Ζωηφόρος

Φθινοπωρινό Συναξάρι τόμος Α΄, του π. Ανανία Κουστένη,

Rate this item
(0 votes)

Φθινοπωρινό Συναξάρι

τόμος Α΄

του Αρχιμανδρίτη π. Ανανία Κουστένη

 

τόμος Α΄ Εκδόσεις Ακτή, Λευκωσία 2008

Περιεχόμενα

ΦΘΙΝΟΠΩΡΙΝΟ ΣΥΝΑΞΑΡΙ 1-12 Σεπτεμβρίου        6

1η Σεπτεμβρίου  7

Σύναξη της Παναγίας των Μιασηνών        7

Άγιος Συμεών ο Στυλίτης 8

Ιησούς του Ναυή            8

Διάκονος Αμμούν και οι Σαράντα Παρθένες           9

2 Σεπτεμβρίου    9

Άγιος Μάμας      9

Άγιος Ιωάννης   ο νηστευτής       9

3 Σεπτεμβρίου    11

Άγιος Άνθιμος    11

Αγία Βασίλισσα  11

4 Σεπτεμβρίου    12

Άγιος Βαβύλας   12

Μάρτυς Βαβύλας            12

Προφήτης Μωυσής         13

Αγία Ερμιόνη      13

5 Σεπτεμβρίου    14

Προφήτης Ζαχαρίας        14

6 Σεπτεμβρίου    15

Θαύμα Αρχαγγέλου Μιχαήλ εν Χώναις      15

7 Σεπτεμβρίου    16

Άγιος Σώζων      16

8 Σεπτεμβρίου    16

Γενεσιον   της Θεοτόκου 16

Διήγησις περί αγάπης πάνυ ωφέλιμος       17

9 Σεπτεμβρίου    19

Ιωακείμ   και Αννης        19

Άγιος Σεβηριανός           19

10 Σεπτεμβρίου  19

Αγίες Μηνοδώρα, Μητροδώρα, Νυμφοδώρα          19

Μάρτυς Βαρυψαβάς        20

Αγία Πουλχερία  20

11 Σεπτεμβρίου  22

Αγία Θεοδώρα η εν Αλεξάνδρεια  22

Άγιος Ευφρόσυνος   ο μάγειρας   23

12 Σεπτεμβρίου  24

Άγιος Ίερομάρτυς Αυτόνομος      24

Άγιος Ιουλιανός   ο Γαλάτης        25

Εισαγωγή 13- 19 Σεπτεμβρίου      25

13 Σεπτεμβρίου  26

Εγκαίνια του ναού της Αναστάσεως του Χριστού   26

Άγιος Κορνήλιος ο εκατόνταρχος 26

14 Σεπτεμβρίου  27

Ύψωση του   Τιμίου Σταυρού       27

Αγία Πλακίλλα   28

Άγιος Μάρτυς Πάπας       29

15 Σεπτεμβρίου  29

Μεγαλομάρτυς Νικήτας   29

Άγιος Πορφύριος ο από μίμων      30

Άγιος Φιλόθεος  31

Άγιος Συμεών     31

16 Σεπτεμβρίου  32

Αγία Ευφημία     32

Αγία Μελιτινή     33

17 Σεπτεμβρίου  33

Αγία Σοφία         33

Αγία Πίστη         34

Αγία Ελπίδα       34

Αγία Αγάπη        34

Αγία Αγαθόκλεια            35

Αγία Θεοδότη     35

18 Σεπτεμβρίου  36

Άγιος Ευμένιος   36

Αγία Αριάδνη     36

19 Σεπτεμβρίου  36

Άγιος Σαββάτιος 36

Άγιοι Τρόφιμος   και Δορυμεδων  36

ΦΘΙΝΟΠΩΡΙΝΟ ΣΥΝΑΞΑΡΙ 20- 26 Σεπτεμβρίου     37

20 Σεπτεμβρίου  37

Άγιος Ευστάθιος 37

21 Σεπτεμβρίου  39

Απόδοση της Ύφώσεως του Τιμίου Σταυρού          39

Άγιος Ίωνας       40

22 Σεπτεμβρίου  42

Άγιος Φωκάς      42

Άγιος Φωκάς ο κηπουρός           43

23 Σεπτεμβρίου  44

Σύλληψις Ιωάννου του Προδρόμου          44

Αγίες Ξανθίππη   και Πολυξένη   44

24 Σεπτεμβρίου  45

Αγία Θέκλα        45

Άγιος Κόπρις      46

Άγιος Σιλουανός 46

25 Σεπτεμβρίου  47

Αγία Ευφροσύνη            47

26 Σεπτεμβρίου  48

Μετάσταση Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου            48

Εισαγωγή: 27 Σεπτεμβρίου - 3 Οκτωβρίου 49

27 Σεπτεμβρίου  49

Άγιος Καλλίστρατος        49

28 Σεπτεμβρίου  51

Άγιος Χαρίτων    51

Προφήτης Βαρούχ          52

29 Σεπτεμβρίου  52

Άγιος Κυριάκος  52

Άγιος Γοβδελαα  55

30 Σεπτεμβρίου  55

Άγιος Γρηγόριος 55

1η Οκτωβρίου    57

Άγιος Ανανίας    57

Άγιος Ρωμανός ο Μελωδός         57

2 Οκτωβρίου      58

Άγιος Κυπριανός 58

3 Οκτωβρίου      59

Άγιος Διονύσιος ο Αρεοπαγίτης    59

Άγιος Διονύσιος 60

4 Οκτωβρίου      60

Άγιος Ιερόθεος   60

5 Οκτωβρίου      61

Αγία Χαριτίνη     61

Άγιος Κοσμάς     61

6 Οκτωβρίου      63

Άγιος Θωμάς      63

7 Οκτωβρίου      64

Μεγαλομάρτυρες Σέργιος και Βάκχος       64

8 Οκτωβρίου      65

Οσία Πελαγία     65

Οσία Πελαγία η Παρθένος           65

Οσία Ταϊσία       66

9 Οκτωβρίου      66

Άγιος Ιάκωβος   66

Άγιος Ανορόνικος Αγία Αθανασία 67

10 Οκτωβρίου    69

Άγιος Ευλάμπιος Αγία Ευλαμπία    69

ΦΘΙΝΟΠΩΡΙΝΟ ΣΥΝΑΞΑΡΙ 11-17 Οκτωβρίου        70

11 Οκτωβρίου    71

Άγιος Φίλιππος ο διάκονος          71

Άγιος Θεοφάνης ο Γραπτός         72

12 Οκτωβρίου    72

Άγιος Τάραχος   72

Άγιος Πρόβος     73

Άγιος Ανδρόνικος           73

13 Οκτωβρίου    74

Άγιος Κάρπος Άγιος Πάπυλος Άγιος Αγαθόδωρος Αγία Αγαθονίκη    74

14 Οκτωβρίου    75

Άγιος Ναζάριος Άγιος Προτάσιος Άγιος Γερβάσιος Άγιος Κέλσιος     75

Άγιος Κοσμάς ο Μελωδός            76

15 Οκτωβρίου    76

Άγιος Λουκιανός 76

16 Οκτωβρίου    78

Άγιος Λογγίνος  78

17 Οκτωβρίου    79

Προφήτης Ώσηέ 79

Άγιος Ανδρέας ο έν Κρίσει           79

Τέλος    80

ΦΘΙΝΟΠΩΡΙΝΟ ΣΥΝΑΞΑΡΙ 1-12 Σεπτεμβρίου

Η χάρις του Κυρίου μας και η αγάπη της Παναγίας μας και η στοργή του αγίου μας Νεκταρίου μας έφεραν ξανά, πάλι εδώ, στη ζεστή τους αγκάλη. Και τους ευχαριστούμε ολόθερμα και ολόψυχα για το μέγα αυτό καλό. Περνάμε, σεβαστοί μου πατέρες και αγαπημένοι αδελφοί μου, μεγάλες δυσκολίες. Η πατρίδα μας εσταυρωμένη, πονεμένη και καμένη, διέρχεται δύσκολους στιγμάς. Κι εμείς μαζί της. Με τα τελευταία γεγονότα μας έπιασε φόβος και τρόμος, ξαφνιαστήκαμε και παραμενομε ακόμα με κομμένη την ανάσα. Και δεν ξέρομαι τι θα γίνει και τι θα συμβεί εις τη συνέχεια. Γι' αυτό αφηνόμαστε στα χεράκια του Παντοκράτορος. Στην αγκάλη της Παναγίας μας τη στοργική και στη σκέπη και την προστασία και Στην πρεσβεία των αγίων και των αγγέλων. Πρέπει να έχομε θάρρος, να έχομε πίστη και να έχομε και ελπίδα. Να μενομε κοντά στον Κύριο και μέσα στην αγία του Εκκλησία κι ας γίνει ο,τι θέλει. Να μη φοβούμεθα. Τελικά, Εκείνος κυβερνά, ο,τι κι αν κάνουν οι άλλοι. Κι ο,τι κι αν συμβεί και σε μας και στους άλλους, στους αδελφούς μας, θα είναι τελικά καλό για την ψυχή μας και την αιώνια σωτηρία της. Ευχαριστώ και τους πατέρες κι εσάς και το Ίδρυμα, που σήμερα βρεθήκαμε στην πρώτη φθινοπωρινή μας σύναξη, εδώ, που κάνομε κάθε Τετάρτη, μετά την Παράκληση, τον εσπερινό, και που λέμε διάφορα. Φέτος θ' αφιερώσουμε τα κηρύγματα μας στους Βίους των Αγίων. Στα Συναξάρια. Αυτά που γράφουν τα λειτουργικά Μηναία της Εκκλησίας μας και τα διαβάζομε κάθε μέρα στους ναούς μας. Γιατί οι άγιοι είναι οι τέλειοι χριστιανοί. Είναι οι αληθινά πιστοί. Είναι εκείνοι που εφάρμοσαν το ευαγγέλιο στη ζωή τους. Και αποτελεί ο καθένας ένα έμψυχο ευαγγέλιο. το ευαγγέλιο Στην πράξη. Και αυτό είναι που δίνει και σ' εμάς δύναμη και προσπαθούμε να αντιγράφουμε και να μιμούμεθα τους αγίους μας, για να μπορέσουμε κι εμείς, τουλάχιστον, να σωθούμε. Και πάμε, τώρα, στο νέο εκκλησιαστικόν έτος, 1η Σεπτεμβρίου, αρχή της Ινδίκτου. Η Βυζαντινή Εκκλησία επήρε την αρχή του πολιτικού έτους της Ρώμης, που ελεγετο Ινδικτος. Και Ινδικτος σημαίνει ορισμός. Ινδικτος είναι δεκαπεντε χρόνια, που όριζαν την φορολογητέα ύλη οι Ρωμαίοι αυτοκράτορες. Γιατί δεκαπέντε; Γιατί δεκαπέντε ήταν και η θητεία των Ρωμαίων στρατιωτών. Δεκαπεντε χρόνια. Και έγινε, μπήκε αρχικά 23, για το γενεθλιον του Καίσαρος, και μετά πήγε 1η του μηνός Σεπτεμβρίου, για να υπάρχει μια ισορροπία και για λόγους πρακτικούς, δηλαδή. Και έτσι, η Εκκλησία η Ανατολική, έχει την πρωτοχρονιά της, που 'ναι η 1η Σεπτεμβρίου. Γι' αυτό έχει και Ύμνους και αναγνώσματα και όλα τα υπόλοιπα ωραία. Κι ο Πατριάρχης μας καθιέρωσε την ημέρα αυτή ως ημέρα του περιβάλλοντος και πολύ καλά, κάτι γίνεται με το περιβάλλον, που 'ναι δώρον του Χριστού και οφείλομε να το προσέχομε και να μην κάνομε καταχρήσεις. Γιατί ο Κύριος έδωσε στους Πρωτόπλαστους τον Παράδεισο, τον επίγειο Παράδεισο και τους διέταξε να εργάζονται και να τον φυλάσσουν. Έτσι. Η εργασία είναι προπτωτικός νόμος. Μεγάλη υπόθεση και μεγάλη χαρά και προσφέρει και θεραπεία σ' εμάς τους δυσκολεμένους. Και η 1η του μηνός Σεπτεμβρίου έχει και μια άλλη Ιστορία. Κι έναν άλλο ορισμό. Κατ' αυτήν την 1η Σεπτεμβρίου ο Κύριος πήγε στη συναγωγή των Ιουδαίων και πήρε το βιβλίο του Ησαΐα και διάβασε το σημείο που αναφερόταν στον Μεσσία. «Πνεύμα Κυρίου επ εμε, ου είνεκεν εχρισε με, ευαγγελίσασθαι πτωχοίς απεσταλκε με» κλπ. Το διάβασε, λοιπόν, έδωσε στον υπηρέτη το βιβλίο, το 'βαλε στη θέση του, κι ο Χριστός έκαμε την εξήγηση. έκαμε την φοβερή δήλωση και είπε: Όλα αυτά που γράφει αυτό, τώρα συντελούνται μπροστά Στα μάτια σας. Δηλαδή, εγώ είμαι ο ταπεινός και πράος Ιησούς, ο Μεσσίας. Και τους είπε κι άλλα παρηγορητικά και οι Ιουδαίοι τον κοίταζαν. Και θαύμαζαν και για την εξήγηση που έδωσε αλλά και για τα λόγια της χάριτος, που εκπορευόντουσαν απ’' το αγιασμένο στόμα του. Και πολλοί λεγανε απορώντας: «Δεν είναι αυτός ο γυιός του Ιωσήφ;» Κι εκεί σταματάει το Συναξάρι. Η απάντηση είναι ότι αυτός ήταν ο Θεάνθρωπος, ο Μεσσίας. Ο Ιωσήφ ήτανε προστάτης και φύλακας του άχρι καιρού, η δε Παναγία, η μητέρα του, κατά το ανθρώπινο, που τον εγεννησε εκ Πνεύματος Αγίου.

1η Σεπτεμβρίου

Σύναξη της Παναγίας των Μιασηνών

Την ημέρα αυτή, την 1η Σεπτεμβρίου, είναι και η Σύναξη της Παναγίας των Μιασηνών. Γιορτάζει την πρώτη μέρα, δηλαδή, ο αφέντης ο Χριστός, η Κυρά η Παναγία και οι άγιοι, στη συνέχεια. Τι όμορφο που είναι αυτό! Ήταν εκεί στη Μικρασία μια περιοχή και κατά τα χρόνια της Εικονομαχίας μια υπέροχη εικόνα της Παναγίας, που θαυματουργούσε. Οι χριστιανοί και οι κληρικοί φοβήθηκαν, μην την πάρουν και την καταστρέψουν οι Εικονομάχοι και τι κάνανε; «Παναγίτσα μου», λέει, «προστατεψου. Εμείς σε ρίχνουμε στη λίμνη. Στην περιοχή αυτή των Μιασηνών. Σε ρίχνουμε στη λίμνη κι εσύ κανόνισε.» Κι η Παναγίτσα ξεκουράστηκε στη λίμνη, για καιρό, και κρύφτηκε, αυτοπροστατεύθηκε για την ακρίβεια, και ύστερα τι έκανε η Παναγίτσα; μια μέρα βγήκε Στην επιφάνεια και λέει: Ελάτε, να με πάρετε, παιδιά. Εγώ επροστατεύθηκα και φυλάκτηκα.» Κι ήταν η εικόνα, όπως την έριξαν. Παρότι έπεσε στο υγρό στοιχείο, με τις φθορές και τα υπόλοιπα, η Παναγίτσα ενίκησε πάσαν φθοράν, όπως και η Εκκλησία. Και έτσι, την ημέρα αυτή, Έχουμε και την ανάμνηση ενός εμπρησμού. Πάντοτε υπήρχε αυτό το φρούτο και το χρησιμοποιούσαν οι κακοί, θέλοντας να κάψουν και να καταστρέψουν τη γη και τους ανθρώπους και ο,τι άλλο ωραίο και όμορφο. Και συνέβη αυτός ο μεγάλος εμπρησμός Στα χρόνια του αυτοκράτορος Λεοντος του Α', του μακελλη. του αγίου της Εκκλησίας μας. 5ον αιώνα. μη σας λέω χρονολογίες και κουράζεστε. Λοιπόν. Και Επί επτά ήμερες εκαίετο η Κωνσταντινούπολη. Κι άκρη δεν εβρισκαν και τίποτα δεν μπορούσαν να κάνουν. Και λέει το Συναξάριο, έγινε αυτό ένεκα των ανομιών και αμαρτιών μας. Και κρίμασιν οις οίδε Κύριος. το ίδιο ισχύει και σήμερα. Θα περάσει, όμως. Όλα περνάνε και όλα φεύγουν. Ας κάνομε υπομονή. Κι αν φύγει και κανένας άνθρωπος, με τον μαρτυρικό τρόπο, αυτός τυχερός Θα 'ναι. Έτσι απαντάει η Εκκλησία. Ο κόσμος και η λογική και το αίσθημα και το συναίσθημα μας μπερδεύουν, καμιά φορά. Άνθρωποι είμαστε και πονάμε και κλαίμε και πρέπει να κλαίμε, αλίμονο! Ο Χριστός έκλαψε στο μνήμα του Λαζάρου. Αλλά, από 'κεί και πέρα, όλα περνάνε κι όλα φεύγουν κι όλα εξαφανίζονται. Τίποτα δεν μένει σ' αυτή την πλάση. Γι' αυτό να μην στενοχωρούμεθα. Κι η περιουσία μας να καεί, και τα υποστατικά και τα υπάρχοντα μας να μας τα πάρουν, και να μας αδικήσουν και να μας κάψουν και να μας κάνουν ο,τιδήποτε, υπάρχει ο δίκαιος Θεός. το δίκαιο του καθενός, απόλυτο, ακέραιο και ατόφιο, είναι Στα χεράκια του φιλάνθρωπου Χριστού μας. Στα χεράκια εκείνα που τρυπήθηκαν, για τη δική μας σωτηρία. Γι' αυτό, Εκείνον Έχουμε αφέντη, Εκείνον Έχουμε Κύριο, Ε-κείνον Έχουμε αναφορά και προς Εκείνον να πηγαίνομε. Και καμιά φορά, επειδή τον ξεχνάμε, ο Κύριος τι κάνει; Κτυπάει την Κτίση, για να μη κτυπήσει εμάς. Όπως εκαταράστηκε και ξερανε την συκή, για να μην κτυπήσει τη Συναγωγή των Ιουδαίων. Λυπότανε να κτυπήσει τους ανθρώπους και κτύπησε τα κλαράκια. Και τώρα την πληρώνουν και τα κλαράκια, και όχι μόνο, και τα πουλάκια, και την πληρώνουμε κι εμείς και την πληρώνουν και μερικοί, μερικές ψυχούλες που φεύγουν μαρτυρικά, αυτοί είναι τυχεροί, για μας άτυχοι, αλλά για την Εκκλησία και την ψυχή τους τυχεροί. Ας τους αναπαύει ο Χριστός κι ας παρηγορεί τους οικείους και συγγενείς των.

Άγιος Συμεών ο Στυλίτης

Αλλά βλέπω την ώρα να περνάει και πρέπει να κυλάμε, γιορτάζει την 1η Σεπτεμβρίου κι ο άγιος Συμεών ο Στυλίτης. Σαρανταεφτά χρόνια, εκεί κοντά Στην Αντιόχεια, επάνω Στην κολόνα, στον στύλο, κι έκαμε εκεί κολυμβήθρα του Σιλωάμ τον στύλο και τόπο αναφοράς. Έτρεχαν και αυτοκράτορες, ακόμη, και λοιποί, να πάρουν τη συμβουλή του, να πάρουν την ευχή του, να λάβουν το θαύμα του και την οδηγία του. Και Έτσι εκοιμήθη εν Κυρίω αλλά άφησε στη γη την ευχή, τα θαύματα, τις ευλογίες του, και ανέβηκε στον Παράδεισο, αλλά κι από 'κεί δεν μας άφησε ο άγιος Συμεών, καθώς και όλοι οι άγιοι, που έρχονται κάτου και είμαστε ανάμεσα στους αγίους. Εν ταις λαμπρότησι των αγίων. Ανάμεσα στους αγγέλους. Κι ανάμεσα στις ψυχές και Στα πνεύματα των δικαίων. Στην Εκκλησία δεν είμαστε ποτέ, μα ποτέ μόνοι. Κι εδώ ζούμε όλοι μαζί, και οι ορατοί και οι αόρατοι, κι όταν φεύγουμε για την άλλη πλάση, έρχεται ολόκληρος ο ουρανός και μας παραλαβαίνει. Στην Εκκλησία δεν υπάρχει μοναξιά. Αν υπάρχει ανθρώπινη μοναξιά, είναι τυπική μοναξιά και εξωτερική μοναξιά, η οποία περνάει. Αλλά, άμα Έχουμε τη χάρη του Χριστού και τις ευχές των ανθρώπων και των αγίων και των αγγέλων και της Κυρίας Θεοτόκου, τότε έχομε συντροφιά μεγάλη. Άλλωστε, Εκκλησία τι σημαίνει; Το μαζί. Είναι καλόν και τερπνόν το συνείναι Χριστώ, το να είμαστε μαζί με τον Χριστό, την Παναγιά και τους αγίους και τους αγγέλους και με τα πνεύματα και τις ψυχές των δικαίων.

Ιησούς του Ναυή

Γιορτάζει, ακόμη, 1η Σεπτεμβρίου, και ο μεγάλος Ιησούς του Ναυή. Είναι η κοίμηση του. Η ημέρα της θανής του. Της μεταστάσεώς του, της ψυχής του, δηλαδή, στον ουρανό. Είναι ο διάδοχος του μεγάλου Μωύσεως, που παρέλαβε κι έφερε στη Γη της Επαγγελίας τους Εβραίους. Ενίκησε τους εκεί εχθρούς και χώρισε σε δώδεκα κομμάτια τη Γη της Επαγγελίας και την παρεδωκε στις δώδεκα φυλές του Ισραήλ. Νίκησε Στην Ιεριχώ τους εχθρούς, γκρέμισε τα τείχη, είδε μπροστά Στα τείχη και στην είσοδο της πόλης, ποιόν λέτε; τον Αρχάγγελο Μιχαήλ. Κι όταν ο Αρχάγγελος του είπε, ότι είναι Αρχάγγελος της παρατάξεως Κυρίου, τότε ο Ιησούς του Ναυη πέταξε τα όπλα του και προσκύνησε τον Αρχάγγελο του Θεού. Και καθώς πολεμούσε τους φοβερούς Σαμωραίους και δεν του έφτανε η μέρα, παρεκάλεσε τον Κύριο και του είπε: «Στήτω ήλιος κατά Γαβαών και η σελήνη κατά φάραγγα Αιλών.» Να σταθεί, Κύριε, με τη δύναμη σου, ο ήλιος στο βουνό των Γαβαών και η σελήνη να μείνει Στην κοιλάδα του Αιλών. Σταμάτησε, δηλαδή, τα στοιχεία της φύσεως. Και τώρα οι επιστήμονες, που πάνε στο παρελθόν και ερευνούν πολλά, βρήκαν μια ημέρα να είναι μεγαλύτερη από τις άλλες, κατά μία η δυο ώρες. Κι αυτό είναι ακριβώς το θαύμα, που έκανε, με την παντοδυναμία του Κυρίου, ο Ιησούς του Ναυη. Και στη συνέχεια κυβέρνησε με αντρειοσύνη και γενναιότητα τον λαό του Ισραήλ κατά τον καλύτερο τρόπο. Και ανεπαύθη σε ηλικία 110 ετών. Ο μεγάλος και σπουδαίος αυτός ηγεμών, ηγέτης του Ισραήλ.

Διάκονος Αμμούν και οι Σαράντα Παρθενες

Έχουμε και τον διάκονο Αμμούν και τις σαράντα παρθένες, των οποίων εκείνος υπήρξε διδάσκαλος. Ήταν από την Αδριανούπολη, την ανατολική Θράκη, και μαρτύρησαν, δεν μπορώ να πω πολλά, Στα χρόνια του Λυκινίου. 308-323 μ.Χ. Κι έχομε σαράντα ονόματα, που γιορτάζουν τόσες ψυχές. Ουρανία, Αδαμαντία και όλα τ' άλλα, και ο διάκονος Αμμούν. Τους αποκεφάλισε ο φοβερός Λικίνιος.

Περιεχόμένα

2 Σεπτεμβρίου

Άγιος Μάμας

Αλλά να πάμε τώρα, γιατί πέρασε η ώρα, να πάμε τώρα στη δεύτερη ημέρα του Σεπτεμβρίου. Δύο του μηνός. Γιορτάζει ο άγιος μεγαλομάρτυς Μάμας και για την ακρίβεια παιδομάρτυς. Από τη Γάγγρα της Παφλαγονίας του Πόντου. Οι γονείς του, χριστιανοί όντες, μπήκαν, τους έβαλαν, στη φυλακή. Κι εκεί η μητέρα του, που 'ταν επίτοκος, τον εγεννησε. Οι γονείς του, όμως, σε λίγο πέθαναν από τα μαρτύρια και τις κακουχίες. τον ανέθεσαν σε μια χριστιανή, την οποίαν εκείνος εφώναζε μάμα. Μαμά. Μητέρα. Και τον ονόμασαν Μάμαντα. Ηχοποίητο. Λοιπόν. Και Στα δεκαπέντε του χρόνια οδηγήθηκε στο μαρτύριο. τον εράβδισαν ανηλεώς, χωρίς λύπηση, δηλαδή, και έλεος, και του κρέμασαν μια σιδερένια σφαίρα απ’ τον λαιμό, και τον έριξαν στη θάλασσα. Ο Κύριος, όμως, τον έσωσε. τον έβγαλε στη στεριά, σ' ένα σπήλαιο. Κι εκεί ο άγιος ζούσε με τα ελάφια, πίνοντας απ' το γάλα τους αρκετόν καιρό. τον βρήκαν, όμως, οι είδωλολάτραι και τον υπέβαλαν σε φοβερά και μεγάλα βασανιστήρια. τον έριξαν Στην κάμινο να καεί και δεν εκάη. του έκαναν και άλλα φοβερά και τίποτε δεν έγινε. Στο τέλος ο τύραννος, με μια τρίαινα, τον κάρφωσε και τον εφόνευσε.

Άγιος Ιωάννης   ο νηστευτής

Γιορτάζει κι ένας πολύ πολύ μεγάλος άγιος, 2 Σεπτεμβρίου. Ο άγιος Ιωάννης ο νηστευτής, πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως. Μέχρι την εποχή του, τον 6ο αιώνα, οι επικεφαλής της Εκκλησίας Κωνσταντινουπόλεως είχαν τον τίτλο του αρχιεπισκόπου. Όπως λέμε «του εν αγίοις πατρός ημών Ιωάννου αρχιεπισκόπου Κωνσταντινουπόλεως του Χρυσοστόμου». Το λεμε ακόμη. Από τον Ιωάννη κι εδώθε, εδόθη ο τίτλος «πατριάρχης». Οικουμενικός πατριάρχης.» Σήμερα μπορεί να ενοχλεί κάποιους, άλλα τι να κάνομε; Αυτή είν' η ιστορία μας. Κι αύτη είν' η Εκκλησία μας. Αυτά δεν αλλάζουν ποτέ. Ήτανε σπουδαίος. "Ήτανε χαράκτης. Χειρώναξ. Και είχε μεγάλη αρετή. Από λαϊκός που ήτο εφαίνετο πόσο μεγάλος θα γίνει. τον ετιμούσαν όλοι και τον παρακαλούσαν όλοι να γίνει κληρικός. Και έγινε στο τέλος μοναχός και διάκονος και πρεσβύτερος. Δεν ήθελε, όμως, να γίνει πατριάρχης. τον παρακαλούσαν, και τότε, όπως λέει το Συναξάριο, τον φοβέρισε ο ουρανός. Και του είπε: Αν δεν γίνεις, θα υποστείς πολλά. Θα σε ρίξομε στη θάλασσα και στη φωτιά». Και έγινε. Κι εποίμανε την Εκκλησία της Κωνσταντινουπόλεως 13 χρόνια. Από το 582 μέχρι το 595. Επί Μαυρικίου αυτοκράτορος. Και τότε κρατούσε στα χερια του, όχι μόνο την Κωνσταντινούπολη και την αυτοκρατορία, άλλα και την οικουμενη ολόκληρη. Τόσο ενάρετος ήτο. Και Στα δεκατριάμισυ χρόνια που επατριάρχευσε, έκαμε τι; Τρία πράγματα: Νηστεία, αγρυπνία, προσευχή. Νήστευε τόσο πολύ, που κανείς άλλος δεν είχε νηστεύσει, όπως ο άγιος. Γι' αυτό και απεκλήθη και νηστευτής, όπως ακούσαμε. Δεν έτρωγε τίποτε σχεδόν. Λίγο πεπόνι, κανένα σύκο, αν υπήρχε, λίγο σταφύλι, και εκοιμάτο ελάχιστα. Και 'Έτσι, με την προσευχή, τη νηστεία και την αγρυπνία του, έβγαζε δαιμόνια, έδιωχνε τους εχθρούς απ’' την Κωνσταντινούπολη και απ’' όλα τα μέρη της αυτοκρατορίας, με τη χάρη και τη δύναμη του. Και εθαυματουργούσε. Θεράπευε, ακόμα, και τυφλούς. Όπως έναν ηγεμόνα εκεί της Κωνσταντινουπόλεως, επικεφαλής, θα λέγαμε, τον υπουργό των οικονομικών, σήμερα, τον μετέλαβε κι ήταν τυφλός και λέει την ώρα που του μετέδιδε το Άγιον Σώμα και Αίμα: «Κύριε, Εσύ που εθεράπευσες τον εκ γενετής τυφλό, θεράπευσε κι αυτό τον δούλο Σου, που τώρα σε μεταλαμβάνει». Και τι έγινε; Άνοιξαν τα μάτια του ανθρώπου, καθώς έπαιρνε το Άγιον Σώμα και Αίμα του Χριστού! Αύτη είν' η πίστη μας! Αύτη είν' η Εκκλησία μας! Αύτη είν' η χάρη του Θεού! Για να μην λέμε πολλά, γιατί είναι πολύ μεγάλος ο βίος του αγίου, εμείς εδώ απλά ανάβουμε φωτιές, για να πάτε να βρείτε περισσότερα, και κάνομε νύξεις, ανοίγουμε την πείνα δηλαδή, νυγμούς πείνας, εκοιμήθη ο άγιος 2 Σεπτεμβρίου του 595 μ.Χ. Και καθώς προσκυνούσαν το λείψανο του, την ώρα της κηδείας του, πήγε και ο έπαρχος της Κωνσταντινουπόλεως, ο έπαρχος της πόλεως, μεγάλη θέση, σπουδαία, Νείλος ονόματι. Και προσκύνησε, δηλαδή ασπάσθηκε, αυτό σημαίνει προσκύνησε, τον ασπάσθηκε τον Άγιο. Κι ο άγιος τι έκανε; Σήκωσε το κεφαλάκι του και του ανταπέδωσε τον ασπασμό. Κανείς δεν είναι πεθαμένος. Γι' αυτό να μην φοβούμεθα. Για τον Θεό ζούνε όλοι. Επέτρεψε ο Θεός και η ψυχή μπήκε πάλι και σηκώθηκε. Αυτό είναι! Αυτό που περιμένουν τα λείψανα μας, Στα κοιμητήρια και οπουδήποτε, και καμένα να 'ναι κι ο,τιδήποτε, δεν χάνεται τίποτα από τη φύση, έλεγε και ο Μπιφφόν, περιμενουνε την ψυχή να μπει. Και λοιπόν, και τον ασπάσθηκε και 'κεί του 'πε και κάτι στ' αυτί, που ποτε εκείνος δεν το ανακοίνωσε. Κι όλοι το είδαν αυτό και θαύμασαν και είπαν: «Τι θρησκεία έχομε!» Κι εδόξασαν τον Θεό. Έθαψαν τον Άγιο στον ναό των αγίων Αποστόλων, στο Ιερό Βήμα, και τον είχαν προστάτη, όπως και σήμερα, στους αιώνες τον έχει κι η αγία μας Εκκλησία. τον Άγιο Ιωάννη τον νηστευτή, τον πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως. Ας Έχουμε κι εμείς την ευχή του, ας προστατεύει και τη Βασιλεύουσα, ας προστατεύει και την οικουμένη, ως οικουμενικός εκείνος πρώτος πατριάρχης, σπουδαίος και μεγάλος.

3 Σεπτεμβρίου

Άγιος Άνθιμος

Και πάμε στις 3, τώρα, του μηνός Σεπτεμβρίου, γιατί τρέχει ο χρόνος βλεπω, εδώ, του μηνός Σεπτεμβρίου, που έχομε κι εδώ εορτάς. Γιορτάζει ο άγιος ιερομάρτυς Άνθιμος, επίσκοπος Νικομήδειας της Μικράς Ασίας, κοντά Στην Κωνσταντινούπολη, που έζησε στα χρόνια του Μαξιμιανού Γαλερίου, 286-304. Φοβερός αυτός διώκτης. Ο άγιος Ανθιμος έκαμε πολύ μεγάλο έργο. Κήρυττε τον Χριστό με παρρησία και θάρρος. Βοηθούσε στους διωγμούς. Οδηγούσε τους ανθρώπους στην Εκκλησία. Τους έπαιρνε από την ειδωλολατρεία και το σκοτάδι και τους έφερνε στο θαυμαστό φως του Χριστού. Αυτό εξόργισε τον αυτοκράτορα και διέταξε και του έφεραν δεμένο τον Άνθιμο. Και του είπε να αρνηθεί τον Χριστό. Εγώ», του λέει, «βασιλιά μου, δεν το κάνω αυτό. Εσύ να αρνηθείς τα είδωλα και να έλθεις Στην άγια πίστη». Εξοργίσθηκε, όμως, ο αυτοκράτωρ και οι συν αυτώ, και τον υπέβαλαν σε φρικτά και μεγάλα βασανιστήρια. τον έκαναν μια πληγή, αλλά εκείνος δεν αρνήθηκε. Κι αφού δεν μπορούσαν να τον αλλάξουν, στο τέλος ο αυτοκράτωρ διέταξε και τον αποκεφάλισαν.

Αγία Βασίλισσα

Γιορτάζει και μια άγνωστη αγία, η μάρτυς Βασίλισσα. που ήταν και αύτη Στα χρόνια του Μαξιμιανού, εκεί περίπου, πάλι στη Νικομήδεια. Κι ήταν τότε ηγεμών ο Αλέξανδρος. Διοικητής, θα λέγαμε, της Νικομήδειας. Ο άλλος ήταν αυτοκράτωρ. Όλης της αυτοκρατορίας, δηλαδή. Κι εκείνη, η Βασίλισσα, λοιπόν, Έτσι ήταν τ' όνομά της, Βασίλισσα. Βασιλεύς σημαίνει βάση του λαού. Βασιλεύς του βασιλεως. Ήταν και λεώς ο λαός. Εξ' ου και λεωφορείο και λεωφόρος κλπ. δεν λέγεται λαοφορείο, λέγεται λεωφορείο. Λοιπόν. Η Βασίλισσα εκείνη ήταν χριστιανή Άλφα κλάσεως. Είχε μεγάλη πίστη και βοηθούσε κι αυτή πολλούς. Αποτελεσματικά. το 'μαθε ο Αλέξανδρος και την εκκάλεσε ν' αρνηθεί την πίστη. Εκείνη είπε: Οχι, δεν γίνεται. Με τίποτε. Κανόνισε Εσύ τι θα κάνεις. Εγώ έχω κανονίσει.» Τι σπουδαίο αυτό! Εγώ έχω κανονίσει. Έχω κανονίσει.» Και διέταξε τα γνωστά. Την υπέβαλε σε φρικτά βασανιστήρια. Αλλά εκείνη δεν εφοβήθη. Και έκανε και κάτι άλλο, που εξόργισε περισσότερο τον ηγεμόνα Αλέξανδρο. Τι έκανε; Ευχαριστούσε! Και όσο πιο πολλά βασανιστήρια υφίστατο, τόσο και πιο πολύ ευχαριστούσε. Τι σπουδαίο είν' αυτό! Έτσι της ήλθε. Kι αυτό, ξέρετε, μας βοηθάει κι εμάς. Όταν βρισκόμαστε σε δυσκολίες και λέμε ευχαριστώ κι ευχαριστώ κι ευχαριστώ, ο διάβολος παίρνει πόδι και μένομε ελεύθεροι και φεύγει το κακό και λαμβάνομε βοήθεια μεγάλη. Να το πούμε κι αυτό. Κι αφού την έφερε και την έριξε πια Στα θηρία, αφού την πέρασε από καμίνια, από φωτιές, από λεβέτια με βραστά αυτά υλικά, εύφλεκτα και υπόλοιπα, τίποτα! Έμεινε ασινής και αλώβητος. Χάρη στην πίστη της. Την έριξε Στα θηρία, προσευχήθηκε κι αυτά δεν την πείραξαν καθόλου. Τα δυο λιοντάρια, που έβγαλε πεινασμένα απ’' το κλουβί ο ηγεμών Αλέξανδρος. Και τότε, τι έγινε; Σπάνιο, βεβαια, πράγμα. Συντελεσθηκε μια μεταβολή, εν μια ροπή, αυτοστιγμεί, δηλαδή, Στην ψυχή του ηγεμόνος Αλεξάνδρου. του 'λθε μια φώτιση. Μια φλασιά, που θα λέγαμε Στα εξαρχειακά. Και τι έγινε; Πέφτει Στα πόδια της μάρτυρος Βασίλισσας και την παρακαλεί να ικετεύσει τον φιλάνθρωπο Κύριο, τον Θεό της, να τον συγχωρήσει που την υπέβαλε σε μαρτύρια κι αν θέλει, να τον δεχτεί να γίνει χριστιανός. Και τότε η μάρτυς Βασίλισσα τον κατήχησε. Και τον παρέδωκε στον επίσκοπο Αντώνιο και τον εβάπτισε. Και ύστερα, αφού τελείωσε η βάπτιση, κι αυτός φόρεσε τον λευκό χιτώνα της ψυχής και του σώματος, τον χιτώνα του βαπτίσματος, πέφτει ξανά στα πόδια της μάρτυρος και την παρακαλεί και την ικετεύει να μεσιτεύσει στον Χριστό να τον δεχτεί κοντά του. Γιατί δεν θέλει πια τίποτε άλλο. Τώρα αισθάνεται στον Παράδεισο, είναι η καλύτερη στιγμή της ζωής του, και, φοβούμενος μην αλλάξει, λέει: «Σε παρακαλώ, καλή μου Βασίλισσα, παρακάλεσε τον Χριστό, που 'ναι εύσπλαχνος, να με πάρει κοντά του». Και τελειώνοντας τα λόγια και καθώς προσευχήθηκε η μάρτυς Βασίλισσα, εκείνος παρέδωκε στον Χριστό την ψυχή του. τον έθαψαν και τον εκλαυσαν. Τι γίνεται; Και μετά η αγία πήγε πιο πέρα, προσευχήθηκε σε μια πέτρα, βγήκε νεράκι, ήπιε κι εκείνη που διψούσε, ήπιαν και οι άλλοι, και υπάρχει μέχρι σήμερα, και παρεκάλεσε κι αυτή μια στιγμή τον Χριστό και λέει: «Να 'ρθω κι Εγώ, Χριστε μου, ζηλεύω, τώρα, που πήρες τον Αλέξανδρο. να 'ρθω κι Εγώ κοντά Σου.» Κι ο Κύριος την πήρε. Κι έμεινε εκεί το λείψανο της. Και ήλθε ο επίσκοπος Αντώνιος κι οι υπόλοιποι κι έθαψαν την άγνωστη σ' εμάς, αλλά μεγάλη για την Εκκλησία και για τον Παράδεισο αγία μάρτυρα Βασίλισσα. Ας Έχουμε την ευχή της, αλλά και την ευχή του ηγεμόνος Αλεξάνδρου, που μετεμελήθη, που μετενόησε, μεγάλη μετάνοια, κι από θηρίο έγινε αρνί.

4 Σεπτεμβρίου

Άγιος Βαβύλας

Και πάμε τώρα, γιατί πέρασε η ώρα, κι ευτυχώς που περνάει, να μη σας κουράζω, δηλαδή, μ' αυτή την έννοια, στις 4 του μηνός Σεπτεμβρίου, γιορτάζει ο άγιος Ιερομάρτυς Βαβύλας, αρχιεπίσκοπος Αντιοχείας της μεγάλης. Στον 3ο αιώνα, Στα χρόνια του Νουμεριανού, 280, κάπου εκεί πέρα, δεν μας ενδιαφέρει πολύ αυτό. Ο οποίος τα 'βαλε με τον Νουμεριανό, γιατί σκότωσε τον διάδοχο του βασιλιά της Περσίας κι ήθελε να το παίξει και καλός και μπήκε Στην εκκλησία αγερωχος και του λέει: «δεν σού επιτρέπεται!» —που 'ν' ο άγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος;— «Δεν σού επιτρέπεται!». Κι εκείνος διέταξε και τον εδεσαν με αλυσίδες, τον περιεφεραν σε ολη την Αντιόχεια, και τον διακωμώδησαν, αλλά ο άγιος ελαμπε, μαζί με τους τρεις μαθητάς του, που τον ακολουθούσαν. Κι ο Νουμεριανός, επειδή δεν μπορούσε να κάνει τίποτε άλλο, διέταξε κι αποκεφάλισαν και τον ίερομάρτυρα Βαβύλα και τους τρεις μαθητάς του. Υπεροχα εγκώμια έχει πλεξει ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος στον Άγιο ιερομάρτυρα Βαβύλα. Υπάρχουν Στα Άπαντα του αγίου. Λοιπόν.

Μάρτυς Βαβύλας

Και πάμε τώρα παρακάτω, για να φεύγουμε και να κυλάμε γρήγορα, Έχουμε κι έναν μάρτυρα Βαβύλα, που άλλου, στη Νικομήδεια, Στα χρόνια του Μαξιμιανού, πάλι. Αυτός ήταν λαϊκός. Ένας σοφός γερων, που οδηγούσε τα παιδιά Στην Εκκλησία. Καταγγελθηκε, λοιπόν, στον αυτοκράτορα, πως κάπου, σε μια στοά, είναι Ένας γερων, ο οποίος, μαζεύει τα παιδιά των χριστιανών και των μη χριστιανών και τα οδηγεί Στην Εκκλησία. «Πρέπει», λοιπόν, «να διατάξεις να τελειώνει αυτή η ιστορία». τον κάλεσε εκείνον και τα παιδιά μαζί, 84 παιδιά, τους έκανε τα πάντα για ν' αλλάξουν, και δεν μπόρεσε με τίποτε. Ούτε ο διδάσκαλος άλλαξε, ο γερων Βαβύλας, υπεβλήθη σε φοβερά βασανιστήρια και ευχαριστούσε τον Θεό, ούτε τα παιδιά. Στο τέλος τους απόκεφάλισε εξω από την πόλη όλους μαζί. Τα λείψανα τους τα 'φεραν λίγο μετά Στην Κωνσταντινούπολη και τα έθαψαν στο βόρειο μέρος της πόλεως, τότε, του Βυζαντίου, δεν είχε γίνει η Κωνσταντινούπολη, εκεί που είναι σήμερα η μονή της Χώρας.

Προφήτης Μωύσής

Και πάμε, φεύγοντας και τρέχοντας, έχομε ακόμα και μια αγία στις 4 του

μηνός, έχομε και τον προφήτη Μωυσή, βεβαια. Α, Μωυσή! Ο μεγας Μωυσής. Ο ελευθερωτής. Και ο νομοθέτης. Κι ο μεσολαβητής του έθνους και γένους των Εβραίων. Ο οποίος τους έφερε, τους έβγαλε απ’' την Αίγυπτο, τους έφερε Στην έρημο του Σινά, τους ετροποφόρησε, τους βοήθησε, δηλαδή, μ' όλους τους τρόπους, σαράντα χρόνια, τους έδωσε τον θεϊκό νόμο, αλλά, επειδή άντιλόγησε απέναντι στον Θεό, στην έρημο Σίν, ο Θεός του είπε: «δεν θα μπεις στη Γη της Επαγγελίας.» Και λίγο, αφού εφθασε κοντά, πριν κοιμηθεί, ανέβηκε στο όρος Ναβαύ, που 'ναι κει απέναντι Στην Ιεριχώ, και είδε τη Γη της Επαγγελίας. Και ύστερα εκοιμήθη και τον έθαψαν σε μια περιοχή που λέγεται Γεθ, αλλά ο τάφος του δεν βρέθηκε ποτέ. Και για το σώμα, το λείψανο του Μωύσεως, όπως αναφέρει η Καθολική Επιστολή του Ιούδα, φιλονίκησε ο διάβολος και ο Αρχάγγελος Μιχαήλ. Κι ο Αρχάγγελος τι του έκανε του διαβόλου; τον παρέδωκε στον Θεό και ας σε κρίνει ο Κύριος. Και το μόνο που φοβάται ο διάβολος είναι ο Θεός. Τα δαιμόνια πιστεύουν και φρίττουν. σε μας διδάσκουν την αθεία και απιστία και την απληστία και τα υπόλοιπα. Τέλος πάντων.

Αγία Ερμιόνη

Γιορτάζει και η αγία μάρτυς Ερμιόνη, θυγατερα του αποστόλου και διακόνου Φιλίππου. είχε τέσσερεις θυγατέρες, που ήσαν κι οι τέσσερεις προφήτιδες. Η Ερμιόνη ήλθε με μια από τις αδελφές της Στην Έφεσο, να βρουν τον Άγιο Ιωάννη τον θεολόγο, αλλά εκείνος είχε μεταστεί. Και εμεινε εκεί Στην Έφεσο και έκαμε ιεραποστολικό έργο, καθώς ήταν και γιατρός, βοηθούσε τους ανθρώπους και ψυχικά και σωματικά. Πέρασε από 'κεί ο Τραίανός, τέλος 1ου αιώνος, αρχές 2ου, να πολεμήσει τους Πέρσες, του κατήγγειλαν την αγία, την υπέβαλε σε βασανιστήρια, αλλά στο τέλος τον ενίκησε με την πίστη και τη χάρη του Θεού και τον εταπείνωσε. Και ο φοβερός αυτός γερων, σοφός κατά τα άλλα, λέει: «δεν τα βάζω Εγώ με γυναίκες ούτε με την Εκκλησία. Άντε, παιδί μου, και κάνε ο,τιθέλεις». Μετά ήλθε ο Αδριανός, ο γαμπρός του, αυτοκράτωρ, έμαθε, γιατί έκανε ξενοδοχεία αυτή 'κεί πέρα, ξενώνες εκεί, και δεχότανε όλους τους ανθρώπους. Και θεράπευε και βοηθούσε. Ήταν η Εκκλησία μια Βασιλειάδα. Και τότε την εκκάλεσε, καθώς ήταν και πολύ μεγάλη σε ηλικία, και της λέει: «Γριά, τι κάνεις εδώ πέρα; Πες μου τ' όνομά σου και το 'να και τ' άλλο.» Κι εκείνη του λέει: «Τ' όνομά μου το ξέρει ο Κύριος. Ποιά είμαι και τι κάνω το γνωρίζει ο Αφέντης. Εσύ δεν δικαιούσαι να μάθεις». την υπέβαλε και αύτη σε πολλά και μεγάλα βασανιστήρια. Αλλά έμεινε απτόητη. Απτόητη. Και κάποια στιγμή, εκεί Στα βασανιστήρια, του λέει: «Ξέρεις τι έπαθα, καθώς με έχεις στο τηγάνι; Ηλθε ο Θεός ο Ηρακλής και μου είπε να πάω να τον προσκυνήσω.» Χάρηκε κι εκείνος. την πήγανε στον ναό των ειδώλων, κάνει μια προσευχή εκείνη, και γκρεμίζονται όλα τα είδωλα. Και έγιναν θραύσματα. Θρύψαλα. Βγαίνει έξω και του λέει: «Πήγαινε μέσα, βασιλιά. σε θέλουν οι Θεοί σου, να τους δώσεις χέρι βοηθείας, γιατί επεσαν κάτω και δεν μπορούν να σηκωθούν». Και τότε τι κάνει; Πάει ο βασιλιάς, τα βλέπει όλα αυτά, εξοργίσθη, και διέταξε να την αποκεφαλίσουν. Οι δυο δήμιοι σήκωσαν σπαθιά, και πριν ακόμα φτάσουν στον τόπο της εκτελεσεως, άλλα εμειναν τα χερια τους ακίνητα. Και τι έκαναν κι εκείνοι; Ο,τι ο ηγεμών Αλέξανδρος. Πέσαν στα πόδια της, η αγία τους θεράπευσε τα χέρια, που έμειναν ακίνητα, και ήλθαν και αυτοί Στην άγια πίστη. Και πέθανε μετά από λίγο κι η αγία Ερμιόνη σε μεγάλη ηλικία. Άλλη μεγάλη ψυχή. Και τους έθαψαν μαζί Στην Έφεσο. Με τους δυο δημίους, που μετενόησαν και έγιναν χριστιανοί.

5 Σεπτεμβρίου

Προφήτης Ζαχαρίας

Και πάμε, τώρα, γιατί δεν Έχουμε καθόλου ώρα, στις 5 του μηνός Σεπτεμβρίου, και τελειώνομε, γιορτάζει η Εκκλησία μας τον προφήτη Ζαχαρία. τον πατέρα του Τιμίου και ενδόξου προφήτου Προδρόμου και Βαπτιστού Ιωάννου. Και κατά άλλο Συναξάριο, γιορτάζει μαζί και την αγία Ελισάβετ. Τους γονείς του αγίου Ιωάννου του Προδρόμου. Ήταν μεγάλη ψυχή ο προφήτης Ζαχαρίας. Και όταν εδεχετο την άειπαρθενία της Θεοτόκου. Γι' αυτό, κι αφού γέννησε τον Χριστό μας και πήγαινε μαζί με τον Χριστό στον ναό του Σολομώντος, την έβαλε να κάθεται πάλι εκεί που ήτο αί παρθενοι. Αυτό εξόργισε τους Ιουδαίους και τον Ηρώδη, και ο Ηρώδης είχε και ένα λόγο παραπάνω, γιατί ο Ζαχαρίας έκρυψε τον Άγιο Ιωάννη τον Πρόδρομο, ενώ ο Χριστός πήγε Στην Αίγυπτο, πέραν του Ιορδανού, σε ένα σπήλαιο. Και τώρα βάναν τους Ιουδαίους να εκδικηθούν για τους δυο λόγους. Γιατί εδεχετο το αειπάρθενον της Θεοτόκου και γιατί έκρυψε τον Βαπτιστή του Κυρίου. Και τι κάνανε οι Ιουδαίοι; τον εφόνευσαν. Μεταξύ του ναού και του θυσιαστηρίου. Τους το 'πε ο Χριστός, λίγες μέρες πριν ακόμη Σταυρωθεί. Και Έτσι, λοιπόν, τελειώνουμε και με τον προφήτη Ζαχαρία, την μεγάλη αυτή ψυχή. τον πατέρα του Προδρόμου. του Τιμίου Προδρόμου, του Βαπτιστού. Ας έχομε και του προφήτου Ζαχαρίου και της αγίας Ελισάβετ τις ευχές και τις ευλογίες και ας παρηγορεί και πάλι ο Χριστός μας, τελειώνοντας, το δοκιμαζόμενο έθνος μας. Τη γλυκύτατη πατρίδα μας. Ας μη φοβούμεθα. Ας γίνομε καλύτεροι χριστιανοί και αντρειωμενοι. Κι ας αγαπάμε τον Χριστό και την πατρίδα και τον πλησίον, κι ας κάνομε αντίσταση. να φοβηθούν εκείνοι, οι οποίοι μας πολεμάνε, γιατί ματαιοπονούν. Ο,τι και αν γίνει, αν είμαστε του Χριστού, κερδισμένοι θα είμαστε. Γι' αυτό, Συνελληνες και πατέρες, ας κρατήσομε μέχρι το τέλος. Η νίκη ανήκει στον Χριστό, ανήκει στην Εκκλησία, ανήκει στον Παράδεισο.

6 Σεπτεμβρίου

Θαύμα Αρχαγγελου Μιχαήλ εν Χώναις

Αύριο, 6 του μηνός Σεπτεμβρίου, η Εκκλησία μας εορτάζει ένα μεγάλο θαύμα του Αρχαγγέλου Μιχαήλ, που ήταν όντως παράδοξο και μεγαλοπρεπεσ. Εκεί, Στα Βυζαντινά χρόνια, στις Κολοσσες της αρχαίας Φρυγίας, της Μικρασίας, υπήρχε, κάτω από ένα βράχο, ένα άγιασμα του Αρχαγγέλου Μιχαήλ. Και πήγαιναν, εκεί, αμέτρητοι και επαιρναν την ευλογία του Αρχαγγέλου και την ευχή και τη χάρη του. Και εγίνοντο καλά, και ψυχικώς και σωματικώς. Υπήρχαν, όμως, εκεί, και κάποιοι φανατικοί και φθονεροί είδωλολάτραι, που δεν άντεχαν να βλέπουν το μεγαλείο του Θεού, όπως και σήμερα, μερικοί από 'δώ και απ’' έξω, δεν μπορούν να βλεπουν την υπέροχη Ελλάδα μας, την φθονούν και την κτυπάνε. Αλλά υπάρχει και Θεός και επεμβαίνει και θα ε'λθει και η ώρα κι αυτών και ημών. Και τι σκέφθηκαν αυτοί οι φθονεροί, εκεί στις Κολοσσες της Φρυγίας; Να στρεψουν τη ροή δυο ποταμών, που 'ταν κοντά, και να την φέρουν επάνω από τον βράχο, για να πεσει κάτω και να πνίξει το άγιασμα και τους χριστιανούς και τον Αρχιππο, τον νεωκόρο. Γιατί ήταν ένα μικρό οροπεδιο και θα γινότανε λίμνη και δεν θα 'μενε κανένας ζωντανός.

Και τότε, καθώς είχαν ετοιμάσει όλα και ήρχετο το ρεύμα το ποτάμιο, τα ενωμένα τα δυο ποτάμια, στη δύσκολη ώρα εμφανίζεται ο Αρχάγγελος Μιχαήλ. Μικαελ, στα εβραϊκά, σημαίνει ποιος είναι σαν τον Θεό μας, δηλαδή, παντοδύναμος. Το π με μικρό. Τόση δύναμη είχε ο Αρχάγγελος. Μεγάλη και φοβερή. Αφού διοικεί όλους τους αγγέλους και Αρχαγγέλους και όλα τα τάγματα του ουρανού. Παρουσιάστηκε, λοιπόν, με μία ράβδο. 'Αρχαγγελική ράβδο. Και τι κάνει; Κτυπάει στον βράχο και άνοιξε πέρασμα. Δίοδο. Μία μεγάλη οπή, και εκεί μέσα παροχετευσε τα νερά και των δυο ποταμών. Και έχωνεύθηκαν. Έκανε χωνί και χωνευτήρι. Κι από τότε τα νερά αυτά πηγαίνουν εκεί. Γλίτωσε το άγιασμα, ξέχασα να πω, ότι είχε παρουσιασθεί νωρίτερα στον Αρχιππο και του λέει: «Να έχεις θάρρος και δύναμη. Εγώ είμαι εδώ και μη φοβάσαι». Και Έτσι, από τότε, με το χωνευτήρι αυτό, με τα χωνιά αυτά που εφτειαξε, η πόλις των Κολοσσών ονομάσθησαν Χώναι. Γι' αυτό λέμε και το εν Χώναις, με ωμεγα, θαύμα. Από 'κεί ήταν κι ο Μιχαήλ Χωνιάτης, αρχιεπίσκοπος Αθηνών, 13ο αιώνα και ο Νικήτας Χωνιάτης, ο αδελφός του, ο ιστορικός της πρώτης αλώσεως της Βασιλευούσης από τους Φράγκους. Αυτός είναι ο Αρχάγγελος. Και τώρα εχει και τη σπάθη του στο Μανταμάδο, στη Μυτιλήνη, και περιμενει, πότε θα την πάρει, καμιά ώρα, και θ' αρχίσει να τακτοποιεί πολλούς, δεν ξέρω. είναι, πάντως, αυτό μεγάλη ελπίδα, μεγάλη προστασία και μεγάλη χαρά.

7 Σεπτεμβρίου

Άγιος Σώζων

Στις 7, τώρα, του μηνός Σεπτεμβρίου, εορτάζει η Εκκλησία μας τον Άγιο μάρτυρα Σώζοντα. Ο Σώζων, του Σώζοντος. Έχει το όνομα του σωτήρος Ιησού Χριστού, δηλαδή. Λέγεται και άγιος Σώστης. Παρακαλώ, δεν θέλω σχόλια, παιδιά. Ήταν από τη Λυκαονία της Μικράς Ασίας. Και τι δεν έβγαλε η Μικρά Ασία! Και τι δεν έχει Στα σπλάχνα της! Και τι δεν κρύβει εκεί πέρα! θα 'ρθει ώρα! θα 'ρθει ώρα! θα 'ρθει ώρα! είναι δίκαιος ο Κριτής. Παιδεύει κι εμάς τους χριστιανούς, αλλά θα παιδεύσει και τους παιδεύοντας ημάς. είναι δίκαιος ο Κριτής. Ητο κι αυτός, Στα πρώτα χριστιανικά χρόνια, ποιμήν προβάτων. Η εικόνα του έτσι τον εμφανίζει. με τη μαγκουρίτσα του, με τα πρόβατα του και με την άπλετη χάρη του Χριστού στο πρόσωπο του και Στα περιξ. Ήτανε ειδωλολάτρης, έγινε χριστιανός, κι έκαμε κάτι, έτσι, πολύ αναρχικό. Πήγε μια μέρα στον ναό των ειδώλων και από 'να άγαλμα, που 'τανε χρυσό και ασημένιο, έκοψε το χερι και το μοίρασε στους φτωχούς, αφού δεν είχε τι άλλο να κάνει, τι άλλο να δώσει. το 'μαθε, λοιπόν, ο άρχοντας του τόπου, έμαθε, όχι ότι το έκανε ο Σώζων, αλλά πως κάποιος έκοψε, και συνελάμβανε υπόπτους, όπως γΙνεται πάντοτε, και τους άνεκρινε, κλπ. Αυτό δεν άρεσε στον Σώζοντα. Λέει: Εγώ το 'κανα, άλλοι να πληρώνουν; Αυτό είναι άδικο.» Και τι κάνει, λοιπόν; Πάει και παραδίνεται. Αύτοκαταγγελλεται, όπως λέει το Συναξάριο. Εγώ», λέει, «το εκανα, εμένα να τιμωρήσετε, και αφήστε τους άλλους ήσυχους». Που να συγκινηθεί ο άρχοντας από την ειλικρίνεια αυτού του ποιμενος, του άγαθού Σώζοντος; Μπά! Και τι κάνει; τον υπέβαλε σε βασανιστήρια. Διέταξε και τον κτύπησαν ανηλεώς. Χωρίς ε'λεος και χωρίς λύπηση. Και ύστερα του έκαμαν και άλλα βασανιστήρια. Και στο τέλος του εσπασαν και όλα τα οστά από τα βασανιστήρια και η ψυχούλα δεν άντεξε άλλο και παραδόθηκε στον Χριστό μας. Και έλαβε, όπως λέει το Συναξάριο, τον αμαράντινο στέφανο του μαρτυρίου. Και είναι καλό, νομίζω, αδελφοί και πατέρες μου, και να διαβάζαμε τα Συναξάρια και να άδολεσχούμε σ' αυτά και να εντρυφώμεν. Να τα σκεπτόμαστε, να τα μελετάμε, να τα θαυμάζομε, να προσευχόμαστε στους αγίους μας μάρτυρες και στους αγίους της Εκκλησίας μας, να τους επικαλούμεθα κι εμείς, στις δύσκολες ώρες, αλλά και στην άνεση, και πάντοτε να παίρνομε την ευχή και τη δύναμη τους. Γιατί στεκόμαστε στη ζωή με τον Χριστό, την Παναγία και τους αγίους και τους αγγέλους. Κι αυτό είναι θαυμαστό. Κι αυτό είναι μεγάλη παρηγοριά και μεγάλη ελπίδα.

8 Σεπτεμβρίου

Γενεσιον   της Θεοτόκου

Και πάμε τώρα, γιατί περνάει και η ώρα, βλέπω, στις 8 του μηνός Σεπτεμβρίου. Έχει κι άλλους αγίους, δευτερεύοντας, αλλά εμείς λέμε αυτούς που είναι με την ακολουθία στο Μηναίο, περισσότερο. Και μακάρι να μελετάμε αυτούς και να ωφελούμεθα απ' αυτούς και τους άλλους θα τους βρούμε. Οκτώ του μηνός Σεπτεμβρίου, έχομε μια μεγάλη Θεομητορική εορτή. Την πρώτη Θεομητορική του νέου εκκλησιαστικού έτους, που άρχισε από Την 1η Σεπτεμβρίου, και καλή εκκλησιαστική χρονιά, καλή σχολική χρονιά, και καλό χειμώνα και υγεία για όλους μας και προστασία απ' τον Χριστό, Την Παναγία και τους αγίους. Έχομε, λοιπόν, το Γενεσιον της Θεοτόκου. Είναι η γεννηση της Παναγίας μας, η οποία έφερε χαράν μεγάλην στον κόσμο. Γιατί απ' αυτήν προήλθε αργότερα ο Λυτρωτής του κόσμου. Που έλυσε Την κατάρα και έδωκε Την ευλογία και χάρισε στους ανθρώπους, εμάς, δηλαδή, Την αιώνιο ζωή.

Οι δίκαιοι θεοπάτορες, Ιωακείμ και Άννα, οι γονείς της, δεν είχαν παιδάκι όλα τα χρόνια. Και αυτό τους στενοχωρούσε, το όνειδος της ατεκνίας. Δεν έχαναν, όμως, ούτε την πίστη τους ούτε Την ελπίδα τους στον Θεό. Και παρακαλούσαν. Και στο τέλος πια, αφού γέρασαν πολύ, έκαναν, θα λέγαμε, έναν εκβιασμό του Κυρίου. Και τι κάνουνε; Ο Ιωακείμ πάει στο βουνό και προσευχότανε. Και η Άννα, στον κήπο, τον παράδεισο, και προσευχόντουσαν. Και ο Θεός τους ευσπλαχνίσθηκε και τους δικαίωσε και τους εδωσε καρπόν άγιον, Την Κυρία Θεοτόκον, Την αειπάρθενο Μαρία, απ' Την οποία προήλθε, αργότερα, το άνθος, ο Χριστός μας. Ο σωτήρ του κόσμου. Οι δίκαιοι θεοπάτορες προήρχοντο από τη φυλή του Ιούδα και από το γένος του Δαυίδ. Γιατί, απ' τη φυλή του Ιούδα, όπως ξέρομε, προήλθε ο φιλάνθρωπος Χριστός μας.

Διήγησις περί αγάπης πάνυ ωφέλιμος

Και το Μηναίο, στις 8, πάλι Σεπτεμβρίου, έχει μια πολύ ωραία και διδακτική ιστορία. Είναι μεγάλη, εγώ θα Την πω, Έτσι, συνοπτικά. Να Ιδούμε πόσο κακό κάνει η έχθρα και η μνησικακία. το να κρατάει κανείς έχθρα και μίσος. Ήταν στα Βυζαντινα χρόνια, στην Κωνσταντινούπολη, και μάλιστα στη μεγάλη εκκλησία, στην Αγιά Σοφία, ένας Ιερέας κι ένας διάκονος, που ήσαν πάρα πολύ καλοί φίλοι. Μπήκε στη μεση, όμως, ο σατανάς, και τους έκαμε εχθρούς. Γι' αυτό πάντα να προσέχομε τη ζωή μας και να αγρυπνούμε και να λέμε στον Κύριο, κάθε μέρα, Την Κυριακή Προσευχή: «Και μη εισενεγκης ημας εις πειρασμόν αλλά ρύσαι ημάς από του πονηρού». Κι έτυχε ο ιερέας να πεθάνει χωρίς να έχουν συγχωρηθεί και χωρίς να έχουν συμφιλιωθεί. Έμεινε ο διάκονος. Κι αυτό τον στενοχωρούσε. Δεν ήξερε τι να κάμει. Του ήταν βάρος μεγάλο. «Να φύγει ο παπάς και να μη συγχωρεθούμε; τι κρίμα;» Και κατηγορούσε μόνο τον εαυτό του. Και καλά έκανε. Χριστιανικό είναι αυτό και πιο ανάλαφρο. Και πήγε σ' έναν πνευματικό και λέει: «Γέροντα, αυτό κι αυτό. τι να κάνω;» Κι αυτός τον έστειλε στην έρημο, εκεί κοντά, στη Βιθυνία, που ήταν πολλοί ασκηταί και πολλοί άνθρωποι του Θεού, να τον οδηγήσει. Πήγε εκείνος, ο διάκονος, του είπε ο Γέροντας τι να κάμει. «Θα πας», λέει, «το βράδυ, αργά, έξω από τη μεγάλη εκκλησία. Την Αγία Σοφία. Κι ο πρώτος που θα ελθει, να τον πιάσεις από το χεράκι, να του το φιλήσεις, θα του δώσεις αυτό το γράμμα, και να του πεις ότι είναι από μένα, και θα του πεις και τον πόνο σου, να σε βοηθήσει».

Πήγε, λοιπόν, ο διάκονος και περίμενε. Φτάνει, λοιπόν, ένας λαϊκός, τι δύναμη έχουν και oι λαϊκοί, όταν είναι του Θεού! Μεγάλη. Μεγάλη. Μεγάλη. Να το ξέρετε αυτό. Μεγάλη. Και τι έκανε, λοιπόν; Περίμενε, και φτάνει ένας λαϊκός σεβάσμιος. Και τρέχει, πριν μπει στην πόρτα, του δίνει το γράμμα, του φιλάει το χεράκι και τον παρακαλεί. Κι εκείνος του λέει: Εγώ δεν είμαι τίποτα. 'αλλά ο Γέροντας που σ' έστειλε είναι άγιος. Και με την ευχούλα του να κερδίσομε αυτό που μας γράφει. Και γι' αυτό να διορθώσομε αυτό από το οποίο πάσχεις». Και πράγματι, γονάτισε εκεί ο λαϊκός και παρεκάλεσε κι άνοιξαν οι πόρτες της Αγίας Σόφιας μόνες τους. Οι απ' έξω. Ο διάκονος τα 'χασε. Προσευχήθηκε και στη συνέχεια κι άνοιξαν και οι μέσα, μπήκαν στον ναό, κάλεσε και τον διάκονο ν' ακολουθήσει, δηλαδή, κι ο άνθρωπος μας, καθώς προχωρούσε, στο μεσον του ναού, μία λυχνία ουράνια φωτιζόμενη, ήλθε κι έκατσε πάνω στο κεφάλι του και φώτιζε και όλο τον ναό. Μπήκε και στο Άγιο Βήμα, προσευχήθηκε, και ύστερα πήρε τον διάκονο και βγήκαν. Κι έκλεισαν οι πόρτες, με την προσευχή του. Προχώρησαν πιο κάτω, και καθώς του έλεγε την ιστορία του ο διάκονος, μπήκαν στον ναό της Παναγίας. Ίσως ήταν ο ναός των Χαλκοπρατείων, κι εκεί άνοιξε πάλι τις πόρτες ο λαϊκός με Την προσευχή του, μπήκαν και προσευχήθηκαν, αλλά δεν έγινε τίποτε άλλο.

Έφυγαν και κατέβηκαν και ήλθαν στην Παναγία των Βλαχερνών, κοντά στον γιαλό. Κι εκεί, πάλι, άνοιξαν, ήτανε μέσα κι η αγία σορός, η θήκη που 'χε Την αγία Ζώνη της Παναγίας μας, κι εκεί πάλι μπήκαν, ανοίγοντας τις θύρες με Την προσευχή του, ο λαϊκός, κι εφθασαν στον κυρίως ναό, απ' έξω. Κι εκεί άνοιξε πάλι τις θύρες και λέει στο διάκο: «Μπες στην άκρη και κάθησε». Ο λαϊκός μπήκε μέσα, προσευχήθηκε παρά πολύ, και κάθισε στην άκρη. Κι ένας διάκονος ήλθε από τον ουρανό και θύμιασε όλη Την εκκλησία. Και σε λίγο βλέπει ο διάκονος να μπαίνουν στην εκκλησία δυο χοροί. δυο ομάδες ιερέων. Μία με γαλάζια ενδύματα και άλλη με κόκκινα. Κι επήγαν κι έπιασαν τα αναλόγια, τα στασίδια των ψαλτών. Και τότε βγήκε έξω ο λαϊκός, ο υπέροχος και ευσεβής και πιστός άνθρωπος, και λέει στον διάκονο: «Πήγαινε, στα αναλόγια, πρώτα στο αριστερό και μετά στο δεξί, και να ιδείς αν υπάρχει εκεί ο ιερέας, που πέθανε και δεν συμφιλιωθήκατε». πάει εκείνος στον αριστερό χορό, δεν τον βλέπει. Γυρίζει. «Πήγαινε», του λέει, «και στον δεξιό». πάει, τον βλέπει εκεί κι έψελνε. Και το λέει στον λαϊκό. Κι εκείνος του λέει: «Τότε, πήγαινε, πιάστον από το χέρι, και πες του να βγει έξω, στις πόρτες της εκκλησίας, στις πύλες, που τον περιμένει ο χαρτουλάριος Νικήτας». Αυτό ήταν τ' όνομα του. Χαρτουλάριος, σημαίνει γραμματικός. Γραμματέας. Ήτανε σ' ένα ίδρυμα γραμματέας, ο λαϊκός αυτός. αλλά ήταν τόσο πιστός και τόσο μεγας! Υπάρχουν και σήμέρα τετοιοι. Κρυφοί είναι οι περισσότεροι. Και πράγματι, πήγε, τον πήρε, του λέει, «Κύριε, πρεσβύτερε», Έτσι, έχει ωραία εκφραστική η Εκκλησία μας, «σας περιμένει έξω, στην πόρτα ο χαρτουλαριος Νικήτας και μου 'πε να πάμε.»

Πήγανε, λοιπόν, εκεί, και τότε ο χαρτουλαριος Νικήτας, αφού προσκύνησε τον ιερεα, του λέει: «Κύριε, πρεσβύτερε, σε παρακαλώ, να συμφιλιωθείτε μεγάλη τον διάκονο. Γιατί δεν το αντέχει, να είστε ασυμφιλίωτοι κι εσύ να 'χεις πεθάνει.» Δηλαδή, τι έκανε ο χαρτουλαριος; Ανάσταση νεκρών. Ανάστησε τον πεθαμένο παπά. Εκεί πάει το πράγμα. Και όντως, γονάτισαν Οι ψυχούλες, φίλησε ο ένας τον άλλο, έδωσαν τη συγγνώμη, και ύστερα ο ιερεύς πήγε στον χορό και έψαλλε μια κατάλληλη ψαλμωδία, που ο διάκονος καταλάβαινε μόνο το Αλληλούια κι ο χαρτουλαριος Νικήτας πήρε τον διάκονο και φύγανε. Και του είπε: Έίδες, πόσο εύσπλαχνος είναι ο Χριστός; Και πόση αγάπη δείχνει στους ανθρώπους; Τώρα, βλέπω, είσαι ανάλαφρος.» Αυτό είναι η συγχώρεση. Αυτό είναι η συγγνώμη. Επειδή, όμως, ο διάκονος ήθελε αυτή τη συγγνώμη, ο Θεός του την έδωσε, με το ν' αναστήσει τον παπά που πέθανε, χωρίς να συμφιλιωθούνε. Πως σας φαίνεται αυτό; Είναι πολύ συγκινητικό! Γι' αυτό ας συγχωρούμε. Κι ας φεύγει απ' Την ψυχή μας ο παροργισμός, που λέει ο απόστολος Παύλος, πριν δύσει ο ήλιος. Γιατί η κακία και η έχθρα και το μίσος είναι σατανικά. Γι' αυτό, ας φεύγουν από την ψυχή μας και ας μας φυλάει ο Χριστός.

9 Σεπτεμβρίου

Ιωακείμ   και Αννης

Πάμε, τώρα, γιατί βλέπω πέρασε η ώρα, στις 9 του μηνός Σεπτεμβρίου γιορτάζομε τη Σύναξη των δικαίων Θεοπατόρων Ιωακείμ και Αννης.

Είναι μια εορτή κοινή. Για τους γονείς της Παναγίας μας. Και συναζόμαστε και τους τιμάμε και τους εορτάζομε, γιατί αυτοί εγεννησαν την Παναγίτσα. Γι' αυτό έχουν και μεγάλη παρρησία οι Θεοπάτορες Ιωακείμ και Άννα στον Χριστό και στην κορούλα τους, την Παναγία. Γι' αυτό ας τους χρησιμοποιούμε στις προσευχές μας και στις ικεσίες μας και στις ανάγκες μας και στις δυσκολίες μας. Η κυρίως μνήμη και των δυο είναι στις 25 Ιουλίου, που εορτάζομε τότε την κοίμηση των. Υπάρχει και η Σύλληψις της αγίας Αννης, 9 Δεκεμβρίου, και ο,τι άλλο γνωρίζετε.

Άγιος Σεβηριανός

Την ίδια μέρα γιορτάζει και ο άγιος Σεβηριανός, ο οποίος ήταν συγκλητικός, στα χρόνια του Λικινίου, 308-323, εκεί στη Σεβάστεια της Μικράς Ασίας. Εκεί έχουν μαρτυρήσει, όπως ξέρομε, και οι άγιοι τεσσαράκοντα μάρτυρες. Εκείνος τους βοήθησε, τους αγίους αυτούς στρατιώτες, στην πίστη και στην άθληση και στο μαρτύριο. Κι όταν μετά το ανακάλυψε αυτό ο τύραννος, ο διοικητής Λυσίας, συνέλαβε τον συγκλητικό, μεγάλο αξίωμα, Σεβηριανό, και τον υπέβαλε σε πολλά και σκληρά βασανιστήρια και τον κρέμασε μ' ένα σχοινί από το τείχος της πόλεως. Και στη συνέχεια, κρέμασε από τα πόδια του έναν ογκόλιθο. Ένα μεγάλο λίθο. Και ο άγιος εξαρθρώθηκε. Και παρέδωσε την ψυχή του στον φιλάνθρωπο Χριστό. Στον μεγαλομάρτυρα του Γολγοθά.

10 Σεπτεμβρίου

Αγίες Μηνοδώρα, Μητροδώρα, Νυμφοδώρα

Και πάμε, τώρα, στις 10 Σεπτεμβρίου. Γιορτάζουν τρεις άγιες. Αγίες. Τρεις αδελφές. Μηνοδώρα, Μητροδώρα και Νυμφοδώρα. Ήσαν από τη Βιθυνία του Πόντου. Γεννήθηκαν κοντά σε μια πόλη που 'χε θερμά λουτρά. Ήσαν χριστιανές εκ προγόνων. Είχαν μεγάλη πίστη και αφοσίωση στον Χριστό και στην Εκκλησία. Και αυτή την πίστη τους την διεκήρυτταν παντού Το 'μαθε 'κει ο τύραννος και τις κάλεσε σε απόλογία. Να του ειπούνε, γιατί είναι χριστιανές. Και αυτές του λένε: Είμαστε χριστιανές, γιατί είναι το καλύτερο. Εμείς αισθανόμεθα αρχοντοπούλες, εδώ που βρισκόμαστε και μ ο,τι κάνομε και μ' ο,τι ζούμε και μ' ο,τι πιστεύομε». «Κι αν το αλλάξετε», λέει, «θα σας κάνω εγώ αρχοντοπούλες καλύτερες απ’ αυτό που είστε». «Όχι», λέει, «αυτό. Με κανένα τρόπο. Και αν θέλεις άλλαξε συ. Είναι καλύτερα». Όταν άκουσε αυτά, οργίστηκε ο τύραννος και τις υπέβαλε σε φρικτά βασανιστήρια. Και παρεδωκαν το πνεύμα τους μέσα σ' αυτά.

Μάρτυς Βαρυψαβάς

Και στη συνέχεια γιορτάζει και ο μάρτυς Βαρυψαβάς, ο οποίος είχε το αίμα του φιλάνθρωπου Χριστού, που έρευσε από μία εικόνα του Ιησού, που ήταν στην Ιερουσαλήμ, στα χρόνια του Μεγάλου Αθανασίου, και την κτύπησαν με μαχαίρι οι Ιουδαίοι. Κι έβγαλε η εικόνα αίμα, όπως και η Παναγία η Εσφαγμενη στο Άγιον Όρος! Και το αίμα αυτό το πήρε ένας ασκητής και έκαμε θαύματα. Το πήρε και ο μάρτυς Βαρυψαβάς και θαυματουργούσε. Και μάνιασαν τότε και οι Ιουδαίοι και oι ειδωλολάτραι, μπήκαν μια νύχτα στο σπιτάκι του και τον δολοφόνησαν αγρίως. Για το αίμα του Χριστού. Μεγάλη η χάρη του αγίου αυτού. Βαλυψαβάς. Αλλα, στη συνέχεια, δεν μπόρεσαν να βρούνε το άγιο αίμα, το πήρε 'ένας ασκητής και το είχε και έκανε θαύματα. Αλλά, και σ' εμάς, το αίμα του Χριστού κάνει μεγαλύτερα θαύματα, όταν κοινωνούμε «μετά φόβου Θεού, πίστεως και αγάπης». Έχομε το μεγαλύτερο φάρμακο. Έχομε τη μεγαλύτερη βοήθεια. Έχομε το μεγαλύτερο γιατρικό. Έχομε και τι δεν έχομε! Έχομε τον Χριστό μας, τον ίδιον. Το σώμα και το αίμα Του «εις αφεσιν αμαρτιών και εις ζωήν αιώνιον.» Είναι σπουδαία αυτά και σημαντικά. Γι' αυτό ας Τον ευχαριστούμε, ας Τον ευχαριστούμε, ας Τον ευχαριστούμε, ότι κι αν γίνεται. Και στον Σταυρό ν' ανεβούμε και Γολγοθά να διαβαίνομε, κι ο,τι να συμβαίνει ας Τον ευχαριστούμε. Αυτό που εκνευρίζει τον διάβολο ειν' η ευχαριστία. Το ξέρετε αυτό. Κι η ευγνωμοσύνη. Ας ευχαριστούμε. Έυχαριστήσωμεν τω Κυρίω.» Ας Τον ευχαριστούμε εν παντί. Σ' ότι κι αν συμβαίνει. Ο,τι κι αν γίνεται. Παντού και πάντοτε και στα πάντα.

Αγία Πουλχερία

Την ίδια μέρα, 10 Σεπτεμβρίου, πάλι, γιορτάζει και η αγία Πουλχερία, η αυτοκράτειρα, η βασίλισσα. Η κόρη του Μεγάλου Θεοδοσίου. Που εκυβερνησε το κράτος πάρα πολλά χρόνια, τον 5ο αιώνα. Με τον καλύτερο τρόπο. «Με λογισμό και με όνειρο». Υποστήριξε την άγια πίστη. Βοήθησε τη φτωχολογιά. Κράτησε λεπτές ισορροπίες. Προώθησε τα συμφέροντα του Βυζαντινού κράτους. Έφτιαξε εκκλησίες. Η Παναγία των Βλαχερνών είναι δική της, μαζί με τον Μαρκιανό. Πολλά φιλανθρωπικά Ιδρύματα. Συνεκάλεσε, μαζί με τον Μαρκιανό, την Ο' Οικουμενική Σύνοδο στη Χαλκηδόνα, απέναντι από την Κωνσταντινούπολη. Στο Σκούταρη. 451 μ.Χ.. Και έκαμε πολλά και μεγάλα. Και ανεπαύθη εν Κυρίω στα 453. 10 Σεπτεμβρίου. Η Εκκλησία μας την κατέγραψε στο Συναξάριο και στο Άγιολόγιο. Αφού συνεζεύχθη, όταν απέθανε ο αδελφός της, Θεοδόσιος ο Β', με τον οποίο συνεβασίλευε, κι εχρειάζετο αυτοκράτορα το Βυζαντινό κράτος, βρεθηκε, τότε, ο μεγάλος στρατηγός Μαρκιανός, από τη Θράκη. Σπουδαίος. Και συνεζεύχθη μετά της Πουλχερίας. 'Αλλά η Πουλχερία του είπε: «Μία συμφωνία. Θα κάνομε τον γάμο, γιατί πρέπει να γίνει, να έχει νόμιμο αυτοκράτορα το Βυζάντιο, αλλά εμείς θα ζούμε ως αδελφοί εν παρθενία». Κι η ψυχούλα τι έκανε; Ακου τι έκανε! Δέχτηκε. Γι' αυτό κι ο Μαρκιανός είναι στο Αγιολόγιο. Ο Μαρκιανός! Τι γράφει ο Θεοφάνης! Θα κυκλοφορήσει σε λίγες μέρες ο Θεοφάνης, στη «Χρονογραφία», τι γράφει; Τον σκέπαζε αετός τον Μαρκιανό, όταν ήταν στα διάφορα στρατόπεδα. Τον βλεπαν κι οι εχθροί. Και λεγανε: «Τι ειν' αυτός! Προστατευόμενος του Θεού.» Κι οι Βάνδαλοι, μια φορά, του είπανε, όταν τον είδαν να κοιμάται και να τον σκεπάζει αετός, και δεν μπορούσαν να του κάνουν τίποτα, «Κοίταξε, Μαρκιανε, αν έλθεις στην αυτοκρατορία», γιατί είπαν, ότι θα γίνει βασιλιάς αυτός, «να βοηθήσεις κι εμάς». Ε, ήλθε, το 'πε και το 'κανε. Αυτή είναι, λοιπόν. Αυτή ειν' η πίστη. Αυτή ειν' η Εκκλησία. Αυτά είν' τα μεγαλεία.

Σας αρέσουν αυτά, νομίζω. Έτσι. Είναι πολύ συγκινητικά. Εγώ, τουλάχιστον, τώρα που τα μελετάω αυτό τον καιρό, ωφελούμαι. Και πάνω στην αρρώστεια μου παρηγορούμαι. Και λέω, κι αυτά που τραβάω λίγα είναι, και μερικές φορές, ας μου φαίνονται πολλά. Γιατί τα δικά μας πάντα φαίνονται πολλά και των άλλων φαίνονται λίγα. Και τότε, καταλαβαίνει κανείς και τον πόνο και του τελευταίου, και τη στενοχώρια και τη θλίψη και την μοναξιά και την ερήμωση και τον πόλεμο πό 'χει από τον σατανά, διότι, άμα έχομε αρρώστεια, έρχεται κι ο σατανάς από πάνω, δεν είναι αρρώστεια μόνο, να το ξέρετε. Και με τη σκεψη, με το 'να, με τ' άλλο, μας τρελαίνει. Το τάγκαλο, πό 'λεγε κι ο πάτερ Παίσιος. Ε, δεν πειράζει. Μη δίνομε σημασία. Ο καθένας τη δουλειά του, σε τελευταία ανάλυση.

Θυμάμαι τον πατερα Φιλόθεο Ζερβάκο, τον μακαριστό, ήταν εκεί στην Καλαμάτα, μια φορά, που σπουδάζαμε, στη Σχολή, ήλθε και μας έκανε εξομολόγηση. Ε, του 'παμε διάφορα, του 'πα κι εγω, εκεί. Έ,» μου λέει, «παιδί μου, μια φορά, πήγε σ' έναν ασκητή, ο σατανάς. Τον πολεμούσε. Και δεν ήξερε τι να κάνει. Λέει, «Θεέ μου, φώτισε με», και τον φωτίζει ο Θεός τον ασκητή. Και λέει στον σατανά: «Κάνομε μια δουλειά», του λέει, «βρε;» «Τι δουλειά;» λέει ο άλλος. «Να. Να λέμε μια φορά ο καθένας, «Κύριε Ίησού Χριστε, ελεησον με». Μόλις είπε Έτσι ο ασκητής, ο άλλος μαζεύτηκε. Μαζεύτηκε. «Ιησού ονόματι, μάστισε πολεμίους. Και Θεός και ονομαζόμενος διώκει τους δαίμονας», λέει ο Μέγας Αθανάσιος. Λοιπόν. Ο άλλος που να πει. Δεν τον συνέφερε να πει τέτοιο. Ο δικός μας άρχισε κι έλεγε: «Κύριε Ιησού Χριστέ, Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησον με». Και τι έκανε ο σατανάς; Έφευγε. Τα μάζευε κι έφευγε».

Εμείς είμαστε δειλοί, και καθόμαστε. Πάμε να κάνομε προσευχή και μας μπερδεύει λίγο. Όχι. Θα την κάνομε την προσευχή. Όπως και να 'ναι. Και ξαπλωτοί και πεθαμένοι, θα την κάνομε. Μην αφήνομε την προσευχή. Είν' τα νεύρα της ψυχής. Μην αφήνομε. Να φωνάξομε. Η προσευχή είναι το εκατό του Θεού. Φωνάζουμε τον Κύριο και φθάνει, ας πούμε. Εκεί είν' ο Κύριος. 'Αλλά να φαίνεται και μπροστά μας, να πάρομε κι εμείς, με την πίστη πό 'χομε, τη δύναμη Του. Γιατί με το ζόρι ο Κύριος δεν δίνει τη δύναμη Του. Πρέπει να το ζητήσομε. Έτσι λοιπόν. Και έφυγε ο σατανάς. Και γλύτωσε ο ανθρωπάκος. Και οφείλομε κι εμείς, όπως είπα, να κάνομε το ιδιο και να 'χομε και την ευχή και του πατρός Φιλόθεου.

Πάει, λοιπόν, και ο Μαρκιανός και η Πουλχερία, μεγάλοι και σπουδαίοι, πρέπει να περάσομε κι εμείς, όμως, γρήγορα-γρήγορα, πήγαμε 35 λεπτά, αμέσως-αμέσως, τι καλό που 'ν' αυτό! Κάποιος λέει, «Παππούλη, τα λες σαν παραμυθάκια.» «Μά είναι η παραμυθία του Θεού αυτή.» Παραμυθία τι σημαίνει; Έχομε Παραμυθία Παναγία και στο Άγιο Όρος. Παρηγορίτισσα έχομε και στην Άρτα. Ειν' η παρηγοριά. Και ο μύθος ειν' τα φτερά της αλήθειας. Ο Ιησούς με παραβολεσ και με μύθους μιλούσε. Ήταν πιο ευπρόσδεκτα και πιο απαλά. Κι έφτασε στην ψυχή σαν ψιλή βροχούλα. Και πότιζαν την ψυχή και ποτίζει την ψυχή. Εί δε, αν κλωτσήσει η ψυχή και ζοριστεί, δεν δέχεται τίποτα. Άμα ανοίξει κι είναι απαλή, τα δέχεται όλα. Και σιγά-σιγά. Γιατί η Εκκλησία, κάθε μέρα, μας βάζει αγίους, κάθε μέρα αναγνώσματα, κάθε μέρα το 'να, κάθε μέρα λειτουργία, και κάθε φορά που επαναλαμβάνει τους ίδιους αγίους, τα ιδια αναγνώσματα, τι; Θέλει σιγά-σιγά. Μικρόν κατά μικρόν. Και γίνονται πολλά πράγματα.

11 Σεπτεμβρίου

Αγία Θεοδώρα η εν Αλεξάνόρεια

Πάμε, όμως, στις 11 του μηνός Σεπτεμβρίου, έχομε κι άλλα δυο και τελειώνουμε, επταήμέρα είν' αυτά, επτά ήμερούλες, θα λέμε το Συναξάρι το Φθινοπωρινό, μετά το Χειμερινό, μετά το Εαρινό, μετά το Καλοκαιρινό. Έτσι. Να βγάλομε μια χρονιά τους αγίους, αν δεν σας αρεσει, να τ' άλλάξομε, δεν έχω αντίρρηση εγώ. Μπορούμε να πούμε κι άλλα. Αλλά μ' αρεσουν τόσο πολύ αυτά. Είναι τόσο γλυκά, είν' το ευαγγέλιο στην πράξη. Και διαβάζεται και το ευαγγέλιο μαζί. εγώ αυτό τον καιρό που μ' άλλους διαβάζω το ευαγγέλιο, μόλις ελθουμε, τους βάνω και μου διαβάζουν και το ευαγγέλιο, εγώ δεν μπορώ να διαβάσω, τους βάνω και μου διαβάζουν το ευαγγέλιο, του Ματθαίου τώρα. Μέχρι του Σταύρου του Ματθαίου. Μετά του Σταύρου του Λουκά, μέχρι το Τριώδιο. Και μετά, το Τριώδιο και τη Σαρακοστή, το ευαγγέλιο του Μάρκου. Και μετά, στην Ανάσταση, στο πεντηκοστάριο, είν' το ευαγγέλιο του Ιωάννου. Τα διαβάζομε όλα. Τα ξέρετε. Αλλά τα λεω πάλι εγώ. Δεν πειράζει. Μπορεί κάποιος να μην το 'χει υπόψη του. Λοιπόν.

11 του μηνός Σεπτεμβρίου—Σεπτεμβρίου, έβδομος μήνας με το ημερολόγιο το ρωμαϊκό που άρχιζε από τον Μάρτιο, σ' εμάς είναι ένατος, αλλά έχουν μείνει οι ονομασίες και τα λέμε Έτσι. Δεν πειράζει. Αυτό δεν έχει σημασία. Λοιπόν. Γιορτάζει η αγία Θεοδώρα η εν Αλεξάνδρεια. Τον 5ο αιώνα, επί Ζήνωνος αύτοκράτορος, 474-491, δεν μας ενδιαφέρει αυτό, 5ος αιώνας, ήταν στην Αλεξάνδρεια, ήτο αρχόντισσα, πήρε καλό άνδρα, περνούσαν θαυμάσια, αλλά ο διάβολος αγρυπνεί πάντοτε, να πλήξει τους καλούς. τους κακούς τους έχει. Να το ξέρομε αυτό. Γι' αυτό πάντα να άγρυπνουμε. Εν παντί καιρώ. Και να δεόμεθα. Την έμπλεξε, λοιπόν, στα δίχτυα των κακών ανθρώπων και προσέβαλε την τιμή του ανδρός της. Αλλά, επειδή ήταν αγαθή, μετάνοιωσε. Κι έκλαιγε. Δεν ήξερε τι να κάνει. Πως να εξαλείψει το ανόμημα της. Γι' αυτό και σκεφτηκε να φύγει, να πάει να μονάσει. Αλλά, αν πήγαινε σε γυνακείο μοναστήρι, θα την εύρισκε ο άντρας της. Γι' αυτό, τι κάνει; Φοράει αντρικά, και πάει και μπαίνει σ' ένα μοναστήρι αντρικό, με το όνομα Θεόδωρος.

Εκεί έκανε μεγάλη άσκηση, μεγάλη πρόοδο, έκαμε τις πιο ταπεινωτικές δουλειές, με τα ζώα του μοναστηρίου, βοηθούσε όλους τους πατέρες, και τους είχε καταπλήξει. Κάνεις δε, δεν υποψιάστηκε πως είναι γυναίκα. Ηλθε ο διάβολος τότε και λέει: «δεν την κτύπησα με την πρώτη φορά, θα τη κτυπήσω με τη δεύτερη, θα την αφανίσω.» Αυτό θέλει αυτός. Φθονερός. Ο φθόνος είναι κακό πράγμα. Μην τον έχομε ποτέ στην ψυχή μας. Και αν τον έχομε, να φεύγει. Και τι κάνει, λοιπόν; Εκεί κοντά ήταν κι ένα χωριό, και κάποια ακόλαστη, μ' ένα φαύλο, έκαναν ένα παιδάκι. Τι φταίει το παιδάκι ; Τίποτα. Λοιπόν. Και τι είπε μετά αυτός ο παλιάνθρωπος; Πάει στο μοναστήρι και λέει, Ο Θεόδωρος...». Όχι η γυναίκα πήγε. Ο Θεόδωρος μου έκανε ένα παιδί. Και τώρα, τι θα γίνει;» Και πάει την άλλη μέρα ο άντρας, με τον οποίο το 'κανε αύτη η κυρία, και το φέρνει στο μοναστήρι, το πετάει στην πόρτα, και λέει: «Πάρτε του Θεόδωρου το παιδί.» Και τι κάνει, τότε, ο Θεόδωρος; —η Θεοδώρα; Ως γυναίκα, που ήταν, λυπήθηκε το παιδάκι, πάει και το παίρνει. Και λέει: «δεν μπορείτε ν' αφήσετε το παίδι εδώ. Θα φύγετε.» Έντάξει, λέει, να κάτσω στην πόρτα του μοναστηριού». Σαν άλλος καλυβίτης, εφτειαξε ένα καλυβάκι, κι εκατσε με το παιδί εκεί, το μεγάλωσε. Επτά χρόνια, παρακαλώ. Εμείς, άμα μας αδικήσουν λιγάκι, θελομε αμέσως να δικαιωθούμε. Επτά χρόνια, παρακαλώ.

Και τότε, εκείνος ο παλιάνθρωπος, η γυναίκα μάλλον, ήλθε και είπε στο μοναστήρι, ότι άδικα συκοφάντησα τον Θεόδωρο. Το παιδί το 'κανα με άλλον, και θα το πάρω τώρα». Αυτό μεγάλωσε. Γι' αυτό στις εικόνες την έχομε με το παιδάκι την αγία Θεοδώρα. Το παιδάκι. Πολύ ωραίος βίος. Διαβάστε τον. εγώ το λεω Έτσι. Με το παιδάκι την αγία. Τι τράβηξαν οι άγιοι για να φτάσουν! Και πόσα αδικήθηκαν! Εκείνη ξαναμπήκε στο μοναστήρι, χωρίς να φανερώσει ότι είναι γυναίκα. Λοιπόν. Και συνέχισε. Την είχε φάει, όμως το λιοπύρι του καλοκαιριού και τα κρύα του χειμώνα. Είχε λυώσει στον απάνω κόσμο. Είχε γίνει, όντως, ασκητικότατη και η ψυχή της πια ήταν αλλού. Στα ουράνια. Στον Κύριο. Και μια μερούλα, άπλωσε τα χεράκια Του ο φιλάνθρωπος Χριστός, ο Νυμφίος, και την πήρε. Αυτή, κι άλλες εννέα γυναίκες, στα χρόνια τα εκκλησιαστικά που πέρασαν, μπόρεσαν και έζησαν στα μοναστήρια ως άντρες, μέχρι το τέλος. Κι αναφέρει το Συναξάριο, Όπως οι δέκα παρθένες, λέει, του αυτού, Έτσι κι εκείνες έζησαν παρθενικό βίο ανάμεσα, —παρθενικός βίος είναι ο αφοσιωμενος βίος, στην ουσία— ανάμέσα στους άντρες.» Λοιπόν.

Και ύστερα, αφού πέθανε, διαπίστωσαν οι πατέρες το φύλο της, οτι ήταν γυναίκα, κι έμειναν κατάπληκτοι. «Γυναίκα ανδρεία, τις εύρήσει;» Που είναι ο Σολομών που ήξερε κι από γυναίκες! «Τιμιωτερα δε εστι λίθων πολυτελών η τοιαύτη.» Λοιπόν. Αλλά η ώρα πέρασε. Πάει. Λοιπόν. Και θαύμασαν και κατεπλάγησαν. Και έθαψαν την αγία κι εκείνη ανεβηκε στον ουρανό, αλλά είναι και κοντά στον καθένα που υποφέρει και μάλιστα αδικείται και συκοφαντείται. Να το ξέρετε αυτό. Να την παρακαλείτε.

Άγιος Ευφρόσυνος   ο μάγειρας

Έχομε την ίδια μέρα και τον άγιο, τον όσιο Ευφρόσυνο τον μάγειρο.

Γεννήθηκε από αγράμματους γονείς και χωρικούς. Και του 'ρχόταν να πάει σε μοναστήρι κι ετρεξε και πήγε. Αλλα δεν ήξερε γράμματα και δεν είχε και τρόπους. Τον βαλαν, λοιπόν, να κάνει όλες τις ταπεινωτικές δουλειές. Υπηρετούσε τους πατέρες και στο τέλος τον βαλαν στο μαγειρείο, να μαγειρεύει. Ολοι τον περιφρονούσαν και τον είχαν για τίποτα. Ήταν, εκεί, στο μοναστήρι κι ένας ιερεύς ενάρετος. Και λέει: «Χριστέ μου, δείξε μου τον Παράδεισο, πως είναι». Κι ένα βράδυ τον πήγε ο Κύριος στον Παράδεισο και τι βλέπει στη μέση του Παραδείσου; Τον Ευφρόσυνο! Καθότανε κι απόλάμβανε τα κάλλη και τις ομορφιές —α, ρε ώρα, που περνάς!— του Παραδείσου. Και του λέει, «Τι κάνεις εδώ πέρα;» «Τι να κάνω;», λέει. Εγώ είμαι ένας παλιάνθρωπος», του λέει, «όπως μ' έχετε. Αλλά είναι καλός ο θεός. Κι από την αγαθότητα μου χάρισε αυτά εδώ που βλέπεις. Μου τα 'δωσε όλα δικά μου, να τα βλέπω και να τ' απολαμβάνω.» «Δικά σου όλα;» Έτσι μου 'πε ο Κύριος», λέει. «Δικά μου όλα.»

Τι μας περιμενει, ε! Και καθόμαστε και κολλάμε σ' ένα χωραφάκι, σ' ένα αυτό, αν μας έκαψαν το ένα, αν μας έκαψαν το άλλο, και Τι έγινε; Και Τι έγινε, στην τελευταία ανάλυση; Αυτά περνάνε και φεύγουνε. Περνάνε και φεύγουνε. Παράγει το σχήμα του κόσμου τούτου. Φεύγει. Φεύγει. Και του λέει, σε μια στιγμή, ο Ιερεας μας, που 'ταν κι αυτός στον Παράδεισο: Έ, δώσ' μου κάτι απ’ τον Παράδεισο.» «Ζήτησε μου», λέει, «και η ευσπλαχνία του Θεού θα σου δώσει, αυτό που όντως έχεις ανάγκη». και λέει, «Δώσ' μου», ήτανε κάτι ωραίες μηλιές, εκεί. Τι ωραία! «Δώσ' μου», λέει, «μήλα». Κόβει και του δίνει. Και την ώρα εκείνη εσήμανε το σήμαντρο της μονής για τον όρθρο. την πρωινή ακολουθία. —Ηλθε κι ο Ίωαννικιος; Ο Φιλιππάκος; Όχι.— Λοιπόν.

και καθώς συνήλθε ο παπάς του μοναστηριού, βλέπει στα χερια του, στο παλτό του, Τι; τα μήλα του Ευφρόσυνου. Πραγματικά. Έκανε πολλή ώρα ΝΑ συνελθει άπ' την κατάπληξη. και μετά πάει στην εκκλησία και Τι βλέπει; Τον Ευφρόσυνο εκεί. Έλα, δω, βρε,» του λέει. «Σε εξορκίζω. Να μου πεις, που ήσουνα το βράδυ;» Εγώ», λέει, «που ήμουνα; Εδώ ήμουνα. Σήμανε καμπάνα, κι ήλθα.» Όχι, λες ψέματα». Έ, που ήμουνα; Εκεί που ήσουν κι εσύ», του λέει. Τώρα, Τι να λέμε! Μεταξύ κατεργαρεων η ειλικρίνεια, υποθετικά. και τότε έβαλε τον Ευφρόσυνο ο Ιερεύς της μονής, ο σεβάσμιος, που πήγε κι αυτός στον Παράδεισο και είδε, να πει όλ' αυτά. τα 'πε ο Ευφρόσυνος, αλλά ήταν τόσο ταπεινός και φοβόταν τη δόξα, μήπως ψηλώσει ο νους του και χάσει τα πάντα, και Τι Έκανε; Εξαφανίστηκε άπ' την μονή. Κανείς δεν τον είδε πια. Κανείς δεν τον άκουσε. Πήγε και κρύφτηκε. Πήραν τα μήλα και πολλοί άρρωστοι, που έτρωγαν, εθεραπεύοντο. Ο άγιος Ευφρόσυνος, ο μάγειρος. Αμα, λοιπόν, μας περιφρονούν, ας τον θυμόμαστε. και να λέμε, Άγιε μου Ευφρόσυνε, Έλα 'δω και δώσε μου ευφροσύνη, με την περιφρόνηση και με όλα τ' άλλα των ανθρώπων και του πονηρού.» Βέβαια.

12 Σεπτεμβρίου

Άγιος Ίερομάρτυς Αυτόνομος

Και πάμε τώρα στις 12, γιατί πέρασε ακριβώς η ώρα, στις 12 του μηνός Σεπτεμβρίου, και κλείνομε, έχομε και τη μάχη της Πέτρας, στη Βοιωτία, 1829, που διώξαμε τους Τούρκους τελείως από 'δώ, τώρα ξανακτύπησαν όλοι αυτοί, άλλα που θα πάει; Πάνε γυρεύοντας, να μας δώσουν την Πόλη. Μη φοβάστε. Λοιπόν. Τα 'πε ο πάτερ Παίσιος αυτά. Τα λέμε και στον Σταθμό, τα λέμε κι εδώ, θ' ακουστούν κι αύριο. Γιορτάζει, λοιπόν, ο άγιος μάρτυς, ίερομάρτυς Αυτόνομος. Ήταν άπ' την Ιταλία, στα χρόνια του Διοκλητιανού. 3ος αιώνας. 284-305. Εκήρυξε εκεί διωγμό στην Ιταλία ο Διοκλητιανός κι έφυγε ο πάτερ. Αφού είχε κάνει πολύ καλή εργασία και προσφορά μεγάλη στην ιταλική Εκκλησία. Στην ορθοδοξία, τότε, της Ιταλίας. Λοιπόν. Κι εφθασε στη Βιθυνία. Όλοι εκεί στον Πόντο, κοντά στην Κωνσταντινούπολη. Κι εκήρυττε τον Θείο λόγο. έκαμε εκεί Εκκλησία, βγήκε σ' όλη τη Μικρασία, βοήθησε αμετρητους και πολλούς, και στο τέλος ξαναγύρισε στην Βιθυνία, εκεί ήταν και η Νίκαια της Βιθυνίας, εκεί ήταν οι άσκηταί του Ολύμπου, εκεί... και τι δεν ήταν! Τι θα βγει μια μέρα από 'κεϊ πέρα για τον Παράδεισο! Θα τρίβουμε τα μάτια μας. Και τι είναι τώρα κρυμμένο εκεί, το 'πα και πάλι, πολλοί είναι κρυπροχριστιανοι εκεί, πολλοί, πάρα πολλοί, αμετρητοι. Τι μπορούνε να κάνουνε; Τους Τούρκους στο φανερό; Ασε. Ασε. Ασε. Πολλά πράματα. Ασε. Να μην πω τίποτέ. Δεν κάνει. Δεν κάνει. Γιατί δυσκολεύονται κι αυτοί, εκεί πέρα. Λοιπόν. Και μια μέρα, που λειτουργούσε στην εκκλησία κι έλαμπε, όρμησαν μέσα φανατικοί είδωλολάτραι, Όπως και φανατικοί προχθές έκαψαν την πατρίδα μας, και οργισμένοι, και τον κτύπησαν με πέτρες και ξύλα και τον άφησαν στον τόπο μπροστά στην Αγία Τράπεζα. Τον άγιο, ιερομάρτυρα Αυτόνομο.

Άγιος Ιουλιανός   ο Γαλάτης

Γιορτάζει κι ο άγιος Ιουλιανός, ο Γαλάτης, ο οποίος υπέφερε πολλά για την πίστη, κι ένα θα σας πω, μόνο, λίγο πριν κοιμηθεί μαρτυρικώς, παρεκάλεσε τον Χριστό για τους αγρότες και τους αγρούς των. Όποιος θα τον επικαλεσθεί λέει, ας διαβάζομε και κανένα αγιασμό στα χωράφια, ρε παιδιά, καίγονται, τώρα, κι αυτά τα καημένα, λοιπόν. Όποιος θα με επικαλεσθεί», λέει ο άγιος Ιουλιανός, ο Γαλάτης, «οποίος θα με επικαλεσθεί, δεν θα κινδυνέψουν τα χωράφια του από τίποτε ούτε από ακρίδες ούτε από άλλα ερπετά. Ούτε θα υποστούν συμφορές». Γι' αυτό και έχει διάφορες ευχές το Ευχολόγιο, σε αγρούς και κήπους κλπ. και μεταξύ των άλλων αναφέρει και τον άγιο Ιουλιανό. Αυτός είναι που γιορτάζει στις 12 του μηνός Σεπτεμβρίου, από τη Γαλατία.

Αλλά, ε', τώρα πρέπει να σταματήσουμε 'δώ, να συνεχίσομε, πρώτα ο Θεός, την ερχόμενη Τετάρτη, αν ζούμε κι αν υπάρχομε.

Εξεφωνήθη την 5η Σεπτεμβρίου 2007 Μέρος εξεφωνήθη την 30ή Αυγούστου 2007

ΦΘΙΝΟΠΩΡΙΝΟ ΣΥΝΑΞΑΡΙ Εισαγωγή 13- 19 Σεπτεμβρίου

Κυλάνε ol μερούλες, σιγά-σιγά, σεβαστοί μου πατέρες και αγαπημένοι αδελφοί μου, κυλάνε και φεύγουν και προχωρούν, και φεύγουμε κι εμείς μαζί τους. Πορευόμαστε για την αιώνια πατρίδα και ζωή. Για τον μόνιμο τόπο της κατοικίας μας. Ο παρών βίος είναι περαστικός και φευγαλεος. Διαβαίνει και παράγει και περνά, τόσο γρήγορα, όσο δεν μπορούμε να φανταστούμε. Έχει, όμως, μεγάλη σημασία και αξία η διαβατάρικη αύτη ζωή, διότι αποτελεί τη βάση και την αφετηρία για την αιώνια ζωή. Το πως θα φερθούμε εδώ και το τι θα πράξομε, έχει αντίβαρο στην άλλη ζωή. Στην αιώνια πατρίδα μας. Αυτό το κατάλαβαν πολύ καλά οι άγιοι της Εκκλησίας. Και γι' αυτό έκαναν μεγάλο αγώνα. Τον καλό αγώνα. Να ευαρεστήσουν στον Θεό, να πράξουν το θέλημα Του, να εφαρμόσουν τις εντολές Του, και να λάβουν τη Χάρη Του και το εισιτήριο για την άνω ζωή και την άνω πατρίδα. Γι' αυτό κι εμείς εφετος βάλαμε ως στόχο και πρόγραμμα, σ' αυτές εδώ τις ταπεινές ομιλίες, να αναφερόμαστε στα Συναξάρια και τους Βίους των αγίων της Εκκλησίας μας. Γιατί παίρνομε μεγάλη δύναμη, μας εμπνέει το παράδειγμα τους, προσπαθούμε να μιμηθούμε την πίστη τους κι ο,τι άλλο δυνάμεθα, και έτσι, έχοντας και τις ευχές τους, που τόσο τις χρειαζόμεθα, και όντες ανάμεσα στους άγιους, προχωρούμε κι εμείς την πρόσκαιρη και περαστική αύτη ζωή μας, μέσα στην αγία μας Εκκλησία, την επίγεια και άκτιστη, και κάνομε τον αγώνα μας σύν πάσι τοις άγίοις.

13 Σεπτεμβρίου

Εγκαίνια του ναού της Αναστάσεως του Χριστού

Και τώρα θα αναφερθούμε στα Συναξάρια, εν συντομία, βέβαια, και από στήθους, όπως βλεπετε, των επομενων ημερών. Από αύριο, 13 Σεπτεμβρίου, μέχρι τις 19 του αυτού μηνός. Αύριο η Εκκλησία μας, 13 του μηνός, όπως προαναφεραμε, Σεπτεμβρίου, εορτάζει τα εγκαίνια του ναού της Αναστάσεως του Χριστού μας. Η αγία Ελένη πήγε στους Αγίους Τόπους το 326 μ.Χ., σταλμένη από τον άγιο και Μέγα Κωνσταντίνο, και βρήκε τον Τίμιο Σταυρό, στις 6 Μαρτίου. Και ευθύς αμέσως έκαμε ενέργειες, με την σύμπραξη και την έγκριση και τη βοήθεια τη μεγάλη του υιού της, του Μεγάλου Κωνσταντίνου, και άρχισε να κτίζεται ο ναός της Αναστάσεως στους Αγίους Τόπους, στην Ιερουσαλήμ. Και σε εννέα χρόνια τελείωσε. Η αγία Ελένη, εν τω μεταξύ, είχε κοιμηθεί, άλλα ο Μέγας Κωνσταντίνος ζούσε και βασίλευε. Και στις 13 Σεπτεμβρίου, σαν αύριο, το 335 μ.Χ., εννέα χρόνια αφότου ευρεθη ο Τίμιος Σταυρός, στην αγία Σιών, έγιναν τα εγκαίνια. Ήταν εκεί αναρίθμητοι αρχιερείς και ιερείς και μοναχοί και λαός κι ο βασιλεύς και άρχοντες και συγκλητικοί, ένα πλήθος δυσεξαρίθμητον.

Άγιος Κορνήλιος ο εκατόνταρχος

Στις 13 Σεπτεμβρίου γιορτάζει κι ένας ευλογημένος άγιος της Εκκλησίας μας. Ο άγιος Κορνήλιος, ο εκατόνταρχος, επίσκοπος Σκεψεων της Παλαιστίνης. "Ήταν στα αποστολικά χρόνια. Αξιωματικός του ρωμαϊκού στρατού. Αλλα άνθρωπος αγαθός, εύσπλαχνος και ελεήμων και άνθρωπος αγάπης. Τόσο πολύ ευαρέστησε τον Θεό, παρότι ήτο ειδωλολάτρης, που ο Κύριος του έστειλε άγγελο σε οπτασία και του είπε: Οι προσευχεσ σου και οι ελεημοσύνες σου, Κορνήλιε, έφτασαν στον θρόνο του Χριστού. Γι' αυτό κι Εκείνος θέλει να γίνεις χριστιανός. Είσαι έτοιμος. Κι εσύ κι η φαμελιά σου. Γι' αυτό στείλε στην Ίώπη, να καλέσεις τον απόστολο Πέτρο, που βρίσκεται εκεί» —είχε αναστήσει και την Ταβιθά, όπως ξέρομε— «για να σου πει τι θα κάνεις και να σε βαπτίσει. Να σε κατηχήσει και να σε βαπτίσει». Κι έστειλε εκείνος, που 'ταν στην Καισαρεία της Παλαιστίνης, ο Κορνήλιος, και ήλθε ο απόστολος Πέτρος. Κατήχησε και βάπτισε τον Κορνήλιο και όλους τους εκεί. Και ύστερα τον έκαμε και επίσκοπο, τον χειροτόνησε και τον έστειλε στην πόλη των Σκεψεων, παλαιά πόλις της Παλαιστίνης, δεν υπάρχει σήμερα, η οποία ήτο κατείδωλος, ήταν όλοι είδωλολάτραι. Και τους έκανε χριστιανούς όλους, μαζί με τον άρχοντα της πόλεως Δημήτριο, ο όποιος εβαπτίσθη μ' όλη του τη φαμελιά και οικογένεια. Κι Έτσι ο Κορνήλιος έλαμψε απόστολικώς και αφού ευαρέστησε τον Θεό και ωφέλησε τα μέγιστα το ποίμνιο του, ανεπαύθη εν Κυρίω. Ο εκατόνταρχος Κορνήλιος. Ο αξιωματικός αυτός, που έγινε ύστερα απόστολος και επίσκοπος του Κυρίου. Και είναι μεγάλη και σπουδαία υπόθεση.

14 Σεπτεμβρίου

Ύψωση του   Τιμίου Σταυρού

Και τη δεύτερη μέρα των εγκαινίων, 14 του μηνός Σεπτεμβρίου, ήταν τόσα τα πλήθη, που ήθελαν να ασπασθούν τον Τίμιο Σταυρό, η πρώτη μέρα έφυγε με τα εγκαίνια και τις διαδικασίες, άλλωστε τα εγκαίνια έχουν μεγάλες διαδικασίες και μάλιστα τόσο μεγάλα εγκαίνια, τη δεύτερη μέρα, λοιπόν, ζήτησε ο λαός, αφού δεν μπορούσαν να προσκυνήσουν όλοι τον Τίμιο Σταυρό, να τον υψώσει ο πατριάρχης, από τον άμβωνα, και να τον δούνε, τουλάχιστον. «Τι χάρη έχουν τα μάτια», που λέει κι ο εθνικός μας ποιητής! Να τον δούνε τα μάτια. Ν' αγιασθούν και τα μάτια. Και ν' αγιασθεί και η ψυχή τους και το είναι τους. Και όντως ύψωσε τον Σταυρό ο πατριάρχης τον Τίμιο από τον άμβωνα ψηλά, τον είδαν εκείνα τα αμέτρητα πλήθη, και άρχισαν να φωνάζουν και να λένε το «Κύριε, ελέησον.» Σείστηκε ο τόπος. Εφθασε μέχρι τον ουρανό αυτή η κραυγή η μεγάλη. Αυτό το «Κύριε, ελέησον.» Αυτή η ψαλμωδία και η ικεσία. Η δέηση και η δοξολογία. και πέρασαν, σιγά-σιγά, οι χρόνοι κι οι καιροί, η ημέρα των εγκαινίων ξεχάστηκε, έγινε προεόρτιος της Υψώσεως του Τιμίου Σταυρού, κι Έτσι, η πρώτη ημέρα μετά τα εγκαίνια, η μεθεορτος, έγινε κυρίως εορτή και εορτάζει η Εκκλησία την Ύψωση του Τιμίου και Ζωοποιού Σταύρου, που έγινε στα 335, 14 του μηνός Σεπτεμβρίου.

Στα 614, όμως, μ.Χ. ήλθαν οι Πέρσες, οι βάρβαροι αυτοί, στην Ιερουσαλήμ, έκαμαν καταστροφές και σφαγές και λεηλασίες, και πήραν, για να τιμωρήσουν τους χριστιανούς και να τους προσβάλουν, τον Τίμιο Σταυρό, μαζί με τον πατριάρχη Ζαχαρία και με άλλους πολλούς αιχμαλώτους, στα βάθη της Περσίας. Τότε, ο μέγας αυτοκράτωρ του Βυζαντίου Ηράκλειος, ο όντως σταυροφόρος, ο πρώτος σταυροφόρος της Ανατολής, επεχείρησε εκστρατεία και πήγε στα βάθη της Περσίας κι εκεί νίκησε και συνέτριψε τους Περσας, στη Νινευή, 12 του μηνός Δεκεμβρίου, του αγίου Σπυρίδωνος, 627. και στη συνέχεια γύρισε στην Κωνσταντινούπολη, ύψωσε στο ναό της Αγίας Σοφίας τον Τίμιο Σταυρό, και τον επόμενο χρόνο 629, 14 Σεπτεμβρίου, ύψωσε τον Τίμιο Σταυρό και πάλι στον ναό της Αναστάσεως, αφού τον επανέφερε θριαμβευτικά. Κι οι λαοί, τότε, και τα έθνη και οι υπόλοιποι όλοι εδοξολόγησαν τον Κύριο και εκραύγασαν το «Κύριε ελέησον» και το έτος εκείνο, 629 μ.Χ., ο μέγας Ηράκλειος εξεδωκε διάταγμα και όρισε να εορτάζεται, σ' όλη την αυτοκρατορία και σ' όλη την χριστιανοσύνη, τι; Η παγκόσμιος Ύψωσις του Τιμίου και Ζωοποιού Σταύρου. Σ' όλο τον κόσμο. Σ' όλη την πλάση. Σ' όλη την χριστιανοσύνη. Τη μέρα αυτή υψώνεται ο Τίμιος και Ζωοποιός Σταυρός, πάνω στον οποίο υψώθηκε ο φιλάνθρωπος Χριστός μας, για να μας ανυψώσει από τη γη στον ουρανό. 'Από την αμαρτία στη χάρη. 'Από το θάνατο στη ζωή. 'Απ' το σκοτάδι στο φως. Γι' αυτό, λίγο πριν πεθάνει ο φιλάνθρωπος, τι έλεγε; «Καγώ, εάν υψωθώ, πάντας ελκύσω προς εμαυτόν.» —Κι εγώ, αν σταυρωθώ και αναστηθώ, θα σας ελκύσω κοντά μου και μας ελκύει κοντά Του. Καθώς Εκείνος ανελήφθη εις τους ουρανούς, εκάθησεν εκ δεξιών του Πατρός, κι εκεί πρεσβεύει για μας εις το διηνεκές και μας φροντίζει παντοιοτρόπως. Κι όταν κάθε ψυχούλα φεύγει απ’ αυτή την πλάση, έρχεται ο ίδιος, όπως όρισε στο ευαγγέλιο, και τι κάνει; Μας παραλαμβάνει. Ο ταπεινός και πράος Ιησούς έρχεται και μας παραλαμβάνει στη βασιλεία Του και μας υψώνει και μας φέρνει κοντά Του. Κοντά Του. Στην αιώνια πατρίδα. Στην αιώνια ζωή. Στον παράδεισο. Κι αυτά όλα είναι συγκλονιστικά.

Γι' αυτό και η Εκκλησία μας, στις 14 του μηνός, τα συνέπλεξα, 13 και 14, γιατί μόνο Έτσι εξηγούνται τα γεγονότα, εορτάζει την Ύψωση του Τιμίου Σταυρού και ευλογεί τα τέσσερα πέρατα του κόσμου. Ανατολή και Δύση, Βορρά και Νότο. Τον τετραπέρατο κόσμο. Κι Έτσι γίνεται ο Σταυρός ο φύλαξ πάσης της οικουμένης. Τον υψώνομε, λοιπόν, κι εμείς τον Τίμιο Σταυρό, κάθε χρόνο, και παίρνομε τη χάρη Του και παίρνομε τη δύναμη Του και λαμβάνομε την προστασία Του κι έχομε χαρά μεγάλη. και προσπαθούμε κι εμείς, με τη μετάνοια και τη διόρθωση του βίου μας, να ανυψώνομε τη ζωή μας και να γινόμαστε καλύτεροι. Να γινόμαστε του Χριστού. Να έχομε σταυρωμένο βίο και σταυροαναστάσιμη πορεία, όπως ορίζει η αγία μας Εκκλησία. Είναι σπουδαία αυτά και μεγάλα.

Θα γιορτάσομε κι εμείς, μεθαύριο την Παρασκευή, την Ύψωση του Τιμίου Σταυρού, 5 η ώρα το πρωί, και τα υπόλοιπα συν Θεώ, όπως και σ' όλη την οικουμένη. «Σταυρός υψούται σήμερον και κόσμος αγιάζεται.» Τι μεγάλη εορτή! Τι θρίαμβος και τι χαρά! και τι προστασία! και τι ασφάλεια! Τον Τίμιο Σταυρό και τον Εσταυρωμένο και Αναστημένο Χριστό τον τρεμουν οι δαίμονες και τα όργανα του σκότους. Τίποτε άλλο δεν φοβούνται, όσο τον Τίμιο Σταυρό και τον εσταυρωμένο χριστιανικό βίο.

Αγία Πλακίλλα

Στις 14 του μηνός Σεπτεμβρίου   γιορτάζει η αγία Πλακίλλα, γυναίκα του Μεγάλου Θεοδοσίου, του αυτοκράτορος. Κι εκείνος άγιος. Μεγάλη υπόθεση. Η οποία έκαμε τα βασιλικά της καθήκοντα και ησχολείτο, συνάμα, και με τους άρρωστους και τους φτωχούς και τους ανήμπορους. τους φρόντιζε στοργικά, παραπάνω κι από μάνα. Τροφός και φρουρός τους υπήρχε. Και εκοιμήθη εν Κυρίω. Αγίαζαν, τότε, και οι αυτοκράτορες. Και απ’ όλα τα επαγγελματα, κι ακόμη κι άπ' τα πιο ταπεινά, έχομε στον παράδεισο αντιπροσώπους. Που σημαίνει αυτό ότι όλοι μπορούμε να αγιάσομε. Ο,τι κι αν κάνομε, οποίοι κι αν είμαστε, όπου κι αν είμαστε. Ο αγιασμός είναι ισότης. Ανήκει σε όλους. Κι ο σκοπός της ζωής μας είναι, όπως λέει ο μέγας απόστολος Παύλος, ο αγιασμός ημών. Να αγιάσομε. Τότε μόνο ο άνθρωπος δικαιώνεται. Τότε μόνο ο άνθρωπος πληρούται. Και τότε μόνο ο άνθρωπος αξίζει να λέγεται άνθρωπος, όπως λέει και ο μέγας Αντώνιος στη Φιλοκαλία, γιατί, αν δεν γίνει άγιος, αν δεν αγιάσει και δεν σωθεί, καταχρηστικώς λέγεται άνθρωπος, συμπληρώνει ο μέγας καθηγητής της ερήμου.

Άγιος Μάρτυς Πάπας

Πάμε, τώρα, γιατί βλέπω την ώρα και φεύγει, γιορτάζει στις 14 κι ένας άγιος μάρτυρας, πάνω, από τον Πόντο, Βιθυνία, καλύτερα, ο άγιος μάρτυς Πάπας. Πάπας στα λατινικά σημαίνει πατέρας. Στην πρώτη χριστιανοσύνη, κι αυτός, τον συνέλαβαν οι ειδωλολάτραι, του έσπασαν τα σαγόνια, τον υπέβαλαν και σε άλλα φρικτά μαρτύρια, μην σας τα λέω και φοβάστε, γιατί κάποιος αναστενάζει, ακούω, μόνο που τ' ακούμε αναστενάζουμε, για σκεφθείτε να τα υποστούμε, έστω και λίγο, αδελφοί. Αχ... ψυχές εκείνες μεγάλες. Κι ύστερα του φόρεσαν υποδήματα σιδερένια, που 'χαν μέσα καρφιά. Και πάταγε πάνω και τον ανάγκασαν να τρέχει μπροστά από αφηνιασμένα άλογα. Κι εκεί η ψυχούλα, ο άγιος Πάπας, παρέδωκε το πνεύμα του στον Χριστό, με τρόπο μαρτυρικό, κι εκοσμήθη, όπως λέει ωραία και αφελεστατα το Συναξάριο, με τον στέφανο του μαρτυρίου.

Γιατί στεφανώνονται οι άγιοι; Γιατί, με το μαρτύριο και τον αγώνα τους, επιβραβεύεται η ζωή τους, αφενός, και αφετέρου στεφανώνονται τον Χριστό. Στεφανώνονται τον Χριστό, που 'ναι ο νυμφίος μας. Γι' αυτό κι αν έχομε κηδεία αδελφών, η Εκκλησία τι κάνει; το 'χομε πει κι άλλοτε. Λευχειμονεί. Φοράει λευκά. οι υπόλοιποι φοράμε πένθιμα, και καλά κάνομε. Πόνος είναι. Αλλά η Εκκλησία υποδεικνύει το ανώτερο και ουσιωδέστερο. τι υποδεικνύει λοιπόν; το γάμο. Την ώρα εκείνη η ψυχή παντρεύεται με τον φιλάνθρωπο Χριστό. Μπαίνει στην Ανάσταση. Όπως και στην Ανάσταση οι ιερείς λευχειμονούν, και κάθε Κυριακή, Έτσι, λοιπόν, κι εδώ, κατά Την κηδεία, κηδεία σημαίνει φροντίδα, από το κήδομαι, κηδεμών, κηδεία. Φροντίδα. Πρώτη κηδεία αυτή, που βάνομε στον τάφο. Κι η δεύτερη κηδεία, πως ονομάζεται; Ανακομιδή. Κομεω, κομώ, στα αρχαία σημαίνει φροντίζω. Νοσοκομείο σημαίνει αυτό που φροντίζει τη νόσο. Γηροκομείο σημαίνει αυτό που φροντίζει τα γηρατειά. Λοιπόν. και ανακομιδή σημαίνει εδώ ξανά φροντίδα. το ανα είναι επανάληψη. Ξανά φροντίδα για 'κείνον που έφυγε. Πρώτα είναι η ταφή, κι η δεύτερη η ανακομιδή. Το κάναμε και στους αγίους. Γιορτάσαμε προχθές και την ανακομιδή των ιερών λειψάνων του αγίου μας Νεκταρίου.

15 Σεπτεμβρίου

Μεγαλομάρτυς Νικήτας

Έτσι, λοιπόν, πάμε τώρα, για να φεύγομε, λίγο αναρχικά, αλλά δεν πειράζει, μας βιάζει και ο χρόνος και η νόσος, λοιπόν. πάμε στις 15 του μηνός Σεπτεμβρίου, Septem..., επτά, ε, septem, σεπτός, η λέξη σεπτός, από που παράγεται; Από το επτά. Το σίγμα είναι η δασεία. Να, τι κάνει το μονοτονικό. Μας χαλάει τη γλώσσα. Σεπτός σημαίνει ο άνθρωπος του επτά. Και τι είν' το επτά; Ιερός αριθμός. Τι σημαίνει, λοιπόν, σεπτός; Ιερός και άγιος. Τι είναι η γλώσσα μας! Τι μεγαλείο είναι! Τι μεγαλείο είναι! Λοιπόν. Γιορτάζει ο άγιος μεγαλομάρτυς Νικήτας. Ο άνθρωπος της νίκης. Νικήτας ο Γότθος. Ήταν βάρβαρος. Εκεί στη Γοτθία. Στην κεντρική Ευρώπη. Οι γονείς του, όμως, παρότι Γότθοι, είχαν μια ευγένεια. Δεν ξέρεις που πάει η ευγένεια και η καλοσύνη. Που σκηνώνει και που κατοικεί και που τη βρίσκεις. Άλλη υπόθεση αυτή. Εγεννησαν, λοιπόν, τον Νικήτα. Έγινε χριστιανός ο Νικήτας. Του άρεσε τόσο πολύ η χριστιανοσύνη, που πίστεψε μ' όλη του την ψυχή κι έκανε τον καλό του αγώνα. Και βοηθούσε. Πρόσφερε. Ήταν στα χρόνια του Μεγάλου Κωνσταντίνου. Γεννήθηκε στα 306, όταν Έγινε αυτοκράτωρ. Συναυτοκρτωρ ο Μέγας Κωνσταντίνος. Και πέθανε στα 337, μαρτύρησε, όταν ο Μέγας Κωνσταντίνος εκοιμηήθη. Τριανταενός χρονών ο Νικήτας. Ο Αθηνάριχος, ο διοικητής των Γότθων, όταν εμαθε για τον Νικήτα πως είναι χριστιανός, οργίστηκε. Τον κάλεσε, τον παρεκάλεσε ν' αλλάξει, ν' αφήσει την πίστη του Χριστού και να του χαρίσει τα πάντα, να τον κάνει και συναρχηγό, κι εκείνος είπε: Όχι, εγώ αυτό δεν το αλλάζω. Ο,τι κι αν μου πεις, ο,τι κι αν μου τάξεις, ο,τι κι αν μου κανείς». Κι εκείνος, τότε, θύμωσε τόσο πολύ, που δεν κατάλαβε τίποτα απ' τον μεγαλομάρτυρα Νικήτα, και τον έριξε στη φωτιά, αφού τον βασάνισε, κι εκάη. Πήγε, όμως, μαρτυρικά στο εσφαγμενο αρνίο. Στη βασιλεία του Θεού.

Άγιος Πορφύριος ο από μίμων

Και την ίδια μέρα, 15 του μηνός,   γιορτάζει και ο Άγιος Πορφύριος, ο ηθοποιός. Ο   από μίμων. Έχουμε και ηθοποιούς αγίους. Τι ωραία! Ηθοποιός είν' ωραία λέξη. Και μάλιστα με την αρχαία σημασία. Αυτός που ποιεί ήθος. Γιατί το θέατρο, όταν είναι σωστό, δημιουργεί και πλάττει και τους χαρακτήρες και τα ήθη των ανθρώπων. Και τα ήθη των ανθρώπων. Αυτός ζούσε στα χρόνια του Ιουλιανού του Παραβάτου. Ήταν ειδωλολάτρης. Και καλός ηθοποιός. Και μίμος. Γιατί, Τι είναι η τραγωδία; Μίμηση πράξεως. Να το ξέρετε. Λοιπόν. Σε μία γιορτή, τον διέταξε ο Ιουλιανός ο Παραβάτης, Τι να κάνει; Να διακωμωδήσει και να σατιρίσει τα μυστήρια της ορθοδόξου Εκκλησίας. Και μάλιστα το εισοδικό μυστήριο. το βάπτισμα. Μπήκε, λοιπόν, στην κολυμβήθρα, θέλοντας να εξευτελίσει το βάπτισμα και να το σατιρίσει και να το εμπαίξει, και καθώς Μπήκε, αλλοιώθηκε. Ήταν καλή ψυχή στο βάθος. Οι περιστάσεις τον ανέδειξαν μίμο, κι άμα δε είναι καλός μίμος και σωστός, δεν είναι λάθος, λοιπόν. Και την ώρα εκείνη Τι γίνεται; Τον επισκέπτεται η Θεία Χάρις. Κι αντί να πει εμπαικτικά, όπως Ήταν το πρόγραμμα, «Βαπτίζεται ο δούλος του Θεού Πορφύριος», το 'πε πως; Μετά πίστεως μεγάλης και κατανύξεως και συγκινήσεως. «Βαπτίζεται ο δούλος του Θεού Πορφύριος, εις το όνομα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος. Αμήν.» Και κάνει τρεις καταδύσεις και τρεις αναδύσεις. Και βγαίνει, Μετά, από την κολυμβήθρα και διέταξε και του φόρεσαν λευκά. Γιατί με το βάπτισμα γινόμαστε και πιο λευκοί από το χιόνι. Φοράμε τις λευκές στολές. Κάνομε τον γάμο μας, κι εδώ. Τον αρραβώνα, για την ακρίβεια. Έτσι. Και είπε: Είμαι χριστιανός. Είμαι ευτυχής. Ευχαριστώ, αυτοκράτορα μου, που μ' έβαλες να εμπαίξω κι εγώ, εκεί πάνω, βρήκα τον δρόμο μου. Βρήκα τον Χριστό μου. Βρήκα τη χαρά μου. Τα βρήκα όλα. Τώρα, τώρα κάντε μου ο,τι θέλετε.» Ο άλλος έτριβε τα μάτια του, καθώς και Οι υπόλοιποι ειδωλολάτραι. «Τι επαθε αυτός;» Τι μπορεί να πάθει κανείς σ' ένα λεπτό; Μπορεί ν' αγιάσει, χωρίς να το καταλάβει, όταν έχει αγαθή ψυχή, όταν είναι γη καλή και αγαθή, που λέει το ευαγγέλιο, στην «Παραβολή του Σπορεως». Και τότε, οργίστηκε ο Ιουλιανός, ντροπιάστηκε και διέταξε ένα δήμιο να του πάρει το κεφάλι. Και τον αποκεφάλισε την ώρα εκείνη. Και Έτσι Έχουμε και τον άγιο των ηθοποιών. Τον άγιο Πορφύριο τον από μίμων. Μεγάλη υπόθεση κι αυτή.

Άγιος Φιλόθεος

Έχουμε την ίδια μέρα και τον άγιο Φιλόθεο, Ήταν παπάς εκεί στη Μικρασία, που αλλού, είχε Μεγάλη πίστη και ευλάβεια, έκαμε οικογένεια, δεν μας εμποδίζει η οικογένεια σε τίποτε, από το να είμεθα πιστοί και να Κάνομε τον αγώνα μας, ποτέ δεν εμποδίζει, παρότι έχει εμπόδια και δυσκολίες, αλλά μία ψυχή, άμα αγαπά, τα υπερβαίνει όλα. Εκείνος επιδόθηκε στην προσευχή και στη νηστεία και στον καλό αγώνα. Κι ο Θεός Τι του έκανε; Του έδωσε το χάρισμα να θαυματουργεί. Και θαυματουργούσε. Πήγαν, μια φορά, σ' ένα μέρος και δεν είχαν ψωμί, Ήταν αμέτρητοι, κι είχαν μόνο ένα ψωμάκι. Και λέει ο Άγιος: Ας παρακαλέσουμε, παιδία, τον Χριστό, όλοι μαζί, το ένα ψωμάκι να φτάσει για όλους». Και Τι Έγινε; το ευλόγησε ο παπάς ο Φιλόθεος και ο Χριστός το αύξησε, έφαγαν όλοι κι έμεινε από ένα ψωμάκι. Κι επανέλαβε το θαύμα του Χριστού στην έρημο. Άλλη φορά δεν είχαν κρασί και θελαν λίγο κρασάκι. Και χρειάζεται το κρασί. το λέει, άλλωστε, η Παλαιά Διαθήκη, ο προοιμιακός, που διαβάζομε κάθε βράδυ στον Εσπερινό. «Και οίνος ευφραίνει καρδίαν ανθρώπου.» Δηλαδή, φτιάχνει την διάθεση. Γίνεται αλύπιος. Διώχνει τη λύπη. Η Εκκλησία δεν λέει να μην πίνομε. λέει να μη μεθάμε. Και «μη μεθύσκεσθε οίνω, εν ω εστίν ασωτία», λέει στους Εφεσίους ο μέγας σαγηνευτής των εθνών, απόστολος Παύλος. Και πήραν, λοιπόν, νερό και το διάβασε κι Έγινε κρασί. επανέλαβε το θαύμα της Κανά της Γαλιλαίας. Χε... Τι κάνει η πίστη! Θυσία ολοζώντανη. Και Τι έχει πει ο Χριστός; Έκείνος, ο οποίος πιστεύει σε μένα, τα εργα που κάνω εγώ θα τα κάνει κι εκείνος,» —«κακείνος ποιήσει, και μείζονα τούτων ποιήσει»— «Και θα κάνει και μεγαλύτερα απ' αυτά που κάνω.»

Υπάρχουν άγιοι, που έχουνε κάνει θαύματα, ας πούμε, Έτσι, —αυτό λέει ο Χριστός μας, επιτρέπει να το λέμε κι εμείς— και μεγαλύτερα απ' τον Χριστό. αλλά πως τα κάνουν Οι άγιοι τα θαύματα; Με τη δύναμη Του. Γι' αυτό λέμε στα απολυτίκια των θαυματουργών αγίων και του αγίου μας Νεκταρίου: «Δόξα τω σε δοξάσαντι Χριστώ, δόξα τω σε θαυμαστώσαντι, δόξα τω ενεργούντι δια σου πάσιν ιάματα» η «στεφανώσαντι». Λοιπόν. Με τη δύναμη του Χριστού Οι άγιοι της Εκκλησίας μας έκαμαν και κάνουν «τέρατα και σημεία». Μεγάλη δουλειά κι αυτή. αλλά πρέπει να φύγουμε.

Άγιος Συμεών

Έχει και τον άγιο Συμεών, τον αρχιεπίσκοπο Θεσσαλονίκης, 15 του μηνός, πάλι, Σεπτεμβρίου, το λειτουργικό βιβλίο, Μεγάλη μορφή του 15ου αιώνος, από την Κωνσταντινούπολη, εδωσε στην Θεσσαλονίκη, πρόσφερε πολλά, σε δύσκόλους χρόνους, με ενετοκρατίες, ήλθε κι η τουρκοκρατία, λίγο αφότου πέθανε εκείνος, το 1429, 1430 υπετάγη στους Τούρκους η Θεσσαλονίκη, όπως και τα Γιάννενα, κι ελευθερώθησαν το 1912, η Θεσσαλονίκη, ανήμερα στη χάρη του αγίου μας Δημητρίου. Πρόσφερε πολλά κι ο Άγιος Συμεών, έγραψε και ερμηνείες στα μυστήρια της Εκκλησίας και λόγους και ύμνους. Μεγάλη μορφή! Κι ήταν, μάλιστα, και πολύ ταπεινός και πολύ σπλαχνικός.

16 Σεπτεμβρίου

Αγία Ευφημία

Πάμε, όμως, στις 16 του μηνός Σεπτεμβρίου, γιορτάζει η αγία μεγαλομάρτυς και πανεύφημος, ξακουσμένη σημαίνει πανεύφημος, ξακουστή παντού, αγία Ευφημία. Ευφημία σημαίνει έπαινος. Το αντίθετο είναι δυσφημία. Που λέει, με δυσφημείς. —Καλώς τον Φιλιππάκο, είναι και ο Ιωαννίκιος εδώ, να 'στε καλά. Και οι υπόλοιποι. Ηλθε νωρίς ο Ιωαννίκιος. Έχει κι αρχεσ και τις τηρεί!— Λοιπόν. Έζησε στη Χαλκηδόνα. Στο Σκουτάρι. Απέναντι από την Κωνσταντινούπολη. Στα χρόνια του Διοκλητιανού. Ητο ωραιότατη και πιστότατη. Την κατήγγειλαν ως χριστιανή στον διοικητή τον Ρωμαίο, την εφεραν ενώπιον του, εθαμπώθη από το κάλλος της, εθαύμασε την ομορφιά της, την κολάκεψε, της έταξε ν' αλλάξει, και στο τέλος, αφού δεν άλλαζε, την απείλησε με βασανιστήρια. Και το πρώτο ήταν που την έριξε σε αναμμενο καμίνι. Πυρακτωμενο. την πεταξε μέσα την αγία. Κι εκείνη, κάνοντας το σημείο του Τιμίου Σταυρού, διεσώθη, όπως οι Τρεις Παίδες οι εν Καμίνω. Αλώβητος και ασινής και ακεραία. Ήταν εκεί, σαν να ευρίσκετο σε τόπο δροσερό.

την έβγαλαν, τότε, και δεν ήξεραν τι να κάνουν. Εφεραν ένα βασανιστικό τροχό, την έδεσαν επάνω, όπως τον άη Γιώργη και άλλους αγίους πολλούς, έθεσαν σε ενέργεια τον τροχό, με σκοπό να την κάνουν κομμάτια. Να την βγάλουν κιμά. Συγχωρήστε μου την έκφραση. Αλλά, τι έγινε; Ο τροχός εκείνος ακινητοποιήθηκε. Αχρηστεύθηκε. Έγινε βίδες. Τα 'χασαν οι ειδωλολάτραι. Και σου λέει, «Τώρα τι κάνομε;» Αυτή είναι η δύναμη του Χριστού η απροσμάχητη, που δεν νικιέται από κανένα. Αυτό σημαίνει απροσμάχητη. Εκείνος ο οποίος δεν είναι προς μάχην. Δεν μπορείς να τον πολεμήσεις. Γι' αυτό λέμε για την Παναγία, που έχει το «κράτος απροσμάχητον». Ανίκητη η δύναμη του. Έτσι. Και μετά, τι να κάνουν; Τη ρίχνουν στα θηρία. Πήγαν στο θηριοτροφείο, στα άγρια θηρία, εκεί που είχαν και έτρεφαν, και την έριξαν. Περίμεναν όλοι να κατασπαράξουν εκείνα την αγία. Αλλά τι κάνουν; Έτρεξαν κοντά της, της χάίδευαν τα ποδαράκια, της φιλούσαν τα χεράκια, έπαιζαν γύρω της, σαν να ήσαν προβατάκια και αρνάκια. Σαν τον Δανιήλ στο λάκκο των λεόντων. Φρύαξαν, τότε, οι ταλαίπωροι άνθρωποι κι ο άρχοντας εκείνου του τόπου, ο Ρωμαίος διοικητής. «τι να κάνομε; Μας εξευτέλισε αύτη.» Και, εν τω μεταξύ, ήταν και πολλοί χριστιανοί εκεί, και πολλοί ειδωλολάτραι, τι κάνανε; Ξεκλειδώθηκαν όλοι οι αγαθοί. Ξεκλειδώθηκαν όλοι οι αγαθοί. Όλοι οι αγαθοί ξεκλειδώθηκαν. Κι είπαν: «Μέγας ο Θεός της Ευφημίας. Μέγα το όνομα του Ιησού Χριστού. Μέγας ο Θεός των χριστιανών.»

Και τότε, είχαν και μια αρκούδα εκεί και την έφεραν κι αυτή στο στάδιο, στο θηριοτροφείο κοντά, από άλλο μέρος, και την άφησαν ελεύθερη και όρμησε επάνω στην αγία. Κοντοστάθηκε, κι η αγία της λέει: «σε παρακαλώ, σε παρακαλώ, αρκουδίτσα μου, σε παρακαλώ, στείλε με μια ώρα γρηγορότερα στον Χριστό. Μη μου κάνεις ο,τι μου 'καναν και τα άλλα ζώα. Στείλε με, σε παρακαλώ». Αυτός ειν' ο έρωτας. Άμα είναι κανείς ερωτευμένος, δεν λογαριάζει τίποτα. Πάρτε και τα ανθρώπινα. Δεν λογαριάζει τίποτα. Κομματάκια να τον κάνεις. Πως λεν και τα τραγούδια μας. Κομματάκια να τον κάνεις, δεν λογαριάζει. Πόσο μάλλον ο Θείος έρως. Που έχει ουράνιες διαστάσεις και απόλυτες. Πόσο μάλλον ο Θείος έρως. Όλα είναι έρως, έλεγε ο σοφός Βενεζης. Κι ο Γέροντας Πορφύριος έλεγε: «Πως είναι η αγάπη προς τον Θεό; Όπως είναι η αγάπη προς τους ανθρώπους. Πως είναι ο έρωτας προς τον Θεό; Όπως είναι κι ο έρωτας προς τους ανθρώπους. Είναι παράλληλα αυτά και διαφορετικά μαζί». τι ωραία! τι ωραία!

και η αρκούδα, τότε, —είχε κι ο άγιος Σεραφείμ αρκούδα, ε! Κι όχι μόνο αυτός.— Λοιπόν. Όρμησε πάνω κι έκαμε τάχατες πως τρώει την Ευφημία κι η Ευφημία, άλλο που δεν ήθελε, πέταξε. Πέταξε για τον ουρανό. Πέταξε για τον ουρανό. το λείψανο της έμεινε άφθαρτο, μέχρι τα σήμέρα είναι. Αν πάτε στον πατριαρχικό ναό, στην Κωνσταντινούπολη, στο πατριαρχείο μας, είναι εκεί, μαζί και μ' άλλα λείψανα. Μεγάλη υπόθεση! και κάποτε την είδε ο Γέροντας Παίσιος και του λεγει —Μ' αρέσει αυτό. Είναι μουσική. Έτσι. Ζωντανή είναι εδώ η κατάσταση. δεν είμαστε και πεθαμένοι! Θα 'χουμε και το τηλεφωνάκι μας, καλά ειν' κι αυτά. Μια παρηγοριά είναι. δεν πάει να γίνεται; Αλλά το κακό είναι ότι μας βρίσκουν, όπου και να 'μαστε. Χε... Χε... Χε... δεν πειράζει. δεν πειράζει.— και του λεγει: «Γέροντα, αν ήξερα πόσο υπέροχα είναι στον παράδεισο, Θα ήθελα να βασανιστώ ακόμη. Λίγο βασανίστηκα. Είναι τόσο όμορφα εκεί και μοναδικά και τέλεια, που ο,τι κι αν...» —πω, πω, πάει η ώρα— «ο,τι κι αν γινότανε, Θα 'τανε λίγο. Κι ο,τι υπεστην, ελάχιστα. Αλλά ο Χριστός μου είναι καλός και μου τα χάρισε.»

Αγία Μελιτινή

Αφήνουμε την αγία Μελιτινή, που μαρτύρησε στη Θράκη, την ίδια περίπου εποχή, και την πήγανε στη γυναίκα του δουκός, εκεί, του ηγεμόνος, να την παρακινήσει ν' αλλάξει, και τι έκανε η αγία Μελιτινή; Άλλαξε Τη γυναίκα του ηγεμόνα και την έκανε χριστιανή. Δεύτερος αιώνας χριστιανικός μάλλον εκεί. Λοιπόν. Επί Αντωνίου του Πίου, του ευσεβούς.

17 Σεπτεμβρίου

Αγία Σοφία

Πάμε στις 17, έχομε την αγία Σοφία και τις τρεις κόρες της. Την Πίστη, την Ελπίδα και την Αγάπη. Τα λέω με τη σειρά που μαρτύρησαν και με τη σειρά της ηλικίας των. Κι ήσαν κι αυτές στο 2ο χριστιανικό αιώνα, με μεγάλη αγάπη στον Κύριο και μ' αρετή και με πίστη και με χάρη, πήγαν στη Ρώμη για κάποια υπόθεση, και τις εθαύμασαν. Αλλά, οι ειδωλολάτραι οι κακοί, τις κατήγγειλαν στον αυτοκράτορα Αδριανό, 117-138, 2ος αιώνας, κι εκείνος τότε τις κάλεσε, θαμπώθη από την ομορφιά τους και τη χάρη τους, ξεχώρισε τη μάνα από τις κόρες, προσπάθησε να την αλλάξει, αλλά εκείνη δεν άλλαζε. Είχε τετοια πίστη, είχε τέτοια δύναμη και τετοια ομολογία, που παραιτήθηκε αμέσως ο Αδριανός. Σου λέει, «Δεν τα βγάζεις πέρα μ' αύτη. Κάτσε να πάω στα παιδιά.» Βάνει τη μάνα στην άκρη, την κρύβει, θα λέγαμε, την απομονώνει, και τι κάνει; Παίρνει τα παιδάκια.

Αγία Πίστη

Η Πίστη ήταν δώδεκα χρονών, η Ελπίδα δέκα και η Αγάπη εννιά. Αλλά είχαν τέτοια χάρη, τέτοια πίστη, τέτοια δύναμη, που νίκησαν τον φοβερό αυτοκράτορα Αδριανό. Τις απομόνωσε, μετά, την κάθε μια, προσπάθησε, τίποτα. Και τις υπέβαλε, με τη σειρά που σας είπα, στα φρικωδέστερα των μαρτυρίων. Και μόνο που τα διαβάζομε, και μόνο που τ' ακούμε, σηκώνεται η τρίχα μας. Πόσο μάλλον να τα υποστείς αυτά τα πράγματα. Και η Πίστη, λοιπόν, αφού άντεξε όλα τα φοβερά δεινά, απεκεφαλίσθη στο τέλος. Γιατί ο αυτοκράτωρ εξευτελίσθη από τη δύναμη της πίστεως της, που ακύρωνε όλα τα βάσανα. Όλα τα βασανιστήρια. Και την πήγαν έξω απ’ την πόλη, να της κόψουν την κεφαλή. Κι από κοντά η μητέρα της την παρακινούσε: «Παιδί μου, μην αλλάξεις. Παιδί μου, να πεθάνεις για τον Χριστό μας.» Τι μανάδες κι αυτές!

Αγία Ελπίδα

Και στη συνέχεια μαρτύρησε και η δεύτερη κόρη, η Ελπίδα, με τα ίδια και χειρότερα βάσανα, απεκεφαλίσθη στο τέλος, γιατί δεν μπορούσε να κάνει τίποτε άλλο ο Αδριανός. Αυτή είναι η πίστη! Ένα κοριτσάκι δέκα χρονών, παρακαλώ! Που ν τα παιδιά μας τώρα, που τα 'χουμε δυσκολέψει τόσο πολύ, στα σχολεία και στη ζωή, εν πολλοίς; Που 'ν' τα παιδάκια μας; Αλλά ο Χριστός δεν τ' αφήνει. Δεν είναι άδικος ο

Θεός. Δεν τ' αφήνει ο Χριστός, ο πανταχού παρών. Δεν τ' αφήνει ο άγγελος της ψυχής. Δεν τ' αφήνουν οι άγιοι. Η Εκκλησία μας είναι ζωντανή, ο,τι κι αν γίνεται, ο,τι κι αν συμβαίνει, ο Χριστός κυβερνά και οι καλοί πάντοτε σώζονται. Βρίσκει τρόπους ο Χριστός. Τώρα, οι υιοί του πονηρού κι η φυτεία του διαβόλου, άστα να πάνε. Ας μην το λέμε.

Αγία Αγάπη

Και μαρτύρησε και η τρίτη κόρη, η εννιάχρονη Αγάπη, με τον ίδιο τρόπο. Τις πήρε η μανούλα σφαγμένες και τις έθαψε, με πόνο και με χαρά. Αυτή είναι η Εκκλησία. Χαρμολύπη. Και κάθισε τρία ημερόνυχτα απάνω στα μνήματα τους. Και τι έκανε 'κεί που ήταν; Που ήταν και αυτή μάρτυς και μεγαλομάρτυς τη προαιρεσει; Παρακαλούσε τον Χριστό και του 'λεγε: «Καλέ μου, Χριστέ. Πάρε και μένα κοντά στα παιδιά. Και στις τρεις μέρες απάνω, έσκυψε, ήλθε ο Χριστός και την πήρε κοντά Του. Έθαψαν κι εκείνη κοντά στα παιδάκια της. Κι Έχουμε μέχρι σήμερα και μέχρι τη συντέλεια του αιώνος και στον παράδεισο, τις τέσσερεις μεγαλομάρτυρες. Τη μητέρα τους Σοφία, την Πίστη, την Ελπίδα και την Αγάπη.

Αγία Αγαθόκλεια

Έχουμε κι άλλους αγίους στις 17, την 'Αγαθόκλεια, που 'ταν υπηρέτρια και η κυρά της την βασάνιζε με όλα τα μέσα. Μέχρι που την έκαψε ζωντανή, επειδή ήταν χριστιανή.

Αγία Θεοδότη

Την αγία Θεοδότη από τον Πόντο. Αυτή κι αν έκανε μεγάλα θαύματα. Μεγάλα κατορθώματα. Μεγάλη πίστη.

Και στο τέλος πια, αφού δεν μπόρεσαν να την νικήσουν με τίποτε, είπε σ' έναν ειδωλολάτρη στην Άγκυρα, που την έβαλε στη φωτιά: Ας έλθει μέσα κι ο ειδωλολάτρης, αυτός ο Δωρόθεος», λέει. «Κι αν δεν καεί, να κάνω εγώ θυσία στα είδωλά σας». Και ο Σιμπλίκιος, τότε, ο τύραννος, του λέει: «Πηγαίνεις;» «Πηγαίνω.» Και πάει μες στη φωτιά, κι αυτός κάηκε αμέσως. Κάηκε αμέσως. Και τίποτα δεν έπαθε η Θεοδότη. Μέχρι που 'ρθε στη Νίκαια της Βιθυνίας κι εκεί πήγαν να την πριονίσουν, αφού της έκαναν κι άλλα μαρτύρια κι αφού πήγε στον ναό κι έριξε όλα τα είδωλα κάτω με την προσευχή της. «Να πάω εγώ να προσευχηθώ στους Θεούς σας. Θέλετε;» «Ναι», λενε αυτοί. Αυτό περίμεναν, άλλωστε. Πάει εκεί, προσεύχεται, όλα τα είδωλα κάτω. «Και τι να την κάνουμε, τώρα;» λενε. Ορίστε!» Την τεντωσαν εκεί με τα όργανα, πήγαν να την πριονίσουν, σαν τον Ησαία, «επρίσθησαν», που λέει η Γραφή, επριονίσθησαν, «επεφάσθησαν, εν φόνω μαχαίρας απεθαναν.» Τι ωραία ο Παύλος! Ο ύμνος της πίστεως των πιστών. Τίποτα. Σταμάτησαν τα πριόνια εκεί. Ακινητοποιήθηκαν όλα. Λενε τώρα, έχουνε όργανα, έχουνε πολεμικές μηχανές, τίποτα δεν είναι, άμα θέλει ο Κύριος. Μια κουβεντα να πει, σταματάνε όλα. Όπως στον Ορχομενό, που πήγαν οι Γερμανοί να εξαφανίσουν την πόλη, σταμάτησαν τα μηχανήματα τους στη μεση. Τα σταμάτησε η Παναγία και τελειώσαμε. Ναι. Μια κουβέντα μόνο. Ένα νεύμα μόνο να κάνει ο Χριστός.

Αυτή είναι η πίστη μας. Μόνο εμείς είμαστε ολιγότερο πιστοί. Γι' αυτό δεν Έχουμε τόσα θαύματα μεγάλα. Αλλά ας γίνουμε πιστοί. Ο δρόμος είναι ανοιχτός, και ιδού πεδίον δόξης λαμπρόν. Πω, Πω, Πω! Πέρασε η ώρα! 42 λεπτά πήγαμε, αδελφοί. Σε δυο λεπτά πρέπει να κλείσουμε. Λοιπόν. Και περνάνε τόσο εύκολα. Κι είναι τόσο όμορφα. Αυτό μου λεν. Παίρνουν τηλέφωνο και μου λένε: «Πάτερ, τι ωραία είν' αυτά!» Ωραία. Οι Βίοι των αγίων είναι το ευαγγέλιο στην πράξη. Και τώρα τι αισθανόμεθα εδώ που καθόμαστε και λέμε γι' αυτούς; Έρχονται κι αυτοί εδώ πέρα. Το ξέρετε αυτό; Α.... Έρχονται. Χαίρονται οι άγιοι να τους μνημονεύουμε. Κι όταν τους μνημονεύουμε τους αγίους, τι κάνουνε; λεν κι αυτοί τ' όνομα μας στον Χριστό. Έτσι λέει ο άγιος Ιωάννης της Κρονστάνδης. Άλλος μεγάλος άγιος της ρωσικής ορθοδοξίας. Βέβαια. Μνημονεύουν και λένε τ' όνομα μας στον Χριστό.

18 Σεπτεμβρίου

Άγιος Εύμενιος

Φύγαμε, όμως, κι απ’' αυτό. Πάμε τώρα, που; Στις 18. Του αγίου Ευμενίου. Που ειν' κι ο Γεροντας Ευμενιος; Να 'χουμε την ευχή του, πάτερ Γεννάδιε. Λοιπόν. Κι όλοι. Ευμενιος. Από την Κρήτη. Απ’ την Γόρτυνα. Εκεί κοντά στο Ηράκλειο. Στις Μοίρες. Στην αρχαία χριστιανοσύνη. Μικρός γεννήθηκε κι είχε τέτοια πίστη, τέτοια χάρη, που έγινε και επίσκοπος Εκεί! Κι έκανε θαύματα. Κι έσωσε ανθρώπους. Κι έφερε την ανάσταση στις υπάρξεις. Έφυγε και πήγε στη Ρώμη. Έλαμψε εκεί με διδασκαλίες και θαύματα. Έφυγε από 'κει και πήγε στη Θηβαίδα της Αιγύπτου. είχε πέσει ξηραίλα για χρόνια πολλά. Ευσπλαχνίστηκε τον λαό, υψώνει τα χεράκια του ο άγιος Εύμενιος, και τι γίνεται; Έπεσε νερό χορταστικό. Έκαμε Εκεί πολλά και μεγάλα κι εκοιμήθη. Κι οι Αιγύπτιοι τον έφεραν στην πατρίδα του την Κρήτη, τον έθαψαν κοντά με τον άγιο Κύριλλο, τον προκάτοχο του. Μεγάλη μορφή και ύπαρξις.

Αγία Αριάδνη

Κι η άγια μάρτυς Αριάδνη που την κυνήγαγε ο τύραννος κι άνοιξε η πέτρα και την εδέχθη, πέρα απ’ την Μικρασία κι αυτή.

19 Σεπτεμβρίου

Άγιος Σαββάτιος

Και πάμε και στις 19 του μηνός, γιατί ο χρόνος είναι αμείλικτος, δεν θέλω να σας κρατώ και πολύ, γιορτάζουν τρεις μεγάλοι άγιοι. Στα χρόνια του Πρόβου εμαρτύρησαν, στην Αντιόχεια. Οι άγιοι Τρόφιμος, Σαββάτιος και Δορυμεδων. Ελληνικότατα ονόματα. Ο άγιος Σαββάτιος ήταν στην Αντιόχεια. Τον κάλεσε ο τύραννος ν' αλλάξει. Ν' αλλάξει την πίστη του. Εκείνος, όμως, έμεινε σταθερός και ακλόνητος. Αυτό είναι. Με τη δύναμη του Χριστού. Άλλα και με τη δική του προσπάθεια. Είναι συνεργία και του Θείου και του ανθρωπίνου παράγοντος Αυτό το αποτέλεσμα. Και τον ξυλοκόπησαν αγρίως, τον ταλαιπώρησαν, τον βασάνισαν, τον έκλεισαν στη φυλακή, και στη συνέχεια πάλι τον εβασάνισαν, μέχρις ότου παρέδωκε εκεί στην Αντιόχεια της Συρίας την πανέμορφη ψυχή του στον φιλάνθρωπο Χριστό μας.

Άγιοι Τρόφιμος   και Δορυμεδων

Και στη συνέχεια φόρεσαν στον άγιο Τρόφιμο παπόύτσια σιδερενια Με καρφιά από μέσα, τον ανάγκασαν να τρέχει μέχρι τα Σύναδα της Μικρασίας. Συναδινός. Κι από κοντά κι ο Δορυμεδων, χωρίς παπόύτσια, αλλά συνεμερίζετο τον πόνο του κι εκεί, όταν εφθασαν στον τελικό τόπο του προορισμού τους, τους απόκεφάλισαν. Εδώ τελειώνει το Συναξάρι των επτά ήμερων, ας έχομε τις ευχεσ όλων των αγίων, χρόνια πολλά σ' όσους έχουν το όνομα όλων αυτών που είπαμε των αγίων, και του Τιμίου Σταύρου εξαιρετως, και της αγίας Σοφίας, του αγίου Ευμενίου και των υπολοίπων, του αγίου Νικήτα, τι ωραία! Λαμπρότης αγίων! Και να μας αξιώσει πάλι, την άλλη Τετάρτη, ο Χριστός, να ζούμε και να υπάρχομε, να συνεχίσομε τα υπόλοιπα Συναξάρια, από τις 20 μέχρι τις 26 του μηνός Σεπτεμβρίου.

Εξεφωνήθη την 12η Σεπτεμβρίου 2007

ΦΘΙΝΟΠΩΡΙΝΟ ΣΥΝΑΞΑΡΙ 20-26 Σεπτεμβρίου

Μας ξανάφεραν ο φιλάνθρωπος Χριστός, η Παναγία μας η καλλίστη κι ο άγιος Νεκτάριος σ' αυτήν εδώ την όμορφη φωλιά. Τους ευχαριστούμε ολόθερμα, καθώς κι εκείνους που μας περιμενουνε εδώ, ετοιμάζοντας τον χώρο, με σεβασμό και με αγάπη. Πέρασαν και αι εκλογαί, ο λαός μας ανέδειξε κυβέρνηση, να ευχηθούμε τώρα να 'χει καλή προκοπή και Θεία προστασία. Και να κάμει το καλύτερο για τη χειμαζόμενη πατρίδα μας. Οποια κυβερνηση κι αν έρχεται, η Εκκλησούλα πάντοτε εύχεται με πολλή αγάπη και με πολύ πόνο και μεγάλο ενδιαφέρον, για το καλό της όμορφης πατρίδας μας. Όπως κι αν είναι, είναι η όμορφη. Έτσι. Κι εμείς οι χριστιανοί να είμεθα απηλλαγμενοι από διάφορα κομματικά πάθη και εμπάθειες. Δεν είναι καλό αυτό. 01 κοσμικοί άνθρωποι, ε, έχουν κι αυτοί τον αγώνα τους, οι καημένοι. Ας είμαστε Έτσι. Λίγο παραπάνω. Και να βλεπομε με ευσπλαχνία όλους. Ακόμη κι αυτούς που δεν θελομε. Διότι είμεθα χριστιανοί και, το σπουδαιότερο προτέρημα του χριστιανού είναι η αγάπη και η καλοσύνη. Ο Χριστός έχει πει ότι θα σας αναγνωρίζουν ανάμεσα στους άλλους οι άνθρωποι, αν έχετε αγάπη μεταξύ σας και αγάπη σε όλους ει δυνατόν.

20 Σεπτεμβρίου    

Άγιος Ευστάθιος

Aύριο γιορτάζει ο άγιος μεγαλομάρτυς Ευστάθιος. 20 Σεπτεμβρίου Άγιος Ευστάθιος. Στην αρχαία χριστιανοσύνη κι αυτός ανήκει. "Ήταν στη Ρώμη. Στρατηλάτης. Στα χρόνια του Τραϊανού. Τέλος του 1ου και αρχές του 2ου μ.Χ. αιώνος. 98-117. Ήταν πολύ σπουδαίος. Ήταν ειδωλολάτρης. Αλλά είχε μεγάλη αγάπη για όλους τους ανθρώπους και ήτο πολύ ελεήμων. Και μια μέρα, καθώς εκυνηγούσε, του άρεσε και το κυνήγι, παρουσιάστηκε μπροστά του ένα παράξενο ελάφι. Και βάλθηκε να το κυνηγά. Σε κάποια στιγμή εκείνο σταματάει, γυρίζει, και τότε βλέπει πάνω Στα κερατα του ένα σταυρό, που έλαμπε. Και μέσα απ’ τα κέρατα βγήκε φωνή και του είπε: Ευστάθιε, γιατί με διώκεις; Εγώ είμαι ο Ιησούς Χριστός, ο Κύριος.» Και στη συνεχεία, αφού τον κάλεσε ο Χριστός, έγινε χριστιανός μ' όλη την οικογένεια του.

Από 'κεί και πέρα αρχίζει το μεγάλο του μαρτύριο κι οι πολλές του δοκιμασίες. Ανεδείχθη νέος Ιώβ. Έχασε την περιουσία του, τη γυναίκα του, τα παιδιά του, και κατήντησε ζήτουλας και υπηρέτης, να πηγαίνει Σε πόλεις και χωριά, για να βγάζει το ψωμάκι του και να ζει και να περνάει με υπομονή τη μεγάλη δοκιμασία του. Η Θεία Πρόνοια, όμως, δεν τον άφησε. Όπως δεν αφήνει κανένα. Ακόμα και τους κακούς. Γι' αυτό, τον επανέφερε στο αξίωμα του ο αυτοκράτωρ, γιατί ήλθαν πολλοί βάρβαροι κι άλλος δεν ήτο ικανός, έψαξε και τον βρήκε εκεί που ήτο και στη συνεχεία εκείνος βρήκε και τη γυναίκα του και τα παιδιά του. Η Θεία Πρόνοια φυλάει. Γι' αυτό να μη φοβόσαστε τίποτε. Να έχομε εμπιστοσύνη στη Θεία Πρόνοια. Απόλυτη, όσο γίνεται. Κι ό,τι θέλει κι ό,τι επιτρεψει εκείνη, ας γίνεται. Είμαστε ήσυχοι τότε, γιατί είμαστε Στα χεράκια της Θείας Προνοίας. Του Τριαδικού μας Θεού.

Κι επανήλθε στο στράτευμα, ενίκησε τους βαρβάρους και εγύρισε στη Ρώμη, του ξανάδωσαν την περιουσία του, απόκατεστάθη, δηλαδή. Και μια μέρα ο αυτοκράτωρ Αδριανός, πλέον ο διάδοχος του Τραϊανού, τον εκκάλεσε να θυσιάσουν στο ναό των ειδώλων, για να ευχαριστήσουν, τάχα, τους Θεούς για τη νίκη που τους έδωκαν, και την οποία είχε πετύχει ο μέγας Ευστάθιος, ο οποίος μέχρι τότε λεγόταν Πλακίδας και μετά το βάπτισμα ονομάσθηκε Ευστάθιος. Λοιπόν. Εκείνος, όμως, ομολόγησε τον Χριστό, τον αληθινό Θεό. Και τότε ο Αδριανός τον ετιμώρησε για την πίστη του, καθώς και τα παιδιά του. Τη Θεοπίστη, τη γυναίκα του και τον Αγάπιο και Θεόπιστο, τα τεκνα του. Τι τους έκανε; Τους έβαλε μέσα σ' ένα χάλκινο βόδι, πυρακτωμένο. Και τους έκλεισε. Κι εκεί παρέδωσαν τις ψυχές των, αυτοί οι τέσσερεις λεβέντες, στον φιλάνθρωπο Χριστό. Κι όταν ύστερα άνοιξαν το βόδι, για να δουν τι έχει, δεν είχε καεί ούτε τρίχα απ’' τα σώματα τους. Είχαν παραδώσει τις ψυχές τους μόνο στον Κύριο. Είν' αυτό που λέει το ευαγγέλιο: «Και θρίξ εκ της κεφαλής υμών ου μη απόλλυται.» Και μία τρίχα απ’' το κεφάλι σας δεν χάνεται. Γιατί είν' η Θεία Πρόνοια, που φροντίζει και Στα απειροελάχιστα, ακόμη. Πίστη μας λείπει κι αυτήν χρειαζόμαστε. Είναι μεγάλη υπόθεση. Κι η πίστις σώζει. Και τα έθαψαν οι χριστιανοί μετά δακρύων και χαράς κι ανέβλυζαν ιάματα κι έκαμαν θαυματουργίες. Πολύ μεγάλος και συγκινητικός ο βίος του αγίου Ευσταθίου, όποιος ενδιαφερεται δια το κατά πλάτος, υπάρχουν και βιβλία πάρα πολλά στην εποχή μας βιβλία, και θρησκευτικά και ιστορικά και διάφορα.

Είναι εποχή υπέροχη η εποχή μας. Ας έχει τόσες δυσκολίες. έχει και μεγάλες ευκολίες κι έχει και πολλά καλά. Εμείς ας ψάχνομε αυτά, κι ας μην κολλάμε σαν τις μύγες στις πληγές. Ας ψάχνομε, σαν τις μελισσες, να βρίσκομε το καλύτερο και να το παίρνομε, να το επεξεργαζόμεθα και να το κάνομε μέλι γλυκύτατον. Κι ο Θεούλης δίνει, μέσω των μελισσών, το μέλι στους ανθρώπους για να γλυκαίνονται. Και τι κρατάει ο Θεούλης Από το μελι; Το κερί. Την κερήθρα. Το κεράκι το κρατά και το βάνομε για λατρεία. Έτσι, λοιπόν. Το μελι Σε μας, το κερί για Κείνον. Και θυμάμαι, εδώ, τον αείμνηστο παπα Νικόλα Πλανά, τον άγιο, που είχε ένα εκεί συλλειτουργό, τον πατέρα Αντώνιο από την Καλαμάτα, και του πήγαιναν, λοιπόν, τα χαρτιά με τα χρήματα, για τα ονόματα. Και τι έλεγε ο πάτερ Νικόλαος; Τα χαρτιά Σε μένα, τα λεφτά στον πατέρα Αντώνιο. Ε, πως να μην τον αγαπάς, λοιπόν, αυτόν μετά, ας πούμε; Ο παπά Αντώνης δεν τα κράταγε. Αλλά πως φερόταν ο άλλος! Καταλάβατε; Έτσι, λοιπόν. Κι όταν, μια φορά, πήγαιναν με άμαξα κάπου οι δυο, λέει: «Τώρα πάμε δυο επίσκοποι στην άμαξα. Ο Καλαμών και ο Παροναξίας. Γιατί ο παπά Νικόλας ήταν Από την Παροναξία. απ’' την Νάξο. Λοιπόν. Έτσι. Είναι ωραία αυτά, όταν είμαστε απαλοί και απλοί και ταπεινοί, και δίνομε τόπο στον άλλο, τιμάμε τον άλλο, ριχνόμαστε και υπέρ του άλλου, καμιά φορά, ρίχνομε και τον εαυτό μας, ξέρετε τι καλό είναι; μετά το καταλαβαίνει αυτό. Κι ο χειρότερος ακόμη το καταλαβαίνει. Έστω κι αν δεν το ομολογεί. Όταν ο Ιούδας κατάλαβε ότι ο Ιησούς ήταν αθώος και πήγε και φουρκίστηκε, αντί να μετανοήσει. Κακώς, βεβαια. Αλλά κατάλαβε. κατάλαβε. Τα πάντα καταλαβαίνουν.

21 Σεπτεμβρίου

Απόδοση της Υψώσεως του Τιμίου Σταυρού

Λοιπόν. Πάμε τώρα, άπ' τον άγιο Ευστάθιο, στις 21 Σεπτεμβρίου. Δεν Έχουμε και πολύ χρόνο. 21 Σεπτεμβρίου, Σεπτεμβρίου, Septem, επτά, τα 'παμε προχθές, λοιπόν. Έχουμε πρώταπρώτα, την απόδοση του Τιμίου Σταύρου. Της Υψώσεως του Τιμίου Σταύρου. Αποδίδεται η εορτή πλέον στην Εκκλησία, επισφραγίζεται, βγάζουμε τα συμπεράσματα μας, τι κέρδη είχαμε και τι ωφεληθήκαμε, και την παραδίδουμε στην Εκκλησία, να την ξαναπάρουμε τον επόμενο χρόνο, πρώτα ο Θεός. Τι ωραία είναι αυτά! Αυτό σημαίνει απόδοσις λογαριασμού. Και απόδοσις. Την ξαναδίνουμε. Λοιπόν. Κι εμείς θα 'χουμε Θεία Λειτουργία την Παρασκευή το πρωί, θα το πούμε και στο τέλος, 5 με 6, να κάνουμε και την απόδοση. Κάναμε προχθές και την Ύψωση, ήταν ωραία. Ταπεινά και απλά. Κι εγώ σας ευχαριστώ για όλα, όσα κάνετε. Άγιος Κοδρατος Πάμε 21 Σεπτεμβρίου, στον άγιο απόστολο Κοδράτο. Κόδρος. Κοδρατος. Αθηναϊκό όνομα. Πρώτος βασιλέας ήταν ο Κόδρος. Λοιπόν. Ας ψάχνομε και την ιστορία μας, ας τη διαβάζομε, και τη σωστή Ιστορία μάλιστα. Όχι τη διαφοροποιημένη. Γιατί μερικοί τώρα την αλλάζουν, όπως θέλουν. Δεν είν' καλό αυτό. Η Ιστορία δεν αλλάζει. Είναι μία η Ιστορία. Είναι σταθερά η ιστορία. Ιστορία σημαίνει γνώση του παρελθόντος. Από το ρήμα οίδα, σημαίνει γινώσκω. Και γινώσκω καλώς. Ο Κοδράτος, λοιπόν, αποστολικός άνήρ στην πρώτη χριστιανοσύνη, γνωστός των αποστόλων, και μέγας απολογητής. Απελογείτο απέναντι στους ειδωλολάτρες υπέρ του χριστιανισμού. Κι εγραψε απόλογίες και βοήθησε πάρα πολύ την τοπική Εκκλησία, με τον καλύτερο τρόπο. Εργαζόταν με πίστη και ζήλο και εφώτιζε όλους. έκαμε θραύση. Σε τέτοιο σημείο, που οι είδωλολάτραι Αθηναίοι, όσοι είχαν απομείνει, τον άρπαξαν κάποια μέρα που μιλούσε και τον πήγαν σ' ένα μέρος ανοιχτό και τι κάνανε; Τον ελιθοβόλησαν. Τόσο πολύ, που φάνηκε νεκρός. Αλλά ύστερα από λίγο άνεζησε. Τον ήθελε ο Θεός ακόμη. Και αφού είδαν ότι δεν μπορούσαν να τον φονεύσουν, δεν τα κατάφεραν, δηλαδή, γιατί τον προστάτευσε ο Κύριος «κι άμα έχει μέρες, ποτέ δεν τις χάνει», λέει ο λαός, και τον απέλασαν στη Μικρασία. Είχε σχέσεις πάντοτε η Αθήνα με τη Μικρασία. Η Ιωνία ολόκληρη εκεί ήταν απόικίες των Αθηναίων. Και σήμερα οι Τούρκοι πως μας λένε; Γιουνάν. Δηλαδή Ίωνες. Μαρτυρούν ότι είμαστε Ίωνες. Οτι είναι δικός μας ο τόπος. Καταλάβατε; Γλώσσα λανθάνουσα, τ' αληθή λέγει. Που θα πάει; Κοντά είναι. Κοντά είν' η μέρα. Πάνε γυρεύοντας όλοι. Λοιπόν. Επήγε εκεί ο άγιος Κοδράτος και τι έκανε; Κάθισε ήσυχος; Όχι. Συνέχισε το μέγα του έργο. Και βοήθησε αμέτρητους. Και στο τέλος, αφού μεγάλωσε πολύ, τον κάλεσε κοντά του ο Κύριος. Ετάφη εκεί στη Μαγνησία της Μικρασίας, εκεί που 'ταν ο άγιος Χαράλαμπος, περίπου τα ίδια χρόνια, μικρή διαφορά έχουνε, και από τον τάφο του έβγαινε μύρο και χάρη περισσή. Κι εθεραπεύοντο οι ασθενούντες κι επαρηγορούντο οι πονεμένοι και απελπισμένοι.

Άγιος Ίωνας

Την ίδια μέρα Έχουμε και τον προφήτη Ιωνά. Ιωνάς στα εβραϊκά σημαίνει περιστερι.   Περιστερά. Έζησε στην Παλαιά Διαθήκη, ως γνωστόν, αφού είναι προφήτης, τον 8ο αιώνα, γεννήθηκε εκεί κοντά στην πόλη Γεθ, στη σημερινή Ναζαρετ. Και τον διέταξε ο Θεός να πάει στην Νινευή, την πόλη των Ασσυρίων, την πρωτεύουσα, που είχε 120.000 κόσμο, να κηρύξει μετάνοια. Γιατί το 'χαν παρακάνει κι αυτοί. Και ποιος δεν το παρακάνει; Κι εκείνος τι κάνει; Ξέρετε τι κάνει ο καλός; Ναυλώνει ένα καράβι και φεύγει για την Ισπανία. Όχι και πολύ κοντά. Γιατί έφυγε; Σού λέει: «Θα πάω εγώ να τους πω, κάνουνε τόσες αμαρτίες, τόσα αυτά, θα κλάψουνε λιγάκι, θα τους συγχωρέσει ο Θεός, κι αυτό μένα δεν μ' αρέσει. Θέλω να τους τιμωρήσει.» Το 'χουμε μέσα μας αυτό. Το 'χουμε μέσα μας αυτό. Και πάλι μας συγχωράει κι εμάς ο Θεούλης. Και λοιπόν, τι κάνει; Φεύγει. Κι αφού έφυγε αρκετά μακριά με το καράβι, «Τώρα», σού λέει, «γλύτωσα. Ας τους, τους παλιανθρώπους, να καούνε». Και θυμάμαι 'δώ τον Παπαδιαμάντη, που λέει σ' ένα διήγημα, για κάποιον ψάλτη, δεν ξέρω, ψάλτης, παπάς, δεν θυμάμαι, που όταν λεγαν την παράκληση και έλεγαν Άλαλα τα χείλη των ασεβών», εκείνος πρόσθεσε στο τέλος «των μη προσκυνούντων», έλεγε «των μη προσκυνούντων οι κερατάδες την εικόνα σου την σεπτήν.» Χε... Λοιπόν. Έχομε μέσα μας αυτό το πράγμα. Να μην δούμε τον άλλονε. Να πεθάνει ο άλλος, που 'ν' αμαρτωλός. Να χαθεί ο άλλος, που 'ν' αμαρτωλός. Το 'κανε κι ο Ιωνάς, όμως, και παρηγορούμεθα, ε; Είναι μέσα μας αυτή η διαστροφή. Αυτό το ένστικτο της καταστροφής, που λεν οι διάφοροι σοφοί. Εκεί. Να χαθεί ο άλλος. Και μάλιστα ο Έλληνας το 'χει παραπάνω αυτό. Αστε, ξέρετε. Παραδείγματα δεν λέμε. Έχομε τον εαυτό μας. Δεν χρειάζεται να πάμε παρεκεί. Κανένα δεν κάνει να κατηγορούμε, λέει ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος. «Θέλεις να κατηγορήσεις,» λέει; «Κατηγόρησον σού. Κατηγόρησε τον εαυτό σου. Έχεις υλικό. Έχεις υλικό. Και καλός να 'σαι, ακόμη καλύτερα, να κατηγορείς τον εαυτό σου.» Πολύ ωραίο! Και προσκυνημένο κεφάλι δεν κόβεται. Άμα ο άλλος ειν' ταπεινός και κατηγορεί τον εαυτό του, τον αγαπάν και τα κλαριά ακόμα. Ξάπλωσε ο Ιωνάς και κοιμήθηκε, «ερεγχε», λέει. Ε... Κοιμήθηκε. Κι έγινε τρικυμία. Ο Θεός ήθελε να σώσει την Νινευή. Ο Ιωνάς δεν είχε μυαλό. 'Αλλά είχε ο Θεός. Αν περιμένομε, πολλές φορές, άπ' αυτούς που μας οδηγούνε, να πάμε καλά, δεν ξέρω, αν θα πάμε. Αλλά μας φροντίζει ο Θεούλης. Και μάλιστα την Ελλαδίτσα ιδιαιτέρως. Έτσι, γιατί γουστάρει. Λοιπόν. Μας αγαπάει όλους ο Θεός. Ξεσηκώθηκε τρικυμία. Και πάνε κάτω, κοιμότανε στ' αμπάρι ο Ιωνάς. Έ! Τι κοιμάσαι, ρε; Ε! Εβάλαμε κλήρο ποιος φταίει». Και επεσε ο κλήρος, πως το λέει; Έπί τον Ίωνάν». Χε... Έπί τον Ίωνάν ο κλήρος». Και λέει, Έσύ φταις». Αυτός κατάλαβε. Έχομε μέσα μας την φωνή. Έχομε μέσα μας την φωνή. «Το πλεον βίαιο πράγμα», λέει ο άγιος Ανδρέας Κρήτης, «είν' η συνείδηση. Και μάλιστα η παραβιασμένη συνείδηση». Σας είπα για τη συνείδηση του Ιούδα, τι έκανε. Λοιπόν. Ο μεγαλύτερος δικαστής. Και λέει, «Ναί, φταίω.» Και τον έριξαν «επί τον Ίωνάν». Και ηρεμησε η θάλασσα. Ηλθε ένα κήτος, ένα μεγάλο ψάρι, πως τα λένε αυτά εκεί, θηρία της θάλασσας, και τον κατάπιε τον Ιωνά. Και τον κράτησε τρία ήμερόνυχτα στην κοιλία του. Κι εκεί τι έκανε ο Ιωνάς; Προσευχόταν. Και την προσευχή του την έχομε σήμερα. Είναι η εκτη Ώδή, που διαβάζομε το πρωί στον Όρθρο. Η έκτη Ώδή είναι η προσευχή του Ιωνά. Από το κήτος. Και τι συμβόλιζε αυτό; Το 'πε κι ο Χριστός στους ακροατεσ Του, όταν του ζητάγανε σημείον. «Δεν σας δίνω άλλο σημείο», λέει, «ποιος είμαι και τι θα γίνει, από το σημείον Ιωνά, του προφήτου». Τι συμβόλιζε; Την τριήμερο Ταφή του Χριστού στον Αδη και την κάθοδο στον Αδη και την τριήμερο Ανάσταση Του. Σπουδαίο αυτό. Και την τρίτη μέρα το κήτος τον έφερε, τον εξεβρασε, που; Στην παραλία της Παλαιστίνης. Και τι κάνει ο Ιωνάς τότε, που 'ταν φοβισμένος, αλλά και συγκινημενος, γιατί όχι; Ψυχούλα ήταν. Περιστερά ήταν. Τρέχει γρήγορα, όρόμο παίρνει και όρόμο αφήνει και πάει στη Νινευή. Εκήρυξε, λοιπόν, εκεί, και οι άνθρωποι, τι; Μετάνοιωσαν όλοι. Και νήστεψαν τρεις ήμερες, Όχι μόνο οι άνθρωποι, αλλά και τα ζώα. Τι ωραία! Τα ζώα και ο άνθρωπος είναι συνδεδεμένα. Το περιβάλλον και ο άνθρωπος είναι συνδεδεμένα. Τι είναι το περιβάλλον; Η κατοικία του ανθρώπου. Και πρώτα, ο Θεός, στη δημιουργία, την πρώτη, τι κάνει; Φτειάχνει το περιβάλλον, πρώτα, και μετά τον άνθρωπο. Για να τον βάλει. Που να τον βάλει; Ο άνθρωπος για να παντρευτεί φτειάχνει το σπίτι του πρώτα. Είτε το νοικιάζει είτε δεν νοικιάζει ένα σπίτι η ο,τι άλλο, τι κάνει;... Πάει η ώρα, παιδιά! Δεν είμαστε για τέτοιες δουλειές... Λοιπόν. Έτρεξε, λοιπόν, για να επανέλθω, τ' άφησα στη μέση αυτό, δεν πειράζει, ο Σεπτεμβρης είναι και μήνας του περιβάλλοντος. Και τώρα που καίμε το περιβάλλον κι αυτά, λενε δεν έβαλε, κατηγορεί η αντιπολίτευση, τ' άκουα το μεσημέρι, ότι δεν εφτειαξε Υπουργείο Περιβάλλοντος, χωριστό. Τι Υπουργείο Περιβάλλοντος χωριστό; Ο καθένας μας είμαστε Υπουργείο Περιβάλλοντος. Αμα το φροντίζομε και το προσέχομε, κι αυτό.... Ειδάλλως, άμα φτειάξεις ένα υπουργείο παραπάνω να βαράνε μύγες; Το θεμα είναι να κάνουμε δουλειές. Δεν θέλω να επικρίνω κανένανε, αλλά το λέω Έτσι. Το σχολιάζω. Λοιπόν. Η Εκκλησούλα είναι μάνα. Λέμε και καμιά κουβέντα παραπάνω, δεν πειράζει. Καλό είναι Απ' τη μάνα μας κι από τον πατέρα μας δεχόμεθα παιδείαν. Λοιπόν. Τους εκήρυξε, μετάνοιωσαν και δεν κατεστρεψε την Νινευή. Ο Ιωνάς τι έκανε; Ξέρετε τι έκανε; Πήρε ένα αυτό, πήγε έξω από την πόλη και σε μια εκεί... έναν τόπο ερημικό, καθόταν και περίμενε να δει τι θα γίνει. Τι θα γίνει. Κι όταν ο Θεός συγχώρεσε τους Νινευίτες, ξέρετε τι έκανε; Στενοχωρήθηκε. Σφόδρα, λέει, το βιβλίο. Σφόόρα. Πάρα πολύ. Πάρα πολύ. Τι είν' ο άνθρωπος! Να δεις, κει πέρα, ποιους αγαπάει ο Θεός. Τους βλάκες. Μεγάλη η χάρη Του. Γι' αυτό οι άγιοι συνεκινούντο από την αγάπη του Θεού. Και τι; Τα έδιναν όλα. Γινόντουσαν παρανάλωμα, θυσία και στο βωμό της αγάπης του Θεού. Τι είμαστε και μας αγαπάει ο Θεούλης! Πω... Πω... Πω... Πω... Αυτό μας συγκινεί. Μας κάνει και κλαίμε, άμα καταλαβαίνουμε λίγο. Εγώ... Όταν, τουλάχιστο το καταλαβαίνουμε. Κι ο Θεός στενοχωρήθηκε. «Βρε Ιωνά», λέει. «Τι να σε κάνω; Βρε Ίωνά, τι να σε κάνω;» Λοιπόν. Εκεί που καθόταν κι εμενε και στενοχωριόταν σφόδρα, το βράδυ φύτρωσε μια κολοκυθιά. Στον τόπο εκείνον. Και την άλλη μέρα που ξύπνησε ο Ίωνάς, η κολοκυθιά τον εσκεπαζε από το λιοπύρι κι από τον βορεινόν αέρα, λέει η Γραφή. Και χάρηκε. Τι ειν' ο άνθρωπος! Μείγμα. Έρχεται, όμως, ένα σκουλήκι και τι κάνει; Τρώει την κολοκυθιά και ξηραίνεται η κολοκυθιά. Και τι κάνει, λοιπόν; —Παίζαν την κολοκυθιά!— Τι κάνει; Τι κάνει ο Ίωνάς; Χμ... Ελυπήθη σφόδρα, πάλι. Για την κολοκυθιά! Αυτός είν' ο άνθρωπος. Ακόμη και για το τίποτα και περιμένει βραχύ ο άνθρωπος, στενοχωριέται. Γιατί τα κάνει όλα αυτά ο άνθρωπος; Γιατί έχει χωρητικότητα. Γι' αυτό. Θα σας εξηγήσω. Πως τα λέει η Εκκλησία. Γιατί είναι φτειαγμενος να χωρέσει μέσα του τον Θεό. Κι αν δεν χωρέσει τον Θεό, μετά μπαίνει το κακό. Γίνεται κόλαση η ζωή του. Και θέλει να γεμίσει με λεφτά... Α... είδες λεφτά; Τι να τα κάνεις τα λεφτά; Τα λεφτά είν' μέχρι την τσέπη, μέχρι το στομάχι σου, τελειώσαμε από 'κεί και πέρα... Με ηδονές... Ποιες ηδονές; Διάτρητος πίθος των Δαναών είν' ο άνθρωπος. Περνάει καλά και μια στη μούρη και μετά πάλι το ίδιο. Αρα, έχει προοπτική. Βάθος. Είναι φτειαγμενος να χωρεσει τον Θεό. Από το κατ' εικόνα Θεού, στο καθ' όμοίωσιν Θεού. Έχει πρόγραμμα. Πως λέμε στα κομπιούτερ... Έχει πρόγραμμα. Είναι προγραμματισμένος. Κι όταν δεν το κάνει αυτό, υποφέρει. Λοιπόν. Λυπήθηκε ο Ιωνάς. Και του λέει ο Κύριος: Έ! σφόδρα λελύπησαι», «Συ», λέει «λυπήθηκες σφόδρα; Πολύ, ε; Γιατί μια κολοκυθιά, για την οποία δεν εδούλεψες, εγώ στην έδωσα», λέει, «και λυπήθηκες. Εγώ πως να μη λυπηθώ 120.000 ψυχούλες και με τα ζώα και με τα υπόλοιπα όλα; Πως να μη λυπηθώ», του λέει; Και ο Ιωνάς τότε κατάλαβε, μετάνοιωσε κι αυτός, ζήτησε συγγνώμη από τον Θεό, ήλθε πάλι στην Ιουδαία, στο Ισραήλ, συνέχισε το έργο του. Και μια παράδοση λέει πως ο Ιωνάς ήτανε ο γυιός της χήρας στα Σάρατα της Σιδωνίας, τον οποίο άνεστησε ο προφήτης Ηλίας. Τ' αφήνουμε αυτό, το κρατάμε, άμα θελετε, άμα δεν θελομε, το αφήνομε. Λοιπόν. Προχωρούμε τώρα παρακάτω.

22 Σεπτεμβρίου

Άγιος Φωκάς

Να πάμε και στις 22 του μηνός, Έχουμε πάλι, στα αρχαία χρόνια, στον Τραϊανό, ένα σπουδαίο άγιο, 22 του μηνός, τον ιερομάρτυρα Φωκά, από την Σινώπη του Ευξείνου Πόντου. Εκεί που κήρυξε ο απόστολος Ανδρέας κι ο απόστολος Πέτρος. Βλαστάρι των αποστόλων. Ο όποιος, μόλις γεννήθηκε και μεγάλωσε λίγο, ήταν παιδί θαύμα. Έκτακτο. Και όχι μόνο θαύμα, έκανε και θαύματα. Έβγαζε από μικρός δαιμόνια. Ανάσταινε πεθαμένους. Και βοηθούσε πάρα πολύ τους ναυτικούς. Στις τρικυμίες, στα αυτά, ένα παιδάκι! Κι άρχισε, λοιπόν, και κήρυττε κι έτρεχε παντού. Κι ήταν πολύ σπουδαίος. Έκανε περιοδείες. Ζούσε αποστολικά και δρούσε αποστολικά. Γύρισε πάλι στη Σινώπη και τον έκαμαν επίσκοπο. Και μια μέρα, μπήκε στην εκκλησία ένα περιστέρι, κάθισε στο κεφάλι του, και του λέει: «Το ποτήρι, οπού κεράστηκε για σένα, θα το πιείς.» Δηλαδή, του δήλωνε το μαρτύριο του, που θα ήταν επικείμενο. Και πράγματι, τον κατέδωσαν οι ειδωλολάτραι στον Αφρικανό, εκεί, τον ηγεμόνα της περιοχής κι εκείνος, τότε, τον έδεσε και άρχισαν να τον ταλαιπωρούν και να τον βασανίζουν. Αλλά, τι έγινε; Μεγάλος σεισμός. Τόσο μεγάλος σεισμός, —έγινε και στην Ινδονησία πάλι, τ' ακούσατε σήμερα;— λοιπόν. Και τι έκαμε; Φοβήθηκε τόσο πολύ ο Αφρικανός, που έπεσε κάτω από τον φόβο του και πέθανε. Ήταν παρούσα και η σύζυγος και οι δικοί του, η συνοδεία του, και τι κάναν όλοι οι άλλοι; Σου λεν, τούτος εδώ είναι του Θεού άνθρωπος. Πέφτουν στα πόδια του Φωκά και τον παρακαλούν να αναστήσει τον άνθρωπο τους. Και τι κάνει ο Φωκάς; Δεν το 'χε και δύσκολο. Γιατί πίστευε στον Χριστό. Τι λέει ο Χριστός; Όποιος πιστεύει σε μένα, τα έργα που κάνω εγώ θα κάνει και αυτός. Και μείζονα τούτων ποιήσει. Και μεγαλύτερα ακόμη θα κάνει.» Και είπε στον Χριστό, «Σήκωσε τον αυτόνα», λέει. Άντε, τόσο φοβήθηκε; Σήκωσε τον». Και τον ανάστησε. Τότε όλοι έπεσαν στα πόδια του πάλι του Φωκά και λεν αυτός είναι του Θεού. Αστονε», του λένε, «αυτόν.» «Να τον αφήσω; εκατόν φορεσ», λέει ο Αφρικανός. Τον άφησε, λοιπόν, και συνέχισε το έργο του. Μήπως και κάθισε ήσυχος; Όχι, Όχι, όχι... Συνέχισε και έκανε πολλή δουλειά. Και στο τέλος εφθασε κι ο Τραϊανός εκεί, πήγαινε για την Περσία, για κάποια εκστρατεία, και του ανέφεραν, τον κάλεσε ενώπιον του, ήτανε σπουδαίος ο Φωκάς. Λοιπόν. Με τη ρητορεία του και με τη χάρη που είχε άφησε άφωνο τον Τραϊανό, αλλά αυτός ήταν άλλου ο άνθρωπος. Δεν είναι όλοι για την πίστη. ΤΙ να κάνομε! Και πυράκτωσαν ένα λουτρό και τον έριξαν μέσα κι εκεί εκοιμήθη. Τον έθαψαν μετά, ο,τι απέμεινε, τα λείψανα του, κι ο τάφος του πάλι έγινε πηγή ίαμάτων και κολυμβήθρα του Σιλωάμ. Κι ήταν, μέχρι που να 'ρθεί ο άγιος Νικόλαος, που 'ρθε ο άγιος Νικόλαος, τον 4ο-5ο αιώνα, προστάτης των ναυτικών. Μέγας προστάτης. Και σήμέρα ακόμη ο άγιος Φωκάς, ο ίερομάρτυς. Ήταν δε κι ο αγαπημένος του παπά-Νικόλα Πλανά. Έχομε και στις 23 Ιουλίου την ανακομιδή του λειψάνου του. Κι όταν τον γιόρταζαν εδώ, ο Γέροντας, ο άγιος, έκανε πανήγυρη, αγρυπνία, ήλθε κι ένας ωραίος άγιος, με το πανωκαλλύμαυχό του, και γύριζε στο ιερό, γύριζε στην εκκλησία, και οι χριστιανοί κοίταζαν. Οι άγιοι είναι πραγματικοί. Χμ... Είναι εξωγήινοι και πραγματικοί. Δεν υπάρχουν εξωγήινοι; Αμέτρητοι εξωγήινοι υπάρχουν. Λοιπόν. Και πρώτος εξωγήινος ο Χριστός, που κατεβηκε, που ήλθε από τη γη και κατεβηκε στη γη. Κι ανέβηκε πάλι με την Ανάληψη. Υπεράνω πάσης αρχής και εξουσίας. Και των ουρανών. Και ρώτησαν τον Γέροντα, ποιος είναι. Λέει, Είναι ο άγιος ιερομάρτυς Φωκάς. Ηλθε να μας ευχαριστήσει, που τον τιμούμε». Γεμάτη αγίους η Εκκλησία! Κι εδώ, αγίους. Γεμάτη. Και τώρα που τους λέμε αυτούς, έρχονται. Τα 'παμε την άλλη φορά. Μην τα λέμε πάλι. Γι' αυτό λέει ο Κύριος, ας πούμε, ο απόστολος Παύλος, καλύτερα, Είμαστε ανάμεσα στους αγίους», λέει. «Να προσέχετε.» Έτσι. Κι άμα προσέχει κανείς, τι θα πει προσέχει, αισθάνεται, έχει το νου του προς τα 'κεί. Οτι είναι παρέα με τους αγίους. Και χαίρεται, τότε, και ξεφεύγει κι από το κακό. Ας το πούμε απαλά.

Άγιος Φωκάς ο κηπουρός

Έχουμε κι άλλον ένα Φωκά, λίγο αργότερα, τον Φωκά τον κηπουρό. Τι ωραίο είν' αυτός! Είχε ένα κήπο και τον φρόντιζε και συνάμα είχε κι άλλο κήπο μέσα του, το μέσα κράτος που λέει ο ποιητής, την ψυχή του. Και τη φρόντιζε και αυτή παράλληλα. Ολα μπορούμε να τα κάνουμε. Λέει, Έχω δουλειές, δεν μπορώ να τα κάνω, πάτερ.» Ολα μπορεί να τα κάνει κανείς, άμα θέλει. Κι άμα είναι λίγο ερωτευμένος με τα ουράνια, κάνει. Κι άμα είναι ερωτευμένος, και χίλιες δουλείες να 'χει, φροντίζει και τον ερωτά του. Έ, όταν είμαστε ερωτευμένοι με τα Θεία, να μην κάνομε κάτι; Αφού είμαστε γι' αυτό φτειαγμενοι. Είμαστε για τον Κύριο φτειαγμενοι. Και χωρίς Αυτόν δεν μπορούμε να ζήσουμε. Το 'πε και ο ίδιος. «Χωρίς εμού ου δύνασθε ποιείν ουδεν». Τον κατέδωσαν κι αυτόν, λοιπόν, κι ο άρχοντας εκεί της Σινώπης έστειλε στρατιώτες να πάρουν το κεφάλι του Φωκά και να του το φέρουν. Να τον αποκεφαλίσουν. Το σπιτάκι του ήταν κοντά στο κάστρο, στο λιμάνι, και φιλοξενούσε όλους, όσους περνούσαν. —Επήγε 27, δέσποτα, χαθήκαμε! Έχουμε τόσους αγίους, ακόμη. Θα μας φωνάξει.— Λοιπόν. Πήγαν εκεί οι δήμιοι. Και τους φιλοξένησε ο Φωκάς; Τι άλλο να 'κανε! Αφού αυτό έκανε. Του άρεσε πολύ. Απ' ο,τι εβγανε κηπουρικά, άπ' ο,τι εβανε, βεβαίως, «σπερνομε, αυτό, να θερίσομε, να φάμε, ελεγαν οι παλαιοί, να φάνε οι άνθρωποι, να φαν οι περαστικοί, να φάνε όλοι, να φαν και τα πουλιά, να φάμε κι εμείς.» Πρώτα οι άλλοι κι εμείς τελευταία. Τι ωραία! Δηλαδή, τι βάζαν, πως βάζαν οι αρχαίοι, αυτό που λέει το τραγουδάκι, από τα Δωδεκάνησα: «Σιγανά και ταπεινά». Έχει χαθεί, δυστυχώς, αυτό σήμερα. Λοιπόν. Τους φιλοξένησε και μετά λέει: «Παιδιά, πως από 'δώ; Τι θέλετε;» «Ηλθαμε», λέει, «μας έστειλε», λέει, «ο καπετάνιος, ο αρχηγός», ας πούμε, «να πάρουμε το κεφάλι κάποιου Φωκά.» «Γιατί;», λέει. «Γιατί αυτός κηρύττει τον Χριστό και κάνει ζημια στην είδωλολατρε'ια». Και τους λέει, «εγώ είμαι.» Οι καημενοι, τώρα, ήλθαν σε δύσκολη θεση. Λέει, «Μας φιλοξενησες, μας φέρθηκες καλά και να σού πάρομε το κεφάλι; Πάει πολύ. Πάει πολύ.» Εκείνος, όμως, πήγε, εφτειαξε τον τάφο του γρήγορα, αφού ήθελε να πάει στον μεγάλο του έρωτα, στον Χριστό. Τι να κάνουμε, ρε παιδιά. Η αγάπη είναι «κραταιά ως ο θάνατος», τι θέλετε να κάνουμε, λέει το Άσμα Ασμάτων. —Κάτσε Παναγιωτάρα— Λοιπόν. Και ήλθε μετά, λέει: «Παιδιά, σας παρακαλώ, αν μ' αγαπάτε, πάρτε μου το κεφάλι». Και το πήραν. Τον θάψανε τον άγιο και θαυματουργούσε κι αυτός. Φωκάς. ΤΙ ωραίο!

23 Σεπτεμβρίου

Σύλληψις Ιωάννου του Προδρόμου

Πάμε 23, τώρα, γιατί πρέπει να παμε μέχρι τις 26. Είναι εφταήμερο το Φθινοπωρινό Συναξάρι. Να φτάσουμε μέχρι την άλλη Τετάρτη, πρώτα ο Θεός. Η Σύλληψις του Τιμίου και Ενδοξου Προφήτου Προδρόμου και Βαπτιστού Ιωάννου. Τότε συνελήφθη από τον Ζαχαρία και την Ελισάβετ. Ελειτουργησαν οι φυσικοί νόμοι με τη Θείκή δύναμη. Και oι υπεργηροι αυτοί άνθρωποι απέκτησαν τεκνο. Ένα, άλλα λεοντα. Τον άγιο Ιωάννη τον Πρόδρομο, που 'ναι η αρχή του ευαγγελίου. Γι' αυτό η μέρα αυτή είναι χαρμόσυνη. Γιατί ο ερχομός του Προδρόμου τι προαναγγέλλει; Τον ερχομό του Χριστού. Είναι, δηλαδή η Σύλληψη του αγίου Ιωάννου. Εύαγγελίσθη στον Ζαχαρία ο αρχάγγελος Γαβριήλ τη γέννηση του μεγάλου Προδρόμου. Και του είπε πολλά ωραία λόγια, εκεί, για το μελλον του αγίου Ιωάννου. Κι ο άγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος είναι ο μεγαλύτερος άγιος της Εκκλησίας μας. Ας έχομε την ευχή του. Κι είναι η αρχή της ευαγγελικής Ιστορίας. Αρχή του ευαγγελίου Ιησού Χριστού, λέει ο Μάρκος, είναι, εγενετο, ο άγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος. Ο Βαπτιστής.

Αγίες Ξανθίππη και Πολυξένη

Κι έχομε, ακόμη, και δυο μάρτυρες. Ξανθίππη και Πολυξένη. Είναι και άλλοι άγιοι, άλλα τις λέγω αυτές, επειδή υπάρχουν τέτοια ονόματα. Ζούσαν κι αυτές στα χρόνια των αποστόλων, στην Ισπανία, σαν αδελφές. Η Ξανθίππη πήρε τον Πρόβο, τον διοικητή της Ισπανίας και η Πολυξένη εφθασε στην Ελλάδα, ψάχνοντας να βρει τους αποστόλους. Βρήκε τον Πετρο, βρήκε τον Φίλιππο, ήλθε μέχρι την Αθήνα. Ο άγιος Φίλιππος λένε ότι ήλθε στην Αθήνα και ανάστησε και πεθαμενο. Του 'παν οι Εβραίοι, άμα είσαι του Χριστού και του Θεού, ανάστησε τον νεκρό. Και τον ανάστησε. Κάτω, εκεί που είναι ο άγιος Φίλιππος. Χμ... Και μετά συνάντησε και τον απόστολο Ανδρέα στας Πάτρας, την εβάπτισε χριστιανή, κι υστερα παίρνει τον απόστολο Ονησιφόρο, Ονήσιμο, και πάνε στην Ισπανία, μαζί με μια φίλη της, που την έλεγαν Ρεβέκκα. Και βρήκε και την αδελφή της και εζησαν μαζί, ήταν κι εκείνη χριστιανή, εν τω μεταξύ, και έζησαν μαζί πολλά χρόνια και ανεπαύθησαν εν Κυρίω. Αφού έκαναν έργα μεγάλα και υπέροχα.

24 Σεπτεμβρίου

Αγία Θέκλα

Πάμε, τώρα, 24 του μηνός, είναι η μεγαλομαρτυς Θέκλα. Είναι η πρωτομάρτυς. Από τη χορεία των γυναικών. Από το Ικόνιο της Μικράς Ασίας. Ανάστημα πνευματικό, τίνος αλλού; Του αποστόλου Παύλου. Κήρυττε ο απόστολος Παύλος στο Ικόνιο, στο σπίτι του Ονησιφόρου, και το δικό της ήταν δίπλα. Κι όταν άκουγε τα καλά λόγια, που 'ταν γη καλή και αγαθή, έστησε αυτί. Ο Παύλος μιλούσε τρία ημερόνυχτα. Και έπεσαν τα λόγια του στην ψυχή της. Και άφησε και τον μνηστήρα της και τα πάντα και ακολουθούσε τον απόστολο Παύλο. Κι είναι από τις πολύ μεγάλες αγίες της Εκκλησίας μας. Ο βίος, ο κατά πλάτος βίος της, είναι πολύ συγκινητικός. Και συγκλονιστικός. Θα πω μόνο ένα περιστατικό. Στην Αντιόχεια, εκεί, της Πισιδίας, αφού την έβαλαν πρώτα στη φωτιά και δεν κάηκε, στα θηρία και δεν έπαθε τίποτε, ήταν εκεί η χήρα ενός άρχοντος. Του διοικητού, που 'χε τελευτήσει εκείνος, η Τρυφαίνη. Είχε μια κόρη την Φαλκονύλλα, η όποια είχε κι αυτή απόθάνει. Και καθώς πήγαινε η Θέκλα και έμενε με την Τρυφαίνη, ήταν ειδωλολάτρισσα, αλλά της άρεσε τόσο πολύ η Θέκλα, και στο μαρτύριο το όποιο υπέστη και κατά το μαρτύριο που υπέστη συνεκινήθη η άλλη, την πήρε σπίτι της, Έτσι, να ξεπονεσει απ' την κορούλα της που 'χε πεθάνει. Μοιάζανε, φαίνεται. Και τι κάνει; Έρχεται στον ύπνο της η Φαλκονύλλα, στον ύπνο της μάνας της, της Τρυφαίνης, και λέει: «Σε παρακαλώ, η κόρη που έχεις εδώ, είναι χριστιανή. Να προσευχηθεί για την ψυχή μου». Και προσευχήθηκε η Θέκλα. Τα αναφέρει ο άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός αυτά. Και τι έγινε; Επήγε η Φαλκονύλλα στον παράδεισο. Εσώθη με τις προσευχές της αγίας Θεκλης. Παρότι ειδωλολάτρισσα. Τι κάνει, λοιπόν, η προσευχή των αγίων; Και για τους πεθαμενους στα μνημόσυνα; Κι οι προσευχές; Πολύ μεγάλο καλό. Γι' αυτό μην αφήνομε. Μην αφήνομε. Η αγία, λοιπόν, μεγαλομαρτυς Θέκλα. Μεγάλη η χάρη της. Η Θέκλα πήγε στο βουνό, κάθισε 72 χρόνια, ασκήτρια, ε, και μετά θελησαν οι είδωλολατραι να την ατιμάσουν. Πήγαν τα παλικαράκια εκεί, οι λεβέντες, και επετεθησαν. «Καθήστε, παιδία», λέει. Εγώ είμαι τώρα γριά και ταπεινή. Τι να κάμετε σε μένα; Είμαι έτοιμη να φύγω. Καθήστε ένα λεπτό. Και θα δείτε», λέει. Εγώ δεν είμαι τίποτα. Είναι ο Θεός μου μεγάλος.» Και παρακαλεί τον βράχο, που 'ταν δίπλα, να ανοίξει. «Χριστέ μου, άνοιξε τον βράχο να μπω μέσα». Κι ο βράχος σκίστηκε στα δυο. Μπαίνει μέσα η αγία Θέκλα και ξανάκλεισε. Κι εκείνη έφυγε για την αιωνιότητα και εγλύτωσε.

Άγιος Κόπρις

Γιορτάζει κι ο άγιος μάρτυς Κόπρις, ο όσιος. Ο όσιος Κόπρις, λοιπόν, τον γέννησε η μάνα του έξω απ' την μονή του αγίου Θεοδοσίου του κοινοβιαρχου, στην Παλαιστίνη. Εδιώκετο από Άραβες μαζί με άλλους και έφτασε η κακομοίρα επίτοκη. Και πάνω στην κοπριά ξάπλωσε, γέννησε το παιδάκι αυτό, και στη συνέχεια ετελεύτησε. Απέθανε. Έ. Σταμάτησε το κακό, βγήκαν οι πατέρες, είδαν ένα παιδάκι να κλαίει επάνω στην κοπριά. Το πήραν μέσα, το βάφτισαν και το έβαναν Κόπρι. Τι σημασία έχει το όνομα; Η χάρη έχει τη σημασία. Κι εκείνος μεγάλωνε και ήταν θαυμάσιος. Είχε τη Θεία χάρη. Ημερωνε τα ζώα. Μια αρκούδα, μια φορά, πήγε και χάλαγε τα μαρούλια. Πάει, την πιάνει απ' το αυτάκι, και τη λέγει: «Φύγε, από 'δω. Δεν θα ξανάλθεις, άλλη φορά.» άλλη φορά, είχε Πάει στο βουνό να φέρει ξύλα με το γαϊδουράκο και μια αρκούδα επλήγωσε στον μηρό το ονάριο. Και της λέει: Έλα 'δω, κάτσε εκεί να σε φορτώσω, να πας εσύ τα ξύλα, αφού δεν μπορεί να τα Πάει, αφού το πλήγωσες. Οικολογία, ε; ε... ε... ε... Τι ωραία! Και θυμάμαι τον Χριστό μας εδώ, τι να κάνω τώρα; "όταν έβγαλε τους εμπόρους και τους αργυραμοιβούς απ' τον ναό, τι έκανε; Τα τραπέζια τα ανέτρεψε. Τράπεζα, ε; Από 'κει άρχισε η Τράπεζα, ε; Οι σημερινές Τράπεζες από 'κεί πέρα, ε; Έχει βάση αυτό που λέω. Δεν λέω παρακάτω... Λοιπόν. Ανέτρεψε. Σ' αυτούς, όμως, που πουλούσαν τας περιστεράς, τι είπε; Άρατε ταύτα, εντεύθεν.» Πάρτε τα κιβώτια αυτά από δω. Δεν κλώτσησε τα ζώα ο Χριστός. Όχι. Που είν' οι ζωόφιλοι; —Καλώς τον Φιλιππάκο. Κι ο Ιωαννίκιος εδώ. Μπράβο και στους δυό σας.— Λοιπόν. Πάρτε τα, παιδία, αυτά. δεν κλώτσησε τα ζώα ο Χριστός. Τι έφταιγαν τα ζωάκια; Όχι. Πάρτε τα, παιδία. Σηκώστε τα και Πάρτε τα. δεν κάνει. Έτσι. Κι ο άγιος Κόπρις, λοιπόν, έγινε και παπάς, έκαμε θαύματα, φώτιζε Τους ανθρώπους, Τους φρόντιζε, γέρασε πολύ πια, και δεν μπορούσε τίποτα. Και πονούσε. Και τι έκανε τότε; Όλο ευχαριστούσε. Κι έλεγαν, «Γιατί παππούλη, το κάνετε αυτό;» «Βρε, άμα ευχαριστείς, είν' ο παράδεισος», λέει. Ο,τι και να 'χεις. Κι άμα δεν ευχαριστείς κι είσαι πάντοτε δυσαρεστημένος» και πάντοτε με κλαψοφαγούρα, θα λέγαμε 'μες, με το στόμα Του Λασκαρατου, «ε τότε είναι κόλαση.» Εν παντί ευχαριστείτε», που λέει κι ο απόστολος Παύλος. Κι εκεί που έψελνε και δοξολογούσε, ερχόταν κι ο άγιος Θεοδόσιος, που 'χε πεθάνει, και κάνανε μαζί την ακολουθία. Χμ... Γι' αυτό σας είπα είναι η Εκκλησία εδώ, όταν κάνουμε ακολουθίες, όταν κάνουμε αυτά, είν' οι άγιοι. Και στο σπίτι μας, και παντού είν' οι άγιοι. Κι ήλθε ο άγιος τελευταία φορά και Του λέει: Άντε, θα φύγουμε, τώρα, για πάνω. Για την πατρίδα.» Κι έφυγαν.

Άγιος Σιλουανός

24, ακόμη, Έχουμε και τον άγιο Σιλουανό, Γιορτάζει κι ο Γέροντας εδώ, και χρόνια πολλά, που 'ναι νεότερος άγιος, έλαμψε στο Άγιον Όρος, προερχόμενος απ' τη Ρωσία, όπου γεννήθηκε στα 1866, τεσσάρων χρονών παιδάκι, ξέρετε τι έλεγε; Θα πάω να βρω τον Θεό, όπου κι αν είναι. Χε... Είμαστε ένθεοι εκ κατασκευής που λέμε. Όπως τα σχήματα... Είμαστε εκ κατασκευής ένθεοι. Δεν μπορούμε ν' απαλλαγούμε απ' αυτό. Μερικοί κάνουν τους θεατρίνους της απιστίας, έχει πλάκα αυτό. αλλά, όταν έλθει δυσκολία, τα παίζουν κι αυτοί. Χε... Χε... Έτσι είναι. Αφού Έχουμε μέσα μας την πίστη. Η πίστις του είναι Θεόν», που λέει ο άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός, —Η πίστις Του είναι Θεόν», είναι ταυτοπροσωπία,— «φυσικώς ημίν εγκατεσπαρται.» Η πίστη στην ύπαρξη του Θεού είναι μέσα μας σπαρμένη εκ φύσεως. Εκ κατασκευής. Είναι δομικό στοιχείο της προσωπικότητας. Κι όσο και να την αγνοήσεις, βγαίνει. Είτε ως ειδωλολατρία, μετασχηματίζεται, που λεν οι διάφοροι, δεν έχει σημασία αυτό. Υπάρχει. Σπουδαίο αυτό! Λοιπόν. Κι ήλθε στο Άγιον Όρος, έκανε πολλούς αγώνες. Πολλούς αγώνες. Επειδή Του 'λεγε ο Κύριος έχεις υπερηφάνεια και δυσκολία, θα περάσεις δύσκολα, για να ταπεινωθείς. Κι εκείνος τι κάνει; Το δέχτηκε με χαρά. άμα τον δεχτείς με χαρά τον καλό αγώνα, είν' αλλιώς τα πράγματα. Κι αν κανείς αγγαρεία, τότε κανείς τον αγώνα δουλεία. Γι' αυτό σήμερα την εργασία πως τη λέμε; Δουλεία. Τέλος πάντων. Λοιπόν. Και αγαπούσε παρά πολύ. Τους κοσμικούς ανθρώπους και Τους πεθαμένους τους ο παπά-Σιλουανός. Γι' αυτό προσευχόταν με πολλή αγάπη για Τους κοσμικούς. Για Τους δυσκολεμένους. Για Τους παραστρατημένους. Για όλους Τους ανθρώπους. Κι αυτό είναι σημείο τελειότητας πια. Οι άγιοι κλαίνε, ξέρετε, και για Τους δαίμονες ακόμη. Ξέρετε; Ποιος κλαίει για τους δαίμονες; Τους στελλομε όλους στο δαίμονα, αναθεματίζουμε και τον δαίμονα, τον βάνουνε, πολλές φόρες, ως υπαίτιο των συμφορών μας, σαν να φταίει μόνο αυτός, δηλαδή, κι είναι κι ένα άλλοθι... Λοιπόν. Οι άγιοι κλαίνε και για Τους δαίμονες. Έκλαιγε για όλους τους ανθρώπους. Και παρακαλούσε πάρα πολύ και για Τους πεθαμένους, γιατί λέει με την προσευχή μας, παίρνουνε Μεγάλη βοήθεια. Υπάρχουν οι πεθαμένοι όλοι. Υπάρχουν όλοι οι πεθαμένοι. Ολοι οι πεθαμένοι. Και περιμένουν από μας. Περιμένουν από μας. Και προσευχή και αγάπη και να γινόμαστε καλύτεροι. Γιατί τους επηρεάζουμε Τους πεθαμένους. Ξέρετε, γιατί τους επηρεάζουμε; Γιατί είναι η ενότητα της ανθρωπινής φύσεως. Είναι μια η ανθρώπινη φύσις. Την οποία προσέλαβε ο Χριστός. Μια η ανθρώπινη φύσις. Που εκφράζεται σε υποστάσεις, πρόσωπα η άτομα. Βέβαια.

25 Σεπτεμβρίου

Αγία Ευφροσύνη

Αλλά, ας Πάμε 25, πω... πω... η οσία Ευφροσύνη. Ο μοναχός Σμάραγδος. Σαν την αγία Θεοδώρα, που 'χαμε πει. Κι αυτή ήθελε, από την αγάπη που 'χε στον Χριστό, να Του αφιερωθεί. Ο πατέρας της, όμως, την είχε αρραβωνιάσει, δυσκολία Μεγάλη, τι κάνει; Ντύνεται αντρικά και Πάει σ' ένα μοναστήρι κι επειδή δεν είχε γενιά λέει: Είμαι ευνούχος Του αυτοκράτορας Θεοδοσίου Του Β', Του μικρού.» 5ος αιών. 408-450. Λοιπόν. Την έβαλαν εκεί, την εκειραν μοναχή, μοναχό, δηλαδή, τον Σμάραγδο, κι έκανε μεγάλους αγώνες.

Ο πατερας της 38 χρόνια εψαχνε να την βρει. Τόσο είχε στενοχωρηθεί. Ήταν και μοναχοκόρη, η γυναίκα του πέθανε μετά από δυο χρόνια, αφού εγεννησε την Ευφροσύνη, κι έτρεχε ο καημένος στις ερημίες, έτρεχε στα βουνά, φώναζε, τ' όνομα της, πω... μαρτύριο κι αυτό. αλλά ο Θεός τον άφηνε, γιατί είχε πρόγραμμα ο Θεός. Πολλές φορές σκάει και γάιδαρο ο Θεός, αλλά έχει πρόγραμμα ο Θεός. Και το πρόγραμμα Του ποίο είναι; Η σωτηρία μας. Γι' αυτό και εσταυρώθη δια την ημετεραν σωτήρια, ένανθρώπησε και όλα τα γνωστά. Λοιπόν. Πέρασαν 38 χρόνια, αισθάνθηκε πως θα φύγει. Κι η Θεία Πρόνοια τι έκανε τότε; Έφερε τον πατέρα της στο μοναστήρι. Πήγε κι άλλες φορές εκεί να παρηγορηθεί, χωρίς να ξέρει ότι ήταν η κόρη του εκεί, και τότε τον κάλεσε, λίγο πριν τελευτήσει και Του λέει: Έλα, 'δω». Τον κάλεσε στο κελλί της. Εγώ είμαι η κόρη σου», λέει, «η Ευφροσύνη. Μη ψάχνεις. και σ' ευχαριστώ», λέει. «και με συγχωρείς, που σε υπέβαλα σε τόσα βάσανα». και ύστερα πέθανε. Εκείνος, μόλις τ' άκουσε, έπαθε συγκοπή. Νταγκ, Κάτω, σαν νεκρός. Τι άλλο μπορούσε να πάθει; Σοκ. Συνήλθε μετά από λίγο, και τι έκανε; Την έκλαιγε την ψυχούλα, ε; Είχε ανάγκη να κλάψει η ψυχή. Την έκλαιγε. Την έκλαψε, την έκλαψε, την έκλαψε. Κι ύστερα με τους άλλους πατέρες την ενταφιάσανε και λέει: Εγώ δεν φεύγω τώρα. Θέλω κι εγώ να πάω εκεί που πήγε η κόρη μου.» Τι ωραία πράγματα! «Θέλω να πάω κι εγώ εκεί που πήγε η κόρη μου.» Κι έμεινε στο κελλάκι της, τον υπόλοιπο χρόνο της ζωής του, έγινε μοναχός, έκαμε τον αγώνα του, και κοιμότανε πάνω στην ψάθα, στο χράμι που είχε, που κοιμότανε η κόρη του, που κοιμόταν καταγής. έκανε χαμαικοιτία. Κι ύστερα από δέκα χρόνια είδε ο Θεός τον καλό αγώνα του και την καλή του ψυχή και τι έκανε; Τον πήρε και τον πήγε κοντά στην κόρη του. Έτσι. Αυτή είν' η ψυχή. Αυτή είν' η Εκκλησία. Αυτή είναι κι η αιώνια ζωή.

26 Σεπτεμβρίου

Μετάσταση Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου

Αλλά τώρα τελευταία πάμε... Έχει κι άλλους στις 25. Αστο... Λοιπόν. Στον άγιο Ιωάννη τον Θεολόγο, 26 Σεπτεμβρίου. Κι εδώ σταματάμε. Είναι η μετάσταση του αγίου Ιωάννου του Θεολόγου. Τι έγινε με τον άγιο Ιωάννη τον Θεολόγο; Την ιστορία την ξέρομε, βέβαια, από τις Γραφές, το ευαγγέλιο, έχει γράψει και ευαγγέλιο, Έχει γράψει την Αποκάλυψη, ώρες μπορούμε να μιλάμε για τον άγιο Ιωάννη. Τι θα πει μετάσταση; Ενός άλλου του λέει μνήμη. Τι σημαίνει μετάσταση; Που άλλου λέμε μετάσταση; Στην Κοίμηση της Θεοτόκου. Λέμε Κοίμησις και Μετάστασις της Υπέραγίας Δεσποίνης ημών Θεοτόκου και αειπαρθενου Μαρίας. Τι έγινε ο άγιος Ιωάννης; Αφού πέρασε την Εφεσο, πέρασε την Πάτμο, πέρασε παντού, εφθασε στο τέλος του. Ήταν σε ηλικία 105 ετών και εφτά μηνών. Πήρε τους μαθητάς και πήγε έξω από την Έφεσο, τους διέταξε να σκάψουν ένα τάφο σε σχήμα σταυρού, κι ύστερα μπήκε μέσα, του εριξαν χώμα μέχρι τα γόνατα, τους ασπάσθηκε και τους αποχαιρέτησε, του έριξαν χώμα μέχρι τον λαιμό, τους ασπάσθηκε, πάλι, τους αποχαιρέτησε, κι ύστερα του βαλαν ένα σουδάριο, ένα σεντόνι στο πρόσωπο, και τον σκέπασαν τελείως. Και κλαίγοντας γύρισαν στην Έφεσο, και το 'παν και στους άλλους χριστιανούς κι εκείνοι ετρεξαν γρήγορα να τον ξεχώσουν και να πάρουν την ευχή του και να του δώσουν τον τελευταίο ασπασμό. Τόση αγάπη του είχαν του αγίου Ιωάννου. Και άνοιξαν τον τάφο και δεν είδαν τίποτα μέσα. Μόνο τα εντάφια σπάργανα. Τι είχε γίνει, κατά μία ευσεβή παράδοση; Μετεστη ολόσωμος, όπως και η Θεοτόκος. Και πήγε στον Χριστό. Κι είναι μαζί Του. Του επεφύλαξε ο Κύριος, δηλαδή, ένα διαφορετικό τρόπο. Μια διαφορετική μεταχείριση του έκαμε. Και τον πήρε κοντά Του, στον παράδεισο, μαζί με την Θεοτόκο, και θα 'ναι εκεί μέχρι τη Δευτέρα Παρουσία. Τον ξεχώρισε απ' τους άλλους αποστόλους. Γιατί ο Πέτρος, Όταν ήταν στην Τιβεριάδα, εκεί Που τους έκαμε τη θαυμαστή αλιεία, μετά την Ανάσταση, κι είπε στον Πέτρο, Ακολουθεί μοι», του 'πε ο Χριστός, εκείνος ακολουθούσε, αλλά γύρισε να δει και τον Ιωάννη. Έ, αυτός, Τι θα γίνει; Δεν θα ρθει κοντά; Πως θα πεθάνει;» Του λέει: Αν αυτόν θέλω να μείνει μέχρι Που έρχομαι, εσένα Τι σε νοιάζει; Εσύ ακολούθησε με.» Κι είπαν διάφοροι πως δεν θα πέθαινε. Ο απόστολος πέθανε, πραγματικά, είναι ο τάφος του κλπ., αλλά, Τι; Μετεστη. Ανέστη και με το σώμα του και ανελήφθη στον ουρανό. Γιατί; Γιατί ο Ιησούς δεν άντεχε να έχει μακριά Του, ας το πούμε σχηματικά, αυτόν τον μαθητή τον όποιο ηγάπα. Γιατί τον ηγάπα ο Ιησούς; Γιατί αυτός πρώτα ηγάπα τον Ιησού απόλυτα. Όσο κανένας άλλος. Γι' αυτό είναι κοντά εκεί στον ουρανό και η Θεοτόκος ολόσωμη και ο άγιος Ιωάννης ο Θεολόγος.

Γι' αυτό μην τον ξεχνάμε. Ας τον παρακαλούμε τον άγιο. Το μεγαλύτερο προσκύνημα στην ορθοδοξία εδώ, αποστολικό προσκύνημα, είναι η νήσος Πάτμος• Έχει εκεί την εκκλησία, το σπήλαιο του και τόσα άλλα, άλλα τώρα πρέπει να σταματήσομε εδώ, και να με συγχωρέσει ο άγιος Ιωάννης, Που 'παμε λίγα, κάποια άλλη φορά θα πούμε περισσότερα... Είναι ωραίοι οι Βίοι των Αγίων. Εγώ αισθάνομαι την παρουσία τους και την αγάπη τους, είναι το ευαγγέλιο στην πράξη, και χαιρόμεθα Που κάνομε αυτό, γιατί η Εκκλησία το κάνει κάθε μέρα. Κι ας τους έχομε και στη σκέψη μας και στη ζωή μας και ας προσπαθούμε να τους μιμηθούμε και να τους αντιγράψομε.

Εξεφωνήθη την 19η Σεπτεμβρίου 2007

Εισαγωγή: 27 Σεπτεμβρίου - 3 Οκτωβρίου

Η ευσπλαχνία του Χριστού μας κι η καλοσύνη της Παναγίας μας και η αγάπη του αγίου μας Νεκταρίου έδωσαν ξανά και σήμερα και ήρθαμε 'δώ, στην όμορφη εκκλησούλα του. Τους ευχαριστούμε θερμά. Όλους. Και τους εν ουρανοίς και τους επί γης. Δωρεά και καλοσύνη είναι, Που ζούμε και υπάρχομε και αναπνεομε την κάθε μέρα και την κάθε στιγμή. Και μάλιστα, αν είναι κανείς καλά, δεν εκτιμά το δώρο της υγείας και τη δωρεά του Θεού. Αν δυσκολευτεί, όμως, λίγο η πολύ, τότε καταλαβαίνει αυτό Που λεγανε οι παλαιοί: «Γεια μου, πλούτη μου.» Τα πλούτη μου είναι η υγεία μου. Και μάλιστα η διπλή υγεία. Της ψυχής και του σώματος. Και περισσότερο της ψυχής. Προχωρώντας το Φθινοπωρινό Συναξάρι, θα πάμε στην αυριανή ημέρα. Μεγάλη η χάρη και σήμερα του αγίου Ιωάννου του Θεολόγου κι ας έχομε την ευχή του κι ας προσπαθούμε να 'χομε αγάπη, στοργή στον Θεό και αγάπη στον πλησίον.

27 Σεπτεμβρίου

Άγιος Καλλίστρατος

Θα πάμε στην αυριανή, 27 Σεπτεμβρίου, γιορτάζει ο άγιος μάρτυς Καλλίστρατος και οι σύν αυτώ 49 συστρατιώται του. Εζησε στα χρόνια του Διοκλητιανού και υπηρετούσε στον στρατό τον ρωμαίκό. Διέμενε στη Ρώμη, καταγόμενος από την Καρχηδόνα της Βορείου Αφρικής. Ήταν χριστιανός εκ προγόνων. Μεγάλη ευλογία. Και έδειχνε την πίστη του, με τα έργα και με την αγάπη και με το φως της ψυχής του. Τον κατέδωσαν στον στρατηγό πως είναι χριστιανός και πως ομολογεί τον Ιησού Χριστό. Εκείνος τον εκάλεσε, τον εξέτασε και αυτός είπε: «Σίγουρα είμαι χριστιανός. Και θέλω να είμαι πάντοτε. Και δεν αλλάζω, ο,τι κι αν κάνετε. Γι' αυτό, αν θελετε, μην αργοπορείτε. Κάντε αυτό που νομίζετε. Κι ο Χριστός μου ε-μένα θα με βοηθήσει να νικήσω». Και όντως τον υπέβαλαν τον άγιο Καλλίστρατο σε φρικτά μαρτύρια και βασανιστήρια. Τόσο πολύ, που υπέφερε τα μέγιστα. Τον ενδυνάμωνε, όμως, η Θεία Χάρη, και βγήκε πέρα. Τον έξυσαν με νύχια, τον εράβδισαν με βούνευρα, ωμά νεύρα βοδιών, ξεραμένα, και τον κύλησαν επάνω σε θραύσματα γυαλιών. Και, καταλαβαίνετε, ο άνθρωπος δυσκολεύτηκε τα μέγιστα. Αλλά άντεχε. Κι εμείς οι καημένοι, πολλές φορές, μαρτυράμε, με μέσα κι έξω βάσανα, ψυχικά και σωματικά. Κι εκεί που πάει να βγει η ψυχή μας, κρατιέται. Κάποιος μας κρατάει. Είναι το χεράκι του Χριστού το φιλάνθρωπο. Η στοργή της Παναγίας. Και η ανάσα των αγίων. Ύστερα τον έβαλαν σ' ένα σάκκο δερμάτινο, σ' ένα ασκί, και τον πέταξαν στη θάλασσα, να ήσυχάσουνε. Αμ, δε; Αμα δεν θέλει ο Θεός, δεν γίνεται τίποτα. Ο,τι κι αν κάνουν οι άνθρωποι. Αυτό να το ξέρομε. Παραδόξως, ο ασκός εσκίσθη και ο άγιος βγήκε από τη θάλασσα. Και τότε, 49 από τους συστρατιώτες του, όταν είδαν αυτό το θαύμα και την υπομονή του αγίου στα μαρτύρια και την λαμπερή όψη του προσώπου του, του μαρτυρικού του προσώπου, πίστεψαν στον Χριστό. Κι είπαν: «Μέγας ο Θεός του Καλλιστράτου. Αληθινός είναι ο Χριστός του. Κι εμείς χριστιανοί είμαστε, από τούτη την ώρα.» Και τους έβαλαν στη φυλακή, μαζί με τον Καλλίστρατο, δεμένους. Κι εκεί, ο στρατιώτης Καλλίστρατος, καλή στράτα, καλός στρατός, τι ωραίες λέξεις, ελληνικότατες, τους κατήχησε. Τους μίλησε για τον Χριστό. Για την κρίση, για την Ανάσταση των νεκρών, και περί ψυχής. Και τι; Πίστεψαν κι εκείνοι περισσότερο. Είχαν πιστέψει με τα θαύματα, αλλά τώρα που κατηχήθηκαν, ήλθαν σε επίγνωση μεγαλύτερη. Αυτό θέλω να πω. Τους έβγαλε, λοιπόν, ο στρατηγός όλους από τη φυλακή και ο άγιος Καλλίστρατος τότε προσευχήθηκε κι όλα τα είδωλα, που 'σαν εκεί σ' ένα ναό κοντά, πεσαν και έγιναν σκόνη. Και τότε αποφάσισε ο στρατηγός και αποκεφάλισε και τον Καλλίστρατο και Τους 49. Αλλά, καθώς έγινε αυτό το θαύμα της συντριβής των ειδώλων, άλλοι 185 στρατιώται πίστεψαν κι αυτοί στον Χριστό. Αλλά, μη θέλοντας, όμως, ο στρατηγός να εξαφανίσει το στράτευμα όλο, Τους λέει: «Σας χαρίζω τη ζωή κι ας είστε χριστιανοί.» Και οι καημένοι τι κάνανε; Συγκινήθηκαν από το μαρτύριο των άλλων, στενοχωρήθηκαν που δεν μαρτύρησαν, κι όταν έφυγαν όλοι, πήραν κι έθαψαν τα λείψανα του αγίου Καλλιστράτου και των 49 συστρατιωτών του. Οι ψυχές τους απήλθαν στον ουρανό, κι όπως λέει ωραιότατα το Συναξάρι, ελαβαν του μαρτυρίου τον αμάραντον στέφανον.

28 Σεπτεμβρίου

Άγιος Χαρίτων

Πάμε στις 28 Σεπτεμβρίου, γιορτάζει ο όσιος και ομολογητής Χαρίτων, ο θαυματουργός.   Βλαστάρι της Μικράς Ασίας. Της πόλεως του Ικονίου. Σπουδαίος και μεγάλος. Στον 3ο μ.Χ. αιώνα, έζησε και έλαμψε. Ήταν πολύ πιστός και φωτεινός. Γεμάτος χάριτες. Και ονομάσθη Χαρίτων. Χαριτωμενος. Κήρυττε και ομολογούσε τον Χριστό. Κι ο διοικητής Της πόλέως τον εκάλεσε και του είπε: «Σε παρακαλώ, μη λες τέτοια πράγματα. Μη χαλάς την αρχαία θρησκεία μας. Μην παίρνεις στο λαιμό σου Τους ανθρώπους. Πάψε να μιλάς. Κάνε κάτι άλλο». Κι ο Χαρίτων του λέει: «Δεν πρόκειται ν' αλλάξω. Εσύ, μάλιστα, θα ευχόμουν ν' αλλάξεις. Κι η παρέα σου.» Ο άλλος οργίσθηκε και τον υπέβαλε σε φρικτά βασανιστήρια. με σιδερένια νύχια, με βούνευρα, αφού τον απογύμνωσαν οι δήμιοι, και ύστερα τον έκαψαν με αναμμένους δαυλούς. Σκεφθείτε οι ψυχούλες τι τράβαγαν για την αγάπη του Χριστού και την ομολογία του ονόματος Του. Και ύστερα, καθώς ήταν καταπληγωμένος, διέταξε και τον έβαλαν στη φυλακή. Οι φυλακές όλου του κόσμου, και Της πατρίδος μας, έχουν φιλοξενήσει αγίους, μάρτυρες, αδικημένους, ταλαιπωρημένους, κι είν' οι τόποι αυτοί αγιασμένοι. Έχουν φιλοξενήσει τον Χριστό, τον έβαλε κι ο Πιλάτος στο διοικητήριο, στη φυλακή, η φυλακή του Χριστού υπάρχει και τώρα, όταν πάμε εκεί, στο πραιτώριο, και τι βλεπομε; Και προ ετών ένας Αμερικανός είχε φωτογραφήσει το μέρος Της φυλακής, που 'χαν δέσει τον Ιησού χέρια και πόδια. Κι όταν πήγε και εμφάνισε τη φωτογραφία, τι λέτε πως βγήκε στη φωτογραφία του; Το πρόσωπο του Χριστού. Το 'χα πεί και άλλη φορά. Κι ο άνθρωπος έμεινε. Γύρισε πάλι, τα 'ψαξε περισσότερο, ήταν Προτεστάντης, κι έγινε ορθόδοξος. Τόσο πολύ χάρηκε. Είναι παντού ο Χριστός μας. Και κάνει και τώρα θαυματα. Κι ευλογεί και σώζει Τους ανθρώπους. Έμεινε στη φυλακή μέχρι το 275. Εζησε στα χρόνια του Αυρηλιανού, αυτοκράτορος Της Ρώμης. Και τότε ο Αυρηλιανός, πό 'κανε πολλά και φοβερά κακά, απέθανε με άσχημο θάνατο. Τον χειρότερο για την ψυχούλα αυτή. Κι άφησαν ελεύθερο τον Χαρίτωνα και πήγαινε για Τους Αγίους Τόπους, να ευχαριστήσει τον φιλάνθρωπο Χριστό και να δει τα μερη που εβάδισε και αγίασε και μαρτύρησε και Ανέστη Εκείνος και Ανελήφθη. Στο δρόμο, όμως, τον επιασαν λησταί. Φρούτο παλιό και τωρινό και πάντοτε. Τον πήγαν στη σπηλιά τους, τον έδεσαν, τον έριξαν σε μια άκρη και τον άφησαν. Και του ζήταγαν λεφτά. Που να τα βρει τα λεφτά; Αυτός ένα θησαυρό είχε: Τον Χριστό. Αλλ' αυτός είναι πνευματικός θησαυρός. Αδαπάνητος και αιώνιος. Πολύτιμος μαργαρίτης. Μια μέρα, που 'χαν βγει για τη δουλειά τους κι είχαν αφήσει ένα δοχείο με κρασί ανοιχτό, πήγε μια Όχιά κι έριξε μέσα το δηλητήριο της. Γύρισαν εκείνοι κατάκοποι και διψασμένοι, ήπιαν όλοι το κρασί, και σε λίγο πήγαν για την άλλη ζωή. Είδετε τι κάνει ο Κύριος; Και καθώς είχαν δεμένο τον Χαρίτωνα, την ίδια ώρα ελύθηκαν αοράτως τα δεσμά του. Ο Χριστός μας τον έλυσε. Και τότε τι κάνει; Τι κάνει; Προσευχήθηκε για τις ψυχές αυτών των ανθρώπων. Αυτό είν' η χριστιανοσύνη κι η αγάπη! με πόνο ψυχής και με καρδιά συντετριμμένη. Κι ύστερα του 'ρθε μια φώτιση. Δεν κάνω το σπήλαιο μοναστήρι; Και το μεταποίησε. Το μετασκεύασε, όπως λέει το Συναξάριο. Και το έκανε μοναστήρι. Εθαψε και Τους ληστάς εκεί, τυχεροί ήσαντε, μες στην ατυχία τους, ήσαν τυχεροί. Να γίνουν κτίτορες. Χε... χε... χε... Πως δουλεύει ο Θεός! Και πως εργάζεται για όλες τις ψυχές και για όλες τις καταστάσεις! Μυστήριο είν' η αγάπη Του! Δεν λέγεται! Και ύστερα, σιγά -σιγά, ήλθαν άπ' τα γύρω κι από κοντά κι από μακριά, πολλοί κι έγιναν μοναχοί. Και γέμισε 'κεί πέρα το σπήλαιο ανθρώπους, λάτρεις του Θεού. Ερωδιούς. Εραστάς του Κυρίου. Κι η δοξολογία ήτο ακοίμητος. Έγινε Λαύρα. Έγινε ολόκληρο μελίσσι. Και εργάζετο ο άγιος. Κι επειδή είχε μεγάλη αρετή κι έκανε σπουδαία πνευματικά κατορθώματα, κι όχι μόνον, του 'δωσε ο Θεός και το θαύμα Της θαυματουργίας. Έβγαλε νερό από μια πέτρα, που τρέχει μέχρι σήμερα. Εκεί στη μονή του. Στην Παλαιστίνη. Κι έκανε πολλά και διάφορα, πήγε και σ' άλλα μερη, εφτειαξε κι άλλα μοναστήρια, πρόσφερε πάρα, πάρα πολλά. Και ύστερα, σε γήρας βαθύ, ο Κύριος τον ανέπαυσε. Τον πήρε κοντά Του. Στη Θεία Βασιλεία. Και πρεσβεύει, στο θρόνο Της Θείας καλοσύνης, για όλους εμάς. Για όλη την πλάση.

Προφήτης Βαρούχ

Την ίδια μέρα γιορτάζει κι ένας προφήτης Της Παλαιάς Διαθήκης. Ο προφήτης Βαρούχ. Μαθητής του μεγάλου προφήτη Ιερεμία. Αυτοί είχαν τόση φιλία και τόση αγάπη, που έμοιαζαν να είναι μία ψυχή σε δυο σώματα. Έτσι γράφει το Συναξάριο. Έζησαν τον 6ο π.Χ. αιώνα. Κι όταν στα 586 βάρβαροι κατέλυσαν την Ιερουσαλήμ, τότε εκείνοι εφυγαν στην Αίγυπτο, για να γλυτώσουν. Υπέφεραν κι εκεί. Προφήτεψαν κι εκεί. Και μάλιστα ο Βαρούχ είχε μεγάλη χάρη και προφήτευε απευθείας για τον Χριστό. Και έλεγε στις προφητείες του, μεταξύ των άλλων: Αυτός είναι ο Θεός μας. Δεν υπάρχει άλλος. Αυτός έδωσε όλη Του τη σοφία στον αγαπημένο του Ισραήλ. Στο λαό των Εβραίων». Και μετά προφήτευε, «αφού τα έκαμε όλ' αυτά ο Θεός, επί Της γης ώφθη και τοις ανθρώποις συνανεστράφη. Ηλθε στη γη, εσαρκώθη και ένανθρώπησε και συνανεστράφη με τους ανθρώπους». Τι ωραία! Και ύστερα εκοιμήθη εν ειρήνη. Πάμε, τώρα, 29 Σεπτεμβρίου. Το 480 π.Χ. έγινε και η περίφημη μάχη, ναυμαχία, για την ακρίβεια, Της Σαλαμίνος. Εκεί οι Έλληνες ενίκησαν Τους βαρβάρους, τους Πέρσες, και έσωσαν την πατρίδα μας από τη βαρβαρότητα, καθώς και όλη την Ευρώπη. Τους ευγνωμονούμε. Κι έγραψε κι ο Αισχύλος τους «Πέρσες», την τραγωδία αυτή, ο θεολόγος-τραγικός, για να δείξει ότι ο Θεός αντιτάσσεται Τους υπερήφανους, όπως ήταν οι Πέρσες, και δίνει χάρη στους ταπεινούς, όπως ήσαν οι Έλληνες. Τους έδωσε χάρη, κι ας μην το γνώριζαν. Ο Θεός δεν άφησε τον εαυτό του αμάρτυρο, και ενίκησαν Τους βαρβάρους. Ας είναι κι αυτών αιωνία η μνήμη.

29 Σεπτεμβρίου

Άγιος Κυριάκος

Κι έχομε, λοιπόν, τον άγιο Κυριάκο, τον αναχωρητή. Δικό μας άνθρωπο. Εδώ κοντά γεννήθηκε, στην Κόρινθο. Στα χρόνια του Θεοδοσίου του Β', του βασιλέως του Βυζαντίου. 408-450. 5ος αιώνας. Παπάς ήταν ο πατέρας του κι ο θείος του δεσπότης Της Κορίνθου. Γαλουχήθηκε με τα νάματα Της Εκκλησίας. Και δεκαοκτάχρονο παλληκαράκι έφυγε και πήγε στους Αγίους Τόπους. Τόσο πολύ ήθελε να μάθει για τον Χριστό περισσότερο και να δει Τους τόπους που έζησε και έδρασε, που τ' άφησε όλα. Δεκαοκτώ ετών. Και πήγε στην Αγία Σιών, στην Ιερουσαλήμ, και στα περιξ, προσκύνησε, χάρηκε, έκλαψε, ευφράνθηκε, και ύστερα πήγε στη μονή, στην έρημο, του αγίου Ευθυμίου, του μεγάλου. Ο άγιος, που 'χε και προορατικό χάρισμα, ο άγιος Ευθύμιος, διέκρινε στον μικρό Κυριάκο ότι αυτός θα έφτανε σε μεγάλα ύψη. Και σιγά-σιγά, τον κράτησε εκεί, τον έκανε μοναχό, και προόδευσε τόσο πολύ και εφτασε όντως σε ύψη δυσθεώρητα πνευματικά, και ωφέλησε αμέτρητους, που ο Θεός του έδωσε και το χάρισμα και Της θαυματουργίας. Έκανε θαύματα στο λεπτό. Όπως κι ο άγιος Ευθύμιος. Και το προορατικόν χάρισμα. Προέβλεπε πολλά και σπουδαία. Αναχωρούσε, πήγαινε στην έρημο, έκανε τις ασκήσεις και τον αγώνα του, βρισκόταν καλύτερα με τον μεγάλο του εραστή, τον ερωμενο του Χριστό μας, κι εφθασε μέχρι τον ουρανό η χάρη του. Έγινε και ηγούμενος και στη μονή του αγίου Χαρίτωνος, που προαναφεραμε, ξεπέρασε τον αιώνα, 107 ετών εκοιμήθη. Και έλαμπε ο άγιος Κυριάκος ο αναχωρητής. Κυριάκος είναι αυτός που 'ν' του Κυρίου. Το αντίστοιχο είναι Κυριακή. Και οι Ελληνες εδώ, επειδή έχουν σεβασμό στον Χριστό και στην Εκκλησία, δεν λεν τον Κυριάκο Κυριάκο, αλλά, πως; Κυριάκο. Ανεβάζουν τον τόνο. Όπως και τον Σταύρο δεν τον λεν Σταυρό, Σταυρός είναι στην ουσία, τον λένε Σταύρο. Όπως και τον Χρίστο, δεν τον λένε Χριστό, Χριστός είναι, τον λένε Χρίστο. Όπως και τον Αγαθό δεν τον λένε Αγαθό, τον λένε Αγάθο. Πάρτε παράδειγμα την αγία Αγάθη. Τι είν αυτό; Ταπεινοφροσύνη και σεμνότης. Ξέρουν το μέτρο τους. Την αυτογνωσία. Τι καλό πράγμα να ξέρομε τον εαυτό μας, ε; Και να ξέρομε ποίοι είμαστε και πως είμαστε και τι πρέπει να κάνομε. Σπουδαία πράγματα αυτά! Άλλα πέρασε η ώρα, και επειδή ζούσε βίο ασκητικό, μεγάλη υπόθεση η εγκράτεια και το μέτρο, κι επειδή ήτο αγαθός και αθώος, έφτασε 107 ετών και κανένα από τα μέλη του σώματος του δεν υπέστη τη φυσική φθορά. Ήταν όλα ακέραια, όπως ήταν και δεκαοκτώ χρονών παλληκαράκι. Δεν είναι περίεργο. Εδώ Έχουμε τους αγίους, που ναι άφθαρτοι. Ο άγιος Σπυρίδων, ο άγιος Γεράσιμος, ο άγιος Διονύσιος, ο άγιος Ιωάννης ο Ρώσος, και τόσοι άλλοι. Μεσ στην Εκκλησία μπαίνομε και παίρνομε αφθαρσία και αθανασία. Ακόμη συμμετέχουν και τα σώματα μας, αν ο Θεός το επιτρέψει και χρειαστεί. Και γίνονται και κείνα άφθαρτα. Ειδάλλως, πάμε στη γη, από την οποία βγήκαμε, και στη Δευτέρα Παρουσία θα φωνάξει ο αρχάγγελος και θα σηκωθούν όλοι οι πεθαμένοι. Και θα μπουν —αν θελετε μη μιλάτε, ακούγεται— και θα μπουν στις ψυχές των. Και θα μπουν οι ψυχές των στα σώματα τους, το ίδιο είναι, βέβαια, και θα γίνουν κι εκείνα άφθαρτα και αθάνατα. Γι αυτό η Εκκλησία δεν μιλάει για θάνατο, αλλά για κοίμηση. Ξεκουράζεται το σώμα και περιμένει την κοινή Ανάσταση. Το λέμε και στο Πιστεύω: Προσδοκώ Ανάστασιν νεκρών. Νεκρών σωμάτων. Έτσι. Για την Εκκλησία δεν υπάρχουν πεθαμένοι. Γι αυτό κι αν φεύγει κανείς δικός μας, να κλαίμε που φεύγει, σίγουρα, ο χωρισμός πονάει, αλλά δεν υπάρχει εξαφανισμός. Ζει εκείνος σε άλλο μήκος κύματος, όμως. Κι είναι τότε πιο κοντά μας, άπ ότι ήταν όταν ήταν παρών. Θυμάμαι τον Γέροντα Πορφύριο που έλεγε: Μπρε, όταν φύγω εγώ, θα μαι πιο κοντά στον καθένα σας, άπ ότι είμαι τώρα, που μαι γερος και άρρωστος και ανήμπορος. Τι ωραίος! Ναι. Κι οι πεθαμένοι μας που φεύγουν, και μάλιστα όταν έχουν και παρρησία, είναι κοντά μας και μας βοηθάνε. Και μου λεγε κάποιος παπάς: Πέθανε η μανούλα μου, την είχα στήριγμα, —ήταν άγαμος— και πολλές φορές ένοιωθα στο σπίτι, και την ημέρα και τη νύχτα, την ανάσα της, άλλοτε σιγύραγε στην κουζίνα.... Έτσι είν αυτά... Αυτή είν η Εκκλησία μας. Αυτή είν η Εκκλησία μας. Κι άκουσα προχθεσ ένα θαύμα, θα πάρω και τη μονή να ρωτήσω, που έκανε ο άγιος Νεκτάριος, τελευταία. Ένας καλλιτέχνης, από την Αθήνα, πήρε την κορούλα του, που χε αρρώστεια σοβαρή, και πήγε στο Παρίσι. Την άφησε στο ξενοδοχείο και πήγε να βρει τον γιατρό. Πήρε ένα ταξί, μπήκε μέσα, βλέπει ένας παππούς οδηγούσε, είχε και γενεια κι είχε και καπελάκι. Κι άρχισε να του μιλάει ο δικός μας στα γαλλικά. Αλλά, λέει: Μη μου μιλάς, παιδί μου, στα γαλλικά. Έλληνας είμαι κι εγώ. Εργάζομαι εδώ πέρα. Έλληνας είμαι κι εγώ. Και του είπε ο οδηγός: Τι καλές δουλειές, εδώ, παλληκάρι; Ε, Τι θες;, λέει, παππού, να σας πω; Έφερα την κόρη μου άρρωστη και φοβάμαι πως δεν θα γίνει καλά. Κι εκείνος του λέει: Μη φοβάσαι, παιδί μου. Θα γίνει. Και μιλώντας, λέγοντας, έφτασαν στον προορισμό. Πάει να βγάλει λεφτά ο θεατρίνος να δώσει στον ταξιτζή, κι εκείνος του λέει: Δεν θέλω, παιδί μου. Δεν πειράζει. Γνωστοί είμαστε. Καλά να είσαι. Επεμεινε ο άλλος, Έχουμε φιλότιμο οι Έλληνες κι άμα μας βρε! το φιλότιμο, τα κάνομε όλα. Τα δίνουμε όλα. Έτσι δεν είναι; Λοιπόν. Όχι, λέει, δεν θέλω. Και βγήκε. Και καθώς έκλεισε την πόρτα, εξαφανίστηκε και το ταξί και ο οδηγός. Ήταν ο άγιος Νεκτάριος! Που έγινε και ταξιτζής. Αλλο ένα, πάλι, στη Σιβηρία, είχαν ζητήσει άπ τη μητρόπολη παπά, από ένα μακρινό χωριό, να βαφτίσουν ένα παιδάκι. Κι η μητρόπολη δεν είχε να τους στείλει. Εκεί πέρα ξέρετε πόσο δύσκολο είναι και οι συνθήκες είναι πολύ φοβερές, και τίποτα. Και πήγαν απελπισμένοι στην εκκλησία, λέει, Θεέ μου, Τι να κάνομε, τώρα; Και πάνε στην εκκλησία, ήταν ένας παπάς εκεί, καθόταν. Λέει, Τι θέλετε; Να, είχαμε πει, λέει, στη μητρόπολη, να μας στείλει παπά να βαφτίσουμε. Δεν απήντησε, λέει. Το βαφτίζω εγώ. Πειράζει; Όχι, λέει. Δεν πειράζει. —Ηλθε κι ο Ιωαννίκιος, βλέπω—. Δεν πειράζει. —Καλά έκανε και ήλθε. Μπράβο, παιδί μου.— Το βάφτισε εκείνος και μετά οι καημένοι, τους εφτειαξε και ληξιαρχική πράξη, ο παπάς, ο άγνωστος ιερεύς, και πήγαν στη μητρόπολη, τώρα, τι να κάνουνε οι άνθρωποι; Να ευχαριστήσουν. Σου λένε, η μητρόπολις θα τον έστειλε. Πάνε κεί, λέει, Ευχαριστούμε, για τον παπά που στείλατε. Μά δεν στείλαμε. Δεν είχαμε. Και μας συγχωρείτε πάρα πολύ, που σας πικράναμε. Αλλά δεν είχαμε παπά. Υπάρχουν και μερη που δεν έχουν παπά. Εμείς Έχουμε δώ, δόξα τω Θεώ. Στα χωριά μας είναι πιο δύσκολα. Έχομε κι εκεί. Ναι, ήλθε ένας παπάς, .λέει. Ποιος παπάς; Δεν ξέρω. Ήταν στην εκκλησία, που πήγαμε. Και Τι; Το βάφτισε; Ναι. Σας εδωσε και χαρτί; Ναι. Που ν το χαρτί; Φερ το. Το φερνει, κοιτάζει, υπογραφή: Ο Πενταπόλέως Νεκτάριος. Ε, άντε εσείς, τώρα, και πείτε μου, ο,τι θελετε, ας πούμε. Γι αυτό την Εκκλησία τη βαράνε όλοι, γιατί είναι αληθινή. Κι επειδή είναι αληθινή, δεν χάνεται ποτέ. Να το ξέρετε αυτό. Γι αυτό, ας προσπαθούμε να μαστε πιστοί και ν αγαπάμε τον Χριστό και να συγχωράμε τους ανθρώπους. Και να φροντίζομε και την ψυχή μας και τους άλλους, όσο μπορούμε. Στο μέτρο του δυνατού. Αλλά, πέρασε η ώρα, χρειάζονται κι αυτά, άγιος είναι ο άγιος μας εδώ, κι είδατε πόσο φροντίζει και πόσα κάνει. Έκανε τον ταξιτζή, έκαμε τον παπά, πιο παλιά είχε πάει και στον Καναδά, Μεγάλη Εβδομάδα, και τους έκανε τη λειτουργία. Χε... χε... χε... Και χανότανε και βρισκότανε, τους έκανε και το Μέγα Πάσχα, τους μοίρασε και αντίδωρο, πήγε μέσα, κατέλυσε και μετά ψάχναν για τον παπά να τον κεράσουν, να τον δώσουν, πάει ο παπάς! Πως ήταν λέει; Ήταν πάλι ο άγιος Νεκτάριος. Τα χετε ακούσει κι εσείς. Γι αυτό λέμε τους αγίους, γιατί οι άγιοι είναι το ευαγγέλιο στην πράξη. Και με τον Χριστό, την Παναγία και τους αγίους μας ζούμε.

Άγιος Γοβδελαα

Ας πάμε, όμως, τώρα και 29, μερικά λεπτά που έχομε ακόμα; δεν πειράζει. 29 το είπαμε. Έχει και τον άγιο Γοβδελαα, 3ος αιώνας με 4ος, που ναι ο γιος του βασιλέως της Περσίας. Ένας βίος δέκα σελίδες. Είναι στο Συναξάρι. Εγώ τρόμαξα να το διαβάσω, μου το διάβασαν για την ακρίβεια, και συγκινήθηκα τόσο πολύ, που δεν άντεχα. Κι έλεγα να τελειώσει, γιατί δεν άντεχα άλλο. Του έκαναν τόσα βάσανα, τα τόσα μαρτύρια, του Γοβδελαα. Κι αυτός επηρεάστηκε από έναν άλλο διοικητή εκεί, που λεγόταν Δάδας. Ήταν χριστιανός εκείνος, έγινε και ο γιός του βασιλιά, και η Κασδόα, η θυγάτηρ του βασιλιά, της Περσίας, του Σαπώρου. Σαπώρου. Και άστε τα. Όπου θέλει πάει η χάρη του Θεού. Όπου θέλει πάει και σκηνώνει. Οπου βρει γη καλή και αγαθή, φυτρώνουν τριαντάφυλλα του παραδείσου. Να το ξέρετε αυτό. Αυτή είναι η Εκκλησούλα μας. Κι ο Κύριος μας φροντίζει. Εργάζεται, όπως κι ο Πατήρ Του. Και το Πνεύμα το Άγιον. Πάμε 30 του μηνός Σεπτεμβρίου. Λέμε, καμιά φορά, Σεπτεβρίου, Έτσι, η γλώσσα μας βαριεται να προφέρει το σύμφωνο. Αλλά η αλήθεια είναι Septem. Επτά. Εβδομος μήνας του ρωμαϊκού ημερολογίου, που άρχιζε από τον Μάρτιο. Μετρούσαν από Μάρτη μέχρι Σεπτεμβρη, είναι εφτά μήνες. Με το ημερολόγιο πό χομε τώρα, το πολιτικό, της Ρώμης, που αρχίζει από Ιανουάριο, είναι εννατος μην. Αλλά μείναν αυτά τα ονόματα. Κι άλλα ονόματα έχουν μείνει, τέτοια, όπως τις ημέρες τις εβδομάδος τις Έχουμε πάρει άπ τους Εβραίους. Μία των Σαββάτων η πρώτη των Σαββάτων, είναι η Κυριακή. Λέει τα Σάββατα, και η ημέρα η μία του Σαββάτου, αλλά και όλη η εβδομάς. Έχομε, λοιπόν, πρώτη Σαββάτων. Μετά είναι η Δευτέρα Σαββάτων, Τρίτη Σαββάτων, Τετάρτη Σαββάτων, Πέμπτη Σαββάτων, Έκτη Σαββάτων η Παρασκευή, ημέρα προετοιμασίας. Γιατί οι Ιουδαίοι στο Σάββατο δεν εργαζόντουσαν καθόλου, κάνοντας όλες τις προετοιμασίες, τα προπαρασκευαστικά όλα, για να είναι έτοιμοι να λατρεύσουν τον Κύριο την ημέρα του Σαββάτου. Αστε το αυτό. Άλλη ιστορία. Λοιπόν.

30 Σεπτεμβριου

Άγιος Γρηγοριος

Έχομε τον Άγιο, 30 Σεπτεμβρίου τον Άγιος Γρηγοριο επισκοπο Αρμενίας, τον φωτιστή. Στα χρόνια κι εκείνος του Διοκλητιανού. Τέλος 3ου αιώνος αρχές 4ου. 284-305. Έτσι τα λέμε, για να ξέρουμε που βρισκόμαστε. Δίνουμε τις συντεταγμένες. Έτσι, χονδρικά. Εκείνος έζησε στην Αρμενία. Ο πατέρας του είχε σκοτώσει τον βασιλιά της Αρμενίας και στη συνέχεια τον διαδέχτηκε ο γιός του βασιλιά, ο Τιριδάτης. Εμαθε πως ο Γρηγόριος είναι χριστιανός και παίρνει πολλούς ειδωλολάτρες και τους φερνει στον Χριστό και στην Εκκλησία. Τον συνέλαβε, τον απείλησε, ομολόγησε εκείνος την πίστη του, και τότε τι έκανε; Τον έδεσε και τον έριξε μέσα σ ένα λάκκο. Σ ένα πηγάδι. Όπως τον Δανιήλ στο λάκκο των λεόντων, που χε άγρια θηρία και Ιοβόλα ερπετά. Φίδια, σκορπιούς, και τα υπόλοιπα. Και τον έριξε στο λάκκο, γιατί έμαθε πως ο πατέρας του Γρηγορίου είχε σκοτώσει τον πατέρα του. Και Σου λέει, θα σ εκδικηθώ τώρα. Τι εφταιγε ο γιός; Τυχή που αμαρτάνει, αυτή και πεθαίνει, λέει η Παλαιά Διαθήκη. Κι αν σφάλλει ο πατέρας, δεν πληρώνουν τα τέκνα για το σφάλμα του. Μπορεί να πληρώνουν από άλλα πράγματα, με τη βιολογική νομοτελεια, και τότε αγιάζουν τα τεκνα, αλλά ηθική νομοτέλεια δεν υπάρχει. Να το ξέρομε αυτό. Και τον άφησε στο πηγάδι δεκαπέντε χρόνια, παρακαλώ. Κι όταν είμαστε πουθένα κλεισμένοι, είτε σε ασανσερ είτε οπουδήποτε είτε σε νοσοκομείο είτε φυλακή, να σκεφτόμαστε τους αγίους.

Δεκαπέντε χρόνια η ψυχούλα ήταν εκεί μέσα στο πηγάδι. Και μια χήρα ευλαβής του πήγαινε ψωμάκι μόνο και έτρωγε και ζούσε σαν το σπουργιτάκι. Σαν τα πετεινα του ουρανού. Και μάλιστα δεμένος. Τα θηρία δεν τον πείραξαν. Τι έγινε, όμως, στη συνέχεια; Καθώς εκείνος ζούσε στο πηγάδι, ο Τιριδάτης, ο βασιλιάς της Αρμενίας, τι έπαθε; Σάλεψε το λογικό του. Έτρωγε τις σάρκες του και πήγαινε στο βουνό, παραιτήθηκε, βέβαια, κι εβοσκε με τα χοιρινά. Σαν άλλο χοιρινό κι αυτός. Κι η αδελφή του, που ταν καλή, είδε στον υπνο της κάποιον ουράνιο, και της είπε: Ο αδελφός σου, ο βασιλιάς, δεν θα γίνει καλά, εάν δεν βγάλει τον Γρηγόριο από το πηγάδι. Αν δεν τον ελευθερώσει. Το πε εκείνη στους άρχοντες, πήγαν οι άρχοντες στο πηγάδι, έβγαλαν τον άγιο, ήταν ακεραιος. Δεν είχε πάθει τίποτέ. Κι ελαμπε το πρόσωπο του. Και Τι έκανε εκείνος, αμέσως-αμέσως, για να αμείψει τον Τιριδάτη; Αγαπάτε τους εχθρούς υμών, να, ο Χριστός και η Εκκλησία. Θεράπευσε τον εχθρό του. Θεράπευσε τον Τιριδάτη. Κι ο Τιριδάτης μετάνοιωσε. Βαπτίσθηκε, καθώς και όλοι οι άρχοντες και πολύς λαός. Και στη συνέχεια, για ν αμείψει τον Γρηγόριο ο Τιριδάτης τον έκαμε και αρχιεπίσκοπο όλης της Αρμενίας. Κι εκείνος εφώτισε τους Αρμενίους, γι αυτό και λέγεται και φωτιστής των Αρμενίων. Τους έκανε χριστιανούς. Οργάνωσε την Εκκλησία και εδοξολογείτο το όνομα του Χριστού σ όλα εκείνα τα μερη, και μέχρι σήμέρα. Ας έχουν και κάποια απόκλιση στην πίστη. Δοξολογείται. Και πήγε και σ άλλες χώρες ο Γρηγόριος, αφου έκανε αρχιεπίσκοπο τον γιο του Τιριδάτη, κι εκήρυξε τον Χριστό. Και ύστερα, σε βαθειά γηρατειά, εκοιμήθη εν Κυρίω, στις 30 Σεπτεμβρίου 325. Το ετος που έγινε και η Α Οικουμενική Σύνοδος στη Νίκαια της Βιθυνίας, με τον Μεγάλο Κωνσταντίνο και τους 318 Πατέρες. Για να κάνει υπομονή ο άγιος, για να ομολογήσει την πίστη του στον Τιριδάτη τον άπιστο και για να βαστάξει δεκαπεντε χρόνια μέσα στο πηγάδι, με ερπετά και θηρία, Τι δώρο του κανε ο Θεός; Ολη την Αρμενία, χάριν εκείνου, την έκανε χριστιανική. Ένας μεγάλος δούλεψε κι έκανε όλους μεγάλους. Γιατί όποιος είναι στην Εκκλησία και ζει εν Κυρίω, είναι μέγας, ας είναι και μικρός. Και σε μας εδώ, πόσοι και πόσοι δεν δούλεψαν, για να φτάσουμε εμείς στο μεγαλείο που είμαστε σήμέρα, κι ας Έχουμε την παρακμή; Το μεγαλείο είναι μέσα μας. Είναι σε όλους. Και ερχονται στιγμεσ που ξυπνάει το μεγαλείο και Τι κάνει; Θαυματουργεί. Η Ελλάς έχει σωθεί δια θαυμάτων, που έλεγε ο μεγάλος Καπόδίστριας. Που κι εκείνος εφονεύθη Σεπτεμβριο, όπως είπαμε προχθεσ στον σταθμό, 27 Σεπτεμβρίου 1831, όπως κι ο καπετάν Κόττας, και 25 Σεπτεμβρίου, σαν χθες, εκοιμήθηκε ο μεγάλος Νικηταράς. Θα τους κάνουμε μνημόσυνο, μεθαύριο την Παρασκευούλα, 5 η ώρα το πρωί. Καθώς και σ αυτούς που επεσαν κατά την άλωση της Τριπολιτσάς. Και στη φίλη μας την κυρά Ελενη. Λοιπόν. Πάμε τώρα 1η του μηνός Οκτωβρίου. Μπαίνομε σε νεο μήνα. Έγινε η μάχη των Γαβγαμήλων, 333, ο Μέγας Αλεξανόρος εκδικήθηκε τους Περσες, με το να τους μεταφερει τον πολιτισμό της Ελλάδος και να παντρεψει την Ελλάδα με την Περσία. Την Περσία με την Ελλάδα. Και να κάνει όλη την οικουμενη, Τι; Ελληνική. Ελληνιστική, για την ακρίβεια. Κοιτάμε και την ιστορία μας, γιατί πάν να την αλλάξουν, τώρα, κατά τα συμφεροντα των μεγάλων, των εμπόρων των εθνών. Και 1η Οκτωβρίου, είν ο όγδοος μήνας εδώ, του παλαιού ρωμαίκού ημερολογίου, που προείπαμε, γεννήθηκε στα 1846 κι ο άγιος μας Νεκτάριος. Να χουμε την ευχή του.

1η Οκτωβρίου

Άγιος Ανανίας

Πρώτη, λοιπόν, Οκτωβρίου, γιορτάζει ο άγιος απόστολος Ανανίας. Αρχαίος μαθητής του Χριστού στη Δαμασκό της Συρίας, ο οποίος ελαβε, δι' οράματος, εντολή από τον Κύριο να βαπτίσει τον απόστολο Παύλο. Και τον εβάπτισε. Αυτόν τον γίγαντα τον εβάπτισε ο ταπεινός Ανανίας. Έτσι, καμιά φορά, ο Χριστός χρησιμοποιεί απλούς και άσημους ανθρώπους, για να βοηθήσουν τους μεγάλους. Και οι μεγάλοι βοηθάνε τους μικρούς αλλά και οι μικροί τους μεγάλους. Αυτή είναι η ενότητα της πίστεως, η ενότητα της ζωής και η ισχύς, όπως έλεγαν οι αρχαίοι, η δύναμις, είναι εν τη ενότητι. Κι εμείς Στην πατρίδα μας, ας είμαστε ενωμένοι και θα κάνομε πολλά καλά. Εσωτερική ενότητα, να 'χουμε ισορροπία, ψυχική και σωματική, και εξωτερική ενότητα. Μεταξύ μας αγαπημένοι και δυνατοί και χριστιανοί και πατριώτες και φιλάνθρωποι και να κρατάμε Θερμοπύλες. Λοιπόν. Έγινε επίσκοπος στη Δαμασκό ο Ανανίας και θαυματουργούσε. Έκαμε αμέτρητα θαύματα. Κι έφερνε άπειρα πλήθη, πολλά, δηλαδή, Στην Εκκλησία του Χριστού. Τόσο πολύ, που ο ηγεμόνας εκεί της Συρίας Λουκιανός εστράφη έναντίον του. Σού λέει, αυτός σε λίγο θα τους έχει όλους δικούς του. Κι εμείς τι κάνομε 'δώ πέρα; τον εκκάλεσε και του 'πε ν' αλλάξει. Αλλ' ο Ανανίας του λέει: Όχι. Εγώ δεν αλλάζω.» —Kι ας λέει η παροιμία «του άλλαξαν τον Ανανία.»— Εκείνος δεν άλλαξε. Λοιπόν. Και τον υπέβαλε, τι άλλο; Οι δειλοί αυτό κάνουν. Βασανίζουν και ταλαιπωρούν. Κι είναι και πωρωμενοι μερικοί. Οι πολλοί. τον έξυσαν με νύχια, τι άλλο κάνουνε, τον κτύπησαν με βούνευρα, του έκαμαν και άλλα πολλά, μη σας τα λέω, και ύστερα τον έβαλαν έξω από τη Δαμασκό, είχε και την Ελευθερόπολη, μία περιοχή εκεί πέρα μεγάλη, κι ανάμεσα εκεί τον ελιθοβόλησαν τον απόστολο Ανανία. Και πήγε να βρεί τον αγαπημένο του Παύλο και όλους τους υπόλοιπους. Ο τάφος του υπάρχει και σήμερα, και ναΐσκος εκεί στη Δαμασκό, εβρυε ιάματα. έκαμε θαύματα.

Άγιος Ρωμανός ο Μελωδός

Την ίδια μέρα εορτάζει κι ο άγιος Ρωμανός ο Μελωδός. Ο πρίγκιπας των μελωδών κι ο Πίνδαρος της εκκλησιαστικής μας ποιήσεως. Προέρχεται κι αυτός απ’' τη Συρία. Ήξερε γράμματα ελληνικά άριστα, όσο λίγοι. Εφυγε από 'κεί, απ’' τα Εμέσα της Συρίας, πήγε στη Βηρυτό, έγινε διάκονος, κι αργότερα, τελη του 5ου αιώνος, Στα χρόνια του Αναστασίου, του Α', 491-518, ήλθε Στην Κωνσταντινούπολη κι εμόνασε Στην Παναγία του Κύρου. Και πήγαινε και Στην Παναγία των Βλαχερνών, 'κεί πό 'γινε κι ο Ακάθιστος και τόσα άλλα σπουδαία γεγονότα, και αγρυπνούσε. Γύριζε ξανά στην Παναγίτσα του Κύρου, Στην αγκαλιά της μανούλας του, κι έμενε εκεί. Ητο, όμως, κακόφωνος και στενοχωριότανε. Και παρακαλούσε την Παναγία να του δώσει δύναμη. Κι ένα βράδυ, τα Χριστούγεννα, καθώς εκοιμάτο, ήλθε η Κυρία, τον επεσκεφθη, του έδωσε ένα τόμο, ένα χαρτί, και του λέει: Αυτό, Ρωμανε, να το φάς.» Άνοιξε το στόμα του και το 'φαγε. Και ξύπνησε. Και τότε του 'ρθε Θεία έμπνευση. Να γράφει και να μελουργεί ύμνους. Ποίηση και μουσική του ιδίου. Γι' αυτό λέγεται και Μελωδός. Πήγε Στην εκκλησία, ήταν Χριστούγεννα, βράδυ, κι ανέβηκε στον άμβωνα και τι εψαλλε; Η παρθενος σήμερον τον υπερούσιον τίκτει.» το κοντάκιο των Χριστουγεννων. Αυτό είναι μόνο το προοίμιον, υπάρχουν κι άλλα κομμάτια, τα 'χουμε διαβάσει άλλη φορά. Εζησε εκεί στη μονή, βοήθησε πολλούς και πολλά, κι έγραψε ύμνους για τον Χριστό, την Παναγία και τους μεγαλύτερους αγίους και για διάφορα άλλα γεγονότα της Παλαιάς και Καινής Διαθήκης, αλλά και σύγχρονα. Όπως για τη Στάση του Νίκα κλπ. Και ύστερα, πλήρης ήμερων, ο άγιος Ρωμανός ανεπαύθη, Στα 555, 1η Οκτωβρίου. Μεγάλη ψυχή! Εμείς εδώ έχουμε και το έργο του, εν Ελλάδι, και το διαβάζομε. Και τον ευχαριστούμε. Όπως έλεγε ο Γέροντας Πορφύριος, ήταν όλος μέσα στη χάρη. Κι ο,τι έγραφε ήταν τέλειο. Και είναι τέλειο.

2 Οκτωβρίου

Άγιος Κυπριανός

Δύο του μηνός, γιατί έφυγε ο χρόνος, δεν ξέρω, αισθάνομαι ότι είναι εδώ οι άγιοι, όλοι αυτοί που αναφέραμε, και μας κάνουν παρέα. Και χαίρονται. Χαίρονται οι άγιοι, άμα τους λέμε. Γι' αυτό ας λέμε αγίους. Κι ο,τι άλλο μπορούμε. Και να τους μιμούμεθα. δυο του μηνός Οκτωβρίου ο άγιος Κυπριανός κι η αγία παρθένος Ιουστίνα. Ήταν κι αυτός Στην Αντιόχεια της Συρίας, κοντά στη Δαμασκό, στον 3ο μ.Χ. αιώνα. Ήταν πλούσιος, ήταν σοφός, και περίφημος μάγος. Πήγε κάποιος, λοιπόν, και του λέει: «Θέλω, αγαπώ την Ιουστίνα, αλλά αυτή δεν θέλει. Κι εσύ με τις μαγείες σου να την φέρεις σε μένα». Άλλοι λένε ότι ήταν ο ίδιος, πριν γίνει χριστιανός, που 'ταν μάγος ο Κυπριανός, κι ήθελε την Ιουστίνα. Κι έκαμε μαγείες. Έστειλε τρείς φορές δαιμόνια, να την αλλάξει. Αλλά εκείνη δεν άλλαξε. Είναι δυνατότερος, απόλυτα δυνατός ο Χριστός και οι δαίμονες και οι άνθρωποι ανίσχυροι. Γι' αυτό, αν έχομε πίστη δυνατή, τίποτε δεν φοβούμεθα. Κι αφού είδε ότι δεν πιάσαν τα μάγια του, ήταν καλόψυχος στο βάθος, δεν ξέρομε τι είναι ο καθένας. Και τι κάνει; Σχίζει τα βιβλία του, πάει στην Ιουστίνα και τον κατηχεί και τον βάπτισε ο επίσκοπος της πόλεως. Κι έγινε χριστιανός περίφημος. Και ξέρετε πόσοι πίστεψαν, όταν είδαν τον μάγο; Όλοι εκείνοι που 'χαν πάει και τους έκανε μαγείες και άλλα, σού λενε, για να αλλάξει αυτός κάτι ξερει. Κάτι ξέρει. Μάγος είσαι; Κάτι ξερει. Γελάτε; το λεγαν παλιά αυτό. Λοιπόν. Έτσι. Λοιπόν. Και ύστερα ο διοικητής της Δαμάσκου τον υπέβαλε σε φρικτά βασανιστήρια, μαζί με την αγία Ιουστίνα, —δεν έχω χρόνο— εκείνοι δεν ενεδωσαν, έγινε και επίσκοπος εκεί, πρόσφερε περισσότερα, και τους έστειλε δεμένους στη Νικομήδεια, κοντά Στην Κωνσταντινούπολη. Να διαβούν όλη τη Μικρασία σέρνοντας. Κι εκεί, ο διοικητής ο Ρωμαίος τους απέκοψε τις κεφαλες. Και πέταξαν στον Χριστό.

3 Οκτωβρίου

Άγιος Διονύσιος ο Αρεοπαγίτης

Και τέλος, έφυγε η ώρα, ακριβώς είμαστε στα 44, ένα λεπτό έχομε ακόμη, 3 του μηνός Οκτωβρίου, γιορτάζει ο μεγάλος άγιος μας, ο πολιούχος των Αθηνών ο αρχαίος δεύτερος επίσκοπος της, ο άγιος Διονύσιος ο Αρεοπαγίτης. Μορφωμένος, σοφός, καλόψυχος, γενναίος, ευγενής. Αρεοπαγίτης. Μέλος της Βουλής του Αρείου Πάγου. Στα χρόνια της Σταυρώσεως είχε πάει στην Αίγυπτο. Έγινε τότε σεισμός και σκοτάδι και είπε: «'Η ο Θεός πάσχει η ο κόσμος χάνεται.» Κι όταν ήλθε στην Αθήνα ο μέγας Παύλος και κήρυξε στον Άρειο Πάγο, τότε θυμήθηκε και είπε: Ο Ιησούς μου, λοιπόν, εσταυρούτο την ημέρα εκείνη.» Και πίστεψε στον Χριστό, μαζί με άλλους μερικούς, και με κάποια γυναίκα, που έλεγετο Δάμαρις. Είχε και τον δάσκαλο του, τον Παύλο, αλλά και τον άγιο Ιερόθεο, ο οποίος εφθανε στα ουράνια, ο άγιος Ιερόθεος, και μυούσε στα μυστήρια του Θεού και της Εκκλησίας και τον άγιο Διονύσιο. Έχει γράψει τα Αρεοπαγιτικά συγγράμματα», που 'ναι όντως παράδοξα, υψηλά και σπουδαία. Μιλάει εκεί για τον παράδεισο, για τη βασιλεία, για τόσα πολλά και τόσα καλά. Και ύστερα εμαρτύρησε. Είτε εδώ στάς Αθήνας, κατά αρχαία παράδοση, που τον έκαψαν στη φωτιά, είτε πήγε στο Παρίσι, κατά άλλη παράδοση, και μαρτύρησε εκεί, και στο τέλος τον αποκεφάλισαν, μαζί με δυο μαθητάς του, τον Γνωστικό και τον Ελευθέριο. Κι όταν κόψαν το κεφάλι του κι επεσε στη γη, και το σώμα του το ίδιο, κάτω, σηκώθηκε, σε μια στιγμή, ο άγιος Διονύσιος, χωρίς κεφάλι. Παίρνει στα χερια του το κεφάλι και προχώρησε κάμποσο διάστημα. Και το παρέδωσε στα χέρια, το έδωσε στα χέρια μιας χριστιανής, της Κατούλλας. Και ύστερα εκείνη φρόντισε κι έθαψαν τους τρεις μάρτυρες. Μεγάλη είν' η χάρη του αγίου Διονυσίου του Αρεοπαγίτου, ας έχομε την ευχή του και την ευλογία του, να σκεπάζει και την πόλη μας εδώ, και όλους, και περισσότερο, αυτό τον καιρό, ας ευχηθεί ολόθερμα για τον ποιμένα της αρχιεπισκοπής Αθηνών και τον προκαθήμενο της Ελλαδικής εκκλησίας, τον Μακαριώτατο Χριστόδουλό μας. Αμα είναι κανείς άρρωστος, υποφέρει πολύ. Όποιος κι αν είναι. Και πρώτος και τελευταίος. Κι ο πρώτος, λοιπόν, της Εκκλησίας μας εδώ, βρίσκεται σε δύσκολο σταυροδρόμι. Να τον σκεπτεσθε, να τον αγαπάτε, να προσεύχεσθε, να του βάνετε κεράκι, μακάρι να μπορούσαμε και να του γράψουμε, αλλά πως να γράψομε και τι να πούμε, και να παρακαλούμε τον Χριστό μας όλοι, κι οι ακροατές του σταθμού μας, που θα πάει αύριο η εκπομπή αυτή, η ομιλία αυτή, να κάνει καλά τον ποιμένα μας. Και να μας ελθει. Γιατί τον χρειαζόμαστε. Κι αν μας ακούσει αύριο η μας ακούει, του φιλάμε τα ποδαράκια και τα χεράκια, ζητάμε την ευχούλα του και του ευχόμεθα κι εμείς ταπεινά και λαϊκά: «Σιδερένιος, Μακαριώτατε. Και γρήγορα να μας ελθετε. Είμαστε τόσοι κοντά σας, που δεν είστε μόνος σας, και σε λίγο, πιστεύω, οι προσευχές αυτές θα κάνουν το θαύμα της Εκκλησίας και το θαύμα της επιστήμης και θα έχομε σύγκλιση υπέροχη και σύνοδο μοναδική. Θα μας γίνετε καλά και θα μας ελθετε.»

Εξεφωνήθη την 26η Σεπτεμβρίου 2007

Άγιος Διονύσιος

Σήμερα, σεβαστοί μου πατέρες και αγαπημένοι αδελφοί μου,   γιορτάζει μεγαλοπρεπώς η Αθήνα μας. Η φερώνυμος πόλις των Αθηναίων. Γιορτάζει τον άγιό της. Τον πολιούχο της. Τον προστάτη της και τον πατέρα της. Γι' αυτό και έξω βλεπομε και τη φύση να συμμετέχει στη χαρά αύτη της Εκκλησίας και της πατρίδος μας. Ο,τι να πούμε για τον άγιο Διονύσιο είναι λίγα. Τα πολλά είναι ότι έκαμε το θέλημα του Θεού και δοξάζεται εν ουρανοίς κι ακόμα πως φροντίζει κι εμάς. Και θα μας φροντίζει αιώνες. Τον ευχαριστούμε τον άγιο. Και τον παρακαλούμε, παρόλες τις αμαρτίες και τις ατέλειες μας, να μας σκεπάζει και να μας δίνει νόημα στον βίο και δύναμη στη ζωή. Και να ευλογεί δαψιλώς και τον Μακαριώτατο πατέρα μας, που βρίσκεται στην Αμερική και είναι η ψυχή του εδώ και η αγάπη του μας περιβάλλει, έχει τον δικό του αγώνα και πόνο, μας ενισχύει με όλη τη στάση του απέναντι σ' αύτη τη δοκιμασία του και μας εμπνέει, να το ξέρει αυτό, κι εμείς, ταπεινά παρακαλούμε τον άγιο Διονύσιο, σήμερα στη χάρη του, να τον κάνει γρήγορα καλά και να μας έλθει, όπως προείπαμε. Τον περιμένουμε.

ΦΘΙΝΟΠΩΡΙΝΟ ΣΥΝΑΞΑΡΙ 4-10 Οκτωβρίου

4 Οκτωβρίου

Άγιος Ιερόθεος

Αύριο, 4 του μηνός Οκτωβρίου, ο άλλος μεγάλος των Αθηνών, προστάτης μας κι αυτός και σκεπαστής μας, ο άγιος Ιερόθεος, πρώτος επίσκοπος Αθηνών, κατά την παράδοση. Αρεοπαγίτης κι εκείνος, σοφός και μεγάλος και πολύ σπουδαίος. Πίστεψε στον απόστολο Παύλο και εβαπτίσθη. Και έγινε και επίσκοπος, όπως προείπαμε, και υπήρξε στη συνέχεια, μετά τον Παύλο, μεγάλος διδάσκαλος του αγίου Διονυσίου του Αρεοπαγίτου. Τον οποίο Διονύσιο εμύησε στα ουράνια κάλλη και μυστικά. Και διεβη ο άγιος Διονύσιος τας ουράνιους πύλας, πριν την αναχώρηση του από 'δώ, κι εκεί είδε υπέροχα και μεγάλα. Προσπάθησε να τα καταγράψει στα γνωστά συγγράμματα του. Ο άγιος Ιερόθεος πήγε μαζί με τον άγιο Διονύσιο, με τον απόστολο Τιμόθεο και με άλλους ίεράρχας και με τους αποστόλους, βεβαιότατα, στην Ιερουσαλήμ. Και παρεστη στην κοίμηση της Υπέραγίας Θεοτόκου. Την ώρα που εγίνετο η ακολουθία, εκείνος εξεστη. Και μιλούσε με ουράνια λόγια και θεϊκά ρήματα. Υμνολογούσε την Κυρία Θεοτόκο και την εγκωμίαζε. Σε σημείο που οι άλλοι σταμάτησαν και κοίταζαν. Τόσο μεγάλους αγίους Έχουμε εδώ στον τόπο μας και στην Εκκλησία μας. Μεγάλα και πελώρια αναστήματα. Μην τους ξεχνάμε. Γύρισε πάλι και έκαμε το μεγάλο του έργο. Έφερε πολλούς στον Χριστό, μείωσε την ειδωλολατρεία και γέμισε την Αθήνα με αγιασμένες υπάρξεις και αναπνοές. Και σε γήρας βαθύτατο εκοιμήθη εν Κυρίω, αφού ευαρέστησε τον Θεό με την άγια ζωή του και τα μεγάλα του χριστιανικά έργα. Ας Έχουμε την ευχή του. Και του αγίου Διονυσίου.

5 Οκτωβρίου

Αγία Χαριτίνη

Πέντε του μηνός Οκτωβρίου γιορτάζει η αγία μάρτυς Χαριτίνη. Ήταν από τη Ρώμη. Έζησε και έλαμψε στα χρόνια του Διοκλητιανού, όταν ήταν εκεί έπαρχος ένας Δομετιος, σκληρός διώκτης των χριστιανών. Ήταν υπηρέτρια σε κάποιον Κλαύδιο, ο οποίος ήταν αγαθότατος άνθρωπος. Έμαθε ο κόμης Δομετιος για την ύπαρξη της Χαριτίνης και το πως ήταν χριστιανή. Κι έστειλε γράμμα στον Κλαύδιο να την στείλει σ' εκείνον, να την ανακρίνει. Να την εξετάσει. Μόλις το πήρε ο Κλαύδιος, φόρεσε τρίχινα ενδύματα και καθότανε κι έκλαιγε, γιατί κατάλαβε πολύ καλά πως δεν θα ξανάβλεπε τη Χαριτίνη. Και προσπαθούσε να μην τη στείλει. Να την αποκρύψει. Να την φυγαδεύσει. Εκείνη, όμως, γενναία και ηρωική, τι του λέει; Άσε, αφέντη μου, σ' ευχαριστώ πάρα πολύ που μ' αγαπάς και με φροντίζεις. Και μ' έχεις σαν παιδί σου και παραπάνω ακόμα. Σε παρακαλώ, άσε να πάω να μαρτυρήσω. Και η θυσία μου στον Χριστό θα εξιλεώσει και τις δίκες μου αμαρτίες, αλλά και τις δικες σου». Κι εκείνος τότε της είπε: «Καλή ψυχή, να πας. Καλόν αγώνα. Καλό μαρτύριο. Κι αν φτάσεις στον Κύριο, πεσ Του δυο κουβέντες και για μένα. Το έχω ανάγκη και το χρειάζομαι. Καν' το, σε παρακαλώ.» Πήγε, λοιπόν, η αγία Χαριτίνη, αγαλλομενω ποδί, και με φρόνημα ηρωικό και γενναίο. «Γυναίκα ανδρεία τις ευρήσει;» Τη ρώτησε ο Δομετιος ο κόμης, αν είναι χριστιανή, κι απάντησε θαρραλέα: «Ναί. Εγώ πιστεύω στον Χριστό μου, που είναι ο αληθινός Θεός. Και θα πιστεύω μέχρι το τέλος.» Εκείνος οργίστηκε και διέταξε τους δημίους να την τιμωρήσουν. Να την βασανίσουν τόσο πολύ, που να κατορθώσουν να την αλλάξουν. Να της αλλάξουν την πίστη. Της ξύρισαν το κεφάλι και πασπάλισαν στην κεφαλή της αναμμένα κάρβουνα. Δύσκολα πράγματα. Και ύστερα της έδεσαν μια πέτρα στον λαιμό και την πέταξαν στη θάλασσα. Τι έχει δει η καημένη θάλασσα! Πόσους αγίους έχει δεχτεί και πόσους αμαρτωλούς! Έχει αγιάσει κι εκείνη. Κι έχει ευλογηθεί. Αλλά, άγγελος Κυρίου την έλυσε και ξαναγύρισε στον Δομετιο. Την είδε εκείνος μπροστά του. Αλλά δεν συγκινήθηκε. Ήταν σκληρή η ψυχή του, σαν πέτρα. Αυτή είν' η πώρωσις της ψυχής. Αν την αφήσει η χάρη του Θεού και μείνει μόνιμη στο κακό, τότε να κλαίμε αυτούς τους ανθρώπους. Και διέταξε πάλι βασανιστήρια. Δεν θάς σας τα πω. Είναι τόσο φρικτά, τόσο φοβερά και τόσο μεγάλα κι ανυπόφορα, που θαυμάζει κανείς πως άντεξε αυτή η νεαρότατη ύπαρξη. Τη βοήθησε ο Χριστός, σίγουρα, άλλα κι εκείνη εδειξε μεγάλη δύναμη, μεγάλη αγάπη και ισχυρή θεληση. Και τα ευλόγησε αυτά ο Κύριος και μπόρεσε και άντεξε. Στα τελευταία μαρτύρια, που της ξερίζωσαν νύχια και πόδια και της εκοψαν τα δάχτυλα, η αγία δεν άντεξε άλλο. Και παρέδωκε το πνεύμα της στον φιλάνθρωπο Χριστό, που 'ταν κοντά της και την ενίσχυε. Κι ανεβηκε στη βασιλεία, του Θεού, να προσευχηθεί και για τον Κλαύδιο και για όλους μας. Κι έλαβε, όπως λέει ωραιότατα το Συναξάρι, τον αμάραντον στέφανον της Θείας δόξης.

Άγιος Κοσμάς

Την ίδια μέρα, 5 του Οκτωβρίου, έχει και μια οπτασία φoβερά το Συναξάριο, ενός Κοσμά μονάχου, που εζησε στην Κωνσταντινούπολη, αρχικά, τον 10ο αιώνα, κι ήταν αυλικός στον Ρωμανό τον Α', τον Λεκαπηνό. Και ύστερα πήγε κι έγινε μοναχός στον Σαγγάριο ποταμό, στη Μικρασία. Που αλλού; Κι αρρώστησε, κάποια φορά, όντας μοναχός, και αρρώστησε βαρειά, κι έφτασε σε δύσκολη κατάσταση. Κι ένα απόγευμα, εκεί που τον παράστεκαν οι αδελφοί, ήταν η ώρα, μάλλον πρωί ήτανε, εννεα το πρωί, περιήλθε σε εκσταση. Και ελειπε για εξι ώρες. Μέχρι τις τρεις το απόγευμα. Τον πήρε ο Κύριος στην άλλη ζωή. Να

τα δει όλα. Μόλις βγήκε, δαίμονες τον περιέβαλαν και τον φοβέρισαν. Κι εφθασε, λοιπόν, στην πύλη της αιωνιότητος. Μπροστά εκεί καθόταν ένας φοβερός δαίμονας, που απειλούσε τους πάντας. Κι αυτός εφοβήθηκε και τα χρειάστηκε, ο Κοσμάς. Αλλά, τότε βγήκαν, Έτσι, σαν από Θεία αποστολή, δυο λευκοφορεμένοι, δυο κατάλευκοι άγιοι. Κι από την εικόνα τους, που 'χε δει στη γη, κατάλαβε πως είναι οι απόστολοι Ιωάννης και Ανδρέας. Μπήκαν, λοιπόν, στην αιώνια ζωή, κι έφτασαν σε μια πεδιάδα, που 'χε πολλά-πολλά σπιτάκια. Προχώρησαν σε μια πανέμορφη κοιλάδα και βρήκαν ένα γέροντα μεγαλοπρεπή με αναρίθμητα παιδάκια. Και προχώρησαν, ακόμη, κι έφτασαν σ' έναν κάμπο με ελιες κι εκεί, κάτω από κάθε ελιά, καθόταν σε μια ωραία κλίνη, πανέμορφη, κι από ένας άνθρωπος. Καθώς τους κοίταζε, ανεγνώρισε αρκετούς. Συγχωριανούς του, συμπολίτες του από τη Βασιλεύουσα, αλλά και μοναχούς από την μονή του, που 'χαν φύγει. Προχώρησε παρά μέσα, ακόμη, κι είδε μια πόλη ουράνια. Χωρίς εγκατοίκους. Προχώρησε και πιο μέσα, και πήγε κι είδε μια τράπεζα. Εκεί ήταν πολλοί και διάφοροι και γνωστοί του. Αλλά και σεβάσμιοι. Είναι το τραπέζι της Θείας Βασιλείας. Τον έβαλαν να καθήσει κι εκείνον. Κι ύστερα ήλθαν δυο υπηρέτες ουράνιοι κι είπαν στους αποστόλους που τον συνόδευαν, ξέχασα να σας πω, και μέσα στον παράδεισο. Αυτόν να τον ξαναπάτε εκεί που τον πήρατε. Γιατί στο μοναστήρι και στα περιξ κλαίνε πικρά οι δικοί του. Και παρακαλούν τον Χριστό να μην τον πάρει. Κι ο Χριστός τους λυπήθηκε, γι' αυτό να τον ξαναπάτε πίσω.» Και τον ξαναπήγαν. Πέρασε από άλλα μερη, πέρασε κι από την κόλαση. Από τη λίμνη του πυρός την καιομενη. Ο,τι λέει το ευαγγέλιο είν' αλήθεια. Κι ακόμη περισσότερα, αδελφοί. Κι εκεί είδε τα βάσανα των ανθρώπων, που 'χαν μεταβεί στην κόλαση. Πέρασε στο τέλος κι από τον Αβραάμ. Ο Αβραάμ τον είδε, τον ασπάσθηκε, του έδωσε ένα ποτήρι κρασί, γλυκύτατο, να το πιει, και τρία κομμάτια ψωμί ξερό. Ήπιε το ποτήρι, με το κρασί, κι έφαγε, έβρεξε, και το ένα κομμάτι, τα άλλα τα 'βαλε στον κόρφο του. Και βγήκε. Τον εφεραν πάλι. Και εξήγησε στους πατέρες ο,τι μπορούσε να εξηγήσει. Που ήταν τόσες ώρες κι έλειπε. Που είχε αυτή την οπτασία, αυτή τη μετάβαση. Α, ναί... Και του είπανε, οι δυο άγγελοι, είπαν στους αποστόλους, αντί για τον Κοσμά, θα πάρετε τον μοναχό Αθανάσιο στη μονή Τραϊανού. Ήταν κοντά εκεί, στη μονή του Σαγγαρίου, στο μοναστήρι του αγίου Κοσμά. Και πράγματι, όταν συνήλθε, πήγαν στη μονή και ρώτησαν την ώρα που πήγαν να ρωτήσουν, έβγαζαν πεθαμένο τον Αθανάσιο. Και ρώτησε τι ώρα πέθανε. «Στις τρεις η ώρα.» Όταν το έλεγαν στον παράδεισο αυτοί οι άγγελοι στους αποστόλους, «Θα πάρετε τον Αθανάσιο», την ώρα ακριβώς εκείνη, πήγαν και τον πήρανε. Κι ο Κοσμάς έζησε μετά, ξέρετε πόσα χρόνια; Τριάντα. Τριάντα χρόνια. Κι έγινε και ηγούμενος, έγινε και ενώθηκαν τα δυο μοναστήρια, —περνάει και ο χρόνος— λοιπόν.

6 Οκτωβρίου

Άγιος Θωμάς

Πάμε τώρα στις εξι του μηνός. Είναι του αγίου αποστόλου Θωμά. Ο μεγάλος αυτός απόστολος του Κυρίου, ο όποιος ήτανε και λίγο δυσκολέμενος περί την πίστη, αλλά ο Χριστός μας τον έπεισε και τον έκανε κι αυτόν λιοντάρι, εφυγε μετά την κάθοδο του Παρακλήτου Πνεύματος και πήγε στην Περσία, στους Πέρσες, στους Μήδους, στους Πάρθους, και κατέληξε στην Ινδία. έκαμε πολλούς χριστιανούς, και τη γυναίκα του βασιλέως της Ινδίας και τα παιδιά τα έφερε στην εκκλησία. Ο βασιλιάς, όμως, σκληρός και αμετάπειστος, διέταξε πέντε στρατιώτες να συλλάβουν τον Θωμά, να τον πάνε στο βουνό και να τον τρυπήσουν με λόγχες. Και το έκαμαν και εμαρτύρησε με τις λόγχες. Εκείνος που άγγιξε την πλευρά τη λογχισμενη του Χριστού αξιώθηκε με λόγχες να πάει να Τον συναντήσει. Και διηγούνται 'κεί τα Συναξάρια και μια ωραία ιστορία, που θα σας πω περιληπτικά, έχει μεγάλη αξία, επήγε σ' έναν άρχοντα, εκεί, βασιλιά, λέει το Συναξάρι, πάλι Της Ινδίας, έκανε περιοδείες μεγάλες, εγώ σας τα λέω περιληπτικά, και βρήκε κάποιον βασιλιά κι αυτόν, η Ινδία έχει πολλούς βασιλείς, φαίνεται, και τον είδε τον Θωμά ώραίο και δυνατό, του λέει, «Τι δουλειά ξέρεις;» Εγώ ξέρω να κτίζω», λέει. «Και κάνω και τον μαραγκό, που έκανε και ο Χριστός μου.» «Ωραία», λέει. «Θα μου φτειάξεις, τότε», του λέει, «ένα παλάτι, που να μην υπάρχει καλύτερο. Να φυσάει.» Έντάξει», λέει. «Πάρε και προκαταβολή», του 'δωσε και αρκετό χρυσάφι, κι έφυγε αυτός, πήγε σε άλλο μέρος. Κι ο Θωμάς πήρε τα λεφτά, και τι τα 'κανε; Πήγε και βρήκε φτωχούς και άρρωστους και ανήμπορους και τα μοίρασε. Ηλθε μετά από καιρό ο βασιλιάς, του λέει: «Που είναι το παλάτι;» Δεν πήγε στον τόπο που θα το κτίζε, τον βρήκε άλλου. «Έ, γίνεται. Η σκεπή λείπει.» Έ», λέει, «πάρε κι άλλα χρήματα, να το αποτελειώσεις.» Πήρε, λοιπόν, κι άλλα χρήματα, και τ' αποτελείωσε. Ηλθε ο βασιλιάς, του 'πε να τον πάει στο παλάτι, πουθένα το παλάτι. «Ρε απατεώνα», λέει, «τι έκαμες; Πήρες τα λεφτά και το παλάτι δεν το 'φτειαξες;» Τον έριξε στη φυλακή. Αρρωσταίνει ο αδελφός του βασιλιά, τόσο πολύ, από τη στενοχώρια του, γιατί ο ξένος αυτός εκμεταλλεύτηκε τον αδελφό του. Για λεφτά! Και τι κάνει; Από τη στενοχώρια του την πολλή έφυγε. Και πάει στον ουρανό. Κι εκεί είδε ένα παλάτι. Και λέει στον συνοδό άγγελο: «Μπορώ να το έχω αυτό; Μ' αρέσει.» «Δεν είναι δικό σου», λέει. «Τίνος είναι;» Είναι του αδελφού σου.» «Ποιος το 'κτισε;» Αυτός», λέει, «ο Θωμάς.» «Πώς το 'κτισε;» Έδωσε τα λεφτά στους φτωχούς κι οποίος δανείζει, ελεεί τους φτωχούς, δανείζει τον Θεό. του το χρωστάει ο Θεός.» Γιατί; Ψέματα είναι αυτά που λένε οι Γραφές; Όχι. Καθόλου ψέματα. Ούτε κατά ένα ιώτα ούτε κατά μία κεραία, που λέει το ευαγγέλιο. Κατεβαίνει, λοιπόν, κάτω, τον έφερε ο Κύριος, Έτσι, για να διδάξει. Και του λέει του αδελφού του: «Μου δίνεις το παλάτι που έχεις επάνω;» «Ποιό παλάτι;» λέει. Έχεις ένα παλάτι.» Αφού δεν έχω», λέει. Ό άλλος με γέλασε.» «Τι σε γέλασε;» λέει. Ορκίσου μου ότι θα μου το δώσεις.» «Που 'ν' το παλάτι;». Δεν του 'πε ότι υπάρχει, ότι στον ουρανό ήταν το παλάτι. Ορκίζομαι», λέει. Μετά του είπε ότι είναι στον ουρανό. Αυτός κατάλαβε. «Ποιος το 'φτειαξε;» λέει. Ό Θωμάς.» «Μά τι λες, ρε παιδί μου;» λέει. Έ, τότε ο όρκος μου δεν πιάνει, γιατί εγώ ορίζω στη γη, δεν ορίζω στον ουρανό. στον ουρανό ορίζει άλλος», του λέει. Οπότε ο όρκος μου είναι άκυρος.» Κι ήταν άκυρος. «Δεν πιάνει», λέει, «ο όρκος. Δεν πιάνει. Λογίζεται άκυρος.» Κι Έτσι, λοιπόν, έβγαλαν τον Θωμά από τη φυλακή, πεσαν στα πόδια του, τους κατήχησε, τους εβάπτισε, κι ο άλλος, που 'θελε κι εκείνος σπίτι στον ουρανό, ο βασιλιάς το είχε ήδη, όλα εκεί θα πάνε, τα μεταφέρει κανείς, εκεί, άμα θέλει, με το να κάνει καλό, με το να κάνει ευεργεσίες και με το να βοηθάει, όταν έχει, κι όταν κάνει υπομονή, πάλι παλάτι κτίζει. Δοκιμασία είναι ο βίος. Πειρατήριον, κατά τον Ίώβ. Δοκιμαστήριο.

7 Οκτωβρίου

Μεγαλομάρτυρες Σέργιος και Βάκχος

Πάμε κι από τον Θωμά, στις 7 του μηνός Οκτωβρίου, γιορτάζουν οι μεγαλομάρτυρες Σέργιος και Βάκχος. Αξιωματικοί του ρωμαϊκού στρατού. Διοικητής και υποδιοικητής σε μια μεγάλη σχολή που έβγαζε αξιωματικούς. Είχαν μεγάλα αξιώματα. Αλλά ήσαν, όμως, και χριστιανοί, που αυτό ήταν το όντως αξίωμα τους. Η μεγάλη τους τιμή κι η μεγάλη τους χαρά. τους κατήγγειλαν στον Μαξιμιανό, 3ος αιώνας, κι εκείνος τους εκάλεσε, τους ανέκρινε και ομολόγησαν πως είναι χριστιανοί. Και επεμέναν. Και δεν άλλαζαν ούτε με τάματα ούτε με απειλές ούτε με κολακείες. Και τότε διέταξε ο Μαξιμιανός και τους αφήρεσαν τα διάσημα. Τις ζώνες και τις επωμίδες. Και ύστερα τους έντυσε με γυναικεία φορέματα και τους έβγαλε στην πόλη, για να τους διαπόμπεύσει. Εκείνοι δεν άλλαζαν, είχαν τη θεία σκεπη, και κατά την περιδιάβαση αυτή του περιγελάσματος, κι είχαν και Θεία χαρά ανείπωτη. Κι απόφάσισε, στο τέλος, ο αυτοκράτωρ να τους στείλει στην Εύφρατησία, εκεί στο Ιράκ, στον ποταμό Ευφράτη, ήταν μια πόλη κι ήταν εκεί ένας σκληρός διοικητής τύραννος, ο Αντίοχος. τους δεσανε, λοιπόν, με σίδερα, δεμένοι για τον Χριστό είναι η μεγαλύτερη τιμή, αφού και τον Κύριο Της δόξης έδεσαν. Κι εφθασαν στην Εύφρατησία, ύστερα από μέρες και κατάκοποι. Μπαίνοντας στην πύλη της πόλεως, άγγελος Κυρίου τους παρουσιάστηκε, τους ενίσχυσε και τους έδωσε μέγα θάρρος και δύναμη ουράνια. Ο Αντίοχος τους πήρε με το καλό, συνήθης τακτική και πρακτική των δημίων και των τυράννων, εκείνοι εμειναν ασάλευτοι. Και τότε παρέλαβαν οι δήμιοι τον Βάκχο και τον έδερναν αλύπητα με βούνευρα. Ώμά νεύρα βοδιών, που στην άκρη είχαν σίδερα, μικρά σίδερα, ακίδες, που κτυπώντας το σώμα του μάρτυρος καθώς και του άνθρωπου, έκαμαν πληγές και αυλάκια. Κι έτρεχε το αίμα. Ο Βάκχος, η ψυχούλα αύτη, επειδή πολλοί τον κτυπούσαν επί ώρα πολλή, όπως λέει το Συναξάριο, παρέδωσε επάνω στα βασανιστήρια το πνεύμα του στον Χριστό μας. Κι έμεινε ο Σεργιος μόνος του. Ο Βάκχος, όμως, ανεβαίνοντας στον δεσπότη Χριστό, με Θεϊκή συνοδεία και με τη χάρη Εκείνου, παρακαλούσε και για τον Σέργιο. Ηλθε η ώρα του, δεν άλλαξε κι εκείνος, και του φόρεσαν στα πόδια σιδερένια παπούτσια, που 'χαν μέσα μυτερές πρόκες. Και πατώντας, φορώντας τα, δηλαδή, μπήχτηκαν στα πόδια του. Και τον ανάγκασαν να τρέχει σε μακρότατα μέρη και υπέφερε τα πάνδεινα. Δεν άλλαξε, όμως. Τόν γύρισαν ξανά, τον πέταξαν στη φυλακή, νηστικό και πονεμένο, ο Χριστός τον ενίσχυσε και τον εθεράπευσε κι έλαμπε ο Σέργιος. τον έβγαλαν, πάλι, του φόρεσαν ξανά παπούτσια, τον ταλαιπώρησαν αμέτρητα, και στο τέλος, αφού δεν άλλαζε και δεν μπορούσαν να τον κάμψουν, τον αποκεφάλισαν. Εκεί, στην Εύφρατησία. Είναι μεγάλοι αυτοί οι μάρτυρες Σέργιος και Βάκχος, αργότερα εφεραν τα λείψανα τους στην Κωνσταντινούπολη κι εφτειαξαν μεγάλο ναό και μεγάλο μοναστήρι στο όνομα των αγίων. Είναι πολύ συγκινητικός ο βίος τους και συγκλονιστικός. Εγώ, όμως, δεν έχω χρόνο. Όσοι από σας θέλετε ν' ακούσετε, είχαμε κάμει πρόπερσι μια ομιλία εδώ, τριών τετάρτων. Μόνο γι' αυτούς τους δυο αγίους. Σέργιο και Βάκχο. Οπότε, όσοι θέλετε και δεν βαρυέστε, κι αν βαρυέστε, καλύτερα, την Παρασκευή, 9 η ώρα το βράδυ, στον σταθμό του Πειραιώς, στον 99,2, έχει κάθε Παρασκευή, εκεί θα επαναληφθεί η ομιλία, η ομιλία μας για τον Σέργιο και Βάκχο. Μπορείτε ν' ακούσετε περισσότερα. Εμένα από παιδάκι με συγκινούσαν αυτοί οι άγιοι μάρτυρες. Λοιπόν.

8 Οκτωβρίου

Οσία Πελαγία

Να πάμε τώρα, σιγά, σιγά, στις 8 του μηνός Οκτωβρίου. Είναι η οσία Πελαγία από την Αντιόχεια. Τόν 3ο αιώνα κι αύτη. Περίφημη πόρνη και εταίρα, ωραιότατη, κι από τη δουλειά της είχε βγάλει πάρα πολλά χρήματα κι είχε αποκτήσει μεγάλη περιουσία. Μια μέρα, καθώς πήγαινε στην εργασία της, περνούσε από μια εκκλησία Της Αντιοχείας. Και μιλούσε κάποιος και Της έκανε εντύπωση. Ήταν ο επίσκοπος Νόννος. Μιλούσε τόσο γλυκά και τόσο πειστικά και τόσο ουράνια, που η γυναίκα ξέχασε που ήθελε να πάει κι εσαγηνεύθη και είπε: «Τελείωσαν όλα. Εδώ θα μείνω». Σταμάτησε η ομιλία του Νόννου και τον βρήκε. Τού είπε όλα της τα κρίματα. Κι εκείνος την εβάπτισε. Ήταν είδωλολάτρισσα. Και τι κάνει η γενναία αυτή; Αφού τα μοίρασε όλα και δεν άφησε τίποτέ, αφού αγάπησε τον Χριστό, είχε τον πολύτιμο μαργαρίτη και βρήκε τον κεκρυμμενο θησαυρό, που λεν οι παραβολές Της Καινής Διαθήκης, που ακούσαμε στο ευαγγέλιο Της Θείας Λειτουργίας, σήμερα, του αγίου Διονυσίου. Φόρεσε αντρικά ενδύματα και τι κάνει; Πάει στο Όρος των Ελαιών. Στην Ιερουσαλήμ. Ένα κελλάκι, κι έκανε την άσκηση της. Και έγινε ολόλευκη. Η πόρνη έγινε οσία. Η αμαρτωλή έγινε αγία. Και εκοιμήθη εν Κυρίω. Η Θεία Χάρη μπορεί να μεταβάλει τα πάντα. Και μπροστά στη Θεία Χάρη δεν άνθίσταται τίποτέ. Ούτε αμαρτωλότης, όταν θελομε, ούτε κληρονομικότης ούτε τίποτα, έλεγε ο Γεροντας Πορφύριος, να 'χουμε την ευχή του.

Οσία Πελαγία η Παρθενος

Την ίδια μέρα γιορτάζει κι η άλλη αγία η Πελαγία η παρθένος, άπ' την Αντιόχεια κι αύτη. Από πλούσια κι ευγενική οικογένεια. Πανέμορφη ψυχή. Αγαπούσε τον Χριστό μας όσο τίποτε άλλο. Κι έδινε τη νεότητα της και τα πάντα σ' Εκείνου τη στοργή και Εκείνου τη χάρη. Έμαθε 'κεί ο Έπαρχος ο Ρωμαίος για τη χριστιανοσύνη Της αγίας και τις αρετές της και του 'ρθε σε κακό να υπάρχει τέτοια ψυχή. Κι έστειλε τους στρατιώτες να την συλλάβουν και να την φέρουν ενώπιον του. Πήγαν αυτοί, κτύπησαν την πόρτα, τους είδε η αγία και τους παρακάλεσε ευγενικά: «Περιμένετε, λιγάκι, να ετοιμαστώ, και θα 'ρθω.» Και πήγε, λοιπόν, στο δωματιάκι της, γονάτισε προς Ανατολάς, από 'κεί που 'ρθε η Ανατολή

των Ανατολών, ο Χριστός, και φώτισε όλους και έσωσε και σώζει, και Τόν παρακάλεσε, «Χριστέ μου, μη μ' αφήσεις να πέσω στα χέρια αυτών των ανθρώπων. Πάρε με κοντά σου.» Και ύστερα ντύθηκε με τα ενδύματα Της ταφής της και αντί να πάει στην πόρτα, στους στρατιώτες, πήγε στο μπαλκόνι, κι έπεσε κάτω. Αυτοκτονία; Όχι. Εμπνευσις Κυρίου. Η αυτοκτονία είναι κακό. Έχουμε και τις Σουλιώτισσες. Έχουμε και τις Σουλιώτισσες, μην το ξεχνάμε. Λοιπόν. Κι ο Κύριος την πήρε κοντά Του. Δεν επέτρεψε να την μολύνουν αυτοί οι φοβεροί. Τόσο πολύ αγαπούσε τον Κύριο, που δεν ήθελε τίποτε άλλο. Έλα», λέει, «άπ' το μπαλκόνι.» Και πήγε. Λοιπόν.

Οσια Ταϊσία

Έχουμε, ακόμη, και την οσία Ταϊσία, την πόρνη. Αυτήν την έβγαλε στο κλαρί η μάνα της. Και πήγε μια φορά ένας ασκητής, ο Παφνούτιος ο Σιδώνιος, ως πελάτης. Και τι έκανε; Την αλίευσε. Γι' αυτό πήγε. Της μίλησε τόσο στοργικά και τόσο πειστικά και τόσο ουράνια, που η Ταϊσία τα παράτησε όλα. Είχε τεράστια περιουσία, 400 λίτρες χρυσού, αμύθητο ποσό, τα 'δωσε όλα, την πήρε ο άγιος και φύγανε. Πήγε στο βουνό, κλείστηκε σ' ένα κελλάκι, κι επί τρία χρόνια έλεγε αυτά τα λόγια: Ό πλάσας με, ελέησον με.» Εσύ που με έπλασες, ελέησε με. Και ύστερα διέταξε ο Γέροντας να βγει. την κοινώνησε, και την έβαλε μέσα σε μια αυλή να προσεύχεται. Κι έκαμε κι ένα σταυρό να προσεύχεται. Κι η ψυχούλα προσευχόταν δεκαπέντε μερόνυχτα. Κι ύστερα ήλθε ο Νυμφίος Χριστός και πήρε την Ταϊσία κατάλευκη, σαν περιστέρι. Πιο λευκή κι από το χιόνι. Την πήρε στη Θεία Του βασιλεία. Αυτή είν' η Εκκλησία. Αυτή είναι η ανακαινιστική δύναμη της. Αυτή είναι η απολυτρωτική της χάρη. Γι' αυτό και ποτέ δεν πρέπει κανένα να κρίνομε τελεσίδικα. Γιατί δεν ξέρομε τι κρύβει μέσα του και τι του μέλλεται να γίνει. Ας είμαστε συγκαταβατικοί και ας προσέχομε στις κρίσεις μας. Η κρίση είναι μόνο του Θεού. Η διάκριση είναι δική μας.

9 Οκτωβρίου

Άγιος Ιάκωβος

Πάμε τώρα και στις 9 του μηνός Οκτωβρίου. Γιορτάζει ο άγιος απόστολος Ιάκωβος, ο μικρός. Ο γυιός του Αλφαίου. Γιατί υπάρχει κι ο μεγάλος Ιάκωβος, ο γυιός του Ζεβεδαίου και αδελφός του αγίου Ιωάννου του Θεολόγου, που 'ταν ένας από την αγαπημένη τριάδα του Χριστού. Ιάκωβος, Ιωάννης και Πέτρος. Ο Ιάκωβος αυτός, παρότι ήταν μικρός, είχε μεγάλη αγάπη στον Χριστό. Ονομάζετο μικρός, μάλλον επειδή ήταν μικρός. Τόσο μεγάλη αγάπη, που μετά την Πεντηκοστή έτρεξε, λέει το Συναξάριο, σε όλη την οικουμένη τη γνωστή. Και Που δεν πήγε. Ξερίζωνε τα είδωλα άπ' τις ανθρώπινες ψυχές. Και έσπερνε τον θεϊκό λόγο. με τόση φλόγα, με τόση αγάπη, με τόση δύναμη, που τον ονόμασαν θεϊκή σπορά. Θείον σπέρμα, όπως λέει το Συναξάριο. Θεϊκή σπορά. Είχε κι έναν πόθο. Κι ένα τάμα κρυφό. Έλεγε στον Κύριο, συχνά πυκνά, και πιο πολύ στις δύσκολες και μαρτυρικές ώρες: «Χριστέ μου, να μ' αξιώσεις να σταυρωθώ κι εγώ, όπως και λόγου σου Κάνε μου αυτή τη χάρη. Θέλω αυτή τη θυσία για Σένα Να αισθανθώ κι εγώ λιγάκι, όπως ένοιωσες Εσύ που σταυρώθηκες για όλους μας.» Και όντως, ο Κύριος στο τέλος τον αξίωσε και έλαβε σταυρικόν θάνατο. Ο απόστολος Ιάκωβος, ο υιός του Αλφαίου, και αδελφός του ευαγγελιστού Ματθαίου. Άλλη υπέροχη ψυχή ο Ματθαίος ο τελώνης. Τι ωραίοι ήταν οι απόστολοι! Επήγαν στην οικουμένη ολόκληρη και αναγέννησαν και ανακαίνισαν και αναμόρφωσαν την οικουμένη. Και Τι δεν χρωστάμε στους αγίους και πανευφημους αποστόλους! Κι είναι και τόσο θαυματουργοί και τόσο σπουδαίοι. Γι' αυτό στις προσευχές και στις δεήσεις μας μην τους αφήνουμε άπ' έξω. Ας τους παρακαλούμε κι ονομαστικά και γενικά να πρεσβεύουν για μας, να φροντίζουνε όλους και να μας οδηγούν στην Εκκλησία και στον Χριστό και να μας βάλουν στον παράδεισο και στη Θεία Βασιλεία.

Άγιος Ανδρόνικος-Αγία Αθανασία

Στις 9, όμως, του μηνός Οκτωβρίου πάντα, γιορτάζει κι ένα ζεύγος αγίων. Και μάλιστα οσίων. Οι άγιοι και όσιοι Ανδρόνικος και Αθανασία, από την Αντιόχεια, πάλι, της Συρίας. Ονόμασε ο Ιουστινιανός Πόλη του Θεού. Ο Ανδρόνικος ήτο χρυσοχόος και αργυραμοιβός. Ανταλλακτής νομισμάτων. Κι έβγαζε πολλά χρήματα. Και η Αθανασία, η σύζυγος του, ήταν κι εκείνη καλή, όπως κι ο Ανδρόνικος. Κι έκαμαν μια συμφωνία. Να μοιράσουν στα τρία την περιουσία τους. Τα κέρδη τους. Τα λεφτά τους. Το ένα τρίτο στους φτωχούς, με το άλλο να περνάνε αυτοί και Τα παιδιά τους, και με το άλλο να συντηρούν την επιχείρηση. Τι ωραίοι ήταν! Και συντηρώντας την επιχείρηση, έδιναν δουλίτσα και στους ανθρώπους. Λέει, ο άλλος έχει εργοστάσιο, έχει αυτό, να του το πάρουμε. Να του το πάρουμε. Ωραία. Άμα τα πάρουν όλα Τα εργοστάσια και Τα 'χουνε, οι εργάτες Τι θα κάνουνε μετά; Ο Γέροντας Πορφύριος έλεγε να υπάρχει κι ο εργοστασιάρχης. Να μην αδικεί. Να προσπαθεί να λειτουργεί το εργοστάσιο. Για να πάρουνε, να φάνε ψωμάκι και οι υπόλοιποι. Γιατί έρχονται κάποιοι και μας τα ισοπεδώνουν όλα. Λέει, να γίνουμε όλοι το ίδιο. Όχι, όλοι το ίδιο. Αλλά, Τι; Να παίρνει ο καθένας, ο,τι του ανήκει. Από την εργασία του, άπ' τη ζωή του, άπ' τα χρειαζούμένα, τις ανάγκες του, τι ωραίο είν' αυτό! Αυτό ορίζει η Εκκλησία. Διότι τα άλλα είναι ισοπέδωση. Τώρα είμαστε όλοι το ίδιο, δεν είναι Δεν είναι κανείς το ίδιο. Δεν είναι κανείς το ίδιο. Η πανσοφία του Θεού μας έφτειαξε και διαφορετικούς. Και όμοιους και διαφορετικούς. Έτσι. Να παίρνει κανείς αυτό που του ανήκει. Αυτή είναι η λύση του ευαγγελίου. Κι όπως έλεγε ο πάτερ Παίσιος, αν δεν λυθεί το κοινωνικό πρόβλημα με το ευαγγέλιο, θα λυθεί με το μαχαίρι. Δηλαδή, ποτέ. Γιατί, μάχαιραν έλαβες, μάχαιραν θα λάβεις. Λοιπόν. Κάνανε δύο παιδιά, ένα αγόρι κι ένα κορίτσι και τα μεγάλωναν με μεγάλη χαρά. Κι αφού απέκτησαν τα παιδιά, αποφάσισαν να ζήσουν σαν καλόγεροι. Δικαίωμα τους. Υπάρχει κι η ελευθερία. Και ζούσαν. Και κάποια στιγμή, σαν μεγάλωσαν Τα παιδιά και περίμεναν να τα τακτοποιήσουν, τα πήρε ο Κύριος και τα δύο. Τι γίνεται; Πόσα τέτοια γίνονται κάθε μέρα; Η Αθανασία ήταν απαρηγόρητη. Ο Ανδρόνικος το φιλοσόφησε. Έτσι είν' οι άνδρες. Λίγο... να κρατάνε τις γυναίκες και τους άλλους. Κι άμα γίνουν οι άνδρες χειρότεροι άπ' τις γυναίκες, σαν δεν έχουνε δύναμη, τι να κάνουν; Αν και πολλές φορές υπάρχουνε γυναίκες, που κρατάνε άνδρες και κρατάνε τα πάντα. Αλλά αυτό είν' άλλο πράγμα. Ανδρείες γυναίκες δεν είναι πολλές. Μακάρι να 'ναι, όμως. Πήραν τα παιδιά, τα έθαψαν, και Τι κάνει η άγια; Κάθησε στην εκκλησία του αγίου Ιουλιανού και δεν έφευγε. Εγώ δεν φεύγω από 'δω, Κύριε, δεν φεύγω από 'δώ, εάν δεν μου απαντήσεις, γιατί τα πήρες.» Πώς κάθονται στον τάφο μερικοί... Βέβαια. Δεν είναι λίγο, είναι πόνος. Κι όσοι έχετε παιδιά, το καταλαβαίνετε περισσότερο. Αλλά και όλοι το καταλαβαίνουμε. Τον Ανδρόνικο τον πήρε ο επίσκοπος της Αντιοχείας, για να τον παρηγορήσει. Κι εκείνη έκλαιγε συνέχεια και φώναζε. Κι εκεί που ήταν στην εκκλησία, ήταν κλειδωμένη η εκκλησία, έκατσε μέσα αυτή, λέει θα κάτσω, εντάξει. Έκανε κατάληψη, μ' έναν ευγενικό τρόπο. Κι ήλθε, λοιπόν, ένας καλόγηρος και της λέει: «Καλά, Τι φωνάζεις;» Λέει: «Γιατί να μου πάρει ο Χριστός Τα παιδιά;» «Σού Τα πήρε», λέει. αλλά, ξέρεις, αυτά είναι τυχερά. Εσύ είσαι άτυχη». «Γιατί;» λέει. «Γιατί τ' αδίκησε ο Χριστός Τα παιδιά σου. Όπως το λες κι Εσύ. Αλλά υπάρχει κάτι παρέκει, που φέρνει ισορροπία.» «Τι;» λέει. «Στη Δευτέρα Παρουσία Τα παιδιά αυτά θα πουν στον Κύριο: «Γιατί μας κλάδεψες νωρίς άπ' τη ζωή και δεν χαρήκαμε τίποτε; Ούτε Τα νειάτα μας ούτε τη ζωή μας.» —Αυτά που λένε μερικοί.— «Έτσι θα του πούνε», λέει. Και λέει: Ό Κύριος Τι θα κάνει τότε; Θα τους πει: «Παιδιά, έχετε δίκαιο. Εγώ σας κλάδεψα, για το καλό σας. Δηλαδή, ιδού ο Παράδεισος. Μπείτε μέσα και πηγαίνετε, όπου θέλετε. Είναι δικός σας. Κι αυτό θα το 'χετε αιώνια. Ενώ την ζωή την επίγεια την είχατε για λίγο, θα 'ταν κι ευχάριστα, θα 'ταν και δυσάρεστα, έχομε δέκα πικρά κι ένα ευχάριστο, όταν έχομε, εγώ έτσι έκρινα για το δικό τους καλό». Τι έκανε η γυναίκα; Παρηγορήθηκε. Σού λέει Τα παιδιά μου είναι κοντά στον Θεό. Τα παιδιά μου θα μπουν στον παράδεισο. Και τώρα είναι εκεί. Είν' άπ' έξω. Περιμένουν. Και ευφραίνονται με την προοπτική αύτη. Εγώ, τότε, γιατί να στενοχωρούμαι; Και βγήκε. Ερώτησε τόν φύλακα της εκκλησίας, «Ποιος ήταν αυτός;», λέει. Εγώ, κυρία μου, έχω κλείσει την πόρτα. Έχω κλειδώσει. Δεν σού άνοιξα; Δεν είδα κανένα.» Κι ήταν ο άγιος μάρτυς Ιουλιανός, ο εν Αντιόχεια. Ο ναός ήταν δικός του. Ο κάθε άγιος, πό 'χει τόν ναό του, είναι εκεί. Άς το ξέρουμε αυτό. Είναι εκεί. Άς το ξέρουμε αυτό. Μου 'πε κάποιος προχθές, «Πήγα εδώ στον άγιο Βασίλειο, στη Μετσόβου»... Ευχαριστώ που πήγατε και δώσατε αίμα, όσοι δώσατε, κι όσοι παρακαλέσατε κι άλλους, σας ευχαριστώ πάρα πολύ. Το κάνατε δώρο στον Χριστό, αλλά και σε μένα. Έτσι. Το 'χω κι εγώ ανάγκη να μου κάνετε κάτι. Αυτό μου κάνατε, ώς δώρο για τη γιορτή μου, και τις ευχές σας όλες που στείλατε και στέλλετε και μ' αγαπάτε, σας ευχαριστώ. Και λέει, Εγώ», πάτερ, «έχω ένα φίλο. Πάω σε διάφορα ραντεβού», ήτανε γιατρός, ιατρικός επισκέπτης, έκαμε διάφορες, εκεί, θεραπείες, «και μερικοί θέλουν ακριβώς να πάω, κι εγώ, για να περάσει η ώρα, πάω στον άγιο και κάθομαι εκεί. Τα 'χουμε βρει. Του μιλάω, μου μιλάει με τόν τρόπο του, κι έχουμε ισορροπήσει.» Έτσι. Λοιπόν. Να συνεχίσω, γιατί πάει η ώρα και δεν κάνει, έχουμε μόνο τρία λεπτά, ακόμη, κι έχουμε και την 10η του μηνός. Πήγαν κι αυτοί κι έγιναν καλόγεροι. Κάτω εκεί στην Αίγυπτο. Χωριστά. Στα δώδεκα χρόνια που πέρασαν χωριστά, ο άγιος Ανδρόνικος είπε στον ηγούμενο: «Να μ' αφήσεις να πάω να προσκυνήσω στους Αγίους Τόπους». Του έδωσε την άδεια. Στον δρόμο συνάντησε έναν άλλο καλόγερο. Του λέει, «Που πάς;» «Πάω στους Αγίους Τόπους». «Κι εγώ πάω.» «Πάμε παρέα;» «Ναί. Αλλά ξέρεις;» λέει. Αναγνώρισε αυτή τόν άντρα της. Ήταν γυναίκα του. Ο μοναχός Αθανάσιος. Φόραγε αντρικά κι αυτή. «Δεν θα μιλάμε στον δρόμο.» Έτσι έλεγα το μεσημέρι σε κάποιους που μου διάβαζαν το Συναξάρι: Τα ζευγάρια που δεν μιλάνε, από κακία η από ιδιοτροπία και που κάθονται εκεί, άς έχουν μπροστά τους αυτούς τους δύο αγίους, και να γίνει η μεταποίηση αυτής της σιωπής σε προσευχή. Σιωπηλή. Λοιπόν. Να τους θυμάστε, όσοι είστε και έγγαμοι, να τους θυμάστε περισσότερο. Πήγαν, λοιπόν, στους Αγίους Τόπους, προσκύνησαν, γύρισαν, και μετά πήγαν στο μοναστήρι που έμενε ο Ανδρόνικος. Κι είπαν στον ηγούμενο: «Εμείς γνωριστήκαμε στον δρόμο, είμαστε φίλοι και ταιριάζουμε, να μένουμε μόνοι μαζί.» Είπε, όμως, η Αθανασία —ο Αθανάσιος— «Θα μένουμε μαζί, αλλά δεν θα μιλάμε καθόλου.» Για σκεφθείτε! Τι ώραίο είναι! Κι έμειναν μαζί δώδεκα χρόνια. Και συνέβη ν' αρρωστήσει ο Αθανάσιος και φώναξαν, λοιπόν, άπ' τη μονή εκεί, ήταν κοντά, τους πατέρες. Και κοινώνησε και εκοιμήθη. Λίγο πριν κοιμηθεί, είπε και στον ηγούμενο: «Στο κεφαλάκι μου έχω ένα πινακίδιο, ένα γραμματάκι.» Ένα σημείωμα, θα λέγαμε εμείς. «Να το διαβάσετε μόλις τελευτήσω». Το παίρνει ο ηγούμενος και λέγει: Εγώ δεν είμαι άνδρας. Είμαι γυναίκα. Η γυναίκα του Ανδρόνικου στον κόσμο. Η Αθανασία.» Και καθώς την ετοίμαζαν να την ενταφιάσουν, το είδαν κι αυτό και το διαπίστωσαν. Και μετά οι πατέρες θέλαν να πάρουν, αφού έκατσαν και κάναν το μνημόσυνο, τόν Ανδρόνικο στη μονή. Να φύγει άπ' αυτό το κελλάκι, πώς θα 'βγαινε μόνος του. Λέει, Όχι. Εγώ θα μείνω με την κυρά μου». Κι όταν φύγαν οι πατέρες, μετά από λίγο, έπαθε κι αυτός, αρρώστησε, πυρετό κλπ. και κάποιος καλόγερος που περνούσε, πήγε και φώναξε, τόν διάβασαν κι εκείνον, και έκοιμήθη και ο Ανδρόνικος. Οι πατέρες θέλαν να πάρουν το λείψανο του στη μονή κι άλλοι πατέρες τόν διεκδικούσαν κι ήλθαν πολλοί, ακόμη κι η Αλεξάνδρεια ολόκληρη ήλθε εκεί. Θαυμαστά κατορθώματα! Και είπε στο τέλος ο ηγούμενος, ο αββάς Δανιήλ: Όχι, θα τόν θάψουμε εδώ, με τη σύζυγο του. Τη μοναχή Αθανασία.» Και τους έθαψαν. Κι έμειναν εκεί παράδειγμα στους αιώνες.

10 Οκτωβρίου

Άγιος Ευλάμπιος Αγία Ευλαμπία

Και παμε και στις 10 του μηνός. Γιορτάζουν οι άγιοι μάρτυρες Ευλάμπιος και Ευλαμπία. Ήταν αδέλφια, από τη Νικομήδεια της Μικρασίας. Τρίτον αιώνα, επί Μαξιμιανού και Διοκλητιανού. Έγιναν, τότε, οι φοβερότεροι διωγμοί. Κι ο Μάξιμος, ένας έπαρχος, τότε, εκεί, της Νικομήδειας, κοντά στην Κωνσταντινούπολη είν' αυτή, ανατολική πρωτεύουσα της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας, οι χριστιανοί κρύφτηκαν στα βουνά. Όταν σας διώκουν από μια πόλη να πηγαίνετε στην άλλη, είπε ο Χριστός. Δεν πήγαν να παραδοθούν στο μαρτύριο. Όχι. Πήγαν και κρύφτηκαν. Έτσι. Να μην πηγαίνουμε αυτόκλητοι. Γιατί αυτό είν' και εγωιστικό, καμιά φορά. Και δεν ξέρουμε, αν είναι το θέλημα του Θεού. Και έπείνασαν εκεί και έστειλαν τόν Εύλάμπιο, μας θυμίζει τους έφτά παίδας η ιστορία, να αγοράσει τρόφιμα. Ψωμί. Το ψωμί είναι. Κι εκείνος, μπαίνοντας στην πόλη, είδε Τα διατάγματα των διωγμών να 'ναι αναρτημένα. Και κάθισε και Τα διάβαζε. Τόν συνέλαβαν οι ειδωλολάτρες, τόν πήγαν στον Μάξιμο κι εκείνος τόν ανέκρινε. Και του 'πε ν' αλλάξει και δεν άλλαζε. Και υστέρα τόν βασάνισε. Εν τω μεταξύ έφτασε και η αδελφή του η Εύλαμπία, αφου είδε οτι δεν ήρχετο ο αδελφός της, τόν είδε να μαρτυράει και τόν παρακαλούσε, τόν παρακαλούσε να δεηθεί στον Κύριο να μαρτυρήσει και αύτη. Ζήλεψε. Νάν' και στον ουρανό αδελφοί, και πάντα μαζί, δηλαδή, ήθελε. Τότε όργίσθηκε ο τύραννος και αρπάζει και τόν Εύλάμπιο, που μαρτυρούσε, και την Εύλαμπία και τους ρίχνει σ' ένα καμίνι. Σ' ένα, μάλλον, μεγάλο καζάνι που είχε υγρά, που έβραζε. Εκείνοι έμειναν αβλαβείς και αλώβητοι. Διακόσιοι άντρες ειδωλολάτρες, που 'ταν εκεί, μόλις είδαν το θαύμα αυτό, πίστεψαν στον Χριστό και φώναξαν: «Μεγάλος ο Χριστός, ο Θεός των αγίων αυτών.» Όργίσθη ο τύραννος και τους αποκεφάλισε. Κι αποκεφάλισε και τόν Εύλάμπιο. Η αγία Εύλαμπία, βλέποντας αυτά, δεν άντεξε η ψυχούλα και πριν την απόκεφαλίσουν πέταξε και πήγε κοντά στον αδελφό της και κοντά στον Χριστό. Στη βασιλεία του Θεού*. Κι έλαβαν κι εκεί τόν αμάραντο στέφανο της Θείας δόξης.

Έδώ, όμως, πρέπει να σταματήσομε και την άλλη Τετάρτη, πρώτα ο Θεός, την 'ίδια ώρα, 2.30 μ.μ. θα κάνουμε τη μικρή ακολουθία της Παρακλήσεως της Θεοτόκου και στη συνέχεια το Συναξάριο, το Φθινοπωρινό Συναξάριο από τις 11 Οκτωβρίου μέχρι τις 17.

Έξεφωνήθη την 3η Οκτωβρίου 2007

ΦΘΙΝΟΠΩΡΙΝΟ ΣΥΝΑΞΑΡΙ 11-17 Οκτωβρίου

Ευχαριστούμε ολόψυχα τόν φιλάνθρωπο Χριστό μας και τη μανούλα Του και μανούλα μας την Παναγία και τους αγίους όλους και τους αγγέλους και τόν άγιο μας Νεκτάριο, που μας ξανάφεραν πάλι έδώ, στη Θεία τους αγκάλη και στοργή και καλοσύνη, στο λιμανάκι αυτό της Εκκλησίας. Οι καιροί είναι δύσκολοι, Τα βάσανα πολλά, η σύγχυση μεγάλη, και συνάμα κυκλοφορεί ανάμεσα μας ο Άναστάς έκ νεκρών. Ο φιλάνθρωπος Κύριος. Και μας παρηγορεί και μας ενισχύει και μας φροντίζει. Κι από κοντά η Παναγία μας και οι άγιοι και οι άγγελοι. Και είμαστε ανάμεσα τους. Ανάμεσα τους. Κατά τόν καλύτερο τρόπο. Και τους ευχαριστούμε. Όλους εύχαριστούμε. Και τους ουράνιους και τους επίγειους. Γιατί η ευγνωμοσύνη είναι θεϊκό φυτό. Είναι άνθος. Και ψυχή που ευγνωμονεί είναι ανοιχτή στον ουρανό και στη γη. Και δέχεται τις δωρεές και την αγάπη και των δύο.

Η Εκκλησία μας δοκιμάζεται, αυτό τόν καιρό, με την ασθένεια του Μακαριωτάτου αρχιεπισκόπου μας κυρίου Χριστοδούλου, ο όποιος ηρωικά και υπομονετικά και παραδειγματικά φέρει αυτό τόν μεγάλο σταυρό, που του εμπιστεύθηκε ο Κύριος. Και μας διδάσκει, με τον τρόπο που αντιμετωπίζει αυτή τη δοκιμασία του. Έμείς, ταπεινα και σιωπηλά, να ευχόμεθα θερμά για την καλή έκβαση της υγείας του. Η Εκκλησία, πάντοτε, πίστευε, πιστεύει και θα πιστεύει στα θαύματα. Άλλωστε, η ίδια είναι θαύμα θαυμάτων. Κι ο Κύριος κάνει το θέλημα Του, μ' όλους τους τρόπους. Και μπορεί κάποιον πό 'χει ανίατη ασθένεια να τον αφήσει να ζήσει πολλά χρόνια. Έχομε παραδείγματα τέτοια. Και κάποιον άλλο, που δεν έχει τίποτα, να τον πάρει την επόμενη ώρα. Γι' αυτό η τελευταία λέξη πάντοτε, και για τον Μακαριώτατο και για όλους μας, όλους, όλους μας, ανήκει στον Θεό μας. Στον Κύριο μας. Εμείς ας του έχουμε εμπιστοσύνη. Κι όσοι λένε διάφορα για τον Μακαριώτατο, ας κάνουν αυτό που 'πε το πρωί ένας βουλευτής, από τη Θεσσαλονίκη, Γκιουλέκας, δεν ξέρω που ανήκει: «Άς φέρνουμε ο καθένας, πριν μιλήσουμε, στο νού μας, άς ερχόμαστε με το νού μας, στη θέση του Μακαριώτατου». «Κι εμείς που κηρύττουμε τα θαύματα», είπε άλλος μητροπολίτης, ο Θηβών, «άς πιστεύουμε και στα θαύματα». Γίνονται θαύματα. Κι έμείς περιμένουμε το θαύμα να γίνει. Λένε πολλοί πολλά και διάφορα. Το καλύτερο, όπως είπε ο βουλευτής, ο προαναφερθείς, είναι η σιωπή και η προσευχή. Η σιωπή και η προσευχή. Έ, οι άλλοι βρίσκουν τώρα ευκαιρία να βγαίνουν και να λένε και το 'να και το άλλο και το άλλο. Εγώ ένα σας παρακαλώ, έτσι ταπεινά και αδελφικά, μην ακούτε. Καλύτερα, άς ανοίγουμε την τηλεόραση του Θεού, την προσευχούλα, κι άς ευχόμεθα. Άλλωστε, υπάρχουν και τόσοι με το ίδιο νόσημα, που ακούγοντας όλα αυτά, τι κάνουν οι καημένοι; Παθαίνουν. Τόσες ψυχούλες. Προχθές μιλήσαμε στον σταθμό για την Παναγίτσα, για τον Μακαριώτατο, για τους ασθενείς. Ξέρετε πόσοι με πήραν, που παρηγορήθηκαν; Πό 'χουν το 'ίδιο νόσημα; Έτσι. Γιατί όλα αυτά τα αφήνουμε ανοιχτά στα χεράκια του Χριστού και της Παναγίας. Και κάνουν τόσα θαύματα. Και γίνονται τόσα πολλά. Έτσι. Παρηγοριά είναι η Εκκλησία μας. Η μόνη παρηγοριά είναι η Εκκλησία μας. Και στο τέλος μαθαίνομε όλοι τι να κάνομε; Ν' αφηνόμαστε στα χέρια του Θεού. Τού λέμε αυτό που θέλουμε, αυτό που έχομε, και ζητάμε αυτό που νομίζομε καλό, έχομε και δικαίωμα, είμαστε και ελεύθεροι, και στο τέλος, όμως, κλίνομε το κεφαλάκι και λέμε: «Σοι Κύριε.» Σε Σένα, Κύριε, αφηνόμαστε, σε Σένα, Κύριε, παραδινόμαστε και «Γενηθήτω το θέλημα Σου.» Αυτό εϊν' η Έκκλησούλα. Έτσι. Αυτά τα λίγα, σαν ένα σχόλιο στις ημέρες, Εγώ ο ελάχιστος και ανάξιος και αμαρτωλός και ασθενών κι Εγώ. Γιατί άμα είσαι πολύ άρρωστος, ίσως καταλαβαίνεις, τότε, πολλά πράγματα. Ότι τίποτα δεν είναι στη γή στέρεο και σταθερό. Κι όλα ένα τίποτέ, όπως τα είδε κι ο Γελίμέρος στη Χρονογραφία τού Θεοφάνους, που θά κυκλοφορήσει αυτό τον καιρό, που τον πήγανε μπροστά του αιχμάλωτο, στον στρατηγό Βελισσάριο, στον στρατηγό του Ιουστινιανού, κι εκείνος γελούσε. Γελούσε πολύ. Κάποιοι είπαν ότι παρεφρόνησε. Και κάποιοι άλλοι, που τον ξέραν, είπαν: «Όχι. Άλλα γελάει, γιατί όλα αυτά τα του κόσμου είναι μόνο για γέλια.» Πάντα ματαιότης τα ανθρώπινα. Και περνάν τόσο γρήγορα. Είναι για γέλια. Κι άμα τα πάρει κανείς όλα τα ανθρώπινα στα σοβαρά, τι θα κάνει; Θά τρελαθεί. Ένώ, αν τα γελοιοποιήσει, πριν γελοιοποιηθεί, έχει κερδίσει. «Έμπαίζων, εμπαιξον τον κόσμον», έλεγαν οι αρχαίοι. Και το άλλο που λέγανε στ' Άγιο Όρος και υπάρχει και στις μονές: «Άν πεθάνεις, πριν πεθάνεις, δεν θά πεθάνεις, όταν πεθάνεις.» Έτσι. είναι μαζί με τον Χριστό, κανείς, και την Παναγία, και τότε, φεύγοντας από έδώ, είναι, όπως έλεγε ο Γέροντας Πορφύριος, σαν να περνάς από μια πόρτα. και να βγαίνεις από 'να δωμάτιο και να μπαίνεις στο άλλο. Γιατί λέει ο Χριστός μας και το 'λεγε ο Γέροντας συχνά-πυκνά, «Ό πιστεύων εις έμέ, καν αποθάνει ζήσεται». Τί ωραία!

11 Οκτωβρίου

Άγιος Φίλιππος ο διάκονος

Αλλά, ας πάμε στους αγίους μας. Το Συναξαριάκι αυτό είναι η καλύτερη παρέα. Πολλοί παίρνουν, τηλεφωνούν κι ευχαριστούν και πάλι γι' αυτό το είδος των κηρυγμάτων που κάνομε φέτος, ε, ο Θεός το 'δωσε. Κι άς δώσουν οι άγιοι, να ζήσουμε, τουλάχιστον, ένα χρόνο να τους πούμε, με λίγα λόγια, εδώ πέρα, ακούονται κι άπ' τον Σταθμό της Εκκλησίας κι α-κούγονται στα πέρατα της οικουμένης. Κι οι άγιοι είναι το ευαγγέλιο στην πράξη. Έτσι. Γιατί «ο Ιησούς Χριστός είναι χθες και σήμερον ο αυτός και εις τους αιώνας», που λέει ο απόστολος Παϋλος. Πάμε, τώρα, στις 11 του μηνός Οκτωβρίου, που διανύομε, αύριο, δηλαδή, Πέμπτη, γιορτάζει ο άγιος Φίλιππος ο διάκονος, ένας άπ' τους επτά διακόνους. Έχομε και τον απόστολο Φίλιππο, που γιορτάζει στις 14 Νοεμβρίου, και θά πούμε τότε τα ανήκοντα σ' αυτόν. Ήταν έγγαμος ο διάκονος Φίλιππος, απέκτησε τέσσερεις θυγατέρες, που ήσαν προφήτιδες. Τον εξέλεξαν οι απόστολοι, μαζί με τους άλλους έξι διακόνους, τον έχειροτόνησαν, κι υπηρετούσε την πρώτη Εκκλησία. Έκήρυξε στη Σαμάρεια, έβάπτισε τον οικονομικό υπουργό της βασίλισσας της Αιθιοπίας Κανδάκη, μετέβη στο Άζωτον, εκεί της Παλαιστίνης, παλιά που ζούσε ο προφήτης Ίωνάς, και έκήρυξε το ευαγγέλιο και τέλος μετέβη στις Τράλλεις της Μικράς Ασίας και εκεί ^κήρυξε το άγιο ευαγγέλιο, εφτειαξε και ναό για τις ανάγκες των πιστών, λέει το Συναξάριο, και ύστερα έκοιμήθη εν ειρήνη.

Άγιος Θεοφάνης ο Γραπτός

Γιορτάζει, ακόμη, στις 11 Οκτωβρίου, και ο άγιος Θεοφάνης, ο Γραπτός, επίσκοπος Νικαίας της Βιθυνίας. Γεννήθηκε στα Ιεροσόλυμα, μαζί με τον αδελφό του Θεόδωρο, έμαθαν γράμματα ελληνικά, γράμματα της Εκκλησίας και γράμματα φιλοσοφικά, έγιναν και μοναχοί και πρεσβύτεροι και διακονούσαν, στον ξενώνα της Ιερουσαλήμ, τους αδελφούς. Έζησαν στα χρόνια της Β' Εικονομαχίας. Και καθώς εμαίνετο εκείνη και έδινε τις τελευταίες προσπάθειες της να καταργήσει το φώς του κόσμου, τον Χριστό, ο επίσκοπος Ιεροσολύμων έγραψε ένα γράμμα στον αυτοκράτορα Θεόφιλο, 829 -842 μ.Χ., και τον επιτιμούσε, κατά κάποιον τρόπο, για την είκονομαχική πολιτική του. Το πήραν εκείνοι, τον ήλεγξαν και προσωπικά, από κοντά και οι δύο, εκείνος, τότε, τους συνέλαβε και τους έβαλε στη φυλακή, έβγαλε τον Θεόδωρο έξω, τον εστιγμάτισε, κι έγραψε, λένε, στο πρόσωπο του με αιχμηρό εργαλείο στίχους υβριστικούς για το πρόσωπο του. Το πρόσωπο του Θεοδώρου. Και τον έριξε ξανά στη φυλακή. Έβγαλε μετά και τον Θεοφάνη, τον στιγμάτισε κι αυτόν, κι ύστερα τον εξόρισε στη Θεσσαλονίκη. Όταν έληξε η Εικονομαχία, 842, τον εκάλεσε ο πατριάρχης, τον ανεκάλεσε από την εξορία η αυτοκράτειρα, κι ο πατριάρχης Μεθόδιος ο Α' 842-846, τον έχειροτόνησε μητροπολίτη Νικαίας. Κι εκεί, αφού εποίμανε το ποίμνιο του, όπως ήθελε ο Χριστός, ανεπαύθη εν ειρήνη. Έχει γράψει δε και πολλούς Κανόνες. Και, κατά μία άποψη, είναι κι ο ποιητής του Μικρού Παρακλητικού Κανόνος. Έγραψε και ιδιόμελα στις μεγάλες εορτές και άλλους ύμνους.

12 Οκτωβρίου

Άγιος Τάραχος

Πάμε, τώρα, στις 12 Οκτωβρίου, ημέρα της απελευθερώσεως των Αθηνών από τους Γερμανούς, 1944, ημέρα που γιορτάζουν, το 'χει ορίσει ο Μακαριώτατος, και να 'χουμε την ευχή του, όλοι οι Αθηναίοι άγιοι. και το Συναξάριο αναφέρεται σε τρεις μεγάλους μάρτυρας. Λέει: «Τη αύτη ημέρα, τη δωδέκατη Οκτωβρίου, μνήμη των μαρτύρων Πρόβου, Τάραχου και Ανδρόνικου.» Ό Τάραχος ήταν από τη Ρώμη. Στρατιωτικός, μεγάλης ηλικίας, στα χρόνια του Διοκλητιανού έζησαν και οι τρεις και άθλησαν, κι είχε μεγάλη πίστη και αγία ζωή. Τον κατήγγειλαν, λοιπόν, στον τύραννο, στον Φλαβιανό, εκεί, τον κατήγγειλαν, εκείνος τον εκάλεσε για να απόλογηθεί, τον παρεκάλεσε ν' αλλάξει, Αλλά ο Τάραχος έμεινε ατάραχος. Τον υπέβαλε σε φρικτά βασανιστήρια, που αν σας τα πω, θά σηκωθεί η τρίχα των χεριών σας. Κι όχι μόνο. Θ' ανατριχιάσετε, δηλαδή. Γι' αυτό τα παραλείπω. Στο τέλος τον έκοψαν κομματάκια με το μαχαίρι και τον απότελείωσαν τον άγιο Τάραχο, ο οποίος έμεινε, μέχρι το τέλος, ατάραχος και γαλήνιος, παρόλους τους πόνους τους φρικτους και παρολα —μη μιλάτε, παιδιά, ακούγεται— παρόλα τα ανήπυστα και ανυπόφορα βασανιστήρια.

Άγιος Πρόβος

Ηλθε μετά, έχουμε τον άγιο Πρόβο. Αυτός ήταν στη Μικρά Ασία. Δεν ήσαν μαζί οι τρεις. Άπλα γιορτάζουν την ίδια μέρα. Γιατί έπαθαν την ίδια μέρα σε διαφορετικούς καιρούς. Μέσα στα χρόνια, πάντα, της βασιλείας του Διοκλητιανού. Ό Πρόβος ήταν από τη Μικρά Ασία. Βλαστάρι της Μικρασίας ένδοξο. Εκλήθη και αυτός από τον επιχώριο τύραννο ν' αρνηθεί την πίστη του. Γιατί με την πίστη που είχε και με τα έργα του έκαμε σπουδαία πράγματα εκεί στη Μικρασία. Και να μη σας τα πολυλογώ αρνήθηκε κι εκείνος και οι άλλοι τον υπέβαλαν, καθώς ήτο γενναιότατος, στα πιο φρικτά και δεινά βασανιστήρια. Και τι δεν του έκαναν! Και που δεν τον έβαλαν! Και τι Δεν τράβηξε! Και στο τέλος πια, αφου Δεν άλλαζε με τίποτα, πήραν τα μαχαίρια και τον εφόνευσαν. Τον έκανα κομμάτια και δια φόνου μαχαίρας απέθανε, θά 'λεγε ο απόστολος Παύλος.

Άγιος Ανδρόνικος

Κι έχουμε και τον άγιο Ανδρόνικο. Κι αυτός Μικρασιάτης, ανδρειωμένος, δυνατός, πιστός και φλογερός. Έκαμε θραύση, όπου περνούσε. Ωφελούσε, ανάσταινε, πρόσφερε. Κι ο τύραννος, εκεί, έκαμε Το ίδιο. Τον κάλεσε τον άγιο, και τον κάλεσε ν' αλλάξει. Αλλά εκείνος Δεν άλλαζε με τίποτα. και υπεβλήθη σε δεινά βασανιστήρια. Αλλά ήταν Ανδρόνικος. Άνδρας της νίκης. Και ενίκησε συν Χριστώ. Και είχε και αυτός Το ίδιο τέλος. Εν φόνω μαχαίρας απέθανεν. Κι έτσι, οι τρεις άγιοι αυτοί, Πρόβος, Τάραχος και Ανδρόνικος, εμαρτύρησαν για τον Χριστό και έλαβαν τον αμάραντον στέφανον της θείας Δόξης.

Πάμε, τώρα, 13 του μηνός Οκτωβρίου. μας θυμίζει και την ημέρα του μαρτυρικού θανάτου του αείμνηστου Παύλου Μελά. Του μεγάλου Μακεδονομάχου. Πού είναι ο ενδοξότερος των ηρώων της πατρίδος μας, κατά τον εικοστό αιώνα. Αλλά γι' αυτόν θά κάνομε και μνημόσυνο μεθαύριο Παρασκευή, 5 Το πρωί, Αλλά θά έχει και ομιλία ο σταθμός του Πειραιώς, 91,2, εννέα το βράδυ. Παρασκευή, δηλαδή, όπως και κάθε Παρασκευή και μεθαύριο την Παρα-σκευή, 12 του μηνός, θά έχουμε ομιλία εκεί και την μεθεπόμενη Παρασκευή πάλι ομιλία με συνέχεια για τον Παύλο Μελά. Γιατί βλέπετε τι γίνεται τώρα, παν να μας φάνε ζωντανούς. Και οι μέσα και οι έξω εχθροί. Νά μη μείνει τίποτα όρθιο να μην υπάρξει η πατρίδα μας. Νά εξαφανιστεί. Αλλά τη θέλει ο Θεός. Εις πείσμα πολλών. Κι ο Κύριος, που έσωσε δια θαυμάτων την Ελλάδα, πό 'λεγε ο μεγάλος Καποδίστριας, θά συνεχίσει και στο τέλος οι Σκοπιανοί και οι άλλοι τι θά κάνουνε; Θά περιέλθουν στήν Ελλάδα, έλεγε ο πάτερ Παΐσιος. Και θά πουν οι μεγάλοι της γης, φωτισμένοι άπ' τον Χριστό η αναγκασμένοι, Το ίδιο κάνει, Το φωτισμένοι είναι καλύτερο, και θά πούνε, τότε, σε συσκέψεις, που θά κάνουν, και θά λένε οι σκοπιανοί, «Εμείς είμαστε Μακεδονία». Θά πουν, «Η Μακεδονία», αυτή που έχουμε εμεις, «ανήκει στους Έλληνες. 'Εσείς θέλετε να λέγεστε Μακεδονία;» «Μάλιστα.» «Πολύ καλά. Όποτέ, λοιπόν, θα πάτε με τους Έλληνες, πό 'χουν τη Μακεδονία και θά 'στε και σεις Μακεδόνες.» Κι είναι καλό αυτό. Γιατί «εκεί που οργώνει ο διάβολος, σπέρνει ο Θεός», λένε οι σοφοί. Γι' αυτό, είδατε τι γίνεται αυτό τον καιρό; Τα βαλαν με τον Μεγαλέξανδρο. Τα βάζουν και οι μέσα και οι έξω, Παναγία μου! Αυτοί Δεν είναι άξιοι ούτε να πιάσουν στο στόμα τους Το όνομα του Μεγάλου Αλεξάνδρου τι σφαγέα τον ονομάζουν, τι Το 'να, τ' ακούτε. Τ' ακούτε. Έχουμε κι εδώ μέσα εχθρούς. Πολλούς ανθέλληνες. Διεθνιστές. Παναγία μου! Και τους ψήφισαν και χριστιανοί. Δεν πειράζει. Ας βλέπουν. Δεν πειράζει. Λοιπόν. Έτσι έλεγε κι ο πάτερ Παΐσιος. Ας βλέπουν τι ειν' ο ένας, τι είν' ο άλλος, για να ξέρουν τι ψηφίζουν και να ξέρουν ποιοί μας κυβερνάν και τι πρέπει να κάνομε. Πρέπει κι εμείς να πάρομε την τύχη της Ελλάδος στα χέρια μας, όσο μπορούμε. και να ευχόμεθα για τους κυβερνώντες, οποίος να μας κυβερνάει κάθε φορά, η Εκκλησία τους αγαπάει και προσεύχεται. Άσχετα εκείνοι αν θέλουν η Δεν θέλουν την Εκκλησία. Δεν λέμε για την παρούσα κυβέρνηση. Λοιπόν και μου άρεσε κι ο υπουργός Υγείας, που έβγαλε μια ανακοίνωση, φεύγοντας την άκουσα, που είπε να μην βγαίνουν οι γιατροί στο γυαλί και να λεν ο,τι θέλουνε. Καλό είν' αυτό. Καλό είν' αυτό. Γιατί να βγαίνουν και να λένε ο,τι θέλουνε και να ζαλίζουν και τον κόσμο; Πολύ καλά τους είπε. Δικτατορία ειν' αυτό; Όχι. Ευπρέπεια είναι αυτό. Ευπρέπεια είναι αυτό. Η ιατρική είναι Θεία επιστήμη. Λοιπόν.

13 Οκτωβρίου

Άγιος Κάρπος, Άγιος Πάπυλος, Άγιος Αγαθόδωρος, Αγία Αγαθονίκη

Στις 13 Οκτωβρίου, γιατί φεύγει και η ώρα, φύγαν είκοσι λεπτά, γιορτάζουν οι άγιοι μάρτυρες Κάρπος, Πάπυλος, Άγαθόδωρος και 'Αγαθονίκη. στα χρόνια του Δεκίου, 3ος αιώνας. 249-251. Έζησε λίγο αυτός, Αλλά έκανε τόσα φρικτά κατά της Εκκλησίας, σαν να έζησε χρόνια πολλά. Ό Κάρπος και ο Πάπυλος ήσαν γιατροί. Νά το. Αλλά χριστιανοί γιατροί. Άνθρωπισταί γιατροί. Σπουδαίοι γιατροί. Επιστήμονες. Και κληρικοί. Οι πρώτοι θεράποντες του Άσκληπιού ήσαν ιερείς. Ησαν ιερείς. Η θρησκεία έχει άμεσο λόγο στήν υγεία του άνθρωπου, να ξέρετε. Γι' αυτό και έχομε και αγίους θαυματουργούς. και γιατρούς. Τον ευαγγελιστή Λουκά, τον ιατρό τον αγαπητό, τους αγίους Αναργύρους, τον άγιο Παντελεήμονα, κι αυτός άνάρ-γυρος είναι, και τόσους άλλους. Κι ήσαν και κληρικοί. Ό Κάρπος επίσκοπος Θυατείρων, πάλι Μικρασία. Κι ο Πάπυλος ήταν διάκος του. Τους εκάλεσε ο τύραννος, για να μην αργώ, και τους είπε ν' αλλάξουν. Κι εκείνοι επέμειναν. Κι εκείνος τι κάνει, τότε, ο τύραννος; Πάει στους δημίους, κι αφού τους ταλαιπώρησαν αμέτρητα τους κρέμασαν ζωντανούς. Και βλέποντας ο άγιος Άγαθόδωρος, ήταν διακονητής, υπηρέτης, των αγίων Κάρπου και Παπύλου, φώναξε κι αυτός μέσα, την ώρα εκείνη: «Κι εγώ είμαι χριστιανός.» Τον βουτάνε, λοιπόν, οι δήμιοι, αφήνοντας τους άλλους να κρέμονται, και τον έκαμαν του άλατιού. Τον κρέμασαν κι αυτόν και τον κτυπούσαν με ραβδιά και μ' ο,τι άλλο είχαν. Κι ο άγιος Άγαθόδωρος σε λίγο έφυγε για τον ουρανό. Την ώρα εκείνη, καθώς άνοιξαν τα ουράνια, να δε-χθούν τον δοϋλο του Θεού Άγαθόδωρο, τον μάρτυρα, ο άγιος Κάρπος, επάνω στο ξύλο κρεμάςμένος, γέλασε. και του λέει ο τύραννος: «Κάρπε, γιατί γελάς;« «Γελάω», λέει, «γιατί βλέπω τη δόξα του Θεού.» Τη δόξα του Θεού! Κι αφου Δεν πέθαναν κρεμάςμένοι, τους ξεκρέμασαν ύστερα, τους βασάνισαν πάλι, τους έβαλαν στη φυλακή και τους ξανάβγαλαν, και τελικά τους έβαλαν σ' ένα καμίνι με φωτιά. Την ώρα εκείνη είχε πάει να ιδεί και η Αγαθονίκη, αδελφή του αγίου Παπύλου, του διακόνου, Το μαρτύριο. και καθώς τους είδε να 'ναι μέσα και να 'χουν στεφάνια στο κεφάλι, όρμησε κι αυτή στη φωτιά. «Κι εγώ είμαι χριστιανή. Κι εγώ θά πεθάνω για τον Χριστό μου. Κι εγώ θέλω στέφανον μαρτυρίου.» τι άνθρωποι ήταν αυτοί! Θείος έρως, που νικά κάθε ανθρώπινο έρωτα και κάθε ανθρώπινη δυσκολία και μηδαμινότητα. Καθώς εμπήκε κι εκείνη μέσα, οι άλλοι Δεν εκαίγοντο ούτε αυτή εκάη. Τί έγινε; Έβρεξε τόσο νερό, τέτοια βροχή, που έσβησε Το καμίνι. Οι άλλοι εξευτελίσθησαν. Είχε μαζευτεί, εν τω μεταξύ, ένα μέγα πλήθος. και χριστιανών και ειδωλολατρών. Οι είδωλολάτραι εξεκλειδώνοντο κι έλεγαν: «Μέγας ο Θεός των χριστιανών. Μέγα τ' όνομα του Ιησού Χριστού.» Κι οι άλλοι, ο τύραννος και οι λοιποί, Δεν ήξεραν τι να κάνουν. Και τι έκαναν; Απέκοψαν τις κεφαλές των αγίων Κάρπου, Παπύλου και Άγαθονίκης. Φόνω μαχαίρας άπέθανον και αυτοί.

14 Οκτωβρίου

Άγιος Ναζάριος, Άγιος Προτάσιος, Άγιος Γερβάσιος, Άγιος Κέλσιος

Πάμε, τώρα, στις 14 του μηνός Οκτωβρίου. Γιορτάζουν τέσσερεις μάρτυρες μεγάλοι. Ό Ναζάριος, ο Προτάσιος, ο Γερβάσιος και ο Κέλσιος. Λοιπόν. Έζησαν τον Ιο μ.Χ. αιώνα στη Ρώμη. Ησαν μαθηταί του αγίου αποστόλου Πέτρου, στα χρόνια του Νέρωνα. Κι αφου εκείνος, ο Νέρων, απότελείωσε μαρτυρικά τους πρωτοκορυφαίους αποστόλους Πέτρο και Παύλο, κηρύσσοντας διωγμό, στη συνέχεια Δεν άφησε κανένα χριστιανόν ήσυχον. Ο άγιος Ναζάριος, μιμούμενος τον απόστολο Πέτρο, εβγήκε σ' όλη την Ιταλία και εκήρυξε. Έφτασε και στο Μιλάνο, στα Μεδιόλανα, κι εκεί βρήκε στη φυλακή τον άγιο Προτάσιο και τον άγιο Γερβάσιο. τους εστήριξε, τους βοήθησε και ύστερα συνέχισε την περιοδεία του. Σε μια πόλη ενθουσιάστηκε τόσο πολύ άπ' Το κήρυγμα του ένα τρίχρονο αγοράκι. Ό Κέλσιος. Τόσο πολύ ενθουσιαστή- κε, που λέει, «Εγώ θά πάω κοντά με τον παππούλη.» «Βρε, κάτσε κάτω. Έλα στους γονείς σου.» «Όχι.» Η Θεία Χάρις τον ήλκυσε. Τριών χρονών. Όπως ο άγιος Κήρυκος με την Ίουλίτα, την αγία μητέρα του, οι μάρτυρες. «Όχι.» Και τι έκανε; Πήγε από κοντά. Και γύρισαν με τον παππούλη χώρες και χωριά. Τι φυλακή τους έβαλαν, τι το 'να, τι στη φωτιά τους έριξαν, τι να σας λέω. Τίποτα. Και γύρισαν ξανά στο Μιλάνο. —Η Σκάλα του Μιλάνου— Λοιπόν. Και βρήκαν πάλι τους αγίους Προτάσιο και Γερβάσιο να είναι στη φυλακή. Πόσες ψυχές στη φυλακή; Πόση υπομονή έκαναν; τι μαρτύριο είναι αυτό και πόσες ψυχές και σήμέρα δεν είναι αδίκως στάς φύλακας; αλλά κι αυτοί που 'ναι δικαίως ειν' ο Χριστός δεμένος. Γι' αυτό μας λέει, «ήμουνα στη φυλακή και ήλθατε και με είδατε και με ηύρατε.» Κι αυτός που 'ναι δικαίως πονάει περισσότερο, γιατί έχει την συνείδηση που τον τύπτει. Και είναι σε πιο δύσκολη θέση. Ας τους ενθυμούμεθα κι ας έρχόμεθα, λιγάκι, και στη θέση τους. Κι ας νοιώθουμε με τους δεδεμένους ως συνδεδεμένοι, λέει ο απόστολος Παύλος. Κι ένας που σκεφτότανε τόσο πολύ τους φυλακισμένους ένοιωθε στα χέρια του πόνους. Ήταν άπ' τις αλυσίδες των φυλακισμένων. Τόσο πολύ τους αίσθάνθη και τόσο πολύ τους ένοιωσε.

αλλά τον συνέλαβαν εκει τον Ναζάριο μαζί με τον Κέλσιο, τους έστειλαν στη Ρώμη και ύστερα τους ξανάστειλαν στα Μεδιόλανα, έβγαλαν και τους άλλους από τη φυλακή, κι άφού δεν μπορούσαν να τους αλλάξουν, τι άλλο να κάνουν; τους πήραν τα κεφάλια. Κι αυτοί φόνω μαχαίρας άπέθανον. Ναζάριος, Προτάσιος, Γερβάσιος κι ο μικρούλης ο Κέλσιος. Ε, τι τυχερός ήτανε, Βασιλάκη! Ό μικρούλης ο Κέλσιος! Τι ωραίο! Κι έτσι έφυγαν για τον ουρανό.

Άγιος Κοσμας ο Μελωδός

Στις 14 του ιδίου μηνός γιορτάζει κι ο άγιος Κοσμας ο Μελωδός, επίσκοπος Μαϊουμά, της αρχαίας 'Ανθηδόνος, εκεί στα Ιεροσόλυμα, κοντά στη Γάζα. Ήταν παραθαλάσσιο μέρος. Μαϊουμάς, σημαίνει θάλασσα, νερό. Έζησε τον 8ο αιώνα, έμεινε ορφανός, πολύ μικρός, τον πήρε ο πατέρας του αγίου Ιωάννου του Δαμάσκηνου, κι είχαν κοινό δάσκαλο ένα Κοσμά, αιχμάλωτο από τη Σικελία, έμαθαν τα γράμματα του θεού, τα γράμματα των ανθρώπων, πήγαν στη μονή του αγίου Σάββα, ο Κοσμας κι ο Ιωάννης ο Δαμασκηνός, κι έγιναν μοναχοί, στη συνέχεια ο Ιωάννης έγινε πρεσβύτερος και τον Κοσμά τον παρεκάλεσε ή Ιερά Σύνοδος των Ιεροσολύμων και τον έκανε μητροπολίτη της έξονομασθείσης μητροπόλέως, δηλαδή Μαϊουμά. Και έζησε και ποίμανε το ποίμνιο του, τα λέει λιτά, πολύ λιτά, το Συναξάριο, και ύστερα άνεπαύθη εν Κυρίω. Είναι κι αυτός μέγας μελωδός της Εκκλησίας μας. Από τους πρώτους και τους λίγους και τους μεγάλους. Έχομε μιλήσει παλαιότερα, ολόκληρη ομιλία, μόνο για τον άγιο Κοσμά τον Μελωδό. Ας έχουμε κι εκείνου την ευχούλα, αλλά πρέπει να φύγουμε, γιατί πάει μισή ώρα.

15 Οκτωβρίου

Άγιος Λουκιανός

Πάμε στις 15 Οκτωβρίου, πάντοτε, γιορτάζει ο άγιος ιερομάρτυς Λουκιανός, πρεσβύτερος της Αντιοχείας, της μεγάλης, της Εκκλησίας της Αντιοχείας της μεγάλης, που 'ναι στήν Συρία, και την είχε ο Ιουστινιανός ονομάσει και Θεούπολη. Πόλη του Θεού. Γιατί εγίνοντο σεισμοί, που λέει, «Θεούλη μου, στήν αφιερώνω, να την προστατεύεις». Τά γράφει ο Θεοφάνης στη Χρονογραφία του. Θά 'χουμε τη χαρά σε λίγο να τα διαβάσομε και να ωφεληθούμε και από τα μεν και από τα δε, και από τα λυπηρά κι από τα χαρμόσυνα. Χαρμολύπη είναι ή πορεία της Εκκλησίας μας σ' αυτό τον πονεμένο κόσμο. Έμεινε κι αυτός ορφανός. Δώδεκα χρονών παιδάκι. αλλά για την Εκκλησία δεν υπάρχουν ορφανά ούτε χήρες. Γιατί λέει, «ορφανόν και χήραν αναλήφεται.» Θ' αναλάβει ο Κύριος και τον ορφανόν και την χήραν. Έτσι ανέλαβε και τον ορφανό Λουκιανό. Τον πήραν εκει οι πατέρες, στα δώδεκα χρόνια που ορφάνεψε, εμοίρασε τη μεγάλη περιουσία του στους φτωχούς, στα ιδρύματα τα διάφορα, κι εκείνος έμεινε ελεύθερος άπ' αυτό τον πειρασμό του πλούτου, δεν είναι κακό ο πλούτος. Η κακή χρήση του είναι κακό. Η καλή χρήση του είναι ουράνιο. Και μακάρι να μας φωτίζει ο Θεός σωστά. Έμαθε πολλά γράμματα, ίδρυσε και τη Θεολογική Σχολή της Αντιοχείας, που έξη-γούσε τις Γραφές, με τη Γραμματική. με τη μέθοδο την ίστορικογραμματική, όπως τη λένε. Έγινε και πρεσβύτερος, και πρόσφερε πολλά στήν Εκκλησία. Ήταν ένα αστέρι λαμπερό. Λουκιανός, από το Λουκάς, από το lux, σημαίνει φωτεινός. Ήταν, λοιπόν, φωτεινός, όνομα και πράγμα. Χρειάστηκε όμως, να μεταβεί στη Νικομήδεια της Μικράς Ασίας, κοντά στήν Κωνσταντινούπολη. εκει πήγε, σαν μια φλόγα πυρός, το ολοφώτεινο αστέρι της Εκκλησίας της Αντιοχείας, για να βοηθήσει χριστιανούς οι οποίοι κινδύνευαν να άρνηθούν την πίστη, ένεκα των διωγμών και των δοκιμασιών. δεν είναι εύκολο πράγμα. Αναφέρουν οι ιστορικοί ότι στα χρόνια των διωγμών και μάλιστα στα τελευταία χρόνια των διωγμών, από τους δέκα που οδηγούντο στο μαρτύριο οι εννέα εξέπιπτον. Αρνιόντουσαν τον Κύριο. Κι ο ένας μόνο απέβαινε μάρτυς. Σήμέρα τα βλέπουμε ιδανικά και ειδυλλιακά αυτά αλλά δεν είναι καθόλου εύκολο. Είναι δύσκολο. Γι' αυτό και έτρεξε ο άγιος Λουκιανός στη Νικομήδεια. Διέ-τρεξε ολη τη Μικρά Ασία, δηλαδή. Και πήγε εκει και με αγάπη και με χάρη Θεού στήριξε τους χριστιανούς. Έγινε αλείπτης των μαρτύρων. Προπονητής, έ; τι ωραία. Κι εκείνοι οδηγήθηκαν στο μαρτύριο και απέθαναν μαρτυρικά. για του Χριστού την πίστη την αγία. Και ο Λουκιανός εκει έφτασε σε μεγάλη δόξα. Αφού μπορούσε, λέει το Συναξάριο, να περνάει μέσα από την πόλη και να φαίνεται μόνο σ' όσους αυτός ήθελε. Στους άλλους ήτανε αόρατος.

Αυτό ποιος το 'κανε; Μόνο ο Χριστός. Πού 'χε πάει στη Ναζαρέτ και πήγαν να τον κρεμμάσουνε κι αοράτως τους έφυγε χωρίς να καταλάβουν.

Τό 'μαθε, λοιπόν, ο Μαξιμιανός ή κατ' άλλους ο Μαξιμίνος, τέλη του 3ου αιώνος, αρχές του 4ου. —Από την Ίωση, έχω μαρτυρήσει αυτές τις μέρες. Καταλαβαίνω τι τραβάν και οι άλλοι. Η απόρρύθμιση του ζαχάρου και ολα τ' άλλα βάσανα, τέλος πάντων— Και τι του λένε του αυτοκράτορα; «Μήν τον καλέσεις αυτόν και σε βλέπει και τον βλέπεις. Γιατί κινδυνεύεις να πάθεις ένα πράγμα.» «Τί να πάθω;» «Άμα τον δεις που λάμπει και ελκύει, μπορείς να γίνεις χριστιανός, χωρίς να το καταλάβεις». Ήταν κωμικοτραγικό να βλέπουνε, παλιά, οι χριστιανοί κι άμα ήταν αιρετικοί γινόντουσαν ορθόδοξοι. Κι άμα ήταν άπιστοι γινόντουσαν πιστοί. Κι άμα ήταν μελαγχολικοί, γινόντουσαν χαρούμενοι, λέει το Συναξάρι του αγίου Νικολάου. Θά τα πούμε κι αυτά, στήν ώρα τους. «Ωραία. Τότε», λέει, «να μιλήσω μέσα από παραβάν.» Γι' αυτό κρύφτηκε ο αυτοκράτορας πίσω από ένα αυτό και μιλάγανε. Πώς το κάνουν οι κα-θολικοί, τώρα, που εξομολογούν οι παπάδες. Κρύβονται. Λοιπόν. Άλλο αυτό. Λοιπόν. αλλά κατάλαβε ο Μαξιμιανός ή Μαξιμίνος ότι δεν παίζει αυτός. Αυτός; δεν παίζει αυτός. Αυτός είναι μέγας. Και τι να κάνει; Τού 'πε ν' αλλάξει. «Εγώ ν' αλλάξω; 'Εσύ ν' αλλάξεις», του λέει. «Γιά κοίτα με.» Πού να τον δει. Κοίταζε κάτω ο άλλος. Πού να τον δει. Πού να τον δεί. Τό πρόσωπο είναι σπαθί, που λέει ο λαός μας. Και τότε τον υπέβαλε σε μαρτύρια και δεινά, —μας έφυγε η ώρα— και τι δεν του έκανε, και στο τέλος του έδεσε ένα πολύ μεγάλο λιθάρι στον λαιμό και τον πέταξε στη θάλασσα. Μάλλον, τον έριξε στη θάλασσα χωρίς λιθάρι, κι ένα δελφίνι ήλθε και τον έβγαλε στη στεριά. Τά ζώα, λοιπόν, είναι με τους αγίους. Γι 'αύτό τα 'φτειαξε ο Θεός. Γιά τον άνθρωπο. Και μάλιστα τον εν Χριστώ άνθρωπο. Και τον πήραν οι χριστιανοί, τον έθαψαν σ' ένα επίσημο μέρος, κι όταν ήλθε ή θρησκευτική ελευθερία, επί αγίου Κωνσταντίνου και αγίας Ελένης, ή αγία Ελένη πήγε στη Νικομήδεια, πήγε στον τάφο του, και του έφτειαξε τι; Ένα πανέμορφο ναό. Λουκιανός. Ποιος τον ξέρει; Κι όχι μόνο αυτό. Έκανε και την έκδοση όλης της Αγίας Γραφής. Έκανε, θά λέγαμε, κριτική και επιστημονική έκδοση. Κάθε σελίδα είχε τρεις στήλες. που έκαμε κριτική έκδοση. Επιστημονική έκδοση. Κι αυτό έχει ή ορθόδοξη Εκκλησία μας. Τον Λουκιανό. Τήν ευχή του να 'χουμε!

16 Οκτωβρίου

Άγιος Λογγίνος

Πάμε 16 του μηνός, γιατί έφυγε ή ώρα και πρέπει να τελειώσουμε. Δεκαέξι Οκτωβρίου. Θά πάμε στα χρόνια του Χριστού μας. Και μάλιστα κατά τα Άγια Πάθη και την Αγία Του Ανάσταση. Γιορτάζει ο άγιος Λογγίνος, ο έκατόνταρχος, ο έπί του Σταυρού και οι δύο μάρτυρες στρατιώτες του. Τότε, όταν ο Χριστός μας ήταν στο μαρτύριο, ο Πιλάτος, ο Πόντιος Πιλάτος, ο διοικητής της Ιουδαίας, διέταξε τον έκατόνταρχο, έκατόνταρχος είναι αυτός ο αξιωματικός που έχει εκατόν στρατιώτες, ύπό τάς διαταγάς του, να είναι εκει. για να υπηρετήσει στρατιωτικά τις βουλές του Πιλάτου και τις απόφάσεις. Κι ήταν, λοιπόν, στον Σταυρό του Ιησού ο Λογγίνος. Μακρουλής σημαίνει Λογγίνος. Λόγγος είναι ο μακρός. Λογγΐνος, λιγότερο μακρός. Λοιπόν. Κι έβλεπε, λοιπόν, κατά τη σταύρωση του Χριστού, τον σεισμό και τα γενόμένα. Και έφοβήθη. Ήταν καλή ψυχή. Κατηγορούμε, κάποτέ, τους στρατιωτικούς, τους αστυνομικούς. είναι μερικοί που είναι διαμάντια. Και καλύτεροι από μάς. Δέν ξέρομε τι είν' ο άλλος. Γι' αυτό καλό είναι να μήν κατηγορούμε κανένα. «Μη κρίνετε, ίνα μη κριθείτε», που είπε ο Χριστός. Και τότε φώναξε ο Λογγίνος: Αληθώς Θεού υιός ην ούτος.» Είδε και τα μνή-ματα ν' ανοίγουν και τους πεθαμένους να βγαίνουν και να έρχονται στήν πόλη, τα ξεχνάμε αυτά. Υπάρχει κι ή ανάσταση των νεκρών. Και ήταν και επικεφαλής του τάγματος των στρατιωτών, που απότέλεσαν τη φρουρά του Παναγίου Τάφου. την κουστωδία. Κι όταν άναστήθη ο Χριστός, συνετρίβη περισσότερο και συγκινήθηκε ο Λογγίνος. τους κάλεσε ο Πιλάτος και οι Ιουδαίοι, τους πλήρωσαν, —τι κάνουν τα έρημα τα λεφτά!— να πούνε πώς ο Χριστός δεν αναστήθηκε, αλλά ήλθαν οι μα-θηταί του, καθώς έκοιμόμαστε. «Άφού κοιμό-σαστε, πού τους είδατε;» να το ψέμα. Νά το λογικό κενό. Περιπίπτει σε αντιφάσεις αυτός που λέει ψέματα. Και φανερώνονται. Απόκαλύπτεται. Ό Λογγίνος αρνήθηκε να πάρει χρήματα και να πει ψέματα. Λέει: «Όχι, αναστήθηκε ο Κύριος! Εγώ δεν θέλω χρήματα και τίποτέ.» Και τότε έχασε τη θέση του. Και πήγε στήν Καππαδοκία, ξέχασα να πώ ότι ήταν άπό 'κεΤ, τι έχει βγάλει αυτή ή Καππαδοκία, με δύο στρατιώτες που τον ακολούθησαν, και τι έκανε εκει; Έκήρυττε τον Χριστό. Τον Έσταυρωμένιο και Αναστημένο. το 'μαθαν οι ΊουδαΤοι και μά-νιασαν. Έστειλαν επιστολή στον αυτοκράτορα Τιβέριο, 14 έως 37 μ.Χ., κι ο Τιβέριος, μέσω του Πιλάτου, έστειλε δημίους και απόκεφάλισαν τον Λογγίνο και τους δύο στρατιώτες κι έφεραν και την κεφαλή τού Λογγίνου, να την δουν οι ΊουδαΤοι να πεισθούν και να πάρει ο Πιλάτος τα λεφτά που του είχαν τάξει. Στο τέλος τα λεφτά γίνονται κρεμάλα. είχε κακό τέλος ο Πιλάτος, αλλά δεν είναι της παρούσης ώρας αυτό. Πήρε το κεφάλι του, την αγία κεφαλή, και πήγε και διέταξε και την έθαψαν στις κοπριές, κοντά στον Γολγοθά, όπως έθαψαν και τους Σταυρούς. Λίγο αργότερα, μια γυναίκα, στήν Καππαδοκία, τυφλώθηκε. Και τότε λέει του γυιού της: «Πάρε με, παιδάκι μου, και πήγαινε με στους Αγίους Τόπους, που 'ταν ο Χριστός, που έκαμε θαύματα, να θεραπεύσει και μένα». Και καθώς έφθασαν εκει, πέθανε ο γυιός της. Και στενοχωριόταν. Όύτε ματάκια έχω ούτε το γυιό μου έχω.» Πού θά πάει ή κακομοίρα; Και βλέπει στον ύπνο της τον άγιο Λογγίνο και της λέγει: «Θά πάς να σκάψεις στο τάδε σημείο και θά βρεις την κεφαλή μου. Και θά γίνεις καλά». Κείνη το 'πε τ' όνειρο, την πήγαν εκει, στο μέρος, ακριβώς, που τους περιέγραψε, κι άρχισε να σκάβει, σκορπίζοντας με τα χεράκια της. Κι έβγαλε την κεφαλή του αγίου και καθώς την ασπάσθηκε άνοιξαν τα μάτια της. «Και θά δεις», λέει, «και το παιδί σου, πού είναι.» Και είδε στον ουρανό το παιδί της να κάθεται μαζί με τον άγιο Λογγίνο στον Παράδεισο. «Μνήσθητι μου, Κύριε, εν τη βασιλεία σου.» Και ύστερα πήρε την αγία κεφαλή και το λείψανο του παιδιού της, τα 'βαλε μαζί, έτσι την διέταξε ο άγιος Λογγίνος, πήγε στήν Καισαρεία, έφτειαξαν ναό εκει, κι είχαν ένα θαυματουργό άγιο, είχε ένα προστάτη άγιο, όσο ζούσε, και την παρηγορούσε, τον άγιο Λογγίνο. αλλά και πολλοί άλλοι. Αυτός είν' ο άγιος Λογγίνος.

17 Οκτωβρίου

Προφήτης Ώσηέ

Πάμε, τώρα, στις 17 του μηνός Οκτωβρίου, και τελειώνουμε, γιορτάζει ο προφήτης Ώσηέ. Ώσηέ, σημαίνει σωτηρία. Έζησε πριν τον Ησαΐα κάποια χρόνια, ήλεγχε τους Ιουδαίους, για τις ανομίες των, και συνάμα τους παρηγορούσε και τους προέλεγε, τι άλλο; Τον ερχομό του Σωτήρος Χριστού. τους μιλούσε πώς θά έλθει στη γή και ως τέλειος άνθρωπος και ώς τέλειος Θεάνθρωπος και θά σάς φερθεί με τόση στοργή και καλοσύνη και αγάπη. Μιλούσε συνέχεια για την αγάπη του Θεού. για την καλοσύνη του Κυρίου. Και είναι, κατά τους έρμηνευτάς, ο Ώσηέ, τι είναι; Ό άγιος Ιωάννης ο Θεολόγος της Παλαιάς Διαθήκης.

Άγιος Ανδρέας ο έν Κρίσει

δεν έχω χρόνο, δμως, και φεύγουμε, εορτάζει την ίδια μέρα ο άγιος δσιομάρτυς Ανδρέας ο έν Κρίσει. Στά πρώτα χρόνια της Πρώτης Εικονομαχίας. 8ος αιώνας. Ήταν παλληκάρι της νήσου Κρήτης, της ήρωοτόκου και άγιοτόκου, έγινε μοναχός, κι ήταν αντρειωμένος και τότε μάθαινε για τη θραύση που 'γινε στήν Κωνσταντινούπολη και στα πέριξ με την Εικονομαχία και πήγε εκει να στηρίξει τους χριστιανούς. Είχε τόσο ζήλο, τόση αγάπη, τόση ομορφιά. Κι έφθασε εκει, κι ομιλούσε στήν πλατεία. Μαζεύτηκαν πολλοί. Ό λόγος του ήταν θεϊκός. Ήταν προφητικός. Ήταν χαρισματικός. Συγκινούσε. Αφύπνιζε. Στήριζε. Κι έκανε γενναίους τους χριστιανούς. Τό 'μαθε ο αυτοκράτορας Κωνσταντίνος ο Ε', ο Ισαυρος, είμαστε και στήν οδό Ισαύρων, εδώ, κατά τα άλλα ικανός αυτοκράτωρ, αλλά έμπλεξε με την Εικονομαχία κι έκανε πολλά λάθη και πολλά κακά. Διέταξε και τον συνέλαβαν, και οι εικονομάχοι, ο εικονομαχικός όχλος, έπεσε πάνω του και τον κτυπούσαν τόσο πολύ, που σχεδόν τον απότελείωσαν. Κι ο αυτοκράτορας λέει, Αφήστε τον τώρα». Και στη συνέχεια εκείνος σηκώθηκε και κήρυττε. Τον κτύπησαν ξανά, μ' ολα τα μέσα. Τον έβαλαν στη φυλακή, μήπως αλλάξει. Τίποτα. Τον ξανάβγαλαν, τίποτα. Εκείνος επέμενε. Εκείνος εκήρυττε. Και τότε λέει στο βασιλιά: «Άν πατήσει κάποιος την εικόνα σου, που 'ναι στο νόμισμα, τον τιμωρείς. Εσύ πατάς τις εικόνες του Θεού. Θά σ' αφήσει έτσι ο Κύριος;» Κι ο άλλος έμεινε και τον κοίταζε. αλλά ήταν πωρωμένος και διέταξε να τον φονεύσουν. Και τον εφόνευσαν. Και τον πέταξαν στο μέρος που πετούσαν τους κακούργους. Αρκετές μέρες. Και τότε δώδεκα δαιμονισμένοι από την Κωνσταντινούπολη, σαν κάποιος να τους οδήγησε, έτρεξαν ολοι μαζί εκει που 'ταν πεταμένο το λείψανο. Τό βρήκαν και καθώς το ασπάσθηκαν, έφυγαν τα δαιμόνια. Έγιναν καλά και πήγαν κι έθαψαν τον άγιο σ' ένα σεβάσμιο τόπο, που ονομάζεται Κρίσις. Γι' αυτό και ονομάζεται Ανδρέας ο έν Κρίσει. Έδώ, δμως, πρέπει να σταματήσω. Όμορφη ήταν αυτή η περιδιάβαση στους αγίους. Θά συνεχίσουμε, πρώτα ο Θεός, αν ύπάρχομε, την άλλη Τετάρτη, για τους υπόλοιπους αγίους άπό 18 μέχρι 24.

Έξεφωνήθη την 10η Οκτωβρίου 2007

Τέλος

Για την αντιγραφή: Παναγιώτης Κακάμπουρας

Last modified on Friday, 25 October 2013 16:44
Login to post comments

Αγιολογιο

Αγιον Ορος

Αγιοι της Λεσβου

©2005-2016 Zoiforos.gr || Σχεδίαση - Ανάπτυξη Lweb.GR

Login or Register

Register

User Registration
or Cancel