Ζωηφόρος

Δεκαπενταύγουστος σε καιρούς κατοχικούς

Βράδυ Δεκαπενταύγουστου του 2013.

Όμως το κείμενο αυτό δεν μοιάζει μ’ εκείνα που γράφουμε συνήθως τέτοια μέρα εδώ και χρόνια, με μια διάθεση μεταβατική από τους χαλαρούς ρυθμούς της θερινής ραστώνης στην πιο σκληρή πραγματικότητα του φθινόπωρου. Φέτος δεν υπήρξε ραστώνη, ούτε χαλάρωση – τουλάχιστον για τους πιο πολλούς. Το καλοκαίρι αυτό ήταν ένα πρωτοφανές πεδίο οδύνης για χιλιάδες οικογένειες. Άνθρωποι απολύθηκαν, καταστράφηκαν, κάποιοι έχασαν ακόμη και τη ζωή τους. Αλλά συνάμα ήταν πεδίο αγωνίας και για όλους εκείνους που βλέπουν πια τα μαύρα σύννεφα να μαζεύονται ολοένα και πιο απειλητικά πάνω από την έρημη χώρα και – βλέποντάς τα – συνειδητοποιούν τα πασίδηλα πλέον σημεία των καιρών…

Βράδυ Δεκαπενταύγουστου. Λίγες μόλις ώρες αφότου, θεαρχίω νεύματι οι θεοφόροι απόστολοι, υπό νεφών μεταρσίως αιρόμενοι, εκ περάτων συνέδραμον του κηδεύσαι την της Ζωής μητέρα. Μα ούτε καν το μεγάλο μας Πάσχα του καλοκαιριού μπορέσαμε, έτσι όπως θα θέλαμε, να το νιώσουμε. Το μόλυνε κι αυτό μέσα μας η κατήφεια και η οργή από τα δυσώδη έργα των μιασμάτων…

Βράδυ Δεκαπενταύγουστου. Ενός Δεκαπενταύγουστου σε καιρούς αρίδηλα πλέον κατοχικούς. Και ο θρασύς εσμός που υποδύεται την κυβέρνηση, όσο περνά ο καιρός, τόσο και εμπεδώνει στον εγκέφαλο και του πιο ανυποψίαστου ελληνέζου τη βεβαιότητα ότι ήρθε στα πράγματα με μία και μόνη αποστολή: να ολοκληρώσει τη δουλειά της καταστροφής και να ξεπουλήσει κοψοχρονιά το καταπτωχευμένο οικόπεδο στα ξένα αφεντικά. Πλήρης εκπόιηση της χώρας, όλεθρος των μικρομεσαίων, κατάργηση όλων των αυτονόητων (όπως νόμιζαν οι αφελείς) εργασιακών δικαιωμάτων, στυγνή παράδοση των επόμενων γενεών σε καθεστώς αιχμαλωσίας, εκχώρηση της εθνικής κυριαρχίας είναι τα κυοφορούμενα έργα των ανδρεικέλων. Και όλα αυτά μάλιστα, ενώ τα βοθροκάναλα συνεχίζουν να μας εμπαίζουν, υπερασπιζόμενοι ακόμη και τώρα τον δήθεν μονόδρομο των μνημονίων (που απλώς δεν…εκτελέστηκαν, λέει, όπως έπρεπε) και φυσικά να εντείνουν την οργή μας.

Μα ασφαλώς το θέμα δεν είναι τόσο το πότε επιτέλους θα κλιμακωθεί αυτή η οργή. Η αντίδραση ξεφούσκωσε τότε, μετά την αναβάπτιση των δωσιλόγων στη νομιμοφάνεια των διπλών περσινών εκλογών, αλλά είναι τέτοιος ο οδυρμός που ανοίγεται μπροστά μας μετά τον Σεπτέμβριο (με νέες φορολαίλαπες, περικοπές και απολύσεις), που το σημείο βρασμού της επί δεκαετίες εξηλιθιωμένης και υπνωτισμένης κοινωνίας δεν μπορεί πια να απέχει πολύ. Και θα προσεγγίζεται όλο και περισσότερο, όσο οι μαριονέτες της υποτέλειας θα αποδεικνύουν έτσι ξετσίπωτα την υποταγή τους στους ξένους επιβήτορες, όσο θα αποκαλύπτονται τα δήθεν «λάθη» των μνημονίων, όσο τα χαράτσια κι οι εκατόμβες των απολυμένων θα πολλαπλασιάζονται, όσο η αγορά θα νεκρώνει (και μάταια οι αλάστορες θα προσπαθούν να μας πείσουν ότι αυτό θα ανασχεθεί με την κατάργηση της…κυριακάτικης αργίας) κι όσο οι γελοίες διακηρύξεις του ψοφοδεούς ηγετίσκου για «θυσίες που πιάνουν τόπο» και για «άνοδο της χώρας» θα αποδεικνύονται επίσης όλο και πιο πολύ μία σαχλεπίσαχλη φενάκη προς διανοητικά καθυστερημένους ιθαγενείς.

Το θέμα είναι πότε (και αν) αυτές οι αντιδράσεις θα μετατραπούν σε πραγματικό κίνημα (κι όχι απλά σε συνονθύλευμα μικροταραχών), πότε (και αν) θα γίνουνε πραγματικό ποτάμι που θα στείλει στον Απόπατο της Ιστορίας όλα αυτά τα ανθυποσκύβαλα, που βάλθηκαν με τρόπο τόσο κυνικά απροκάλυπτο να σαρώσουν ανηλεώς σώματα και ψυχές. Εμείς φυσικά απέναντί τους φωνάζουμε πάντα για την ανάγκη μιας πραγματικά ανένδοτης σύγκρουσης. Και ειδικά τώρα που, όπως το έχουμε ξαναγράψει, το «καταδρομικό» σχήμα αυτής της κυβέρνησης πιστοποιεί πως βρισκόμαστε πια στην τελική ευθεία της εκτέλεσης του «συμβολαίου θανάτου».

Από την άλλη όμως οφείλουμε και να είμαστε προσγειωμένοι στην πραγματικότητα ολόγυρά μας. Είναι τόσο βαθιά η παρακμή μέσα σ’ αυτό το γελοίο κρατικό μόρφωμα, που εδώ και δεκαετίες παράγει μόνο απάτη κι ασυνάρτητη βλακεία, ώστε είναι ν’ απορείς ποια απερινόητη μεγαλοθυμία του ετάζοντος καρδίας και νεφρούς μάς κρατάει ακόμα και δεν μας καταποντίζει οριστικά μες στ’ αποκαΐδια. Και την ίδια ώρα βέβαια δεν ξέρεις πού να στρέψεις το βλέμμα, αναζητώντας δειλά κάποιαν απαντοχή, κάποιο μικρό στήριγμα. Όλα υπό διάλυσιν, όλοι οι θεσμοί ξεχαρβαλωμένοι απ’ τη φαυλότητα ή τη μετριότητα, όλα να καταρρέουν με θόρυβο εκκωφαντικό. Και συνάμα να βλέπεις ανθρώπους σοβαρούς, ακόμη κι ανθρώπους δικούς μας, να εξακολουθούν να τυρβάζονται περί όνου σκιάς, να συνεχίζουν ακόμη και τώρα – παρά τα σημεία των καιρών – να ομφαλοσκοπούν, με την επί χρόνια κεκτημένη αδράνεια της πλέον αυτιστικής εσωστρέφειας. Μια θλίψη τα πάντα λοιπόν. Θλίψη και απογοήτευση.

Και λίγο πιο πέρα φυσικά, η ίδια εκείνη θλιβερή σύναξη της διοικούσας Εκκλησίας, πάντοτε ασελγούσα (πλην λίγων φωτεινών εξαιρέσεων) επί του Σώματος και του Αίματος του εν ύδασι την γην κρεμάσαντος. Από τη μια με την κλιμάκωση των συμπροσευχών με τους εταίρους της Πανθρησκείας (σε άλλη μια απόδειξη ότι ο κατήφορος του αιρετικού ρασοφόρου φαναριώτικου συρφετού έχει μετατραπεί πια από καιρό σε βέβηλη ελεύθερη πτώση), από την άλλη με τα οικουμενιστικά περιττώματα μέσα στα οποία είναι πια βουτηγμένοι οι περισσότεροι (αν)ιεράρχες, πέραν φυσικά της δεδομένης τους αντιπνευματικής κι εκκοσμικευμένης χυδαιότητας. Οπότε τι μας απομένει πλέον άραγε ως παρηγοριά;

Μας απομένουν οι λίγες αλλά καθαρές φωνές όσων τάχθηκαν να φυλάγουν τις Θερμοπύλες – και θα συνεχίσουν βεβαίως να τις φυλάγουν, ωραίοι ως αυθεντικοί Έλληνες και παγερά αδιάφοροι για το αν οι Μήδοι επιτέλους θα διαβούνε. Μαζί τους παραμένουμε κι εμείς, στο μετερίζι μας εδώ και χρόνια. «Είμαστε ακόμα εδώ, ψάχνοντας στα τυφλά καινούργιους δρόμους», όπως θα τραγούδαγαν κι οι Κατσιμιχαίοι. Και ψάχνοντας εναγωνίως τις υγιείς δυνάμεις που (λέγεται ότι) υπνώττουν στους κόλπους του βάναυσα βαλλόμενου λαού.

Ήρθε όμως πια η ώρα να τις αναζητήσουμε με τρόπο επιτακτικό, ήρθε η ώρα, αν υπάρχουν, να βγουν επιτέλους στο προσκήνιο. Ήρθε πια η ώρα τα μετερίζια να συντονιστούν και να ενωθούν τα ρυάκια. Ήρθε η ώρα όποιος έχει απομείνει ζωντανός σε τούτον τον τόπο, επιτέλους να το αποδείξει. Με πράξεις όμως κι όχι με λόγια – τέλος πια οριστικό με τις διαπιστώσεις, τις ζυμώσεις, τα συμπεράσματα, τις ατέρμονες συζητήσεις. Είναι η ώρα του πράττειν – συν Θεώ. Σε κάθε άλλη περίπτωση, οι καιροί μας τελειώνουν πλέον κάπου εδώ. Και ό,τι επί αιώνες χτίσαμε, χάνεται οσονούπω οριστικά μες στα συντρίμμια.

Βράδυ Δεκαπενταύγουστου του 2013. Λίγο μόλις μετά το δεύτερο Πάσχα μας – εκείνο του καλοκαιριού. Λίγες ώρες αφότου η την ζωήν κυήσασα προς την ζωήν μεταβέβηκεν. Λίγες ώρες αφότου η του αενάου Φωτός μητέρα μετέστη από της γης εις τα άνω. Από εκεί που βρίσκεται, ας ξαναβάλει το χέρι της, για μια ακόμη φορά…

Ν.Δαπέργολας

 

Πηγή: http://antifonitis.gr/online/?cat=6

Αγιολογιο

Αγιον Ορος

©2005-2016 Zoiforos.gr || Σχεδίαση - Ανάπτυξη Lweb.GR

Login or Register

Register

User Registration
or Cancel