Ἀξιοπρόσεκτη εἶναι ἡ ἀκόλουθη διασάφηση τοῦ Ἱεροῦ Χρυσοστόμου.
Ἡ ἁγία Γραφή λέγει, ὅτι ὁ Θεός «ἔθετο», ἔβαλε τόν Ἀδάμ στόν Παράδεισο. Ὅμως ὁ Παράδεισος δέν εἶχε οὔτε φυσικό ὑλικό φράχτη, οὔτε κἄν πνευματικό. Οὔτε εἶχε καμμιά διαφορά ἀπό τήν ὑπόλοιπη γῆ. Τό «ἔθετο» ἔχει τήν ἔννοια: τοῦ ἔδωσε ἐντολή νά διάγει ἐκεῖ· νά κάμει κέντρο τῆς ζωῆς του τά δύο δένδρα, πού εὑρίσκοντο στό μέσο τοῦ Παραδείσου.
Ὅμως, γιά ποιό λόγο; Γιά νά τό συνειδητοποιεῖ ὅλο καί πιό πολύ, ὅτι πρώτη του ἐπιλογή ἔπρεπε λογικά νά εἶναι ἡ διαβίωσή του κοντά στά δύο αὐτά δένδρα· πού λογικά καί κανονικά ἡ θέα τους ἔπρεπε νά τοῦ θυμίζουν, ὅλο καί πιό πολύ: τό μέν ξύλο τῆς ζωῆς, ὅτι ἡ πρώτη του προτεραιότητα πρέπει νά εἶναι ἡ ζωή καί ἡ ποιότητα ζωῆς· τό δέ ξύλο τοῦ γινώσκειν καλόν καί πονηρόν, ὅτι χρειάζεται νά ἐνεργεῖ, ὄχι ἀνάλογα μέ ἐντυπώσεις καί συναισθήματα, ἀλλά μέ βάση τά σταθερά κριτήρια πού τοῦ ἔθεσε ὁ Θεός. Καί συμπεραίνει ὁ ἅγιος Ἰωάννης ἐπιγραμματικά: «Ζήτημα μέγιστον ἡμῖν ἐντεῦθεν τίκτεται» (P.G. 53,109). Δηλαδή. Νά θέμα, στό ὁποῖο ἀξίζει νά ἀφιερώσει κανείς λίγη φαιά οὐσία!
Γιά νά ἰδεῖ τί; Νά καταλάβει τί;
1. Ἡ ἐπιστήμη δέν εἶναι προμηθεϊσμός! Δέν εἶναι ἀντίθεη· οὔτε ἄθεη. Εἶναι εὐλογία. Σέ ὅλη της τήν ἔκταση. Καί δέν πρέπει νά τήν ἀφήνωμε ἐμεῖς νά ἐκφυλίζεται σέ προμηθεϊσμό.
2. Ἡ ἐπιστήμη σάν ἐπιστήμη εἶναι εὐλογία. Καί οἱ ἀνακαλύψεις καί οἱ ἐφαρμογές τους εἶναι εὐλογία. Ἡ ἐπιστήμη δέν εἶναι οὔτε ancilla theologiae, οὔτε domina omnium (Δέσποινα καί κυρία τῶν πάντων) ! Ἡ ἀντιπαλότητα ἀνάμεσα σέ πίστη καί ἐπιστήμη ὀφείλεται σέ λάθος θεώρηση θέσης, ἀποστολῆς, ἁρμοδιοτήτων, ὁρίων. Π.χ. Τό 1633 δικαστήριο τῆς Ἱερᾶς Ἐξέτασης δικάζει τόν Γαλιλαῖο.
3. Ἐπιδίωξη τῆς ἐπιστήμης καί τῆς ἐφαρμογῆς της εἶναι ἡ ζωή· καί μάλιστα μιά ποιότητα ζωῆς. Ἡ ἀπόγευση τοῦ ξύλου τοῦ εἰδέναι γνωστόν καλοῦ καί πονηροῦ δέν ἔχει καμμιά σχέση, οὔτε μέ τήν γνώση, οὔτε μέ τήν ἐπιστήμη. Εἶναι ἀποκλειστικά καί μόνο ἠθικῆς διάστασης βουλητική ἐνέργεια, ἀλλά ποτέ προσέγγισης τῆς ἀλήθειας. Ἔτσι ταυτισμένοι μέ τό κακό μποροῦν νά βρεθοῦν ἐξ ἴσου καί ἐπιστήμονες καί ἁπλοῖ ἄνθρωποι. Οἱ ἐπιστήμονες, σάν ἐπιστήμονες, δέν εἶναι οὔτε πιστοί, οὔτε ἄθεοι.
Πότε θά μάθωμε «μή ὑπερφρονεῖν παρ' ὅ δεῖ φρονεῖν, ἀλλά φρονεῖν εἰς τό σωφρονεῖν, ἑκάστῳ ὡς ὁ Θεός ἐμέρισεν»; (Ρωμ. 12,3) καί «ἵνα μή εἷς ὑπέρ τοῦ ἑνός φυσιοῦται κατά τοῦ ἑτέρου» (Α΄ Κορ. 4,6);
4. Πρέπει λοιπόν νά κάνωμε τίς ἐπιλογές μας, μέ βάση τά κριτήρια πού μᾶς ἔδωκε ὁ Θεός. Καί ἐπεξηγοῦμε:
Στόν Παράδεισο ὑπῆρχαν δύο ξύλα ἤ δένδρα. Τό ξύλον τοῦ «εἰδέναι» τῆς γνώσης· καί τό ξύλον τῆς ζωῆς.
Γιά τό ξύλο τῆς ζωῆς δέν μᾶς ἐδόθη καμμία ἐντολή.
Μᾶς ἐδόθη μόνο ἡ ὁδηγία, ὅτι πρέπει νά ἀποτελεῖ τό κέντρο τῆς ζωῆς μας· ὅτι πρέπει ζωή μας, νοῦς μας, αἴσθησή μας νά στρέφωνται ὅλο καί πιό πολύ γύρω ἀπό αὐτό. Αὐτό τό μυστικό νόημα τοῦ ξύλου τῆς ζωῆς ταυτίζεται μέ τόν πόθο τῆς ἐπιστήμης νά δημιουργεῖ προϋποθέσεις γιά ποιότητα ζωῆς!
Τί ὅμως εἶναι τό ξύλο αὐτό, τό ξύλο τῆς ζωῆς;
Ἡ Ὀρθόδοξη Θεολογία ἀπαντᾶ:
Χριστός ἐστί τό ξύλον τῆς ζωῆς. (Παρακλητική, ἦχος βαρύς, μακαρισμοί τρ.α΄). Καί μαζί του ὅλα ὅσα εἶναι τοῦ Χριστοῦ: Σταυρός, Χάρις, Ἔλεος, Σῶμα Του, Αἷμα Του, κ.ο.κ.. Γιατί μέ ὅλα αὐτά καί ἀπό ὅλα αὐτά προχέεται ζωή.
(Ἀπό τήν εἰσήγηση του Σεβασμιωτάτου,
"Τεχνολογίες Αἰχμῆς –Πληροφορική καί Ὀρθόδοξη Θεολογία",
Διεθνές Ἐπιστ. Συνέδριο 4-8/10/2000, Ἀθήνα)