Ζωηφόρος

Η Κυριακή Προσευχή, του π. Γεωργίου Αλεντά,

Η Κυριακή Προσευχή

του π. Γεωργίου Αλεντά

Αρχ. επιτρόπου Πολιχνίτου Λέσβου

Εκπαιδευτικού

Σύντομη ερμηνεία της Κυριακής Προσευχής

«ΠΑΤΕΡ ΗΜΩΝ Ο ΕΝ ΤΟΙΣ ΟΥΡΑΝΟΙΣ»

30- 7 -2006

Στις επόμενες ομιλίες,  αδελφοί μου, θα προσπαθήσουμε να αναλύσουμε με συντομία την “Κυριακή προσευχή”, που μας είναι περισσότερο  γνωστή ως “Πάτερ ημών”. Την πλέον γνωστή και αγαπητή προσευχή μικρών και μεγάλων. Λέγεται “Κυριακή προσευχή”, γιατί την δίδαξε ο Χριστός και γι’ αυτό η Εκκλησία την ενέταξε σ’ όλες της τις ακολουθίες. Κάθε μέρα, σε κάθε ιερά ακολουθία, πάντοτε ακούγεται στην εκκλησία η Κυριακή προσευχή.

Είναι γνωστόν ότι η προσευχή αυτή είναι ένα τμήμα της επί του όρους ομιλίας του Χριστού που είναι και ο Καταστατικός Χάρτης του Χριστιανισμού. Η Εκκλησία μας αγάπησε την προσευχή αυτή, επειδή ακριβώς την δίδαξε ο Χριστός και κυρίως, έχουμε εντολή από τον Ίδιο τον Χριστό να προσευχόμαστε με τα λόγια αυτά της προσευχής.

Θα προσπαθήσουμε λοιπόν στις επόμενες ομιλίες μας να κατανοήσουμε περισσότερο τη προσευχή αυτή, επειδή εμείς οι «ορθοδοξολογούντες», διαπράττουμε, ενσυνείδητα τις περισσότερες φορές, το θανάσιμο αμάρτημα, να λατρεύουμε το Θεό μόνο με τα χείλη και όχι με την καρδιά. Χωρίς λογική και χωρίς συνέπεια.

Κατ’ αρχάς πρέπει να τονίσουμε ότι κάθε προσευχή, κάθε αναφορά μας στο Θεό είναι:  α). Δοξολογία: Δοξολογούμε δηλαδή τη θεία μεγαλειότητα∙ «Δόξα Σοι τω δείξαντι το φως δόξα εν Υψίστοις Θεώ…, Υμνούμεν σε, ευλογούμεν Σε, δοξολογούμεν σε, ευχαριστούμεν σε, δια την μεγάλην σου δόξαν».  β). Ευχαριστία: Ευχαριστούμε το Θεό για τις άπειρες δωρεές Του σε μας. «Ευχαριστούμεν Σοι Χριστέ ο Θεός ότι ενέπλησας ημάς των επιγείων Σου αγαθών. Μη υστερήσεις ημάς και της επουρανίου Σου Βασιλείας», λέμε στην προσευχή μας μετά το φαγητό. γ). Αίτηση: Αίτηση αγαθών. Ζητάμε από το Θεό. Παρακαλούμε το Θεό για την άνωθεν βοήθεια, πράγμα που ισχύει στην περίπτωση της Κυριακής προσευχής.

Η πρώτη φράση της προσευχής είναι η επίκληση στον Θεό: “Πάτερ ημών ο εν τοις ουρανοίς”.  Δυο σημεία είναι απαραίτητο να παρατηρήσουμε εδώ..

Το πρώτο είναι η επίκληση “Πάτερ ημών”. Με την προσηγορία αυτή ο Θεός ονομάζεται Πατέρας και έτσι εκδηλώνουμε την βεβαιότητα και την πίστη ότι έχουμε πατέρα και δεν είμαστε ορφανοί. Και ο Θεός Πατέρας μας, θα μας ικανοποιήσει όλα τα αιτήματα της προσευχής, αν βέβαια έχουμε ακράδαντη πίστη σ’ Αυτόν, γιατί κανένας πατέρας δεν στερεί τα αγαθά του από τα παιδιά του, όταν του τα ζητήσουν. Αποκαλώντας τον Θεό Πατέρα ομολογούμε την κατά Χάρη υιοθεσία, ότι αξιωθήκαμε να είμαστε υιοί κατά Χάρη του Θεού και εκτός από όλα τα άλλα αγαθά που θα λάβουμε είναι ότι έχουμε αδελφική σχέση με τον Μονογενή Υιό του Θεού, και λαμβάνουμε την χορηγία του Αγίου Πνεύματος. Επομένως έχουμε κοινωνία με τον Τριαδικό Θεό.

Φυσικά, όταν αποκαλούμε τον Θεό Πατέρα σημαίνει ότι πρέπει να έχουμε μια πολιτεία - ζωή, ώστε να μη φανούμε ανάξιοι μιας τέτοιας μεγάλης προσφοράς και γι’ αυτό πρέπει να αγωνιζόμαστε για να ανταποκριθούμε σε αυτήν την ευγενική μας καταγωγή.

Επειδή η προσευχή γίνεται σε πληθυντικό αριθμό, αφού λέμε “Πάτερ ημών” γι’ αυτό με αυτήν την φράση δείχνουμε ότι έχουμε και άλλους αδελφούς, δεν είμαστε μόνοι μας πάνω στην γη, και δεν έχουμε μόνον εμείς Πατέρα τον Θεό. Δεν είμαστε μοναχοπαίδια. Έτσι, κυρίως μέσα στην Εκκλησία, υπάρχει η πνευματική συγγένεια μεταξύ όλων των ανθρώπων, ανεξάρτητα από τις ποικίλες διαιρέσεις, από πλευράς αξιωμάτων και υλικών αγαθών. Και επειδή υπάρχει αυτή η πνευματική συγγένεια, γι’ αυτό δεν μπορεί να βλάπτεται ο άνθρωπος από την γήινη συγγένεια και τις γήινες διαιρέσεις μεταξύ των ανθρώπων. Επομένως, στην πρώτη αυτή φράση της προσευχής στηρίζεται η ισότητα και η αδελφότητα μεταξύ των ανθρώπων.

Το δεύτερο σημείο είναι η φράση “ο εν τοις ουρανοίς”. Με αυτή την φράση δηλώνουμε ότι ο Πατέρας μας κατοικεί στους ουρανούς.

Το ότι ομολογούμε ότι ο Πατέρας μας κατοικεί στους ουρανούς δεν σημαίνει ότι πρέπει να περικλείσουμε τον Θεό στους ουρανούς, έτσι κι αλλιώς η λέξη ουρανός είναι μια σχετική έννοια αποκλειστικά για την ανθρώπινη πεπερασμένη διάνοια. Ο Θεός είναι ο «πανταχού παρών» και ο «τα πάντα πληρών».  Ουρανός δεν το διάστημα πέρα από την γη, αλλά η τεθεωμένη και αγιασμένη ζωή, η απηλλαγμένη από την αμαρτία, τα πάθη και τον θάνατο. Επίσης το «εν ουρανοίς», δείχνει τη μεγαλοσύνη του Θεού. Δεν μπορούμε να μην φανταστούμε το Θεό ψηλότερα από μας. Έξω και μακριά από τα γήινα. Τέλος την ώρα της προσευχής μας πρέπει να απομακρύνουμε τον νου μας από την γη και να τον προσηλώσουμε στον ουρανό. Η προσευχή πρέπει να γίνεται με συγκεντρωμένο τον νου, ώστε να έχουμε επικοινωνία με τον Θεό. Και με αυτόν τον τρόπο ο Χριστός μας έδειξε την πραγματική μας πατρίδα που είναι ο ουρανός, η ουράνια βασιλεία, η αιώνια δηλαδή μακαριότητα κοντά στο Θεό όπου και ο πατρικός μας οίκος.

 Εδώ στην γη, αγαπητοί Χριστιανοί, είμαστε ξένοι, πάροικοι και παρεπίδημοι, οπότε πρέπει να αισθανόμαστε ότι το πολίτευμά μας είναι στον ουρανό. Ποιός από μας δεν θα ήθελε να επιστρέψει στην Πατρίδα του από τον τόπο της εξορίας; Η πρώτη αυτή φράση της Κυριακής προσευχής ανυψώνει τον νου μας στον Πατέρα μας και μας προσανατολίζει στην πραγματική μας πατρίδα. Όμως οι περισσότεροι από μας που προσευχόμαστε μηχανικά, λέμε αυτήν την προσευχή, αλλά ζούμε ωσάν να είμαστε ορφανοί και ωσάν να θέλουμε να παραμείνουμε αθάνατοι σε αυτήν την γη, με τα θέλγητρά της, που είναι πρόσκαιρα ή ακόμη προσευχόμαστε ωσάν να είμαστε τα μοναχοπαίδια του Θεού. Αρχίζοντας λοιπόν, το «Πάτερ ημών», προσανατολίζουμε τον νου μας και τον κατευθύνουμε στην Πατρίδα μας. Επιθυμούμε και τον Πατέρα και την ουράνια Πατρίδα, αλλά και ζητάμε να αποκτήσουμε βαθυτάτη την αίσθηση της εν Χριστώ αδελφότητος και της πνευματικής μας συγγένειας με τους αγίους και τα άλλα μέλη της Εκκλησίας.

«ΑΓΙΑΣΘΗΤΩ ΤΟ  ΟΝΟΜΑ  ΣΟΥ»

24- 9 -2006

Ξεκινήσαμε, αγαπητοί Χριστιανοί, σε προηγούμενη Κυριακή,  να μιλάμε για την Κυριακή προσευχή και προσπαθούμε, όσο μπορούμε,  να μπούμε μέσα στα βαθειά νοήματα της, ώστε να πάψουμε κάποτε να λατρεύουμε το Θεό και να αναφερόμαστε σ’ Αυτόν μόνο με τα χείλη, η δε καρδιά μας να απέχει και να βρίσκεται πολύ μακριά. Είναι απαραίτητο να το κάνουμε αυτό, να αναφερόμαστε με την καρδιά μας στο Θεό, γιατί τις εξωτερικές, τις επιπόλαιες, τις προσευχές που γίνονται μόνο με το στόμα, τις συχένεται ο Θεός• μας το λέει αυτό η Αγία Γραφή.  

Αφού λοιπόν με την έναρξη της Κυριακής προσευχής αποκαλέσαμε τον Θεό Πατέρα μας που βρίσκεται στους ουρανούς, δηλαδή είναι κατά φύσιν άγιος, όπως είδαμε στην προηγούμενη ομιλία, ερχόμαστε τώρα με το πρώτο αίτημα να ζητήσουμε να αγιασθεί το όνομά Του. Λέμε: “αγιασθήτω το όνομά σου”.

Το όνομα του Θεού είναι η ενέργεια του Θεού. Είναι γνωστό από την Ορθόδοξη θεολογία ότι ο Θεός έχει ουσία και ενέργεια. Και τα κτιστά πράγματα έχουν ουσία και ενέργεια, ο ήλιος δηλαδή είναι ένα ουράνιο σώμα και εκπέμπει το φως του, η φωτιά είναι ένα αντικείμενο που καίγεται, αλλά εκπέμπει ενέργεια• θέρμανση και φωτισμό. Ο Θεός, όμως, ως άκτιστος έχει άκτιστη ουσία και άκτιστη ενέργεια και ως προς την ουσία Του ο Θεός είναι ανώνυμος και υπερώνυμος πέρα και πάνω από οποιοδήποτε όνομα, αλλά ως προς τις ενέργειές Του έχει πολλά ονόματα.

Κάθε φορά που ο Θεός αποκαλυπτόταν στους ανθρώπους φανέρωνε μια από τις ενέργειές Του, όπως την αγάπη, την ειρήνη, την δικαιοσύνη, την φιλανθρωπία. Και με αυτόν τον τρόπο είχε επί -κοινωνία με τους ανθρώπους. Γι’ αυτό και λέμε ότι τα ονόματα του Θεού είναι οι ενέργειές Του. Και κάθε φορά που μνημονεύει κανείς το όνομα του Θεού με κατάνυξη, ταπείνωση, μετάνοια, πίστη,  λαμβάνει γνώση και αίσθηση της ενεργείας του Θεού.

Όταν προσευχόμαστε “αγιασθήτω το όνομά σου”, δεν σημαίνει ότι δεν είναι άγιο το όνομα του Θεού και πρέπει εμείς να προσευχόμαστε για να αγιασθεί, αλλά αυτό το αίτημα έχει δύο έννοιες.

Η πρώτη έννοια του “αγιασθήτω” είναι το “δοξασθήτω” το όνομά Του και να δοξασθεί με την δική μας την ζωή. Όπως το όνομα του Θεού βλασφημείται με την δική μας την ζωή, τις πράξεις μας, τα λόγια μας, τα έργα μας έτσι και δοξάζεται, όταν τηρούμε το θέλημα Του  και ζούμε σύμφωνα με τις εντολές Του.

Η δεύτερη έννοια της αιτήσεως “αγιασθήτω το όνομά σου” που δεν είναι άσχετη και ανεξάρτητη από την προηγούμενη, είναι το “ποίησον ημάς αγίους”, ώστε και ο Θεός να δοξασθεί δια της δικής μας αγιασμένης ζωής.

Η αίτηση αυτή δείχνει ποιος είναι ο σκοπός του ανθρώπου και για ποιο λόγο ζει. Σκοπός του είναι να ενωθεί με τον Θεό και να γίνει άγιος κατά Χάριν και ενέργεια του Θεού. Ο Θεός είναι κατά φύσιν άγιος και οι άνθρωποι πρέπει να γίνουν κατά Χάριν άγιοι. Στην γλώσσα των Πατέρων της Εκκλησίας αυτό λέγεται θέωση και όσοι αγιάζονται με την μετοχή της Χάριτος του Θεού, λέγονται θεούμενοι. Το να γίνει κανείς άγιος - θεούμενος σημαίνει να μεταμορφώσει όλες τις ψυχικές και σωματικές του δυνάμεις, να έχη κέντρο της ζωής του τον Θεό.

Δυστυχώς οι πιο πολλοί από μας ενώ χρησιμοποιούμε αυτή τη προσευχή, δεν έχουμε τέτοιους υψηλούς στόχους. Περικλείουμε την χριστιανική μας ζωή και πολιτεία σε μερικούς καλούς τρόπους συμπεριφοράς, σε μερικά ήθη και έθιμα και μερικές θρησκευτικές παραδόσεις, προσευχόμαστε για επίγεια πράγματα, για τον εαυτό μας και μόνο και δεν μας ενδιαφέρει καθόλου ο διπλανός μας, μπαίνουμε και βγαίνουμε στην εκκλησία χωρίς καμιά συναίσθηση, χωρίς φόβο Θεού, περιορίζουμε τη πίστη στο άναμμα του κεριού και σ’ ένα τυπικό και μόνο σταυρό που κι αυτός τις πιο πολλές φορές δεν είναι σταυρός.  Αυτά όμως όχι μόνο δεν είναι καθόλου αρκετά, μα είναι και επικίνδυνα. Εφησυχάζουμε πως κάναμε το χρέος μας σαν Χριστιανοί, περιμένουμε ανταμοιβή από το Θεό γιατί του κάναμε τη χάρη να τον προσκυνήσουμε, λες και έχει την ανάγκη μας, και συνεχίζουμε τη ζωούλα μας.    Ακόμη προσπαθούμε να δικαιολογήσουμε τον εαυτό μας λέγοντας: “δεν είναι για μένα αυτή η ζωή της αγιότητος”, “θέλω να ζήσω τις χαρές αυτής της ζωής και να μη στερηθώ αυτά που μου προσφέρει η επίγεια ζωή”, “δεν είμαι άγιος για να μη θυμώνω”, δεν έκλεψα, δεν σκότωσα ,τι περισσότερα θέλει αό μένα ο Θεός; κλπ. Κι επειδή η ζωή μας δεν συντονίζεται με την αίτηση αυτή και δεν αγωνιζόμαστε να ζήσουμε σύμφωνα με το θέλημα του Θεού, γι’ αυτό η διαγωγή μας είναι αντιχριστιανική. Είμαστε γεμάτοι από πάθη και κακίες, μίση και εχθρότητες, και διαπράττουμε αδικίες και συκοφαντίες. Και γι’ αυτόν τον λόγο οι άλλοι άνθρωποι μας βλέπουν και δεν πιστεύουν στον Θεό, οπότε γινόμαστε αίτιοι να βλασφημήται το όνομα του Θεού στα έθνη.

Αδελφοί μου!

Συνήθως, όταν προσευχόμαστε στον Θεό Τον παρακαλούμε να μας δίνει υγεία, ευημερία, υλικά αγαθά, θέσεις, προκοπή κλπ. Και αυτό πρέπει να το κάνουμε. Αλλά προ παντός πρέπει να προσευχόμαστε στον Θεό να μας αγιάζει. Πρέπει όμως να γνωρίζουμε ότι αυτό δεν γίνεται ανεξάρτητα από την θέλησή μας. Δεν έρχεται με μαγικό τρόπο σε μας. Πρέπει μαζί με την προσευχή μας στο Θεό, πατέρα μας, να Του προσφέρουμε και την καρδιά μας. Έτσι θα δοξάζεται το όνομα του Θεού στον κόσμο και ο κόσμος θα μπορέσει να απολαύσει τις ενέργειες, τις δωρεές Του.   ΑΜΗΝ.

«ΕΛΘΕΤΩ Η ΒΑΣΙΛΕΙΑ ΣΟΥ»

1- 9 -2006

Το δεύτερο αίτημα της Κυριακής προσευχής, αγαπητοί Χριστιανοί, είναι το “ελθέτω η βασιλεία σου”. Δηλαδή παρακαλούμε τον Θεό για να έλθει η βασιλεία Του εδώ στη γη.

Έχουν γραφεί πολλά για το αίτημα αυτό, για το τι είναι η Βασιλεία του Θεού και πώς έρχεται στον άνθρωπο και τον κόσμο. Μερικές από αυτές τις ερμηνευτικές αναλύσεις θα προσπαθήσουμε να εκθέσουμε εδώ σύντομα.

Η μία ερμηνεία της ελεύσεως της Βασιλείας του Θεού είναι εσχατολογική. Ζητάμε, μας λένε οι πατέρες της Εκκλησίας, να έλθει η Δευτέρα Παρουσία του Χριστού γρήγορα. Να έλθει δηλαδή ο Χριστός για να κρίνει τους ανθρώπους, να έλθει η ημέρα εκείνη που θα αναστηθούν όλα τα σώματα των ανθρώπων και θα αρχίσει η κρίση τους. Αυτή η αίτηση με αυτό το περιεχόμενο είναι μια αίτηση ενός ευγνώμονος παιδιού, το οποίο δεν προσηλώνεται στα ορατά, αλλά σπεύδει προς τον Πατέρα και επιθυμεί τα μέλλοντα. Μια τέτοια αναζήτηση είναι καρπός της αγαθής συνειδήσεως και μιας ψυχής που έχει απαλλαγή από τα πράγματα της γης. Και μάλιστα, όπως ερμηνεύεται, εκείνος που έχει αυτήν την αγάπη για την έλευση της Βασιλείας του Θεού, δηλαδή της Δευτέρας Παρουσίας Του, ούτε φουσκώνει και υπερηφανεύεται για τα αγαθά αυτού του βίου, αλλά ούτε και εξουθενώνεται από τα λυπηρά αυτής της ζωής. Αισθάνεται ότι βρίσκεται στην εξορία, την ξενιτιά και αναμένει την επιστροφή στην πατρίδα του.

Οι πρώτοι Χριστιανοί, αλλά και όλοι οι πραγματικοί Χριστιανοί νοσταλγούν αυτήν την Βασιλεία, επιθυμούν την έλευση του Χριστού για να ενωθούν μαζί Του ωσάν σε γάμο, αφού τώρα αισθάνονται τον πνευματικό αρραβώνα μαζί Του. Αυτό βέβαια προϋποθέτει την εσωτερική τους καθαρότητα, και να μη ελέγχονται από την συνείδησή τους. Είναι χαρακτηριστικό ότι οι Απόστολοι στις επιστολές τους έγραφαν για το ότι είναι εγγύς η Βασιλεία του Θεού, δηλαδή ζούσαν εσχατολογικά. Και το βιβλίο της Αποκαλύψεως τελειώνει με την κραυγή: “έρχου, Κύριε Ιησού” (Αποκ. κβ΄ 20).

Η άλλη ερμηνεία του “ελθέτω η Βασιλεία σου” είναι, να έλθει η Χάρη του Θεού μέσα στην καρδιά μας. Ο Χριστός έλεγε: “η βασιλεία του Θεού εντός υμών εστίν” (Λουκ.1ζ΄ 21). Το “εντός ημών” δεν δηλώνει το ανάμεσά μας, αλλά μέσα στην καρδιά μας. Βέβαια, όσοι έχουν την Χάρη του Θεού μέσα στην καρδιά τους αισθάνονται και κοινωνία μεταξύ τους.

Η Βασιλεία του Θεού μέσα μας έρχεται όταν ανοίξουμε την καρδιά μας και δεχθούμε ποικιλοτρόπως την Χάρη του Θεού. Αυτό αρχίζει να γίνεται με την μετάνοια, οπότε η Χάρη του Θεού κατακαίει τα πάθη και την αισθανόμαστε ωσάν μια καυστική ενέργεια. Έπειτα, αυξάνεται αυτή η Χάρη με την εσωτερική ευφροσύνη και χαρά, όταν ο άνθρωπος θέλει συνεχώς να θυμάται το όνομα του Θεού και να προσεύχεται σε Αυτόν, οπότε ο νους του φωτίζεται, λάμπει. Και τέλος όταν ο άνθρωπος αξιωθεί από τον Θεό να Τον δη μέσα στο φως Του, τότε βλέπει την Βασιλεία του Θεού.

Μια τρίτη ερμηνεία, πιο «ανθρώπινη», θα μπορούσαμε να πούμε είναι η μεγάλη ανάγκη, η επιτακτική ανάγκη,  για τη Βασιλεία του Θεού, στη γη. Είναι αναγκαίο, είναι απαραίτητο να Βασιλεύσει ο Θεός στη γη. Να γεμίσουμε με τη χάρη Του, να επικρατήσει το θέλημα Του, να κυριαρχήσει ο νόμος Του.

Αντ’  αυτών βλέπουμε όλα τα άλλα, παρά το Θεό. Επικρατεί ο νόμος του διαβόλου παρά ο νόμος του Θεού. Τη γη μας από παράδεισο τη μετατρέψαμε σε κόλαση. Καταλύσαμε τη δικαιοσύνη, διαγράψαμε την αγάπη, διώξαμε απ’ τον πλανήτη μας την ειρήνη.   Κι όλα αυτά επειδή επιθυμούμε επίγειες βασιλείες, επίγειες εξουσίες και χαρές. Θέλουμε να στήσουμε την δική μας βασιλεία, θέλουμε τον εαυτό μας βασιλιά και όχι τη Βασιλεία του Χριστού.

Στην ζωή μας, αδελφοί μου, πρέπει να είμαστε αναζητητές της Βασιλείας του Θεού. Την έχουμε απόλυτη ανάγκη. Αυτή μας λείπει. Ο Θεός μας λείπει. Από Θεό υστερούμε. Όλα τα άλλα που καθημερινά επιζητούμε και που τα πιο πολλά από αυτά κατάντησαν όνειρο απατηλό, είναι απόρροια της έλλειψης του Θεού. Ο Θεός είναι αγάπη, μα δεν την έχουμε. Ο Θεός είναι ειρήνη μα δεν την έχουμε. Ο Θεός είναι χαρά μα δεν την έχουμε. Ο Θεός είναι ταπείνωση, είναι συγκατάβαση, είναι μακροθυμία, είναι υπομονή, μα τίποτα από αυτά δεν έχουμε. Που είναι λοιπόν ο Θεός; Μήπως στις οικονομικές συγκλίσεις και στις ΟΝΕ;  Μήπως στα χρηματιστήρια και στα Ευρώ; Μήπως στις λέσχες λήψης αποφάσεων για τον πλανήτη ολόκληρο και στις αυλές των πλανηταρχών; Δεν είναι εκεί ο Θεός.  Εκεί υπάρχουν υπογραμμένα συμβόλαια με το διάβολο και μόνο.

Λείπει λοιπόν ο Θεός. Λείπει η βασιλεία του, τον πετάμε μακριά μας, τον διώχνουμε από κοντά μας, όλο και πιο πολύ, ακόμα και νομοθετικά και με επίσημα κυβερνητικά χείλη τον διαγράφουμε απ’ τη ζωή μας. Να τη λοιπόν η κακομοιριά μας.

Λοιπόν αδελφοί μου!

Είναι ανάγκη, προσωπικά, ο καθένας μας, εμείς οι ίδιοι ν’ ανοίξουμε την καρδιά μας στην καθαρτική, φωτιστική και θεοποιό ενέργεια του Θεού. Να δεχτούμε τη Βασιλεία του Θεού. Τότε μόνο  θα μπορέσουμε να την απολαύσουμε και τώρα και ύστερα.  Στο παρόν αλλά κυρίως και στο μέλλον.

«ΓΕΝΗΘΗΤΩ  ΤΟ  ΘΕΛΗΜΑ  ΣΟΥ»

15- 10 -2006

Στο “Πάτερ ημών”, που μας δίδαξε ο Χριστός, προσευχόμαστε στον Θεό να γίνεται στην γη το θέλημά Του, όπως γίνεται και στον ουρανό. “Γενηθήτω το θέλημά σου ως εν ουρανώ και επί της γης”. Τρία σημεία μπορούμε να τονίσουμε σε αυτό το αίτημά μας προς τον Θεό σ’ αυτή την τέταρτη αναφορά μας στην Κυριακή προσευχή.

Το πρώτο είναι το θέλημα του Θεού. Η λέξη θέλημα προέρχεται από το ρήμα θέλω και δηλώνει αυτό που κάποιος θέλει και επιθυμεί. Στην προκειμένη περίπτωση θέλημα του Θεού είναι αυτό που θέλει ο Θεός, όχι βέβαια για τον εαυτό Του, αλλά για την δική μας σωτηρία. Ο άνθρωπος πλάστηκε από τον Θεό με σκοπό να φθάσει σε κοινωνία μαζί Του και να δοξάζεται μαζί με Αυτόν. Όμως με το να προσπαθεί ανέκαθεν να ικανοποιεί το δικό του θέλημα χάνει την ευκαιρία να συμμετάσχει στην δόξα του Θεού. Και πρέπει, ο άνθρωπος, να εφαρμόσει το θέλημα του Θεού για να φθάσει στον δοξασμό, την θέωση, την τελειότητα, την αγιότητα. Ο Απόστολος Παύλος θα γράψει: “Τούτο γαρ εστί θέλημα του Θεού, ο αγιασμός υμών” (Α΄ Θεσ. δ΄, 3).

Το θέλημα του Θεού αποκαλύφθηκε από τον Θεό δια των αγίων και των δικαίων της Παλαιάς Διαθήκης,  και των Προφητών, στην πληρότητά του όμως δια της ενανθρωπήσεως του Υιού και Λόγου του Θεού, ο Οποίος μας απεκάλυψε την οδό που πρέπει να ακολουθήσουμε για να σωθούμε. Ο Απόστολος Παύλος ήταν πεπεισμένος ότι ήταν Απόστολος “διά θελήματος Θεού” (Α΄ Κορ. α΄, 1). Ο ίδιος προτρέπει τους Χριστιανούς να δοκιμάζουν στην ζωή τους “ το θέλημα του Θεού, το αγαθόν και ευάρεστον και τέλειον” (Ρωμ. ιβ΄ 2).

Εδώ, όμως, βλέπουμε και μια άλλη αλήθεια. Με την παράκληση στον Θεό να μας βοηθήσει να κάνουμε το θέλημά Του, δηλώνεται ότι η αρετή δεν είναι επίτευγμα δικής μας επιθυμίας και σπουδής, αλλά και της θείας Χάριτος, αφού η Χάρη του Θεού ενεργεί και ο άνθρωπος ανταποκρίνεται στην ενέργεια του Θεού.

Το δεύτερο σημείο είναι το “ως εν ουρανώ”. Με την λέξη ουρανός εννοούνται οι άγγελοι του Θεού και ουσιαστικά με την προσευχή αυτή διδασκόμαστε να τηρούμε το θέλημα του Θεού, όπως το κάνουν οι άγγελοι στον ουρανό. Εκείνοι αφ’ ενός μεν δοξάζουν συνεχώς τον Θεό, αφ’ ετέρου δε υπακούουν στο θέλημα Του, δεν εκφράζουν ποτέ αντίρρηση, ζουν από τον Θεό και είναι υπηρετικά πνεύματα, χωρίς ποτέ να αισθάνονται κόπωση και κόρο. Επομένως, με αυτό το αίτημα ομολογούμε ότι θέλουμε να προσευχόμαστε και να τηρούμε τις εντολές του Θεού, στις οποίες εντολές εκφράζεται το θέλημα του Θεού.

Το τρίτο σημείο είναι το “επί της γης”. Αυτό σημαίνει ότι είναι πραγματοποιήσιμο το να ζούμε στην γη, όπως ζουν οι άγγελοι στον ουρανό και όπως θα ζήσουν οι άγιοι μετά την Δευτέρα Παρουσία του Χριστού. Άλλωστε δεν μας δίδαξε ο Χριστός να ζητούμε ακατόρθωτα πράγματα. Έτσι, τίποτε δεν μπορεί να μας εμποδίσει από του να ζούμε όπως και οι άγγελοι στον ουρανό. Το ότι υπάρχουν άγιοι που το πραγματοποίησαν αυτό στην ζωή τους, πριν την κοίμησή τους, γι’ αυτό και όπως ψάλλουμε στα τροπάρια έζησαν “αγγελικώς εν τω κόσμω”, αυτό δείχνει ότι μπορούμε όλοι μας, αν το θέλουμε, να το ζήσουμε από τώρα.

Επίσης, με την φράση αυτή “επί της γης” δηλώνεται ότι δεν πρέπει να φροντίζουμε μόνον να τηρούμε εμείς το θέλημα του Θεού, αλλά θα πρέπει να επιθυμούμε και να αγωνιζόμαστε για να επικρατήσει το θέλημα του Θεού σε όλα τα μέρη της γης. Πρέπει να ξεριζωθεί η πλάνη και να φυτευτεί η αλήθεια, να αποβληθεί η κακία και να έλθει η αρετή. Και με αυτόν τον τρόπο να μη διαφέρει η γη από τον ουρανό.

Το πρόβλημα είναι ότι, ενώ προσευχόμαστε με την δέηση αυτή να γίνει το θέλημα του Θεού, στην πράξη επιδιώκουμε να πραγματοποιούμε τα δικά μας θελήματα. Και πολλές φορές ενώ προσευχόμαστε με τα λόγια στον Θεό “γενηθήτω το θέλημά ΣΟΥ”, ουσιαστικά, με τις πράξεις μας, πολλές φορές και με τα λόγια μας, ζητούμε από Αυτόν το: “γενηθήτω το θέλημά ΜΟΥ”, δηλαδή επιδιώκουμε να πραγματοποιούμε τα θελήματα της σαρκός και των διανοιών μας (Εφ. β΄,3). Γι’ αυτό και δεν έχουμε γαλήνη, ηρεμία, χαρά και γι’ αυτό δεν μπορούμε να αγιασθούμε.

Δεν θάταν άσχημα, μας λέει ο ηγούμενος της Ι. Μονής Ιβήρων (Αγ. Όρους) π. Βασίλειος,  να πάμε τώρα για μια στιγμή και στη δικιά μας ζωή. Αγωνιζόμαστε στη ζωή μας, αρχίζουμε, έχουμε σχέδια, έχουμε προγράμματα, προχωράμε καλά, αλλά σε μια στιγμή μπορεί να περάσουμε δυσκολίες. Νομίζω ότι δεν υπάρχει άνθρωπος που να μην περάσει τη Γεθσημανή του. Και την ώρα που τα πάντα καταρρέουν, τότε μόνο τα πάντα ανασταίνονται, και τότε μόνο καταλαβαίνει κανείς αυτό που είπε ο Κυριος, ότι το να ποιώ το θέλημα του πέμψαντός με Πατρός και όχι το δικό μου, αυτό είναι που με τρέφει. Εκείνη τη στιγμή που τα πάντα καταστρέφονται και δεν υπάρχει καμμιά ελπίδα πουθενά και κανένα φως, και τα πάντα είναι σκεπασμένα με σκοτάδι, αν ο άνθρωπος πει - Θεέ μου, να γίνει το θέλημά σου, αμέσως παίρνει μια άλλη δύναμη, ανασταίνεται και προχωρεί παντοκρατορικά και σεμνά προς την οδό, προς τη διάβαση, προς το Πάσχα που είναι ο Χριστός, σε μια εξέλιξη που δεν σταματά ποτέ. Και τότε, εκ των υστέρων, θα ευχαριστεί κανείς το Θεο όχι για τις ευκολίες, αλλά για τις δυσκολίες της ζωής του και για τη Γεθσημανή του, η οποία τον ανάγκασε, μέσα στην εξάρθρωση του εαυτού του, να πει το λογισμό του ελεύθερα, να καταλήξει στο: "Θεε μου, να γίνει το δικό σου θέλημα".

Αγαπητοί Χριστιανοί!

Λέει ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος:  Ο Χριστός, βάζει τον καθένα μας υπεύθυνα για τη σωτηρία όλου του κόσμου. Δεν λέει, "Θεέ μου, να γίνει το θέλημά σου στη ζωή μου", αλλά να γίνει το θέλημά σου ως εν ουρανώ και επί της γης, να γίνει σ' ολόκληρη τη γη.

Πριν κάποια χρόνια, θυμάμαι μια γριούλα λέει: "Εγώ δεν ξέρω γράμματα και δεν ξέρω να κάνω καμιά προσευχή, μα ούτε το Πιστεύω μπορώ να πω ούτε το Πάτερ ημών. Γι' αυτό, το βράδυ όταν πέσω να κοιμηθώ, κάνω το σταυρό μου και παρακαλώ ο Θεός να ξημερώσει με το καλό όλον τον κόσμο". Με ρωτά, "Καλά κάνω;" Της λέω, "Καλά κάνεις".

Βλέπετε, η γριούλα είχε συλλάβει το μυστικό της ευχής αυτής• και επειδή ζούσε μέσα στην Εκκλησία, και επειδή είχε τη χάρη του Χριστού που κυκλοφορούσε μέσα στην ύπαρξή της αθόρυβα, όπως πάει ο χυμός της αμπέλου προς το κλήμα, γι' αυτό, χωρίς να ξέρει γράμματα, έκανε αυτό το αληθινό: παρακαλούσε ο Θεός να ξημερώσει με το καλό όλο τον κόσμο. Έτσι λοιπόν λέμε "ως εν ουρανώ και επί της γης".

«ΤΟΝ ΑΡΤΟΝ ΗΜΩΝ ΤΟΝ ΕΠΙΟΥΣΙΟΝ»

29- 10 -2006

Ο Χριστός, αγαπητοί μου αδελφοί, γνωρίζει ότι είμαστε άνθρωποι και το σώμα μας έχει ανάγκη υλικών τροφών. Και ο Ίδιος είχε σάρκα και έτρωγε, αν και στον Χριστό η πείνα και η δίψα δεν ενεργούσαν αναγκαστικά, αλλά εκούσια και θεληματικά. Όμως ο άνθρωπος έχει ανάγκη της υλικής τροφής και επομένως δεν συμβαίνει ό,τι με τους αγγέλους στον ουρανό που δεν έχουν σώμα και γι’ αυτό δεν τρέφονται υλικά. Έτσι, ενώ στο προηγούμενο αίτημα της Κυριακής προσευχής ο Χριστός έκανε λόγο για το ότι πρέπει να ζούμε σαν τους αγγέλους, έρχεται στην συνέχεια, με το άλλο αίτημα που θα ερμηνεύσουμε, να συγκαταβεί στην ασθένειά μας και να μας διδάξει ότι πρέπει να προσευχόμαστε στον Θεό Πατέρα μας και για τον καθημερινό μας άρτο. Ο άνθρωπος δεν είναι όμοιος κατά πάντα με τους αγγέλους, αφού έχει σώμα και πρέπει να τραφεί. Γι’ αυτό και μας δίδαξε να παρακαλούμε τον Θεό να μας δώσει τον καθημερινό άρτο.

Κατ’ αρχάς ο Χριστός κάνει λόγο για άρτο και όχι για χρήματα, τριφηλό βίο, πολυτελή ενδύματα και όλα εκείνα για τα οποία ενδιαφέρεται υπερβολικά ο άνθρωπος. Με αυτό το αίτημα μας διδάσκει να ζητούμε από τον Θεό τα απαραίτητα και να μη ενδιαφερόμαστε για την συσσώρευση πολλών υλικών αγαθών. Άλλωστε, αυτό το αποκλείει το γεγονός ότι η προσευχή μας γίνεται προς τον κοινό μας Πατέρα και αυτό σημαίνει ότι υπάρχουν και άλλα παιδιά του Πατρός και εμείς έχουμε και άλλους αδελφούς. Οπότε όλα τα παιδιά του Θεού έχουν τα ίδια δικαιώματα πάνω στην πατρική περιουσία και δεν είναι δυνατόν ο ένας να ενεργή σε βάρος των άλλων αδελφών.

Έπειτα, ο άρτος αυτός λέγεται “επιούσιος”, δηλαδή αναγκαίος για την σύσταση του σώματος, απαραίτητος για την ουσία της βιολογικής μας ζωής, “εφήμερος”, αφού είναι ο άρτος της ημέρας εκείνης, ο καθημερινός. Πράγματι, ο άρτος είναι απαραίτητος για την συντήρησή μας. Και το σπουδαίο είναι ότι ζητούμε από τον Θεό να μας τον δώσει, για πολλούς και διαφόρους λόγους. Ο ένας γιατί, όπως διδάσκουν οι άγιοι Πατέρες, μέσα στην κτίση και την γη υπάρχει η ενέργεια του Θεού, που συντελεί στην καρποφορία. Αν ο καιρός δεν είναι κατάλληλος, αν δεν βρέξει, αν δεν υπάρχουν τα αναγκαία συστατικά στην γη, δεν μπορεί να αυξηθεί και να καρποφορήσει ο σπόρος στην γη. Έπειτα, πρέπει να έχουμε και υγεία για να εργαζόμαστε προκειμένου να εξοικονομούμε τα απαραίτητα προς το ζην. Και, βεβαίως, μπορούμε να τραφούμε και να ζήσουμε όχι διότι τρώμε την υλική τροφή, αλλά γιατί η Χάρη του Θεού μας συντηρεί δια των τροφών. Απόδειξη του γεγονότος αυτού είναι ότι ο άνθρωπος όσο και αν τρώγει, αν έχει κάτι που τον “τρώγει” μέσα του, δεν μπορεί να έχει υγεία. Καθώς επίσης, σε έναν οργανισμό που είναι ετοιμοθάνατος, όποια τροφή και να του δώσει κανείς, δεν θα μπορέσει να τον διατηρήσει στην βιολογική ζωή.

Με το αίτημα αυτό ο Χριστός μας διδάσκει να αποβάλλουμε την πολλή και μεγάλη μέριμνα. Αυτήν την έννοια έχει το “σήμερον”. Ο Χριστιανός δεν πρέπει να ασχολείται μόνο με τα υλικά αγαθά , όπως έκανε ο άφρων πλούσιος, γιατί με τον τρόπο αυτόν δείχνει αφ’ ενός μεν ότι δεν έχει αγάπη στους αδελφούς του, αφ’ ετέρου δε δεν έχει εμπιστοσύνη στην Πρόνοια του Θεού, αλλά εμπιστεύεται υπερβολικά τον εαυτό του. Και αυτό στην πραγματικότητα είναι απιστία.

Κάνοντας λόγο για τον “επιούσιον άρτον” πρέπει να έχουμε υπ’ όψη μας ότι με την δέηση αυτή δεν αναφερόμαστε μόνον στον υλικό άρτο, αλλά και σε δύο άλλους πνευματικούς άρτους, ο ένας είναι ο λόγος του Θεού και ο άλλος είναι το Σώμα του Χριστού. Άλλωστε αυτοί οι δύο πνευματικοί άρτοι είναι εκείνοι που κατά κυριολεξία είναι “επιούσιοι”, δηλαδή συντελούν στην σύσταση της ουσίας μας.

Ο λόγος του Θεού είναι οι εντολές του Θεού, που πρέπει να τηρούμε στην καθημερινή μας ζωή και έτσι δια του τρόπου αυτού λαμβάνουμε την Χάρη του Θεού, που είναι κρυμμένη μέσα στις εντολές αυτές. Είναι γνωστή η απάντηση του Χριστού στον πρώτο πειρασμό που δέχθηκε στην έρημο, όταν μετά την πείνα, ο διάβολος του υπέδειξε να μεταβάλει τις πέτρες σε ψωμιά. Ο Χριστός απάντησε: “ουκ επ’ άρτω μόνω ζήσεται άνθρωπος, αλλ’ επί παντί ρήματι εκπορευομένω δια στόματος Θεού” (Ματθ. δ΄,4). Δηλαδή ο άνθρωπος δεν ζει μόνον με το ψωμί, αλλά με κάθε λόγο που βγαίνει από το στόμα του Θεού. Εάν για τα ανθρώπινα ισχύει η παροιμία “ο λόγος σου με χόρτασε και το φαΐ σου φάτο”, πολύ περισσότερο αυτό συμβαίνει με τον λόγο του Θεού που είναι η Χάρη του Θεού.

Ο άλλος πνευματικός άρτος είναι ο ευχαριστιακός Άρτος, το Σώμα και το Αίμα του Χριστού. Ο Ίδιος ο Χριστός απεκάλεσε τον Εαυτό Του άρτον που κατέβηκε από τον ουρανό : "Ἐγώ εἰμί ὁ ἄρτος ὁ ζῶν ὁ ἐκ τοῦ οὐρανοῦ καταβάς· ἐάν τίς φάγη ἐκ τούτου τοῦ ἄρτου, ζήσεται εἰς τόν αἰῶνα" (Ἰω. στ´ 51). Εγώ είμαι ο αληθινός άρτος, ο ζωντανός, που κατέβηκε από τον ουρανό· και αν κανείς φάει απ' αυτόν τον άρτο θα ζήσει και δεν πρόκειται να πεθάνει. Δηλ. παίρνει από τώρα μια δύναμη και μια χάρη, η οποία τον βοηθά να ξεπεράσει το θάνατο· ήδη από τώρα, ενώ βρίσκεται εν σαρκί, βρίσκεται μέσα στην αι ώνια ζωή.  (Ιωάν. στ΄ 41). Και το ότι η Εκκλησία καθόρισε να απαγγέλλουμε το “Πάτερ ημών” στην θεία Λειτουργία και μάλιστα λίγο πριν από την θεία Κοινωνία, αυτό σημαίνει: ότι το αίτημα αυτό αναφέρεται στον ουράνιο και πνευματικό άρτο που μας στηρίζει και μας αγιάζει και είναι το Σώμα και το Αίμα του Χριστού.

Γι’ αυτό, αδελφοί μου, κάθε φορά που πρόκειται να γευθούμε τον υλικό άρτο - το πρωί, το μεσημέρι, το βράδυ - δεν πρέπει να λησμονάμε το Θεό. Δεν πρέπει να ξεχνάμε Αυτόν που φρόντισε να έχουμε το φαγητό στο πιάτο μας. Και μην νομίσουμε ότι εμείς αποκλειστικά, οι δικές μας και μόνο δυνάμεις και φροντίδες έφεραν το φαγητό στο τραπέζι μας. Από μόνοι μας δεν καταφέρνουμε τίποτα. Όσο και να φροντίζουμε χωρίς τη θεία επέμβαση είμαστε ανήμποροι και ανάξιοι. Βλέπετε μια και μόνο παρατεταμμένη ανομβρία ή και μια λίγο έντονη βροχή αρκεί για να αφήσει χωρίς φαγητό τόσο και τόσο κόσμο. Εμείς βέβαια όχι μόνο έξω από το σπίτι μας, μην τυχόν και μας παρεξηγήσουν μη τυχόν και μας πουν καθυστερημένους και οπισθοδρομικούς αλλά και μέσα στο σπίτι μας μόνοι μας ξεχνάμε το θεό, δεν κινάμε το χέρι μας σε προσευχή δεν διδάσκουμε τα παιδιά μας να κάνουν το σταυρό τους πριν και μετά το φαγητό. 

 Ακόμη  και στον πνευματικό άρτο, όταν πρόκειται  να κοινωνήσουμε το Σώμα και το Αίμα του Χριστού, να ενωθούμε με το Χριστό, είναι απαραίτητη η προσευχή. Είναι αναγκαίο να αναφερόμαστε στο Θεό. Διαφορετικά αν βέβαια πιστεύουμε δεν κάνουμε τίποτα. Δεν κερδίζουμε τίποτα παρά μόνο αμαρτίες.

 Να απαγγέλλουμε, λοιπόν αδελφοί μου, με κατάνυξη και προσοχή την Κυριακή προσευχή, σε κάθε στιγμή της ζωής μας, κάθε μέρα, πολλές φορές, και ιδίως να στεκόμαστε στο αίτημα αυτό που σχολιάσαμε σήμερα και να μάθουμε να αναθέτουμε τις ανάγκες μας στα χέρια του θεού. Να  ζητούμε τον πνευματικό άρτο, τον Ίδιο τον Χριστό, που θα ικανοποιήσει πρωτίστως την πνευματική, αλλά και την υλική μας πείνα.   ΑΜΗΝ.

«ΚΑΙ ΑΦΕΣ  ΗΜΙΝ  ΤΑ  ΟΦΕΙΛΗΜΑΤΑ  ΗΜΩΝ,

ΩΣ  ΚΑΙ  ΗΜΕΙΣ  ΑΦΙΕΜΕΝ  ΤΟΙΣ  ΟΦΕΙΛΕΤΑΙΣ  ΗΜΩΝ»

12 - 10 - 2006

Κάθε προσευχή, αγαπητοί Χριστιανοί, το έχουμε πει αυτό, έχει τέσσερα στοιχεία, τη δοξολογία, την ευχαριστία, τη μετάνοια και την παράκληση. Αυτό το βλέπουμε και στην Κυριακή προσευχή. Με το πέμπτο αίτημα της προσευχής αυτής - “και άφες ημίν τα οφειλήματα ημών, ως και ημείς αφίεμεν τοις οφειλέταις ημών” - παρακαλούμε τον Θεό να συγχωρήσει τα αμαρτήματα που διαπράξαμε, όπως, όμως, και εμείς έχουμε συγχωρήσει τα αμαρτήματα των άλλων που έγιναν σε μάς.

«Εδώ πέρα θυμόμαστε την προσευχή του Κυρίου που είπε για τούς σταυρωτές του: "Πάτερ, άφες αυτοίς• ου γαρ οίδασι τι ποιούσι" (Λουκ. κγ´ 34). Ο Κύριος τούς συγχώρησε και επειδή δεν υπήρχε καμιά δικαιολογία, γι' αυτό, ο Κύριος βρήκε μια δικαιολογία γι' αυτούς• ότι δεν ξέρουν τι κάνουν.

"Και άφες ημίν..., ως και ημείς αφίεμεν...". Η φράση αυτή έχει κάτι λίγο πιο απαιτητικό. Δεν μας λέει ο Κύριος να παρακαλούμε το Θεό Πατέρα να μας βοηθήσει να συγχωρούμε τούς άλλους, αλλά λέμε ότι εμείς οπωσδήποτε συγχωρούμε. Και λέει ο Γρηγόριος ο Νύσσης ότι εδώ πέρα, εμείς σαν να λέμε στο Θεό Πατέρα να λάβει εμάς σαν υπόδειγμα και να μας συγχωρήσει και εμάς.

Αλλά αν τυχόν εμείς δεν συγχωρούμε, τότε τίποτε δεν γίνεται, το είπε ο Κύριος ξεκάθαρα: "Εάν δε μη αφήτε τοις ανθρώποις τα παραπτώματα αυτών, ουδέ ο Πατήρ υμών αφήσει τα παραπτώματα υμών" (Ματθ. στ´ 15). Μπορεί να πηγαίνουμε στα Κατηχητικά, μπορεί να πηγαίνουμε στις ομιλίες, στην εκκλησία, να κοινωνούμε και να προχωρούμε στην πνευματική ζωή, μπορεί να κάνουμε θαύματα, και όμως να μη συγχωρούμε κάποιον. Αλλά εάν δεν συγχωρούμε δεν γίνεται απολύτως τίποτα.

Αγαπητοί Χριστιανοί!

Δύο σημεία μπορούμε να εντοπίσουμε στο αίτημα αυτό. Το ένα είναι ότι πρέπει να ζητούμε την συγγνώμη από τον Θεό για τα αμαρτήματα τα οποία διαπράττουμε και έτσι μας υποδεικνύει την μετάνοια, και το άλλο σημείο είναι ότι πρέπει να διακρινόμαστε από την αμνησικακία. Έτσι μας υποδεικνύεται ο τρόπος και οι προϋποθέσεις με τις οποίες θα λάβουμε την άφεση των δικών μας αμαρτιών.

Το πρώτο σημείο αναφέρεται στην μετάνοια που πρέπει να υπάρχει μετά το Βάπτισμα. Επειδή η προσευχή αρχίζει με την επίκληση του Θεού ως Πατέρα, αυτό σημαίνει ότι η προσευχή αυτή αναφέρεται σε Χριστιανούς που είναι μέλη της Εκκλησίας. Και βέβαια εννοείται ότι ο άνθρωπος με το μυστήριο του αγίου Βαπτίσματος αναγεννάται πνευματικά, αλλ’ όμως επειδή είναι επιρρεπής στα πάθη και την αμαρτία, γι’ αυτό και μετά το βάπτισμα αμαρτάνει. Εδώ ακριβώς είναι και η μεγάλη αγάπη και η φιλανθρωπία του Θεού, αφού είναι έτοιμος να συγχωρήσει τα αμαρτήματά μας, εάν εμείς προστρέξουμε στην φιλανθρωπία Του. Δεν είναι ένας φεουδάρχης Θεός, αλλά ένας Θεός αγάπης και φιλανθρωπίας, ελέους, οικτιρμών και Θεός πάσης παρακλήσεως. Γι’ αυτό πολλές φορές λέμε στην Εκκλησία “ότι ελεήμων και φιλάνθρωπος Θεός υπάρχεις”.

Μετά την ανταρσία των Πρωτοπλάστων, ο άνθρωπος, αδελφοί μου, πληγώθηκε σε όλη του την ύπαρξη, τραυματίστηκε βαθειά. Είναι χαρακτηριστικό ότι ο ιερός υμνογράφος, αναφερόμενος στην διατυπωθείσα επιθυμία του Αποστόλου Θωμά να δη την πλευρά του Χριστού τον παρουσιάζει να λέγει: “ίδω την πλευράν εξ ης ιάθη το μέγα τραύμα ο άνθρωπος”. Ο άνθρωπος πράγματι υπήρξε το μεγάλο τραύμα που ιάθηκε από την πλευρά του Χριστού, γιατί από εκεί έρρευσε αίμα και ύδωρ, δηλαδή τα δύο βασικά μυστήρια της Εκκλησίας, το άγιο Βάπτισμα (ύδωρ) και η θεία Κοινωνία (αίμα). Επειδή όμως το τραύμα στον άνθρωπο είναι πολύ βαθύ, γι’ αυτό και δεν θεραπεύεται εύκολα και γρήγορα. Και επειδή μετά το άγιο Βάπτισμα ο άνθρωπος και πάλι αμαρτάνει, γι’ αυτό και πάλι εκδηλώνεται η φιλανθρωπία του Θεού και έτσι ανανεώνεται η χάρη της υιοθεσίας την οποία απολαμβάνει με το άγιο Βάπτισμα. Έτσι και η μετάνοια χαρακτηρίζεται ως δεύτερο βάπτισμα. Και βέβαια μετάνοια σημαίνει την ολοκληρωτική αλλαγή του νοός του ανθρώπου. Ο νους που σκοτίσθηκε με την αμαρτία και δεν έχει κοινωνία με τον Θεό, πρέπει να επανέλθει πάλι στην προηγούμενη θέση του και να λαμπρυνθεί. Φαίνεται και εδώ η μεγάλη αγάπη του Θεού σε μάς, αφού μας κρίνει άξιους της συγγνώμης, όταν αμαρτήσαμε εκ νέου, μετά την δωρεά του αγίου Βαπτίσματος.

Το δεύτερο σημείο αναφέρεται στον τρόπο και την προϋπόθεση της συγχωρήσεώς μας από τον Θεό, και ταυτοχρόνως μας υποδεικνύεται η αρετή της αμνησικακίας. Τρόπον τινά ο Θεός προκειμένου να μας συγχωρήσει έχει παράδειγμα εμάς. Αν εμείς συγχωρούμε τα πταίσματα των αδελφών μας, τότε και Εκείνος θα συγχώρησης τα δικά μας πταίσματα. Κατά κάποιον τρόπο πρέπει να προηγηθούμε εμείς στην φιλανθρωπία και την αμνησικακία προς τους αδελφούς μας και να ακολουθήσει ο Θεός. Αν ο άνθρωπος είναι σκληρός στους αδελφούς του, τότε η καρδιά του δεν μπορεί να αισθανθεί την αγάπη και την φιλανθρωπία του Θεού. Ο Θεός αγαπά όλο τον κόσμο – δικαίους και αμαρτωλούς - αλλά οι σκληρόκαρδοι και ασυγκίνητοι άνθρωποι δεν μπορούν να αντιληφθούν και να αισθανθούν την αγάπη του Θεού προς αυτούς. Έτσι, με την συγχώρηση προς τους άλλους, καθαρίζουμε την καρδιά, την προετοιμάζουμε για να δεχθούμε την φιλανθρωπία του Θεού.

Αυτό το αίτημα μας υπενθυμίζει την παραβολή του οφειλέτου των μυρίων ταλάντων που είπε ο Χριστός. Ο οφειλέτης αυτός τιμωρήθηκε, γιατί ενώ ζήτησε από τον Θεό την συγχώρηση για τις δικές του μύριες οφειλές, δεν έδωσε όμως ο ίδιος συγχώρεση στον συνδούλο του για τις μικρότερες οφειλές του.

Αγαπητοί Χριστιανοί!

Στην θεία Λειτουργία και ιδιαίτερα την ώρα της Κυριακής προσευχής,  ζητούμε συγχώρεση από τον Θεό για όλα μας τα πταίσματά, αλλά πρέπει να είμαστε και έτοιμοι να χορηγήσουμε στους αδελφούς μας συγχώρηση για όσα μας έφταιξαν. Το κάνουμε άραγε αυτό; Έχουμε μάθει να ξεχνάμε τα σφάλματα των άλλων; Παραβλέπουμε τις όποιες πράξεις, τις κουβέντες, τις ηθελημένες και τις αθέλητες που ίσως και μας έβλαψαν; Μπορούμε να δώσουμε άφεση , να συγχωρήσουμε το διπλανό μας, το γείτονα μας, το συνάνθρωπο μας, που ίσως είπε κάτι για μας, δίκαιο ή άδικο και να μην επιτρέψουμε να σταθεί ανάμεσα μας η επικατάρατη και δαιμονική διχόνοια  ! Και επειδή ακόμη η Κυριακή προσευχή, το “Πάτερ ημών” απαγγέλλεται πριν την θεία Κοινωνία του Σώματος και του Αίματος του Χριστού, γι’ αυτό και είναι προσευχή προετοιμασίας γι’ αυτήν. Προκειμένου επομένως να κοινωνήσουμε των αχράντων Μυστηρίων ζητούμε από τον Θεό συγγνώμη για τα αμαρτήματα μας  και συγχρόνως βεβαιώνουμε τον Θεό ότι δώσαμε και εμείς συγχώρεση σε αυτούς που μας αδίκησαν, μας συκοφάντησαν και μας έβλαψαν.

Ας προσέχουμε λοιπόν μήπως δίνουμε ψεύτικες διαβεβαιώσεις στον Θεό. Σε μια τέτοια περίπτωση διακυβεύουμε την σωτηρία μας και συνάμα τη μας συγχώρεση των πολλών μας πταισμάτων .

«ΚΑΙ  ΜΗ  ΕΙΣΕΝΕΓΚΗΣ  ΗΜΑΣ  ΕΙΣ  ΠΕΙΡΑΣΜΟΝ»

26- 11 -2006

Όλος ο βίος του ανθρώπου είναι ένα συνεχές δοκιμαστήριο. Γι‘ αυτό το λόγο ο Χριστός μας δίδαξε να προσευχόμαστε στον Θεό-Πατέρα να μη επιτρέψει να εισέλθουμε στους πειρασμούς, ακριβώς επειδή είμαστε αδύνατοι και ασθενείς. Άλλωστε όλες οι ταλαιπωρίες που ήλθαν στην ζωή μας είναι η  συνέχεια του πρώτου και μεγάλου εκείνου πειρασμού που δέχθηκαν οι Πρωτόπλαστοι στον Παράδεισο. Αυτοί υπέκυψαν στον πειρασμό, καίτοι είχαν την Χάρη του Θεού και έρχονταν σε κοινωνία μαζί Του. Πόσο μάλλον αυτό μπορεί να συμβεί σε μας που έχουμε το θνητό και παθητό σώμα, με όλες τις συνέπειές του.

 "Κ α ί   μ ή   ε ἰ σ ε ν έ γ κ η ς   ἡ μ ᾶ ς   ε ἰ ς   π ε ι ρ α σ μ ό ν…».

Αυτό, αγαπητοί Χριστιανοί, είναι το προτελευταίο αίτημα μας στην Κυριακή προσευχή. Ζητάμε δηλαδή να από το Θεό να μη μας βάζει σε πειρασμούς. Τι σημαίνει αυτό; Η λέξη πειρασμός προέρχεται από το ρήμα πειράζω που σημαίνει δοκιμάζω, εξετάζω, θέτω σε εξέταση και με κακή έννοια σημαίνει ζητώ να αποπλανήσω. Επομένως, πειρασμός σημαίνει κάθε τι που μας δοκιμάζει, που μας θέτει σε δοκιμασία και σε εξετάσεις και ζητά να μας αποπλανήσει, να μας οδηγήσει μακριά από τον Θεό.

Στην Αγία Γραφή ο πειρασμός δεν είναι αφηρημένος, μια έννοια αφηρημένη αλλά ένα ιδιαίτερο πρόσωπο, γι’ αυτό ο διάβολος χαρακτηρίζεται “πειράζων”. Αυτός ο “πειράζων” επείρασε και τον Χριστό στην έρημο, με τους γνωστούς τρεις πειρασμούς, και φυσικά νικήθηκε από τον Χριστό. Πώς είναι δυνατόν άλλωστε να  μπορέσει ποτέ ο διάβολος να νικήσει το Θεό; Μα την ήτα του αυτή ποτέ δεν την παραδέχθηκε. Ποτέ «δεν τα ’βαλε κάτω», όπως λέμε. Μέσα από τα διάφορα γεγονότα της ζωής, από τους λογισμούς, τις φαντασίες, τις προκλήσεις των αισθήσεων ο διάβολος, μας πειράζει, μας ενοχλεί και προσπαθεί να μας στρέψει εναντίον του Θεού.

Οι πειρασμοί, κατά την διδασκαλία των Πατέρων της Εκκλησίας, είναι δύο ειδών. Μας λέγει ο Άγιος Μάξιμος, ο ομολογητής, ότι οι πειρασμοί είναι εκείνοι που προέρχονται από την ηδονή – την προσωπική μας δηλαδή ευχαρίστηση και καλοπέραση και εκείνοι που προέρχονται από την οδύνη. Οι ηδονικοί πειρασμοί είναι εκούσιοι, αφού εμείς τους προκαλούμε ή τους αναζητούμε με την ελευθερία μας και ευχαριστιόμαστε μ’  αυτούς. Τους οδυνηρούς πειρασμούς, που συνδέονται με την αρρώστια, τον πόνο, την φτώχεια, τον θάνατο, δεν τους επιζητούμε εμείς, αλλά έρχονται σε μάς, λόγω της φθαρτότατος της φύσεώς μας. Όπως διαφέρουν οι εκούσιοι ηδονικοί από τους ακουσίους οδυνηρούς πειρασμούς, έτσι και πρέπει κατά διάφορο τρόπο να τους αντιμετωπίζουμε. Τους εκουσίους ηδονικούς πειρασμούς και μπορούμε και πρέπει να τους αποφεύγουμε, ενώ τους ακουσίους οδυνηρούς πειρασμούς, όπως την αρρώστια, τον πόνο, τον θάνατο, που έρχονται από μόνοι τους σε μας, χωρίς να τους επιζητούμε και να επιδαψιλεύουμε την έλευσή τους,  θα πρέπει να προσευχόμαστε να μη έρχονται, αλλά και όταν έρχονται θα πρέπει να τους υπομένουμε με καρτερία και να ζητούμε την βοήθεια του Θεού.

Ο Χριστός, αδελφοί μου, μας διδάσκει να ζητούμε από το Θεό να μην επιτρέψει τους πειρασμούς, εννοώντας τους ακουσίους οδυνηρούς πειρασμούς. Είμαστε αδύνατοι, είμαστε τρωτοί, είμαστε επιρρεπείς στους πειρασμούς και την αμαρτία. Αυτό σημαίνει ότι δεν πρέπει να ορμούμε με την θέλησή μας στους πειρασμούς, αλλά να ζητούμε, με ταπείνωση, από τον Θεό να μη το επιτρέψει αυτό. Έτσι, ύστερα από ένα τέτοιο ταπεινό φρόνημα, η νίκη, με την βοήθεια του Θεού, θα είναι λαμπροτέρα και η ήττα του διαβόλου πιο καταγέλαστη.

Η φράση “μη εισενέγκης ημάς εις πειρασμόν” δείχνει και κάτι άλλο που πρέπει να υπογραμμισθεί, ότι, δηλαδή, ο Θεός που διευθύνει τον κόσμο και την προσωπική μας ζωή επιτρέπει να έρχονται σε μας οι πειρασμοί, κυρίως οι ακούσιοι και οδυνηροί. Και το ερώτημα που τίθεται είναι γιατί το επιτρέπει αυτό ο Θεός. Οι Πατέρες γράφουν ότι οι πειρασμοί επιτρέπονται από τον Θεό, άλλοτε κατ΄ ευδοκία, γιατί θέλει να φανερώσει την πίστη και την υπομονή μας, καθώς επίσης για να μας αγιάσει ακόμη περισσότερο, άλλοτε κατ’ οικονομία και παραχώρηση, για να μας προφυλάξει από κάποιο κακό που θα γινόταν αν δεν είχαμε πειρασμούς ή για να μετανοήσουμε για κάποια αμαρτία που διαπράξαμε και άλλοτε κατά εγκατάλειψη, επειδή αίρει την Χάρη Του για διάφορα αμαρτήματα που διαπράξαμε και δεν αισθανθήκαμε την ανάγκη να μετανοήσουμε• διώχνοντας έτσι από μόνοι μας το Θεό από κοντά μας και υπογράφοντας συμβόλαιο συνεργασίας με το διάβολο.

Δεν υπάρχει άνθρωπος, αδελφοί μου, που δεν δέχεται πειρασμούς στην ζωή του είτε εκουσίους, είτε ακουσίους, είτε από σκέψεις και επιθυμίες που βάζει μέσα μας ο διάβολος, είτε μέσα από πρόσωπα και καταστάσεις με τα οποία πάλι ο διάβολος μας ενοχλεί. Το θέμα είναι πώς αντιμετωπίζουμε αυτούς τους πειρασμούς. Γιατί από τον τρόπο της αντιμετωπίσεώς τους εξαρτάται η σωτηρία μας ή η καταδίκη μας. Η προσπάθεια να αποφεύγουμε τους πειρασμούς και να παρακαλούμε τον Θεό να μη επιτρέπει να έρχονται οι οδυνηροί πειρασμοί, αλλά όταν έρχονται να τους υπομένουμε με καρτερία και πίστη στον Θεό, είναι αυτό που θα μας βοηθήσει να επανέλθουμε από εκεί που εξέπεσαν οι Πρωτόπλαστοι. Αλλά όλα αυτά γίνονται με την βοήθεια του Θεού και την δική μας ελευθερία.

«ΑΛΛΑ  ΡΥΣΑΙ  ΗΜΑΣ  ΑΠΟ  ΤΟΥ  ΠΟΝΗΡΟΥ»

3- 9 -2006

Οι πειρασμοί που είδαμε στο προηγούμενο αίτημα της Κυριακής προσευχής προκαλούνται από το διάβολο, ο οποίος εδώ χαρακτηρίζεται απ’  το Χριστό πονηρός και με το αίτημα αυτό  παρακαλούμε τον Θεό Πατέρα να μας λυτρώσει από τον πονηρό.

Ο διάβολος δεν είναι μια αφηρημένη δύναμη, δεν είναι μια προσωποποίηση του κακού, όπως  ακούμε σήμερα να λέγεται από κάποιους που δεν έχουν ιδέα από τη διδασκαλία της Εκκλησίας, αλλά είναι ένα ιδιαίτερο πρόσωπο. Ήταν άγγελος και έχασε την κοινωνία του με τον Θεό, από υπεροψία. Έκτοτε έγινε σκοτεινό πνεύμα. Ο Χριστός ήλθε στον κόσμο για να λύσει τα έργα του διαβόλου.

Στο αίτημα αυτό της Κυριακής προσευχής ο διάβολος χαρακτηρίζεται πονηρός. Το επίθετο αυτό προέρχεται από το ρήμα πονώ και δηλώνει πολλές έννοιες. Στην αρχική έννοια πονηρός είναι εκείνος που δεν αποφεύγει τους πόνους, τους κόπους δηλαδή, ο εργατικός και κατ’ επέκταση αυτός ταλαιπωρείται στο σώμα από τους κόπους. Αργότερα η λέξη πονηρός δηλώνει τον ελεεινό, τον άθλιο, τον κακό, τον ανάξιο, τον πανούργο. Με την σημασία αυτή χαρακτηρίζεται ο διάβολος πονηρός, και ιδιαιτέρως με την έννοια του πανούργου που μηχανεύεται τα πάντα για να κάνει τον άνθρωπο να απομακρυνθεί απ’ το Θεό. Ο Χριστός αποκαλεί το διάβολο πονηρό, όπως στην Παραβολή του καλού σπορέως : “έρχεται ο πονηρός και αρπάζει το εσπαρμένον εν τη καρδία αυτού”. Και οι Απόστολοι αναφέρονται στο διάβολο ως πονηρό.

Το ότι αποκαλείται ο διάβολος πονηρός δείχνει ότι η πονηρία δεν είναι συστατικό στοιχείο της φύσεώς μας, αλλά είναι αποτέλεσμα της προαιρέσεώς μας. Ο άνθρωπος δεν πλάσθηκε από τον Θεό να είναι κακός, αλλά η κακία ήλθε ως αποτέλεσμα της αμαρτίας, της παρακοής στο Θεό και της υπακοής στον πονηρό διάβολο. Η πονηρία είναι χαρακτηριστικό γνώρισμα του διαβόλου.  Κι επειδή ο διάβολος είναι πονηρός από την φύση του γι’ αυτό και δεν μπορεί να μετανοήσει, ενώ ο άνθρωπος μετανοεί και δέχεται την αγάπη του Θεού.

Έπειτα ο Χριστός, με αυτόν τον χαρακτηρισμό του διαβόλου ως πονηρού, μας διδάσκει ότι δεν πρέπει να δυσανασχετούμε με τους ανθρώπους για ότι μας προξενούν, αφού δεν είναι αυτοί που μας επιτίθενται, αλλά αίτιος των κακών είναι ο διάβολος. Αυτός παρακινεί τους ανθρώπους να μας βλάπτουν και γι’ αυτό και εμείς θα πρέπει να μεταθέτουμε την έχθρα μας προς τον διάβολο.

Η πονηρία του διαβόλου είναι μεγάλη. Είναι και πανούργος και πολυμήχανος στο να μας κάνει να αμαρτάνουμε και να απομακρυνόμαστε απ’ το Θεό. Ήδη από ότι γνωρίζουμε από την Παλαιά Διαθήκη τους πρωτοπλάστους τους έριξε στην αμαρτία με καλό λογισμό, με την προοπτική της θεώσεως. Δηλαδή, προφασίσθηκε ότι ενδιαφέρεται για την θέωση τους και τους έδειξε έναν άλλο δρόμο, διαφορετικό από εκείνον που τους υπέδειξε ο Θεός. Ο διάβολος είναι και θεολόγος, μιλά δηλαδή για το Θεό, αλλά όμως με πονηριά. διαστρέφει τα πράγματα. Πριν την διάπραξη της αμαρτίας υποδεικνύει στον άνθρωπο ότι ο Θεός είναι φιλάνθρωπος και θα τον συγχωρήσει, αλλά μετά την διάπραξή της, του υποβάλλει την σκέψη ότι ο Θεός είναι σκληρός και δεν πρόκειται να τον συγχωρήσει, και με τον τρόπο αυτόν προσπαθεί να τον ρίξει στην απελπισία και την απόγνωση. Επίσης, πολεμά τον άνθρωπο μέσα από τα πάθη, με τους λογισμούς, με τις φαντασίες, με τις επιθυμίες, με τα γεγονότα της ζωής, και όλες τις καταστάσεις που διέρχεται ο άνθρωπος. Σε κάθε περίσταση προσαρμόζει και την κατάλληλη μέθοδο για να ρίψη άνθρωπο είτε στην αδιαφορία είτε στην απόγνωση.

Ο μεγαλύτερος πόλεμος του διαβόλου εναντίον του ανθρώπου, στον οποίο φαίνεται η πονηρία του, είναι ο πόλεμος των λογισμών. Ακριβώς για τον λόγο αυτό ο άνθρωπος μαθαίνει μέσα στην Εκκλησία την μέθοδο της αντιμετωπίσεως των λογισμών και σε αυτό το σημείο συνίσταται η άσκηση. Μέσα στα ασκητικά βιβλία της Εκκλησίας, όπως την “Φιλοκαλία”, το “Γεροντικό” και τα έργα των αγίων Πατέρων μπορεί ο άνθρωπος να βρει τους τρόπους με τους οποίους θα πολεμήσει τον διάβολο. Βέβαια, στο σημείο αυτό σημαντικό ρόλο θα έχει ο έμπειρος πνευματικός πατέρας. Γενικά, οι λογισμοί αντιμετωπίζονται είτε με την περιφρόνηση τους, που γίνεται με την πίστη στο Θεό, είτε με την καταδίωξή τους και αυτό γίνεται με την προσευχή, ιδίως την προσευχή “Κύριε Ιησού Χριστέ Υιέ του Θεού ελεησόν με τον αμαρτωλόν” και την ανάπτυξη των καλών λογισμών για κάθε ζήτημα και κάθε άνθρωπο.

"...αλλά ρύσαι ημάς από του πονηρού". Η τελευταία φράση αυτής της προσευχής είναι ο πονηρός. Η πρώτη φράση της προσευχής είναι το "Πάτερ ημών". Ο Θεός είναι η πρώτη λέξη, η πρώτη πραγματικότητα, τελευταία δε είναι ο πονηρός. Η ζωή μας κινείται μεταξύ του πονηρού και του Θεού. Ο πονηρός δεν άφησε κανένα απείραστο• ούτε τον πρώτο Αδάμ στον Παράδεισο ούτε το δεύτερο Αδάμ, τον Κύριο Ιησού Χριστό, όταν βγήκε στην έρημο. Και λέει ο Κύριος πάλι, ότι "το γένος τούτο εν ουδενί δύναται εξελθείν ει μη εν προσευχή και νηστεία" (Μαρκ. θ´ 29). Δεν μπορούμε να ελευθερωθούμε από τον πονηρό παρά με την προσευχή και τη νηστεία. Δεν φεύγει ο πονηρός με τη λογική όπως δεν φεύγει το καρκίνωμα με τις ασπιρίνες. Δεν φεύγει ο διάβολος με τις εξυπνάδες. Λέγει και ένας μοναχός, ότι ο μεγαλύτερος δικηγόρος δεν μπορεί να τα βγάλει πέρα με το μικρότερο διάβολο. Γι' αυτό δεν πρέπει να αρχίζομε συζήτηση με τον πονηρό. Ας τον αφήνουμε και να φεύγουμε.

Το θέμα στην πνευματική ζωή είναι να αποκτήσουμε τη διάκριση την πνευματική, να ξεκαθαρίζουμε τα πράγματα αν κάτι είναι από το Θεό η από το διάβολο. Μα θα πει κανένας: Εγώ είμαι αδύνατος άνθρωπος• πως μπορώ να αποκτήσω αυτή τη διάκριση; Νομίζω τα πράγματα είναι απλά εάν τυχόν κάνουμε συνειδητά αυτή την προσευχή που μας δίδαξε ο Κύριος. Μπορούμε τώρα να αρχίσουμε από πίσω: εάν συγχωρούμε τούς εχθρούς μας ασυζητητί• εάν τρεφόμεθα με τον ουράνιον άρτον• εάν στη δύσκολη στιγμή λέμε, "Θεέ μου, να γίνει το θέλημά σου" και εάν νοιώθουμε το Θεό, Πατέρα μας, τότε, ενώ είμαστε πάρα πολύ αδύνατοι, θα είμαστε ταυτόχρονα και πανίσχυροι. Εάν, αντίθετα, κάνουμε το θέλημά μας και δεν συγχωρούμε τον άλλο, τότε τον διάβολο από μυρμήγκι τον κάνουμε λιοντάρι και δεν μπορούμε να τα βγάλουμε πέρα με καμιά δύναμη. Αντίθετα, εάν λέμε: το θέλημα του Θεού να γίνει, εγώ δεν ξέρω τίποτα• αν συγχωρούμε ασυζητητί• αν τη στιγμή που μας έχουν σκοτώσει, εμείς, σκοτωμένοι, μπορούμε να πούμε ότι δεν κρατάμε καμιά κακότητα γι' αυτόν που μας σκότωσε και λέμε έχει ο Θεός, δεν πειράζει• τότε ο άνθρωπος, αυτός ο αδύνατος, είναι παντοδύναμος και μπορεί να τα βγάλει πέρα και ο διάβολος μπροστά του είναι μυρμήγκι. Και προχωρεί ελεύθερα.

Θυμάστε, στη Γεθσημανή, όταν ο Κύριος "γενόμενος εν αγωνία εκτενέστερον προσηύχετο" και είπε "ου το εμόν θέλημα γενέσθω", αναφέρεται εκεί στην Αγία Γραφή ότι, "ώφθη δε αυτώ άγγελος απ' ουρανού ενισχύων αυτό" (Λουκ. κβ´ 43). Και επίσης όταν στην έρημο είπε, "ύπαγε οπίσω μου, σατανά• γέγραπται γαρ, Κύριον τον Θεόν σου προσκυνήσεις και αυτώ μόνω λατρεύσεις", τότε τον άφησε ο διάβολος "και ιδού άγγελοι προσήλθον και διηκόνουν αυτώ" (Ματθ. δ´ 10-11). Έτσι, λοιπόν, συμβαίνει και σ' εμάς• αν λέμε την προσευχή αυτή, αν ζούμε τη ζωή αυτή, ο πονηρός φεύγει, η διάκριση η πνευματική έρχεται μέσα μας και άγγελοι μας διακονούν. Και μπορούμε να νοιώσουμε αυτή τη συντροφιά των αγγέλων• και μπορούμε από τώρα να ζήσουμε στον Ουρανό• και μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε αυτές τις φράσεις τις κυπριακές και να πούμε ότι η ζωή μας γίνεται τότε "αγγελόκτιστη", "Θεοσκέπαστη". Τότε ο άνθρωπος ο μικρός γίνεται με τη χάρη του Θεού παντοδύναμος... (Αρχιμ. Βασιλείου, Καθηγουμένου Ιεράς Μονής Ιβήρων).

«ΟΤΙ ΣΟΥ ΕΣΤΙΝ Η ΒΑΣΙΛΕΙΑ…»

10- 12 -2006

Η Κυριακή προσευχή, το “Πάτερ ημών”, που ερμηνεύουμε αυτές τις Κυριακές, αρχίζει, όπως έχουμε τονίσει με την προσφώνηση του Θεού ως Πατέρα, συνεχίζει με επτά αιτήματα προς τον Θεό και καταλήγει με την ακράδαντη πίστη στον Βασιλέα Θεό και την δύναμή Του. “Ότι σού εστιν η βασιλεία και η δύναμις και η δόξα εις τους αιώνας• αμήν”, που σημαίνει ότι σε Αυτόν ανήκει η βασιλεία και η δύναμη και η δόξα στους αιώνες.

Αυτή η ακροτελεύτια αιτιολογία δίνει θάρρος στον άνθρωπο. Διότι αφού ο Θεός είναι βασιλεύς και έχει μεγάλη δύναμη και αφού ο άνθρωπος έχει τέτοιο φιλόστοργο Πατέρα και δυνατό άρχοντα, και Κύριο του κόσμου, αυτό σημαίνει ότι μπορεί να νικήσει τον πονηρό διάβολο με την δύναμη του Θεού και θα δοξασθεί από τον δεδοξασμένο Θεό.

Και ως επισφράγιση αυτής της πίστεως του προσευχομένου τίθεται και το “αμήν” που σημαίνει: αληθώς, αληθινά. Όταν χρησιμοποιείται το “αμήν” στην λατρεία δηλώνει την επιβεβαίωση του λαού στην ευχή και την ευλογία του ιερέως και ερμηνεύεται ως “γένοιτο”, δηλαδή είθε να γίνει. Στην Αποκάλυψη του Ιωάννου του θεολόγου και ο Χριστός χαρακτηρίζεται ως ο “Αμήν”, δηλαδή ο αληθινός Κύριος, που κρατά τις υποσχέσεις Του. “Τάδε λέγει ο αμήν, ο μάρτυς ο πιστός και αληθινός” (Αποκ. γ΄,14).

Ας δούμε λίγο τις τρεις αυτές λέξεις βασιλεία, δύναμις και δόξα.

Η λέξη βασιλεία παραπέμπει στο πολιτικό σύστημα της εποχής εκείνης, στο οποίο κυρίαρχη θέση κατείχε ο Βασιλεύς - αυτοκράτωρ, ο οποίος είχε στρατό και απόλυτη κυριαρχία στο Βασίλειο. Βασιλεύς θεωρείται και ο Χριστός, αλλ’ όμως η Βασιλεία Του είναι άλλης υφής και προελεύσεως. Χαρακτηριστική ήταν η συζήτηση του Πιλάτου με τον Χριστό στο θέμα αυτό. Σε ερώτηση του Πιλάτου αν αυτός είναι ο Βασιλεύς των Ιουδαίων ο Χριστός απήντησε κατηγορηματικά: “η βασιλεία η εμή ουκ έστιν εκ του κόσμου τούτου” (Ιωάν. ιη΄ 36). Δεν είπε ότι η Βασιλεία η δική μου δεν είναι στον κόσμο, αλλ’ ότι δεν προέρχεται απ’  τον κόσμο αυτό. Είναι μια βασιλεία πνευματική, που συνδέεται με την μετοχή της Χάριτος του Θεού και την θέα της δόξας του Θεού.

Η λέξη δύναμη έχει και αυτή μια πνευματική δυναμική, είναι η κυριαρχία της αγάπης και της ενεργείας του Αγίου Πνεύματος και δεν έχει καμιά σχέση με την κοσμική δύναμη που επιβάλλεται με τα όπλα και την κοσμική κυριαρχία. Πρόκειται για την δύναμη του Σταυρού, που φαίνεται εξωτερικά ως αδυναμία, αλλά είναι εκείνη που καταργεί κάθε κοσμική δύναμη και εξουσία. Επίσης, αυτή η δύναμη είναι η δύναμη του Αγίου Πνεύματος, γι’ αυτό ο Χριστός είπε στους Μαθητές Του ότι θα λάβουν δύναμη με την έλευση του Αγίου Πνεύματος (Πράξ. α΄, 8). Και με αυτήν την δύναμη νίκησαν όλες τις κοσμικές δυνάμεις.

Η λέξη δόξα έχει σχέση με την άκτιστη ενέργεια του Θεού. Με την εμφάνιση του αγγέλου στους ποιμένας, κατά την ημέρα της Γεννήσεως του Χριστού, “δόξα Κυρίου περιέλαμψεν αυτούς” ( Λουκ. α΄, 8). Η δόξα του Χριστού είναι η θεότητά Του και γι’ αυτό αυτή η δόξα λάμπει στις καρδιές των Χριστιανών “προς φωτισμόν της γνώσεως της δόξης του Θεού εν προσώπω Ιησού Χριστού” (Β΄Κορ. δ΄, 6). Όσοι μετέχουν αυτής της δόξης του Θεού δοξάζονται, όχι απλώς τιμώνται, αλλά λάμπουν από την Χάρη και ενέργεια του Θεού.

Όταν έχει κανείς έναν τέτοιο Πατέρα που έχει βασιλεία, δύναμη και δόξα και κυβερνά όλο τον κόσμο, αλλά και αγαπά τον άνθρωπο, δεν μπορεί να απογοητεύεται, δεν μπορεί να ταράσσεται, έστω κι’ αν βρεθεί στις πιο δύσκολες καταστάσεις, και στους μεγαλύτερους πειρασμούς.

Η Κυριακή προσευχή, το “Πάτερ ημών”, είναι δυνατή προσευχή, έχει πνευματικά νοήματα, ακριβώς γιατί μας την δίδαξε ο Χριστός. Έχει μεγάλη αξία, γιατί δείχνει την αγάπη και την δόξα του Θεού, την αναζήτηση, από μας που προσευχόμαστε, των πνευματικών αγαθών, την μεταμόρφωση της υπάρξεώς μας, την σχέση και την κοινωνία μας με τον Θεό, την νίκη εναντίον των πειρασμών και του πονηρού, την άφεση των αμαρτιών μας.

Πρέπει συχνά να προσευχόμαστε με τα λόγια αυτής της προσευχής. Άλλωστε μας την παρέδωσε ο Χριστός με την εντολή: “ούτως ουν προσεύχεσθε υμείς” (Ματθ. στ΄,9). Και θα πρέπει να προσευχόμαστε με προσοχή, συγκεντρωμένο νου, πίστη στον Θεό και ελπίδα ότι ο Θεός μας ακούει, μας προστατεύει και μας αγαπά. Είναι μια προσευχή που αρχίζει με την επίκληση του Θεού - Πατέρα και τελειώνει με την δοξολογία της Βασιλείας, της δύναμης και της δόξας Του.

Όταν, όμως, προσευχόμαστε με προσοχή και κατάνυξη θα πρέπει συγχρόνως να αγωνιζόμαστε για να αισθανόμαστε ότι δεν είμαστε ορφανοί. Γιατί είναι φοβερό να προσευχόμαστε σε Θεό Πατέρα και να αισθανόμαστε ότι δεν έχουμε Πατέρα και είμαστε μόνοι μας και απροστάτευτοι στον κόσμο. Ούτε πρέπει να αισθανόμαστε ότι είμαστε “μοναχοπαίδια” του Θεού.

Όταν προσευχόμαστε με την Κυριακή αυτή προσευχή και μέσα στο “πνεύμα” που αναλύσαμε σε αυτά τα σύντομα κηρύγματα, τότε θα βλέπουμε θαύματα στην ζωή μας, θα αναγεννάται η ύπαρξή μας και θα αξιωθούμε να εισέλθουμε στην Βασιλεία του Θεού, στην δόξα του Παραδείσου και της αιωνίου ζωής.

Αγαπητοί Χριστιανοί!

Θυμάστε, στη Γεθσημανή, όταν ο Κύριος "γενόμενος εν αγωνία εκτενέστερον προσηύχετο" και είπε "ου το εμόν θέλημα γενέσθω", αναφέρεται εκεί στην Αγία Γραφή ότι, "ώφθη δε αυτώ άγγελος απ' ουρανού ενισχύων αυτό" (Λουκ. κβ´ 43). Και επίσης όταν στην έρημο είπε, "ύπαγε οπίσω μου, σατανά• γέγραπται γαρ, Κύριον τον Θεόν σου προσκυνήσεις και αυτώ μόνω λατρεύσεις", τότε τον άφησε ο διάβολος "και ιδού άγγελοι προσήλθον και διηκόνουν αυτώ" (Ματθ. δ´ 10-11). Έτσι, λοιπόν, συμβαίνει και σ' εμάς• αν λέμε την προσευχή αυτή, αν ζούμε τη ζωή αυτή, ο πονηρός φεύγει, η διάκριση η πνευματική έρχεται μέσα μας και άγγελοι μας διακονούν. Και μπορούμε να νοιώσουμε αυτή τη συντροφιά των αγγέλων• και μπορούμε από τώρα να ζήσουμε στον Ουρανό• και μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε αυτές τις φράσεις τις κυπριακές και να πούμε ότι η ζωή μας γίνεται τότε "αγγελόκτιστη", "Θεοσκέπαστη". Τότε ο άνθρωπος ο μικρός γίνεται με τη χάρη του Θεού παντοδύναμος...( Αρχιμ. Βασιλείου, Καθηγουμένου Ιεράς Μονής Ιβήρων)

Για τις ομιλίες αυτές χρησιμοποιήσαμε τα ανάλογα πονήματα των:

Αρχιμ. Βασιλείου, Καθηγουμένου Ιεράς Μονής Ιβήρων

Αρχιμ. Γρηγορίου Καθηγουμένου Ιεράς μονής Οσίου Γρηγορίου. (1998).

π. Αλεξάνδρου Σμέμαν" ΠΑΤΕΡ ΗΜΩΝ" ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΜΑΪΣΤΡΟΣ

 

Αγιολογιο

Αγιον Ορος

Αγιοι της Λεσβου

©2005-2016 Zoiforos.gr || Σχεδίαση - Ανάπτυξη Lweb.GR

Login or Register

Register

User Registration
or Cancel