Καθοριστικός για τη λειτουργία του Συνοδικού θεσμού είναι ο ρόλος των Επισκόπων. Όλοι οι επαρχιούχοι επίσκοποι έχουν βασικό καθήκον όχι μόνο να φροντίζουν ποιμαντικά το ποίμνιο της επισκοπής τους, αλλά να συμμετέχουν ενεργά στη ζωή της Τοπικής τους Εκκλησίας και να λαμβάνουν μέρος στις Συνοδικές συνεδρίες. Η αδικαιολόγητη απουσία, ή η άρνηση συμμετοχής τους στις αποφάσεις της Συνόδου αποτελεί σοβαρότατο κανονικό αδίκημα. Πολλοί Κανόνες το επισημαίνουν. Μεταξύ αυτών ο 40ός Κανόνας της Συνόδου της Λαοδικείας: «Οι επίσκοποι δεν πρέπει να περιφρονούν τη σύνοδο, αλλά να πηγαίνουν και να διδάσκουν ή να διδάσκονται για την προκοπή των πιστών και των άλλων. Αν κάποιος (επίσκοπος) περιφρονήσει (τη σύνοδο) θα προκαλέσει κατηγορία εναντίον του εαυτού του…».
Η συμμετοχή του κάθε επισκόπου στη ζωή της τοπικής Εκκλησίας είναι καθήκον και δικαίωμα του και δεν φαλκιδεύεται από τις διάφορες μορφές που λαμβάνει κατά καιρούς ο τύπος της συνόδου (διαρκής, ενδημούσα, επαρχιακή). Επομένως είναι λανθασμένη η αντίληψη ότι τον καιρό που δεν συμμετέχει στη Διαρκή Σύνοδο λ.χ. ο επίσκοπος δεν έχει ευθύνη και δεν ασχολείται με τα κοινά ζητήματα της Εκκλησίας. Λανθασμένη είναι και η αντίληψη ότι όταν συμμετέχει στη ΔΙΣ ασχολείται με τα θέματα της Εκκλησίας μόνο όταν αυτή συνεδριάζει. Στην Εκκλησία της Ελλάδος φερ’ ειπείν η ΔΙΣ συνεδριάζει, κατά μέσον όρο, τρεις ημέρες το μήνα. Είναι λοιπόν λάθος ο Συνοδικός αρχιερέας τις υπόλοιπες 27 ή 28 ημέρες να αφήνει την ευθύνη των αποφάσεων στον Πρόεδρο της ΔΙΣ, ή - το χειρότερο – στον Αρχιγραμματέα Της, που τυπικά παίρνει την έγκριση του Προέδρου, και να καλείται εκ των υστέρων να εγκρίνει τις πράξεις τους, που ήδη έχουν συντελεσθεί… Η ευθύνη του δεν μεταβιβάζεται, ούτε εκχωρείται. Οι παλαιοί Μητροπολίτες – Θεσσαλονίκης, Φιλίππων, Σπάρτης και άλλοι – έχουν πικρή εμπειρία της τακτικής αυτής και βεβαίως όλοι οι νεότεροι, που έχουν περάσει από τη ΔΙΣ. Το έλλειμμα στην πληροφόρηση των Μητροπολιτών το είχε επισημάνει ο σημερινός Αρχιεπίσκοπος, ως Μητροπολίτης Θηβών, χωρίς πάντως τίποτε να αλλάξει όταν ο ίδιος κατέστη Πρόεδρος της Ιεράς Συνόδου…
Στην εποχή μας δεν δικαιολογείται από τους Μητροπολίτες – μέλη της Ιεραρχίας καμία άγνοια των θεμάτων που έρχονται στην Ιερά Σύνοδο. Σε όλα θα έπρεπε να είναι πλήρως ενημερωμένοι και σε όλα να έχουν άποψη. Υπάρχει κάτι ακόμη. Λαμβάνονται αποφάσεις από την Ιεραρχία, οι αποφάσεις πηγαίνουν στην ΔΙΣ, αυτή τις παραπέμπει στις Συνοδικές Επιτροπές και εκεί ξεχνιούνται…. Αν κάποιος Μητροπολίτης ζητήσει να πληροφορηθεί το πού βρίσκεται η υλοποίηση κάποιας απόφασης της Ιεραρχίας ενημερώνεται ότι δεν έχει ολοκληρωθεί η διαδικασία στην Επιτροπή… Έτσι οι αποφάσεις της Ιεραρχίας μένουν να υλοποιηθούν στις ελληνικές καλένδες.(Σημ. Όπως είναι γνωστό «ελληνικές καλένδες» δεν υπάρχουν). Η σκέψη ότι όποια απόφαση κι αν παρθεί στην Ιεραρχία πρακτικά δεν προχωρεί, είναι φυσικό, να προκαλεί σε Μητροπολίτες απογοήτευση και να τους ωθεί σε παθητική στάση, αν και θάπρεπε μέχρι τέλους να επιμένουν, μέσα στις γνωστές τους δυσκολίες και αντιξοότητες, να υλοποιούνται τα όσα αποφασίστηκαν στην Ιεραρχία. Μια άλλη τακτική στη Σύνοδο είναι πως όταν κάποιος Μητροπολίτης θέτει σ’ αυτήν ένα θέμα, να τον διαβεβαιώνουν μεν ότι «ορθώς ομιλεί», αλλά να λαμβάνει μιαν αόριστη υπόσχεση ότι στο μέλλον (στις ελληνικές καλένδες δηλαδή) ο ίδιος θα αναλάβει να εισηγηθεί το θέμα που έθεσε στην Ιεραρχία…
Οι εισηγήσεις θεμάτων στην Ιεραρχία και στην ΔΙΣ είναι άλλο ζήτημα. Συνήθως συζητούνται θέματα που δεν θα προκαλέσουν διχοστασία στην Ιεραρχία. Δεν έρχονται ζητήματα, όπως, μεταξύ άλλων:
- Τα όσα κατά καιρούς έχουν λεχθεί από Μητροπολίτες για τη στάση του Φαναρίου έναντι του Πάπα,
- Η πορεία του Παγκοσμίου Συμβουλίου των Εκκλησιών και του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου των Εκκλησιών και την σ’ αυτά τα προτεσταντικά κατασκευάσματα θέση της Εκκλησίας της Ελλάδος,
- Τα καυτά ζητήματα της επικαιρότητας, όπως η ταυτόχρονη τέλεση των μυστηρίων γάμου και βάπτισης και η μείωση των θρησκευτικών γάμων.
- Το μάθημα των θρησκευτικών στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση,
- Το πόθεν έσχες των αρχιερέων, των συγγενών τους καθώς και των κληρικών και λαϊκών που είναι στελέχη σε ΜΚΟ της Εκκλησίας και σε οργανισμούς, ιδρύματα, υπηρεσίες που διαχειρίζονται το ιερό χρήμα.
- Η εκκλησιαστική δικαιοσύνη, που είναι απαρχαιωμένη.
Τέτοια ζητήματα δεν θέλουν επισταμένη μελέτη, αποφάσεις περί του πρακτέου και υλοποίηση, μαζί με ενημέρωση του πιστού λαού; Αν λ.χ. η μόδα των ταυτόχρονων γάμων και βαπτίσεων πλέον κυριαρχεί και η Εκκλησία την αποδέχεται «εφαρμόζοντας την οικονομία, για να μην απομακρύνει από Αυτήν τα νέα ζευγάρια», τότε δεν πρέπει να ληφθεί μια απόφαση αλλαγής των όσων λέγονται στο Μέγα Μυστήριο του Γάμου;… Για να μην κοροϊδεύονται όλοι και να παύσουν τα ειρωνικά χαμόγελα όταν ακούγονται οι ευχές…
Το καθήκον του επισκόπου είναι να έχει ιδία αντίληψη και υπεύθυνη προσωπική άποψη επί όλων των θεμάτων, που απασχολούν την Εκκλησία. Ιδιαίτερα πρέπει να έχει άποψη στις εκλογές Μητροπολιτών, από τις οποίες και εξαρτάται η πνευματική πορεία μιας Μητρόπολης για πολλά χρόνια. Αυτό που ακούστηκε από νεοχειροτονηθέντα Μητροπολίτη, ότι δίδει «εν λευκώ το σύμψηφο στον Αρχιεπίσκοπο για όποια απόφαση και αν λάβει» ήταν αυτοκατάργησή του, την ώρα μάλιστα της χειροτονίας του… Φυσικά καθόλου υπεύθυνη δεν είναι η στάση όσων Μητροπολιτών ακολουθούν χωρίς βάσανο, τη θέληση του Αρχιεπισκόπου στις εκλογές και στις άλλες επιλογές του, όταν μάλιστα του το δηλώνουν, προσφέροντας του έτσι εκδούλευση… Παράδειγμα της ζημίας που προκαλεί η μη γνώση των θεμάτων και η χωρίς βάσανο αποδοχή των προτάσεων που τίθενται στην Ιεραρχία είναι η με συντριπτική πλειονοψηφία απόφασή της να συμμετάσχει η Εκκλησία στην αύξηση του κεφαλαίου της Εθνικής Τράπεζας, που Της προκάλεσε οικονομική καθίζηση!...
Ευθύνη για το Σώμα της Εκκλησίας έχουν και οι ιερείς. Δυστυχώς και παρά τους Κανόνες της Εκκλησίας συν τω χρόνω έχει μεγαλώσει η απόσταση του βαθμού του Επισκόπου από αυτόν του ιερέως, γι’ αυτό και αρκετοί άγαμοι πρεσβύτεροι μετά μανίας επιδιώκουν την προαγωγή τους... Όμως οι ιερείς έχουν τον τρόπο να παρεμβαίνουν θετικά στο έργο της Εκκλησίας. Αυτό το επιτυγχάνουν πολλοί με το έργο που επιτελούν στην ενορία τους και αποτελεί παράδειγμα και έλεγχο για τους αδρανείς επισκόπους και με την παρρησία τους στα όσα τεκταίνονται στην Εκκλησία, έστω κι αν αυτό τους στοιχίζει. Τον Χριστό κοιτάζουν και όχι τα γήινα. Από την άλλη πλευρά δυσάρεστη εντύπωση προκαλεί και η τα τελευταία χρόνια αφωνία των Αγιορειτών πατέρων, κληρικών και μοναχών, που, κατά τη μοναστική παράδοση, ουδέν έχουν να χάσουν κηρύσσοντες την Ορθόδοξη Πίστη τους. Ή μήπως έχουν να χάσουν;…
Τέλος και οι λαϊκοί έχουν θέση και θάπρεπε να έχουν λόγο στη ζωή της Εκκλησίας. Αλλά αν η απόσταση μεταξύ Επισκόπου και ιερέα είναι μεγάλη αυτή μεταξύ Επισκόπου και λαϊκού στοιχείου είναι ιλιγγιώδης. Υπάρχουν δυστυχώς Επίσκοποι και ιερείς που νομίζει κανείς ότι διακατέχονται από «αγοραφοβία» (φόβο της αγοράς, φόβο των πιστών). Είναι απρόσιτοι, δεν συμμετέχουν παρά αφ’ υψηλού σε εκδηλώσεις, δεν μιλάνε στους πιστούς, δεν τους γνωρίζουν. Μένουν στους κληρικούς και λαϊκούς που τους περιβάλλουν και συνήθως τους κολακεύουν.
Οι λαϊκοί πιστοί είχαν αποφασιστικό ρόλο στην πορεία της Εκκλησίας και στη διαφύλαξη της Ορθοδόξου Πίστεως. Στην Α΄ Οικουμενική Σύνοδο «συμπαρήσαν άνδρες διαλέξεων έμπειροι εκείνοις (τοις επισκόποις) βοηθείν λόγοις σπουδάζοντες». Μετά την ψευδοσύνοδο Φεράρας – Φλωρεντίας οι πιστοί, μαζί με τον Άγιο Επίσκοπο Μάρκο τον Ευγενικό και μερικούς ακόμα κληρικούς και μοναχούς διατήρησαν την Ορθόδοξη Πίστη έναντι της ενωτικής εξουσίας. Όταν οι ιταλικές αρχές επιδίωξαν να αυτονομηθούν οι Μητροπόλεις της Δωδεκανήσου από το Οικουμενικό Πατριαρχείο, αυτό ζήτησε να διεξαχθεί δημοψήφισμα για να εκφραστούν οι Δωδεκανήσιοι αν δέχονται την απόφασή τους.
Ο σημερινός Αρχιεπίσκοπος, ως Μητροπολίτης Θηβών, στην ερώτηση: «Κάποιοι χαρακτηρίζουν μεσαιωνικό το να συνεχίζει να συνεδριάζει η Ιερά Σύνοδος κεκλεισμένων των θυρών. Μήπως θα πρέπει να υπάρξει διαφάνεια; Να ανοίξουν οι πόρτες των συνεδριάσεων στον κόσμο;» είχε απαντήσει: «Υπάρχει σχετική πρόταση και, κατά την άποψή μου, αν όχι όλες, πολλές συνεδριάσεις θα έπρεπε να είναι ανοικτές. Θα μπορούσαν από το υπερώο της αίθουσας να παρίστανται και παρατηρητές»… Σήμερα οι πιστοί πληροφορούνται μόνον ό, τι ελάχιστο δημοσιεύει ή διοχετεύει η Ιερά Σύνοδος και είναι υποχρεωμένοι να έχουν ένα παθητικό ρόλο στη ζωή της Εκκλησίας.
Του Γιώργου Ν. Παπαθανασόπουλου