Ο Απόστολος Παύλος, για παράδειγμα, είχε ως σκοπό της ζωής του να κερδίσει το Χριστό, σύμφωνα με τα λόγια του, « αλλά μενούνγε και ηγούμαι πάντα ζημίαν είναι διά το υπερέχον της γνώσεως Χριστού Ιησού του Κυρίου μου, δι' ον τα πάντα εζημιώθην, και ηγούμαι σκύβαλα είναι ίνα Χριστόν κερδήσω »(Φιλ. γ’, 8). Μάλιστα δε αυτόν τον σκοπό τον πέτυχε, σύμφωνα πάλι με τα λόγια του, « ζω δε ουκέτι εγώ, ζη δε εν εμοί Χριστός » (Γαλ. β’, 20). Δε λέει για τον εαυτό του ότι είχα σκοπό στη ζωή μου να γίνω άγιος και τώρα τον πέτυχα, γιατί έγινα άγιος. Μιλάει βέβαια για τον αγιασμό, αλλά τον αγιασμό τον θέτει ως αναγκαία προϋπόθεση για να δει κανείς τον Κύριο, όπως φαίνεται από τα εξής λόγια του, « Ειρήνην διώκετε μετά πάντων, και τον αγιασμόν, ου χωρίς ουδείς όψεται τον Κύριον »( Εβρ. ιβ’, 14). Ένας όμως που λέει ότι έχει ως σκοπό στη ζωή του να γίνει άγιος, αν γίνει, θα πρέπει να πει, τώρα πέτυχα το σκοπό μου, γιατί έγινα άγιος.
Ασφαλώς εδώ θα πει κάποιος ότι, το ότι το να κερδίσει κανείς το Χριστό είναι ο σκοπός του και ο αγιασμός προϋπόθεση, αυτό εννοείται. Γιατί όμως να αποκρύβεται και να εννοείται ο πραγματικός σκοπός που είναι ο Χριστός; Γιατί να ονομάζεται σκοπός η προϋπόθεση του σκοπού, δηλαδή ο αγιασμός; Υπάρχει κάποιος λόγος; Είναι σωστό να έχει κανείς ως σκοπό τον αγιασμό και όχι τον αγιάζοντα αυτόν, αφού, « ο τε γαρ αγιάζων και οι αγιαζόμενοι εξ ενός πάντες »(Εβρ. β’, 11);
Αυτός είναι σαν να ακούει στην πόρτα της καρδιάς του το Χριστό να λέει, « ιδού έστηκα επί την θύραν και κρούω· εάν τις ακούση της φωνής μου και ανοίξη την θύραν, και εισελεύσομαι προς αυτόν και δειπνήσω μετ' αυτού και αυτός μετ' εμού »(Απ. γ’, 20), και αντί να πει, έλα Κύριε Ιησού Χριστέ, « έρχου, Κύριε Ιησού» (Απ. κβ’, 20), του λέει, δώσε μου το φαγητό να φάω μόνος μου ή με την παρέα που έχω στην καρδιά μου, και εσύ συνέχισε να χτυπάς την πόρτα. Αυτός θυμίζει τον άσωτο υιό ο οποίος ήθελε την περιουσία και όχι την παρουσία του Πατέρα μέχρι που τον έκοψε η πείνα και έκανε αυτό που έκανε.
Αν λοιπόν δεν έχει κανείς σκοπό να γνωρίσει τον « μόνον Άγιον και τον μόνον Κύριον Ιησούν Χριστόν », δε μπορεί να γίνει άγιος. Τους αγίους της Εκκλησίας τους ανέδειξε ο Θεός, επειδή αγάπησαν το Χριστό σύμφωνα με τα λόγια Του, « αυτός γαρ ο πατήρ φιλεί υμάς, ότι υμείς εμέ πεφιλήκατε, και πεπιστεύκατε ότι εγώ παρά του Θεού εξήλθον »( Ιω. ιστ’, 27). Πάντως, αν κάποιος έχει ως σκοπό στη ζωή του να γίνει άγιος, καλό έργο επιτελεί, αλλά αν έχει υπ’ όψη του και τα παραπάνω, θα το επιτελέσει καλλίτερα.
του Ιωάννη Δήμου
από την ιστοσελίδα του: www.sostikalogia.com