρχείου ή στενά , συνδεδεμένα μαζί του, αν και ορισμένα μισθοδοτούνται, ή μισθοδοτούντο από την Εκκλησία της Ελλάδος!...
Το αποτέλεσμα των αλλεπάλληλων σφαλμάτων του κ. Βαρθολομαίου ήταν να εκτεθεί ο ίδιος και να αποδοκιμασθεί ο εκλεκτός και έμπιστός του. Στο τριπρόσωπο παρά λίγο να μην εισέλθει και στην τελική ψηφοφορία να λάβει επτά (7) μόνο ψήφους, κάτι λιγότερο από το 10% των ψηφισάντων Μητροπολιτών. Από την άλλη πλευρά το θετικό για την Εκκλησία της Ελλάδος, τον Αρχιεπίσκοπο κ. Ιερώνυμο και τον έμπιστο του, που εξελέγη Μητροπολίτης Ιωαννίνων, ήταν πως η παρέμβαση του Πατριάρχου συσπείρωσε τους Αρχιερείς και ψήφισαν όχι τόσο υπέρ του εκλεγέντος υποψηφίου, όσο εναντίον του πατριαρχικού υποψηφίου…
Παρεμπιπτόντως η Ιεραρχία απέρριψε την εκ μέρους του Μητροπολίτου Δωδώνης κ. Χρυσοστόμου προσπάθεια προώθησης του τιτουλάριου Μητροπολίτου Μαραθώνος κ. Μελίτωνος στη Μητρόπολη Φωκίδος. Ο κ. Μελίτων έλαβε ελάχιστες ψήφους…. Ο κ. Χρυσόστομος πρέπει να έχει καταλάβει ότι ανεπιστρεπτί έχει περάσει η εποχή, που ο λόγος του περνούσε στον κ. Ιερώνυμο, πως ο Αρχιεπίσκοπος τον γνωρίζει άριστα και τον αντιμετωπίζει αποτελεσματικά και πως οι υπηρεσίες που του έχει προσφέρει δεν έχουν πλέον αντίκρυσμα.
Κατά τα άλλα, το έλλειμμα της συνοδικότητας βαθαίνει, όχι μόνο με ευθύνη του Αρχιεπισκόπου. Στις κενές Μητροπόλεις εξελέγησαν τα πρόσωπα, που ήσαν επιλογές του Αρχιεπισκόπου και ήσαν γνωστά από μηνών. Πρέπει πάντως να σημειωθεί η διαφορά των ψήφων, που υπήρξε μεταξύ αυτών που είχαν την σχεδόν πλήρη αποδοχή και αυτών που φάνηκε ότι ένα μέρος της Ιεραρχίας δεν επιδοκίμαζε την εκλογή τους. Ίσχυσε πάντως εκείνο που είχε πει ο σημερινός Αρχιεπίσκοπος ως Μητροπολίτης Θηβών, ότι «δημιουργείται στρατός του Αρχιεπισκόπου». Ακούστηκε σε μια χειροτονία και η νέα εκδοχή της δια του Αρχιεπισκόπου παρεμβάσεως του Αγίου Πνεύματος: «Ο Αρχιεπίσκοπος προτείνει και θέτει υπό την κρίση της Ιεραρχίας την επιλογή του…».
Ο Μητροπολίτης Θηβών κ. Ιερώνυμος είχε ψέξει το αρχιεπισκοποκεντρικό σύστημα και την εκ των προτέρων εκλογή Αρχιερέων, υποστηρίζοντας ότι έτσι «τα μέλη του σώματος μεταβάλλονται σε θεατές, με έλλειψη ενδιαφέροντος, που μπροστά στον πρόεδρο υποκλίνονται, προσέχουν τους κανόνες αβροφροσύνης και, μόλις απομακρύνονται, με άλλη γλώσσα πλέον, κατακρίνουν και καταφέρονται κατά πάντων. Έτσι ερμηνεύεται και η <αφασία> των ιεραρχών, για την οποία πολλές φορές μίλησε και έγραψε ο Αρχιεπίσκοπος». ( Σημ. Συν/ξη σημερινού Αρχ/που εις «Βραδυνή» και εις κ. Κ. Δήμτσα στις 26/1/2003). Στα πλαίσια της αβροφροσύνης στις πρόσφατες χειροτονίες παρατηρήθηκαν εκ μέρους Ιεραρχών πολλά χειροφιλήματα στον Αρχιεπίσκοπο, τα οποία εκείνος παλαιότερα είχε κατακρίνει. Επίσης απόδειξη του ότι Αρχιερείς είναι θεατές των δρωμένων στην Εκκλησία είναι ότι άλλοι ψηφίζουν χωρίς καμία σκέψη την πρόταση του Αρχιεπισκόπου και άλλοι θέλοντας να έχουν μιαν αίσθηση αυτονομίας, δέχονται μεν ότι ψηφίζουν τον εκλεκτό του Αρχιεπισκόπου, αλλά υποστηρίζουν ότι διατηρούν το δικαίωμα ιδιαιτέρως να του λέγουν την άποψή τους γι’ αυτόν!…
Άλλα ζητήματα ελλείμματος συνοδικότητας, που είχε θέσει ο σημερινός Αρχιεπίσκοπος ως Μητροπολίτης Θηβών, είναι ότι «οι αποφάσεις της Ιεράς Συνόδου δεν μπορεί να είναι ενός ανδρός αρχή ή δικτατορία». Επίσης θεωρούσε ότι υπάρχει έλλειμμα συνοδικότητας όταν «τα συνοδικά μέλη δεν λαμβάνουν ποτέ γνώση των υπαρχόντων θεμάτων και η Ημερησία Διάταξη συντάσσεται σε συνεργασία μόνο του Αρχιεπισκόπου και του Αρχιγραμματέα». Όλα αυτά συμβαίνουν σήμερα…
Δεν ξέρω τι έχει να πει για όλα αυτά ο καθηγητής κ. Ι. Κονιδάρης, ο οποίος είχε γράψει στο ΒΗΜΑ, στις 30 Μαρτίου 2008:
«Κοινή διαπίστωση αποτελεί ότι τις τελευταίες δεκαετίες έχει επέλθει στρέβλωση του επισκοποσυνοδικού πολιτεύματος της Εκκλησίας, με τη μεταβολή του σε αρχιεπισκοποκεντρικό. Τούτο εκδηλώνεται κυρίως με την εκλογή στους μητροπολιτικούς θώκους των εκλεκτών του εκάστοτε Αρχιεπισκόπου, με παντελή παραγνώριση, αν όχι περιφρόνηση, του αισθήματος και του φρονήματος της Εκκλησίας, του κλήρου και του λαού του Θεού. Με τον τρόπο αυτόν κλονίζονται τα θεμέλια της Ορθόδοξης εκκλησιολογίας και του συνοδικού συστήματος και η εκλογή των Αρχιερέων καταντά τελικώς εμπαιγμός του Αγίου Πνεύματος».
Ευθύνη για την έλλειψη συνοδικότητας έχουν και οι Αρχιερείς, μέλη της Ιεραρχίας της Εκκλησίας της Ελλάδος. Γι’ αυτό το θέμα εκτενέστερα θα γράψω προσεχώς. Εκείνο που σήμερα σημειώνω είναι πως ο Κανόνας επί του οποίου βασίζεται το συνοδικό σύστημα είναι ο 34ος των Αγίων Αποστόλων. Οι επίσκοποι κάθε έθνους δεν κάνουν τίποτε παραπάνω χωρίς τη γνώμη του Πρώτου ανάμεσά τους, αλλά ούτε ο Πρώτος κάτι ο,τιδήποτε χωρίς τη γνώμη όλων. Όταν λοιπόν αδρανοποιείται ή εκχωρείται το δικαίωμα αυτό των Αρχιερέων και δεν συμμετέχουν ενεργά στη λειτουργία της Εκκλησίας πάσχει η συνοδικότητα Της.
Του Γιώργου Ν. Παπαθανασόπουλου